Σύμφωνα με έγγραφα που έδωσε στη δημοσιότητα το Υπουργείο Οικονομικών και Ενέργειας της Γερμανίας, σχετικά με τις πωλήσεις συμβατικών όπλων, προκύπτει ότι η Σιγκαπούρη έχει παραλάβει συνολικά πάνω από 170 άρματα μάχης Leopard-2, πάνω από τα 126 Leopard-2A4 που βεβαιωμένα έχει παραλάβει η Σιγκαπούρη. Σύμφωνα με τα ίδια έγγραφα η Σιγκαπούρη παρέλαβε επτά (7) Leopard-2 το 2016 και 18 Leopard-2 το 2017.

Το βέβαιο είναι ότι τουλάχιστον 126 είναι της έκδοσης Leopard-2A4, τα οποία αγόρασε η χώρα το 2006. Εξ αυτών τα 30 χρησιμοποιήθηκαν ως πηγή άντλησης ανταλλακτικών, ενώ τα 96 είναι επιχειρησιακά, αναβαθμισμένα στο επίπεδο Leopard-2SG, με τη συλλογή αναβάθμισης Evolution. Ο τύπος των επιπλέον αρμάτων μάχης που έχει παραλάβει η Σιγκαπούρη είναι άγνωστος, αλλά μάλλον αφορά σε νέα Leopard-2A7, δεδομένου ότι: (α) Η γραμμή παραγωγής των Leopard-2A4 δεν υφίσταται εδώ και χρόνια (β) Η γερμανική «δεξαμενή» μεταχειρισμένων Leopard-2A4 έχει στερέψει και (γ) Το 2018 η KMW (Krauss-Maffei Wegmann), κατασκευάστρια εταιρία του Leopard-2, ανακοίνωσε ότι ξεκίνησε την παραγωγή αρμάτων μάχης Leopard-2A7 για τη Σιγκαπούρη και το Κατάρ.

Από την άλλη η Γερμανία δήλωσε στα Ηνωμένα Έθνη ότι την περίοδο 2007-2012 παρέδωσε στη Σιγκαπούρη 161 Leopard-2, ενώ η Σιγκαπούρη δήλωσε ότι το ίδιο διάστημα παρέλαβε από τη Γερμανία 156 Leopard-2A4 και ότι οι παραλαβές της διετίας 2016-2017 αποτελούν μέρος ενός εξοπλιστικού προγράμματος, αξίας $ 93 εκατομμυρίων, προμήθειας οχημάτων περισυλλογής, ανταλλακτικών αρμάτων μάχης και άλλων υλικών.

Εκτός από το έλασσον ζήτημα του πόσα Leopard-2 έχει τελικά η Σιγκαπούρη στο οπλοστάσιο της το μείζον, κατά την άποψη μας, ζήτημα είναι ο προγραμματισμός της Σιγκαπούρης και το πρόγραμμα της να ενισχύσει το αρματικό της δυναμικό, σε αντίθεση με την Ελλάδα η οποία έχει χάσει σειρά ευκαιριών να ενισχύσει το αρματικό της δυναμικό με Leopard-2A4 ή αμερικανικά M-1 Abrams. Κοντολογίς, η Σιγκαπούρη προμηθεύτηκε μεταχειρισμένα Leopard-2A4, στη συνέχεια τα αναβάθμισε, ώστε να τα διατηρήσει ικανά και αξιόμαχα και, παράλληλα, επενδύσει στην ενίσχυση του αρματικού της δυναμικού με την προμήθεια Leopard-2, στην ικανότερη έκδοση Leopard-2A7.

Φυσικά, δεν παραγνωρίζουμε το γεγονός ότι αφενός τα ελληνικά οικονομικά είναι διαφορετικά απ’ αυτά της Σιγκαπούρης, αφετέρου, σε επίπεδο Στρατού, η Ελλάδα έχει άλλες πιεστικότερες ανάγκες όπως είναι η προμήθεια νέων Τεθωρακισμένων Οχημάτων Μάχης (ΤΟΜΑ) και ο εκσυγχρονισμός ή ανανέωση του οπλοστασίου αντιαεροπορικής άμυνας, δηλαδή ο εκσυγχρονισμός των Tor-M1 και η αντικατάσταση ή ο εκσυγχρονισμός των OSA-AK/AKM. Και όχι μόνο. Υπάρχουν και άλλες ανάγκες, όπως η προμήθεια νέων τακτικών συστημάτων επικοινωνιών, σύγχρονων πυρομαχικών αρμάτων μάχης των 120 χιλιοστών κ.ά. Σε κάθε περίπτωση, ο προγραμματισμός και η ορθολογική προσέγγιση της Σιγκαπούρης θα μπορούσε να αποτελέσει παράδειγμα προς μίμηση για τον Ελληνικό Στρατό (ΕΣ).

