Αυτό είναι το πραγματικό ερώτημα, στο οποίο η Ελλάδα καλείται να απαντήσει, μέσω της επιλογής νέας φρεγάτας για το Πολεμικό Ναυτικό. Κανένα άλλο… Στην επιλογή του Πολεμικού Ναυτικού στην ελληνική διαμόρφωση της γαλλικής Belhara FDI, την Belhara HN, έχουμε αναφερθεί λεπτομερώς παλαιότερα (https://defencereview.gr/polemiko-naytiko-oi-belharra-hn-dinoyn-ti-poiot/).
Υπήρξε επιλογή εναλλακτική της FREMM που κάλυπτε πλήρως τις επιχειρησιακές ανάγκες του Πολεμικού Ναυτικού για τα επόμενα 30 τουλάχιστον χρόνια. Οι εξελίξεις πιθανότατα θα αποδείξουν ότι για όσα διασφάλιζε η διαμόρφωση αυτή, από επιχειρησιακής πλευράς πάντα, ήταν και μία οικονομικά πολύ καλή λύση. Οπωσδήποτε όχι ακριβή. Διατηρούμε μία μικρή επιφύλαξη, μέχρι να γνωστοποιηθούν τα οικονομικά στοιχεία των προσφορών που έχουν κατατεθεί και από άλλες χώρες… Με το ίδιο ή και πληρέστερο “περιεχόμενο” βέβαια. Τότε μόνο θα είμαστε σε θέση να κρίνουμε αν όντως η λύση των Belhara HN ήταν ακριβή, ή όχι.
Επειδή από τον Ιούλιο του 2020 έχει παρέλθει σημαντικός χρόνος και η ειδησεογραφία γύρω από το συγκεκριμένο ζήτημα, έχει μάλλον αποπροσανατολίσει ώς προς το τι πραγματικά έχει ζητήσει εδώ και πολλά χρόνια το Πολεμικό Ναυτικό και επομένως ώς προς το τι πραγματικά χρειάζεται, επανερχόμαστε με το ότι επιδίωξε να αυξήσει την ελληνική αποτρεπτική ισχύ. Μέσω της απόκτησης ικανότητας προσβολής στόχων υψηλής αξίας (High Value Assets), σχεδόν οπουδήποτε εντός της τουρκικής επικράτειας μέσω του MdcN/SCALP Naval ( https://defencereview.gr/scalp-eg-kai-scalp-naval-pragmatiki-apotropi-gia-tin-e/) και μέσω της απόκτησης δυνατότητας αντιεροπορικής και αντιβαλλιστικής άμυνας σε μεγάλες αποστάσεις με αξιοποίηση του συνδυασμού SeaFire 500/ASTER 30.
Αντιαεροπορική και αντιπυραυλική άμυνα περιοχής συνεπάγεται αντιμετώπιση του εξ ανατολών κινδύνου με επάρκεια και στο μέλλον…
Τα τελευταία δέκα τουλάχιστον χρόνια, παρακολουθούμε μία εκτεταμένη και πολυδιάστατη προσπάθεια από την πλευρά της Τουρκίας, για εξοπλισμό των ενόπλων της δυνάμεων βάσει μίας φιλοσοφίας εντελώς διαφοροποιημένης σε σχέση με το παρελθόν. Και εντελώς εκτός κάθε Νατοϊκής νόρμας.
Η Τουρκία πολύ πριν την απόφασή της να στραφεί στο ρωσικό αντιαεροπορικό/αντιπυραυλικό σύστημα S-400, κινήθηκε αποφασιστικά προς την αυτόνομη ανάπτυξη οπλισμένων μη επανδρωμένων αεροσκαφών (ΑΝΚΑ, Βayraktar TB-2, Akinci πρόσφατα) σε συνδυασμό με εξειδικευμένα αερομεταφερόμενα όπλα για αποκλειστική χρήση από αυτά (MAM-C και MAM-L), όταν οι ΗΠΑ στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 2000 της αρνήθηκαν την πώληση MQ-9 Reaper και MQ-1 Predator.
