Οι εξελίξεις στο Πολεμικό Ναυτικό (ΠΝ) είναι ραγδαίες. Όπως σημειώσαμε χθες το Γενικό Επιτελείο Ναυτικού (ΓΕΝ) έπειτα από το τελευταίο Ανώτατο Ναυτικό Συμβούλιο (ΑΝΣ) κινείται στη διαδικασία για την αποστολή Letter Of Request (LoR) για την απόκτηση συνολικώς τεσσάρων πλοίων τύπου MMSC καθώς και τον εκσυγχρονισμό των φρεγατών ΜΕΚΟ 200ΗΝ.
Η υπόθεση δρομολογείται με άμεσες διαδικασίες και όπως αντιλαμβάνεστε σεβόμενοι τη δεοντολογία μας και το αναγνωστικό κοινό μας, χρειάζεται επιπρόσθετο σχολιασμό και ανάλυση. Η άποψη μας βασισμένη σε επιχειρήματα και τεκμηρίωση με στοιχεία των ίδιων των Αμερικανών παραμένει η ίδια.
Tα πλοία MMSC δεν έχουν θέση στο ΠΝ. Υπονομεύουν και υποθηκεύουν το ΠΝ και την εθνική ναυτική ισχύ. Είναι πλοία με σωρεία τεχνικών προβλημάτων που παραδέχονται οι ίδιοι οι Αμερικανοί, με υπερκατασκευή από αλουμίνιο που είναι άκρως προβληματικό υλικό όπως έχει δείξει η εμπειρία του ΠΝ από τα Zubr και παλαιότερα από τα τύπου «ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ», με τεράστιο κόστος απόκτησης τηρουμένων των δυνατοτήτων που προσφέρουν, με ελλιπή εξοπλισμό που δεν καλύπτουν τις επιχειρησιακές ανάγκες του ΠΝ.
Το ΠΝ ζητά πολεμικά πλοία με σύγχρονες δυνατότητες αεράμυνας περιοχής και ανθυποβρυχιακών επιχειρήσεων. Δεν ζητά πλοία επίδειξης σημαίας ή ενισχυμένες κανιοφόρους που θα αντιμετωπίζουν δουλέμπορους ή ασύμμετρες απειλές όπως το Ναυτικό των ΗΠΑ που επιχειρεί με αυτά τα πλοία στον κόλπο του Μεξικού. ή εγγύς των αμερικανικών ακτών. Τα MMSC δεν προορίζονται για ναυμαχίες υψηλής έντασης. Αυτό είναι κάτι παραπάνω από σαφές και ξεκάθαρο. Σας το έχουμε επισημάνει πολλάκις και ναι θα το επαναλαμβάνουμε συνέχεια.
Το ίδιο το ΠΝ όπως είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε με στοιχεία, έχει εκφράσει σοβαρές ανησυχίες για το αλουμίνιο και το σύστημα πρόωσης των MMSC. Το μεν αλουμίνιο όπως τονίσαμε παραπάνω, έχει αποδειχθεί προβληματικό υλικό για το ΠΝ. Πλοία του ΠΝ που είχαν ως υλικό της υπερκατασκευής του αλουμίνιο παρουσίαζαν διαρκείς ρωγμές έπειτα από πλου με δυσμενείς καιρικές συνθήκες.
Το σύστημα πρόωσης με υδροπροωθητές είναι άγνωστο για το ΠΝ και πολλοί μηχανικοί έχουν εγείρει τεράστιες επιφυλάξεις και προβληματισμούς σχετικά με την αξιοπιστία αυτών των συστημάτων. Επιχειρησιακά τα MMSC διαθέτουν περιορισμένες δυνατότητες ανθυποβρυχιακού πολέμου (έλλειψη σόναρ τρόπιδας) ενω το ραντάρ των πλοίων είναι πολύ υποδεέστερο έναντι άλλων επιλογών.