Δυστυχώς η Ελλάδα έχασε δύο τεράστιες ευκαιρίες να αποκτήσει μεταχειρισμένα Leopard-2 και να ανανεώσει έτσι το αρματικό της δυναμικό σε πολύ μεγάλο βαθμό. Η πρώτη μεγάλη ευκαιρία χάθηκε τη διετία 2004-2005, όταν είχαμε τη χρυσή ευκαιρία να «σαρώσουμε» τα γερμανικά αποθέματα των Leopard-2A4. Συγκεκριμένα, το 2004-2005, η Ελλάδα διαπραγματευόταν, με τη Γερμανία, την περίφημη «ενδιάμεση λύση» του προγράμματος προμήθειας των 170 Leopard-2HEL. Τότε η Ελλάδα είχε την ευκαιρία να ζητήσει και να διεκδικήσει την αγορά πάνω από 500 μεταχειρισμένων Leopard-2A4, αλλά τελικά συμφώνησε για μόλις 183. Η σχετική σύμβαση, ύψους € 280.018.240, υπογράφηκε τον Αύγουστο του 2005. Δύο μήνες αργότερα, ήρθε η Τουρκία, κινήθηκε ταχύτατα και το Νοέμβριο του 2005 υπογράφηκε σύμβαση, ύψους € 365.000.000, για την προμήθεια 298 Leopard-2A4, ενώ, τον Μάρτιο του 2010, υπογράφηκε νέα σύμβαση για την προμήθεια 56 επιπλέον Leopard-2A4.

Το πάθημα για τη χώρα μας δεν έγινε μάθημα και ενώ τον Μάιο του 2007 αποφασίστηκε η προμήθεια 26 επιπλέον Leopard-2A4, εκ των οποίων 13 για την άντληση ανταλλακτικών και 13 για την αντικατάσταση ισάριθμων Leopard-1A5 της 3ης Ίλης Μέσων Αρμάτων της 32ης Ταξιαρχίας Πεζοναυτών, τελικά πάλι πελαγοδρομήσαμε και τον Ιούνιο του 2009, η Γερμανία ενημέρωσε την Ελλάδα ότι τα 26 Leopard-2A4 δεν είναι πλέον διαθέσιμα καθώς διατέθηκαν σε άλλη χώρα.

Η δεύτερη μεγάλη ευκαιρία που χάθηκε για την Ελλάδα παρουσιάστηκε την πενταετία 2011-2016. Δυστυχώς τότε η Ελλάδα αδιαφόρησε και απέτυχε να παρακολουθήσει τις εξελίξεις στο ολλανδικό οπλοστάσιο, με αποτέλεσμα να χάσει την ευκαιρία να αποκτήσει 170 μεταχειρισμένα ολλανδικά Leopard-2A6, ανάλογων δυνατοτήτων με τα ελληνικά Leopard-2HEL. Ως γνωστό, η Ολλανδία απέκτησε, την περίοδο 1981-1986, 445 Leopard-2, εκ των οποίων 330 αναβαθμίστηκαν, το 1993, στο επίπεδο Leopard-2A5. Αργότερα, 188 εξ αυτών αναβαθμίστηκαν στο επίπεδο Leopard-2A6, ενώ τα υπόλοιπα 257 πωλήθηκαν σε τρίτες χώρες.

Τον Απρίλιο του 2011, για λόγους μείωσης των αμυντικών δαπανών, η Ολλανδία αποφάσισε να αποσύρει και να πωλήσει 170 από τα 188 Leopard-2A6 που είχε στο οπλοστάσιο της. Πλήρης αδιαφορία από την Ελλάδα και τα 170 ολλανδικά Leopard-2A6 κατέληξαν στον Καναδά (20), στην Πορτογαλία (37) και στην Φιλανδία (100), η οποία αντικατέστησε ισάριθμα Leopard-2A4 που διαθέτει προς πώληση.