Επιπρόσθετα, ανέπτυξε μία σειρά αερομεταφερόμενων όπλων και πυραύλων (SOM/SOM-J, Gokdogan, Bozdogan), επενδύοντας παράλληλα ακόμα και στην ανάπτυξη ηλεκτρομαγνητικού πυροβόλου! Σε πρόσφατο αφιέρωμα του DR έγινε αναφορά (https://defencereview.gr/i-anagkaiotita-yparxis-mias-neas-pigi/) σε αυτά τα όπλα αλλά και στον βαλλιστικό Bora J-600T Yildirim, αντίγραφο του κινεζικού B-611.
H τουρκική απειλή επομένως παίρνει μία εντελώς νέα, πολυδιάστατη μορφή. Δεν θα είναι μόνο μεγάλος αριθμός σχηματισμών μαχητικών αεροπλάνων, φορτωμένα με συμβατικά ή μακρού πλήγματος όπλα. Ή δεν θα είναι μόνο μονάδες επιφανείας με μεγάλη ισχύ πυρός. Ασφαλώς θα είναι και άλλα πράγματα. Αυτά τα “πράγματα” η Ελλάδα καλείται αν αντιμετωπίσει στα επόμενα 30 χρόνια και μέσω της προμήθειας νέων φρεγατών για το Πολεμικό Ναυτικό. Αν μείνει σε μέσης ακτίνας πυραύλους, όπως οι ESSM, είναι καταδικασμένη να παραμείνει έκθετη στη νέα αυτή μορφή της τουρκικής απειλής.
Όπως εύκολα μπορεί να αντιληφθεί κανείς συνεπώς, δεν υπάρχει το παραμικρό περιθώριο επιλογής συστημάτων και όπλων που δεν καλύπτουν αυτή την επιχειρησιακή ανάγκη. Οποιαδήποτε πλατφόρμα χωρίς πυραύλους SM-2 στην έκδοση Block IIIB τουλάχιστον, ή ASTER 30 της νεότερης έκδοσης 1ΝΤ, όπως θα δούμε, δεν ικανοποιεί την πάγια ελληνική ανάγκη για την έγκαιρη ανάσχεση όπλων όπως o Bora, J-600T Yildirim, το SOM και το SLAM-ER.
Από ελληνικής πλευράς το πρώτο βήμα για τη δημιουργία αντιπυραυλικής – αντιβαλλιστικής ομπρέλας – δυνατότητας, έγινε μέσω της συμφωνίας με την Σαουδική Αραβία για την αποστολή μίας Μοίρας Patriot, για την εκεί κάλυψη συγκεκριμένων περιοχών και υψηλής αξίας στόχων. Στο πλαίσιο αυτής της συμφωνίας, τα ελληνικά συστήματα Patriot θα εκσυγχρονιστούν στο σύνολό τους (!) στο επίπεδο PAC-3, χωρίς να έχουν γνωστοποιηθεί περισσότερες λεπτομέρειες.
Η ουσία είναι ότι μέσα από αυτόν το εκσυγχρονισμό, η Ελλάδα αποκτά για πρώτη φορά αντιπυραυλική προστασία. Αυτή τη δυνατότητα πρέπει να αποκτήσει και το Πολεμικό Ναυτικό που, επαναλαμβάνουμε, μέσω των Belhara HN προσπάθησε να αποκτήσει και ικανότητα υποστρατηγικού πλήγματος. Από πλευράς διαθέσιμων όπλων, δύο είναι αυτά που υφίστανται στο δυτικό οπλοστάσιο. Ο αμερικανικός Standard Missile 2 και ο γαλλοϊταλικός ASTER 30.