Τα πλοια MMSC σε καμία περίπτωση δεν καλύπτουν τη πάγια επιχειρησιακή απαίτηση φρεγάτα γενικών καθηκόντων με ενισχυμένη ικανότητα για αεράμυνα περιοχής. Το ΠΝ πάντα με τις εξοπλιστικές του επιλογές ήταν πρωτοπόρο και διατηρούσε το ποιοτικό προβάδισμα απόρροια της επιλογής τεχνολογιών αιχμής. Όπως έγινε τη δεκαετία του 1970 με τις γαλλικές πυραυκαλάτους «Combattante» και τα γερμανικά υποβρύχια «209». Όπως έγινε με τις φρεγάτες τύπου ΜΕΚΟ 200ΗΝ και τα «214». Ακόμη και οι πυραύκαλατοι Super Vita μολονότι ήταν πολιτική επιλογή, εντούτοις έχουν αξιόλογες επιχειρησιακές δυνατότητες. Όμως τα τελευταία χρόνια τα πράγματα άλλαξαν.
Το ΠΝ έδωσε βάση στην Αεροπορία Ναυτικού αλλά παραμέλησε τον Στόλο, τις μονάδες κρούσης είτε με ελλιπείς αποφάσεις έγκαιρου εκσυγχρονισμού είτε με αργοπορημένη απόκτηση νέων πλοίων. Και έτσι φτάνουμε σήμερα στα MMSC. Στη πλέον ακατάλληλη επιλογή νέου πλοίου συγκριτικά όχι μόνον με τις Belharra αλλά έναντι ευρωπαϊκών σχεδιάσεων.
Η κυβέρνηση μέχρι την άνοιξη και τα τέλη Ιουλίου διατυμπάνιζε πως η επιλογή των γαλλικών Belharra ήταν σίγουρη και δεδομένη. Ως εκ τούτων, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης θα υπέγραφε στα τέλη Ιουλίου την επίσημη συμφωνία στη γαλλική πρωτεύουσα. Τι άλλαξε ξαφνικά; Ήταν τα αναδρομικά των συνταξιούχων; Μάλλον όχι…
Ήρθε η κρίση του Oruc Reis με τον ανεπαρκή χειρισμό της υπόθεσης και τη διαρκή ελληνική υποχωρητικότητα για να φτάσει η ίδια η κυβέρνηση να διατυμπανίζει τη περίφημη ελληνογαλλική αμυντική συμφωνία. Που είναι σήμερα η ελληνογαλλική αμυντική συμφωνία; Γιατί δεν έχει ακόμη υπογραφεί όταν η ίδια η σημερινή ελληνική κυβέρνηση το διαφήμιζε;
Με πολιτική απόφαση αποφασίζεται να προμηθευτεί η ΠΑ τα μαχητικά Rafale. Θα πουν πολλοί «μα τα Rafale δεν ήταν πολιτική απόφαση»;
Η απάντηση είναι προφανώς και ήταν με τη διαφορά πως τα Rafale είναι ένα οπλικό σύστημα που καλύπτει τις ελληνικές επιχειρησιακές απαιτήσεις της ΠΑ. Είναι ένα μαχητικό ολοκληρωμένο, αξιόπιστο, το οποίο έχει αποδείξει τη μαχητική του αξία στις σύγχρονες αεροπορικές επιχειρήσεις. Και κυρίως με όπλα που κάνουν τη διαφορά.
Πως όμως φτάσαμε στην απόφαση του τελευταίου ΑΝΣ;
Σύμφωνα με πληροφορίες από τον Μάιο, οι Αμερικανοί προσπαθούσαν εναγωνίως να μεταπείσουν το ΠΝ υπέρ των MMSC που το ίδιο το Ναυτικό τους έχει αναφέρει ενδελεχώς τα προβλήματά τους. Οι επισκέψεις του Αμερικανού Ακολούθου Άμυνας και της βοηθού του, ήταν συνεχείς στον Ναύσταθμο της Σαλαμίνας.
Έπρεπε να μεταπειστούν οι ανώτεροι αξιωματικοί του ΠΝ που έγειραν αμφιβολίες και ήταν κατά των MMSC.
Πως γίνεται η απόφαση του ΑΝΣ υπέρ των Belharra να αλλάζει σε LoR για τις MMSC; Μα προφανώς με πολιτικές πιέσεις και παρεμβάσεις ώστε να καμφθούν οι όποιες ενστάσεις. Αξίζει να σημειωθεί πως το ΑΝΣ στη τελευταία σύσκεψη σημειώνει αυτολεξεί: «ζητάμε πλοία με ικανότητα αεράμυνας περιοχής».