Όπως έχουμε γράψει και στο παρελθόν, Φιλανδία και Ισπανία αποτελούν δύο πραγματικά ενδιαφέρουσες περιπτώσεις μεταχειρισμένων Leopard-2A4, συνολικά 201 άρματα μάχης, τα οποία πιστεύουμε ότι η Ελλάδα πρέπει να αξιοποιήσει. Στην περίπτωση της Φιλανδίας, το 2003 η χώρα προμηθεύτηκε 124 μεταχειρισμένα Leopard-2A4 από τη Γερμανία, εκ των οποίων 12 μετατράπηκαν σε γεφυροφόρα και 12 χρησιμοποιήθηκαν ως πηγή άντλησης ανταλλακτικών. Τον Ιανουάριο του 2014 αποφασίστηκε η προμήθεια, έναντι του ποσού των € 200 εκατομμυρίων, των 100 ολλανδικών Leopard-2A6 προς αντικατάσταση των Leopard-2A4, εκ των οποίων επτά (7) έχουν μετατραπεί σε συστήματα εγγύς αντιαεροπορικής άμυνας (Marksman), ενώ τα υπόλοιπα 93 βρίσκονται σε καθεστώς αποθήκευσης και προς πώληση.

Από την άλλη, η Ισπανία διατηρεί σε υπηρεσία 108 Leopard-2A4, εκ των οποίων 54 βρίσκονται σε καθεστώς αποθήκευσης, ενώ τα υπόλοιπα 54 αναμένεται να τεθούν σε αποθήκευση σύντομα, καθώς ο Ισπανικός Στρατός έχει αποφασίσει να στηριχτεί αποκλειστικά στη χρήση των 219 Leopard-2E, που απέκτησε νέα. Η Ισπανία είναι διατεθειμένη να πουλήσει τα 108 Leopard-2A4 όπως φάνηκε το 2013 όταν πρότεινε στο Περού την απόκτηση των 108 Leopard-2A4. Ωστόσο, το Σεπτέμβριο του 2013, το Περού απέρριψε την πρόταση της Ισπανία με την αιτιολογία ότι η συντήρηση τους ήταν ακριβή για τα οικονομικά της δεδομένα. Έτσι τα ισπανικά Leopard-2A4 παραμένουν διαθέσιμα.

Στον κύκλο των χαμένων ευκαιριών προμήθειας μεταχειρισμένων αρμάτων μάχης με πυροβόλο των 120 χιλιοστών για τον ΕΣ θα πρέπει να προστεθεί και η περίπτωση των αμερικανικών M-1A1 Abrams. Η ιστορία των M-1A1 Abrams ξεκίνησε το 2014, όταν η ΔΙΤ (Διεύθυνση Ιππικού-Τεθωρακισμένων), γνωρίζοντας το πρόβλημα της παλαιότητας των M-48A5 MOLF και M-60A3 TTS, αναζήτησε λύση μέσω της απόκτησης μεταχειρισμένων αμερικανικών M-1A1 Abrams.

Έτσι έγινε κρούση στην Αμερικανική πλευρά για την 400 μεταχειρισμένων M-1A1 Abrams. Ωστόσο, το αίσθημα της αρχικής ικανοποίησης μετατράπηκε σε προβληματισμό, όταν, μετά από έλεγχο Ελλήνων τεχνικών, διαπιστώθηκε ότι τα υπό προμήθεια άρματα μάχης έπρεπε να υποστούν γενικευμένο πρόγραμμα επιχειρησιακή αποκατάστασης πριν ενταχθούν σε υπηρεσία. Επιπλέον, το κόστος αποδείχθηκε τεράστιο, της τάξεως των € 1,5 δισεκατομμυρίων για 400 M-1A1 Abrams της έκδοσης TIGER (Total Integrated Engine Revitalization), την κάλυψη της τεχνικής υποστήριξης τους για 25 χρόνια, ένα αρχικό απόθεμα 16.800 πυρομαχικών (ένας φόρτος ανά άρμα), αριθμό συστημάτων εξομοίωσης και εκπαίδευσης, εργαλεία και συλλογές συντήρησης, βιβλιογραφία και άλλα αναγκαία υλικά και υπηρεσίες υποστήριξης. Και κάπου εκεί προσγειωθήκαμε στην πραγματικότητα. Ακολούθησε μια δεύτερη κρούση, αυτή τη φορά για 90 M-1A1 Abrams της διαμόρφωσης TIGER, αλλά και πάλι το κόστος προσδιορίστηκε στα € 417 εκατομμύρια, με αποτέλεσμα να αποφασιστεί η μη υλοποίηση του προγράμματος.