Standard Missile 2 – H μέχρι σήμερα εξέλιξη και το μέλλον του
Η οικογένεια πυραύλων SM-2 αναπτύχθηκε με σκοπό την καταστροφή αεροσκαφών, πυραύλων και όπλων οριζόντιας πλεύσης. Με μήκος 4,72 μέτρων, διάμετρο 34 εκατοστών, άνοιγμα πτερύγων 1,07 μέτρων και βάρος 700 περίπου κιλών, ο SM-2 εντάχθηκε σε υπηρεσία στις μονάδες επιφανείας του Ναυτικού των ΗΠΑ, στα τέλη της δεκαετίας του ’70.
Η πραγματική του αξιοποίηση, η πλήρης εκμετάλλευση των δυνατοτήτων του δηλαδή, ξεκίνησε με την ένταξη του συστήματος AEGIS σε υπηρεσία το 1983. Η εκτόξευσή του γίνεται από κατακόρυφο ((VLS) εκτοξευτή Mk.41, ή από τον παλαιότερο διπλό Mk.26.
O πυραυλοκινητήρας διπλού σταδίου Mk.104 είναι στερεού καυσίμου και μέσω της λειτουργίας του ο SM-2 μπορεί να αναπτύξει μέγιστη ταχύτητα 3,5 Μάχ και να πλήξει στόχους σε αποστάσεις από 40 έως 90 ναυτικά μίλια (74 έως 167 χιλιόμετρα) από το πλοίο – φορέα, κατά τον κατασκευαστή του.
Ο πύραυλος δέχεται στοιχεία καθοδήγησης προς το στόχο από τα ραντάρ ελέγχου πυρός των πλοίων του συστήματος AEGIS στην περίπτωση του USN (Mid course guidance) και κατά την τερματική φάση της προσέγγισης προς το στόχο, ενεργοποιεί το δικό του ημιενεργό μονοπαλμικό αισθητήρα ραντάρ έρευνας και εγκλωβισμού. Ο πυροσωλήνας προσέγγισης του πυραύλου ενεργοποιείται με εντολή από το ραντάρ του, όταν βρεθεί πολύ κοντά στο στόχο, ενώ συμπληρωματικά διαθέτει και πυροσωλήνα πρόσκρουσης.
Η τελευταία έκδοση του SM-2, ο Block IIIB (δεν γνωρίζουμε αν η διαδικασία παραγωγής του Block IIIC έχει αρχίσει…), διαθέτει και υπέρυθρο αισθητήρα εγκλωβισμού, ο οποίος προήλθε από τον ΑΙΜ-7R Sparrow που δεν προχώρησε στο στάδιο της παραγωγής. Η υιοθέτηση υπέρυθρου αισθητήρα πρόσκτησης συνδυαστικά, αποφασίστηκε για λόγους αύξησης της αντοχής σε περιβάλλον έντονων ηλεκτρονικών αντιμέτρων (ECM), αλλά και της φονικότητας, ακόμη και εναντίον στόχων με μικρό ηλεκτρομαγνητικό ίχνος (RCS).
To σύνολο των SM-2 των εκδόσεων Block III και Block IIIA, αναβαθμίστηκε στο επίπεδο Block IIIB, ενώ το USN (Naval Sea Systems Command – Διοίκηση Ναυτικών Συστημάτων Θαλάσσης) αποφάσισε και την ανάπτυξη της πρώτης έκδοσης του SM-2 με ενεργό αισθητήρα ραντάρ. Του Block IIIC. Ο αισθητήρας που επιλέχθηκε προς αξιοποίηση, προκειμένου να μειωθούν ο χρόνος και το κόστος ανάπτυξης, προέρχεται από τον εξωατμοσφαιρικό SM-6 ERAM.