Φυσικά οι ευθύνες δεν βαραίνουν τους Αμερικανούς αλλά την ελληνική πολιτική και στρατιωτική ηγεσία. Η κυβέρνηση είναι προφανές ότι έχει αποφασίσει να μοιράσει την εξοπλιστική πίτα. Αυτή όμως η εξοπλιστική πίτα πρέπει να μοιραστεί ώστε αφενός να καλύπτει πολιτικά γραμμάτια και αφετέρου να ικανοποιεί πάγιες επιχειρησιακές απαιτήσεις των Ενόπλων Δυνάμεων.
Η Ελλάδα έχει προσφέρει στις ΗΠΑ και στη Lockheed Martin τα τελευταία χρόνια πάρα πολλά όπως η διευρυμένη αμυντική συμφωνία και τα προγράμματα P-3B Orion, F-16V και MH-60R. Τρια στα τρια προγράμματα στις ΗΠΑ και τη Lockheed Martin.
Και τώρα οι MMSC;
Τι ανταλλάγματα πήρε η Ελλάδα;
Μήπως υπάρχει εθνικός προμηθευτής;
Οι ευθύνες φυσικά δεν είναι των Αμερικανών. Είναι του διαχρονικού και διακομματικού πολιτικού προσωπικού της χώρας. Η ελληνική κυβέρνηση δεν διαπραγματεύεται σοβαρά. Όπως δεν διαπραγματεύτηκε σοβαρά ανταλλάγματα από τους Αμερικανούς. Και σε αυτό δεν φταίνε καθόλου οι Αμερικανοί. Η ελληνική κυβέρνηση φέρει στο ακέραιο την ευθύνη.
Εαν η ελληνική κυβέρνηση έπρεπε να δώσει προγράμματα στους Αμερικανούς υπήρχε πλειάδα επιλογών με κυριότερη το F-35, όπλα για τα F-16V, MLRS, Apache, Blackhawk ή άλλα.
Γιατί λοιπόν επιλέγεται το πλέον ακατάλληλο πλοίο; Από τη μια μεριά είχαν βγάλει ακριβές τις γαλλικές Belharra και από την άλλη θεωρούνται φτηνές οι MMSC. Μήπως οι MMSC είναι φτηνές και δεν το ξέρουμε; Ακριβότερες είναι και με υποδεέστερες δυνατότητες (διαμόρφωση που προσφέρεται στο ΠΝ με βάση την επιλογή της Σαουδικής Αραβίας). Γιατί το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας δεν ζήτησε τέσσερις Belharra που το τίμημα θα ήταν 20% λιγότερο και με ναυπήγηση στην Ελλάδα δεδομένου πως θα ήταν τέσσερα πλοία και όχι δυο; Γιατί δεν γίνεται δημόσιος διεθνής διαγωνισμός;
Υπενθυμίζεται, ότι η τιμή για δυο Belharra ήταν στα 2,8 δισεκατομμύρια ευρώ με πλήρες πακέτο όπλων και τεχνικής υποστήριξης. Το είχαμε γράψει και το είχαμε αναλύσει. Υπήρχε και η λύση της Belharra γαλλικής διαμόρφωση φτηνότερη του παραπάνω κόστους.
Στις 24 Αυγούστου γράφουμε αναλυτικώς (https://defencereview.gr/belharra-oi-galloi-epanilthan-me-nea-protasi/) τη νέα γαλλική πρόταση στο ΠΝ. Η τελευταία οικονομική προσφορά των Γάλλων σύμφωνα με αποκλειστικές πληροφορίες του γράφοντα περιλαμβάνουν πλοία γαλλικής διαμόρφωσης στη τιμή των 2 δισεκατομμυρίων ευρώ. Ακόμα και έτσι είναι επιλογή ανώτερη των MMSC.