Η απόκτηση μεταχειρισμένων Leopard-2A4 ή M-1 Abrams είναι ένας από τους τρόπους ενίσχυσης του αρματικού δυναμικού του ΕΣ. Ο άλλος τρόπος είναι η αναβάθμιση των 170 Leopard-2HEL και των 183 Leopard-2A4. Η λύση αυτή όμως είναι ακριβή, όπως θα διαπιστώσουμε παρακάτω.

Μια επιλογή, η πιο ακριβή είναι η αναβάθμιση των 183 Leopard-2A4 στο επίπεδο Leopard-2A7+ με κόστος € 3.750.000 περίπου ανά άρμα μάχης και των 170 Leopard-2HEL στο ίδιο επίπεδο με το μισό κόστος, σε σχέση με το Leopard-2A4, δηλαδή  € 1.875.000 περίπου ανά άρμα. Συνολικό κόστος: Περίπου € 1 δις. Εναλλακτικά, τα Leopard-2HEL μπορούν να συνεχίσουν να υπηρετούν ως έχουν, άλλωστε πρόκειται για σύγχρονα άρματα μάχης που ικανοποιούν πλήρως τις επιχειρησιακές απαιτήσεις του ΕΣ, και να αναβαθμιστούν τα 183 Leopard-2A4 στο επίπεδο Leopard-2HEL με κόστος περίπου € 2 εκατομμύρια ανά άρμα μάχης, συνολικά δηλαδή € 365 εκατομμύρια.

Μια άλλη, φθηνότερη, λύση για τα Leopard-2A4 είναι η υιοθέτηση του πακέτου ESPACE (Enhanced Survivability Package Advanced Combat Environment) της γερμανικής IBD, η οποία αφορά στην ολόπλευρη ενίσχυση της προστασίας του Leopard-2A4 με θωράκιση AMAP. Η AMAP είναι μια συνθετική θωράκιση, η οποία αποτελείται από ένα κράμα αλουμινίου-τιτανίου, χάλυβα και κεραμικών υλικών. Το πακέτο ESPACE περιλαμβάνει και προστασία δαπέδου για μεγαλύτερη αντιναρκική προστασίας, καθώς και την εγκατάσταση του καπνογόνου συστήματος ROSY (Rapid Obscuring System) της Rheinmetall για αυξημένη παθητική προστασία. Το κόστος του ESPACE είναι € 1.170.000 ανά άρμα μάχης, συνεπώς για τα 183 Leopard-2A4 το κόστος θα ήταν της τάξεως των € 214 εκατομμυρίων.

Εκτός του ESPACE υπάρχει και το ακριβότερο πακέτο αναβάθμισης MBT Advanced Technology Demonstrator της Rheinmetall, με κόστος περίπου € 3.750.000 εκατομμύρια ανά άρμα μάχης, όσο δηλαδή κοστολογεί η KMW την αναβάθμιση ενός Leopard-2A4 στο επίπεδο Leopard-2A7. Το κόστος είναι ίδιο διότι ουσιαστικά η πρόταση της Rheinmetall αναβαθμίζει τα Leopard-2A4 στο επίπεδο Leopard-2A7+. Συνεπώς, το συνολικό κόστος μιας πιθανής αναβάθμισης των 183 Leopard-2A4 με το πακέτο MBT Advanced Technology Demonstrator θα ήταν της τάξεως των € 686 εκατομμυρίων.

Σε γενικές γραμμές όλα τα παραπάνω κόστη είναι μεγάλα δεδομένου ότι δεν υπάρχουν τα χρήματα, αφετέρου, όπως προείπαμε, υπάρχουν πιεστικότερες ανάγκες για τον ΕΣ, όπως η προμήθεια νέων τεθωρακισμένων οχημάτων και η ανανέωση των μέσων αντιαεροπορικής άμυνας του ΕΣ. Από την άλλη πλευρά, για το Όπλο των Τεθωρακισμένων υπάρχει το πιεστικό ζήτημα της αντικατάστασης των M-60A3 TTS και των M-48A5 MOLF.

Όπως έχουμε αναφέρει πολλές φορές στο παρελθόν η Εθνική Άμυνα είναι ακριβή υπόθεση. Χρειάζεται χρήματα και μακροπρόθεσμο προγραμματισμό για να μην σωρεύονται επείγουσες επιχειρησιακές ανάγκες, όπως συμβαίνει όπου οι Ένοπλες Δυνάμεις της χώρας μας έχουν πολλά προγράμματα ως πρώτη τους προτεραιότητα. Η οικονομική κρίση και η απουσία εξοπλισμών τα τελευταία 15 χρόνια έχει δημιουργήσει αυτή τη δυσάρεστη κατάσταση.