H εκρηκτική θραυσματογόνος κεφαλή Mk.125, παραμένει ίδια σε όλες τις εκδόσεις Block III. Δεδομένου ότι ο Block IIIB βρίσκεται σε υπηρεσία από το 1998 και παρά το γεγονός ότι ενσωματώνει και σύστημα εντοπισμού χαμηλά ιπτάμενων στόχων Mk.45 MOD 9, η ανάγκη ανάπτυξης νέας έκδοσης ενεργού καθοδήγησης ήταν κάτι παραπάνω από επιτακτική και για λόγους αντιμετώπισης του ευρωπαϊκού ανταγωνισμού…
Για να δώσουμε μία όσο το δυνατόν πιο σαφή εικόνα του κόστους, σημειώνουμε εδώ ότι η Νότιος Κορέα υπέγραψε σύμβαση ύψους 314 εκατομμυρίων δολαρίων το Μάιο του 2019, για την προμήθεια 94 SM-2 Block IIIB. Κόστος 3,34 εκατομμύρια δολάρια ανά μονάδα (https://thediplomat.com/2019/05/us-state-department-approves-sale-of-94-sm-2-block-iiib-missiles-to-south-korea/). Η Ιαπωνία για 246 μονάδες της ίδιας έκδοσης, κατέβαλλε 821 εκατομμύρια δολάρια (3,33 εκατομμύρια ανά μονάδα) (https://www.dsca.mil/press-media/major-arms-sales/japan-sm-2-block-iiib-standard-missiles-0), τρία σχεδόν χρόνια νωρίτερα.
Το νούμερο αυτό διαμορφώνεται σημαντικά υψηλότερα στην περίπτωση του ενεργού καθοδήγησης Block IIIC. Στα πέντε εκατομμύρια δολάρια ανά μονάδα! Αυτό αποκαλύπτει η έγκριση του αιτήματος της κυβέρνησης του Καναδά (Νοέμβριος 2020), για την προμήθεια 100 τέτοιων πυραύλων, έναντι 500 εκατομμυρίων δολαρίων (https://www.janes.com/defence-news/news-detail/canada-approved-for-sm-2-block-iiic-missile-purchase ).
ASTER 30 – Διαφορετική φιλοσοφία, αυξημένη ευελιξία και φονικότητα
Ο γαλλοϊταλικός ASTER 30 είναι ένας πύραυλος επιφανείας – αέρος, νεότερης σύλληψης σε σχέση με το SM-2, καθώς ουσιαστικά η ανάπτυξή του ξεκίνησε στα τέλη της δεκαετίας του ’80 (1989), μέσω της υπογραφής μνημονίου συνεργασίας μεταξύ των κυβερνήσεων της Γαλλίας και της Ιταλίας για την ανάπτυξη μίας νέας οικογένειας αντιαεροπορικών πυραύλων. Η ονομασία ASTER προήλθε από την σύντμηση των λέξεων Aerospatiale Terminale, αλλά και την αρχαία ελληνική λέξη ΑΣΤΗΡ (Αστέρας).
Εδώ το μήκος είναι 4,9 μέτρα, ελαφρά μεγαλύτερο από αυτό του SM-2. Όλα τα άλλα είναι εντελώς διαφοροποιημένα, γεγονός που αποκαλύπτει ότι ο ASTER 30 είναι όπλο νεότερης γενιάς και άλλης φιλοσοφίας. Η διάμετρος του είναι ίδια με αυτή του μικρότερου ASTER 15 (18 εκατοστά) με τον οποίο είναι πανομοιότυπος ώς προς την αεροδυναμική διαμόρφωση, αλλά με επιμηκυμένη άτρακτο.
Και το βάρος του ανέρχεται σε 450 μόλις κιλά. Χρησιμοποιούμε τη λέξη “μόλις” γιατί είναι κατά 250 περίπου ολόκληρα κιλά μικρότερο από αυτό του SM-2. Αυτή η σημαντική διαφορά βάρους, εξηγεί και τη μεγαλύτερη ακτίνα (160 χιλιόμετρα) του αμερικανικού όπλου. Μεγαλύτερος πυραυλοκινητήρας που λειτουργεί και ώς επιταχυντής (booster) και περισσότερο στερεό καύσιμο.