Τα δύο πλοία διαμόρφωσης Γαλλικού Ναυτικού με 16 και όχι 32 βλήματα (δύο εκτοξευτές Α50 αντί των τριών Α50 και του ενός Α70 που αναφέρουν τα τελευταία δεδομένα) και χωρίς Close In Weapon System (CIWS). Υπάρχει βέβαια η πρόβλεψη και ο χώρος για την εγκατάσταση άλλων 16 κελιών καθώς και του RAM σε δεύτερο χρόνο. Αυτές είναι οι δύο βασικές διαφορές συγκριτικά με την προηγούμενη ελληνική διαμόρφωση των 32 βλημάτων (24 Aster 30 και 8 MdCN) καθώς και του RAM. Κάλλιστα βέβαια το ΠΝ μπορούσε να εγκαταστήσε το RAM στο πλοίο με μια μικρή αύξηση του κόστους.
To κόστος για τα δύο πλοία σύμφωνα με αποκλειστικές πληροφορίες θα κυμανθεί στα 700 με 750 εκατομμύρια ευρώ (κόστος ναυπήγησης δίχως όπλα) ανά μονάδα ενώ το κόστος για τα όπλα θα είναι περί τα 200 εκατομμύρια ευρώ συν το κόστος 200 εκατομμύρια ευρώ για το αρχικό πακέτο τεχνικής υποστήριξης. Σύνολο τα 2 δισεκατομμύρια ευρώ που γράψαμε στη προηγούμενη παράγραφο. Στον αντίποδα το κόστος των Belharra ελληνικής διαμόρφωση όπως ακριβώς τις ήθελε και τις θέλει το ΠΝ.
Στις 21 Ιουλίου 2020 το DefenceReview.gr γράφει:
Σύμφωνα με τα τελευταία και πρόσφατα αποκλειστικά στοιχεία που έχει στη διάθεση του ο γράφων:
Κόστος ναυπήγησης πλοίων: 1,670 δις ευρώ με 32 θέσεις εκτόξευσης βλημάτων
FOS για τρία χρόνια: 250 εκατομμύρια ευρώ
Οπλικά συστήματα: 500 εκατομμύρια ευρώ
Εκπαίδευση, Υποδομές: 60 εκατομμύρια ευρώ
Έρευνα & Ανάπτυξη: 200 εκατομμύρια ευρώ
Εγκατάσταση RAM: 90 εκατομμύρια ευρώ
Παρακολούθηση προγράμματος: 60 εκατομμύρια ευρώ
Συνολικό κόστος: 2,8 δισεκατομμύρια ευρώ για δύο φρεγάτες ελληνικής διαμόρφωσης όπως ακριβώς τις θέλει το ΠΝ.
Φυσικά ποτέ δεν ζητήθηκε προσφορά για τέσσερις Belharra ελληνικής διαμόρφωσης όπου θα υπήρχε κατακόρυφη μείωση του κόστους και οικονομιές κλίμακας. Εκεί που απαιτούνταν σκληρή και ουσιαστική διαπραγμάτευση ήταν ώστε να μειωθούν τα γαλλικά κόστη έρευνας και ανάπτυξης και παρακολούθησης του προγράμματος που είναι 260 εκατομμύρια ευρώ! Κάτι τέτοιο δεν έγινε με ευθύνες του ΥΠΕΘΑ.
Τα κόστη των MMSC
Παρά τα προβλήματα, το LCS γνώρισε την πρώτη του εμπορική επιτυχία στη Σαουδική Αραβία, η οποία αποφάσισε την προμήθεια τεσσάρων MMSC (Multi-Mission Surface Combatant), ενός πλοίου βασισμένο στα πλοία «Freedom». Σύμφωνα με δημοσιεύματα του αμερικανικού τύπου το κόστος του προγράμματος θα ανέλθει στα $ 6 δισεκατομμύρια ή 5,39 δις ευρώ (πλοία, όπλα, υποστήριξη, εκπαίδευση). Κάθε πλοίο κόστισε € 1,34 δις μαζί με όπλα και πρόγραμμα υποστήριξης. Η Αμερικανική P&A (Price and Availability) του Νοεμβρίου 2019 η οποία εστάλει στο ΠΝ έχει την τιμή των 4,4 δις δολαρίων για τέσσερα πλοία τύπου MMSC ή αλλιώς 3,971 δις ευρώ για τέσσερα πλοία. Σε αυτό το ποσό πράγματι συμπεριλαμβάνονται όπλα και FOS. Μένει να δούμε την απάντηση στην ελληνική LoR ώστε να έχουμε ακριβή εικόνα των τιμών.
Η διαμόρφωση είναι γνωστή. Βασίζεται στις MMSC της Σαουδικής Αραβίας και για να το πούμε απλά και κατανοητά θέμα σύγκρισης μεταξύ MMSC και Belharra προφανώς δεν τίθεται. Ακόμη και η γαλλικής διαμόρφωση είναι ανώτερη και οικονομικότερη των MMSC. Μην τρέφετε αυταπάτες και ψευδεσθαίσεις πως η σχεδίαση των MMSC μπορεί να δεχθεί εύκολα τεχνικές παρεμβάσεις δίχως κατακόρυφη αύξηση του ήδη μεγάλου κόστους.
Αδιαμφίσβητητα, η καλύτερη λύση θα ήταν ο δημόσιος διεθνής διαγωνισμός με πρόβλεψη για εγχώρια συμμετοχή της αμυντικής μας βιομηχανίας σε ποσοστό άνω του 20% και αξιόλογες ενδιάμεσες λύσεις.
Πως συνδέεται το FFG(X) με την επιλογή των MMSC;
Οι Αμερικανοί άριστοι γνώστες των πωλήσεων και του μάρκετιγνκ επιλέγουν να συνδέσουν την Ελλάδα με τα FFG(X) με μια μικρή ελληνική βιομηχανική συμμετοχή. Και γιατί λοιπόν το ΠΝ δεν στρέφεται ευθύς εξ αρχής εκεί;Διότι το πλοίο αυτό θα καθυστερήσει αρκετά (ορίζοντας παράδοσης το 2026) και η τιμή του αναμένεται να είναι ιδιαίτερα αλμυρή.
Σίγουρα όμως καλύπτει τις ανάγκες του ΠΝ. Όμως τα FFG(X) είναι όνερο για το ΠΝ. Τουλάχιστον προς το παρόν. Στη τελική αν το ΠΝ καίγεται για τα FFG(X) υπάρχουν λύσεις δοκιμασμένες και αξιόλογες: γαλλικές και ιταλικές FREMM. Πάμε στην λεγόμενη ενδιάμεση λύση.
Σοβαρή ενδιάμεση λύση προφανώς και δεν εξασφαλίζεται. Τα Arleigh Burke και τα Ticonderoga είναι στα αζήτητα και το ΓΕΝ το γνωρίζει από πρώτο χέρι. Η όποια ενδιάμεση λύση ακούει στο όνομα LCS. Ουσιώδη ενδιάμεση λύση θα έπρεπε να είχε διαπραγματεύτει η κυβέρνηση από τη περίοδο υπογραφής της περιβόητης αμυντικής συμφωνίας. Τώρα είναι αργά. Θα κλείσουμε με το εξής ζητούμενο.
Ελπίζουμε να μην αποδειχθει πως η χώρα θέλει να είναι μειωμένης εθνικής κυριαρχίας και η ελληνική πολιτική ελίτ να επιζητά τρόπους ώστε να της διασφαλίζει άλλοθι απέναντι σε μια δυνατότητα στρατιωτικής αντίδρασης προς τη Τουρκία εάν αυτό απαιτηθεί στο εγγύς μέλλον υλοποιώντας τις λάθος εξοπλιστικές επιλογές που μειώνουν την αμυντική ισχύ. Μήπως κάποιοι δεν θέλουν η Ελλάδα να αποκτήσει οπλικά συστήματα που κάνουν τη διαφορά;
Είμαστε εν αναμονή για περισσότερα στοιχεία στην ελληνική LoR.
Η ηγεσία του ΠΝ και των Ενόπλων Δυνάμεων οφείλει να σταθεί αντάξια των περιστάσεων. Το έχουμε ξανά γράψει: οι εξοπλισμοί διαμορφώνουν εξωτερική πολιτική. Διαφορετικά υπάρχει ο δρόμος της παραίτησης και όχι της υποταγής στις πολιτικές παρεμβάσεις και πιέσεις.