O ASTER 30 αναπτύσσει σημαντικά μεγαλύτερη ταχύτητα. 4,5 Μάχ (1.531 μέτρα ανά δευτερόλεπτο) σε σχέση με τα 3,5 Μάχ (1.191 μέτρα ανά δευτερόλεπτο) του SM-2. Αντισταθμίζει δηλαδή τη μικρότερη ακτίνα του, με το να φτάνει ταχύτερα στο στόχο του! Χρησιμοποιεί έναν μεγάλο επιταχυντή (booster), τον οποίο απορρίπτει κατά την πτήση, όταν εξαντληθεί το καύσιμο του. Μπορεί να λειτουργήσει και ώς πύραυλος μέσης ακτίνας από τη στιγμή που η πολεμική του κεφαλή ενεργοποιείται σχεδόν αμέσως μετά την εκτόξευσή του (απόσταση τριών χιλιομέτρων)!
Εξασφαλίζονται έτσι δύο σημαντικά πλεονεκτήματα. Το πρώτο είναι ότι το όπλο επιταχύνει στη μέγιστη ταχύτητα πλεύσης του πολύ γρήγορα, εξασφαλίζοντας πολύτιμο χρόνο αντίδρασης στο πλοίο – φορέα για την άμυνά του. Το δεύτερο είναι ότι κατά τη φάση πρόσκτησης του στόχου είναι εξαιρετικά ευέλικτο. Ενώ αναφέρεται ότι έχει την ίδια επιχειρησιακή οροφή των 65.000 περίπου ποδών (20.000 μέτρα) με τον SM-2, ο ASTER 30 είναι πολύ πιο ευέλικτος στην τερματική φάση πρόσκτησης.
Η ικανότητα ελιγμών που δίνει ο κατασκευαστής, οριοθετείται με την ανάπτυξη δυναμικών φορτίσεων μέχρι και 60G! Επιτυγχάνεται όχι μόνο αεροδυναμικά αλλά και μέσω της αλλαγής της διεύθυνσης του ανύσματος της ώσης (thrust vectoring). Οι μηχανισμοί (ακροφύσια) του συγκροτήματος thrust vectoring, είναι εγκατεστημένοι “γύρω” από το κέντρο βάρος του (το σύστημα ονομάζεται PIF-PAF) προκειμένου να επιτυγχάνεται η μέγιστη δυνατή αποτελεσματικότητα και αμεσότητα εκτροπής.
Ενδεικτικό της ικανότητας ελιγμών των πυραύλων ASTER 15/30, είναι το γεγονός ότι κατά τη διάρκεια δοκιμών, έχουν επιτευχθεί αλλαγές πορείας 90 μοιρών! Διαφημίζονται από την κατασκευάστρια MBDA ώς “Hit ot Kill” φιλοσοφίας όπλα. Σε δοκιμή που πραγματοποιήθηκε στις 23 Νοεμβρίου του 1997 (https://www.flightglobal.com/aster-15-hits-sea-skimming-target-drone-in-test/18867.article), σε περιβάλλον ισχυρών ηλεκτρονικών αντιμέτρων εναντίον χαμηλά ιπτάμενου στόχου (στο μέγεθος πυραύλου Exocet) τύπου C22, χρησιμοποιήθηκε ένας ASTER 15 με συστήματα τηλεμετρίας στη θέση της πολεμικής του κεφαλής (γόμωση).
Σκοπός ήταν η συνεχής καταγραφή της απόστασής του από το στόχο. Όταν ο τελευταίος ανακτήθηκε, βρέθηκαν πάνω του δύο βαθιές χαρακιές από τα σταθερά πτερύγια του ASTER! O ταχύτερος ASTER 30 είναι ακόμα πιο φονικός λόγω της μεγαλύτερης κινητικής του ενέργειας στην τερματική φάση που διασφαλίζει η υψηλότερη ταχύτητά του (4,5 Mαχ) και λόγω της μεγάλης ικανότητας ελιγμών. Που εξαρτάται επίσης από την κινητική ενέργεια…
Και περνάμε στον αισθητήρα ραντάρ ενεργού καθοδήγησης. Ο οποίος λειτουργεί στη μπάντα (ζώνη συχνοτήτων) Ku (12-18 GHz). Στον νέο ASTER 30 1 NT (New Technology), o ενεργός αισθητήρας ραντάρ παλμικού ντόπλερ, έχει αντικατασταθεί από νεότερο που λειτουργεί στη μπάντα Ka. Αποτέλεσμα είναι ο από μεγαλύτερες αποστάσεις εντοπισμός του στόχου και η με μεγαλύτερη ακρίβεια καθοδήγησης, μαζί με τις απαιτούμενες αλλαγές πορείας, εναντίον του (https://www.youtube.com/watch?v=JG2B-Ot9SL4 ).
Τέλος, η βάρους 15 κιλών θραυσματογόνος πολεμική κεφαλή του ASTER 30 είναι κατευθυντική. Δηλαδή το ωστικό κύμα που δημιουργεί κατά την έκρηξή της, εστιάζεται προς την πλευρά του στόχου και δεν διαχέεται προς όλες τις κατευθύνσεις. Αυτό που πραγματικά ενδιαφέρει την ελληνική πλευρά είναι το γεγονός ότι ο ASTER 30 1NT παρέχει τη δυνατότητα καταστροφής βαλλιστικών πυραύλων με βεληνεκές μέχρι 1500 χιλιόμετρα και δυνατότητα μεταφοράς πολλαπλών πολεμικών κεφαλών.
Υπό ανάπτυξη τελεί και μία εξωατμοσφαιρική έκδοση του πυραύλου, ο ASTER 30 Block 2 BMD, με ικανότητα ανάσχεσης βαλλιστικών πυραύλων βεληνεκούς 3000 χιλιομέτρων.
Κλείνουμε επισημαίνοντας ότι μέχρι και η Αγγλία συγκαταλέγονται μεταξύ των εννέα χωρών που αξιοποιούν επιχειρησιακά τον ASTER 30, επιλέγοντάς τον για τον εξοπλισμό των Type 45 του RN (!), ενώ και η Τουρκία αποπειράθηκε να τον αποκτήσει (https://defencereview.gr/ethniki-froyra-i-dynitiki-epilogi-ton-aster-3/), μέσω της συμμετοχής της στο πρόγραμμα Eurosam (Long Range Air and Missile Defense System (LORAMIDS)…
Τέλος να τονιστεί οτι δεν νοείται αεράμυνα με περιοχής με λιγότερα από 16 βλήματα SM-2 ή ASTER 30. To ιδανικό είναι 24 ή 32 βλήματα SM-2 ή ASTER 30. Και πάντα με ένα σύγχρονο ραντάρ σταθερής διάταξης ώστε να υπάρχει άριστη συνεργασία και πλήρη αξιοποίηση των δυνατοτήτων των παραπάνω όπλων στο μέγιστο βαθμό.
Απαραίτητες διευκρινίσεις…
Η αναφορά στα δυτικά ναυτικά όπλα αεράμυνας περιοχής, τώρα, γίνεται για πολλούς λόγους. Ο πρώτος και ίσως σημαντικότερος, είναι πώς πεποίθησή μας αποτελεί το γεγονός ότι πρέπει πάντα να αναζητάται και να αναλύεται-απεικονίζεται μία ξεκάθαρη εικόνα του τι ισχύει και τι όχι.
Στο DR έχουμε άποψη και την καταθέτουμε. Πάντα όμως με την παραβολή επίσιμων διαθέσιμων στοιχείων. Οτιδήποτε άλλο είναι για την εκ του πονηρού δημιουργία εντυπώσεων.