Μέσα από την ευθεία αμφισβήτηση της Συνθήκης της Λωζάνης και της κατάργησης ή αναθεώρησής της που επιδιώκει να επιβάλει αναίμακτα, εκδηλώνεται τα τελευταία χρόνια μία συνολική απαίτηση αποστρατιωτικοποίησης των ελληνικών νησιών στο ανατολικό Αιγαίο. Τι εννοεί όμως η Τουρκία, όταν ζητά μετ’ επιτάσεως αποστρατιωτικοποίηση; Αποτελούν όντως κίνδυνο τα νησιά μας για την ασφάλειά της στα Μικρασιατικά παράλια; Η απάντηση είναι αρνητική φυσικά.

Γιατί τα ελληνικά νησιά ούτε επαρκείς δυνάμεις φιλοξενούν για τη διενέργεια εκτεταμένων αποβατικών επιχειρήσεων καθαρά επιθετικού χαρακτήρα, αλλά ούτε και συστήματα Πυροβολικού μακρού πλήγματος διαθέτουν. Συστήματα δηλαδή τα οποία σε περίπτωση κατάληψης έστω και μίας μικρής ελληνικής βραχονησίδας από τουρκικές δυνάμεις, θα αξιοποιηθούν άμεσα για ανταποδοτικά πλήγματα εντός του τουρκικού εδάφους προκειμένου να υποχρεωθεί η Τουρκία να αποσύρει τις δυνάμεις της από το καταληφθέν ελληνικό έδαφος.

Ασφαλές συμπέρασμα: Οι πιέσεις της Τουρκίας προς αποστρατιωτικοποίηση των νησιών του ανατολικού Αιγαίου, με παράλληλη εκμετάλλευση στο έπακρο της επικίνδυνης “ουδετερότητας” και τις φιλικές παραινέσεις των ΗΠΑ “να τα βρούμε”, αποσκοπούν σε δύο πράγματα:

1. Στο να αποδυναμωθεί η άμυνα των νησιών ολοκληρωτικά και καθοριστικά προς εξυπηρέτηση των μεσοπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων επιδιώξεων της Τουρκίας. Η κλασσική δηλαδή διάταξη που θα εμποδίσει τις αποβατικές δυνάμεις της Στρατιάς του Αιγαίου να καταλάβει ελληνικό έδαφος.

2. Στο να αποτραπεί κάθε ενδεχόμενο συγκρότησης από ελληνικής πλευράς άμυνας με αποτρεπτικό χαρακτήρα. Βασισμένη δηλαδή στην άμεση και αποτελεσματική αξιοποίηση πυραυλικών συστημάτων.

Κατά συνέπεια τα ελληνικά νησιά του ανατολικού Αιγαίου δεν είναι μεν αποστρατιωτικοποιημένα υπό την έννοια ότι διαθέτουν συμβατικές δυνάμεις αυτοάμυνας. Είναι όμως αποστρατιωτικοποιημένα υπό την έννοια ότι δεν διαθέτουν πυραυλικά συστήματα αποτρεπτικής ισχύος. Δηλαδή αποτελεσματική έναντι οποιασδήποτε απειλής αεράμυνα από τη μία πλευρά και πυραυλικό πυροβολικό μεγάλης ακτίνας από την άλλη.

Όταν λέμε αποτελεσματική αεράμυνα, εννοούμε συστήματα επιτήρησης, εντοπισμού και εγκλωβισμού στόχων (από βαλλιστικούς πυραύλους μέχρι μαχητικά και μη επανδρωμένα αεροσκάφη και κατευθυνόμενες βόμβες ανεμοπορίας) σε κάθε νησί που θα παρέχουν δυνατότητες αλληλοκάλυψης σε συνδυασμό με αντιαεροπορικές/αντιπυραυλικές συστοιχίες.

Κάθε νησί με άλλα λόγια θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα κάλυψης και των γειτονικών του, ενώ ταυτόχρονα θα πρέπει να διατηρεί δυνατότητες πληγμάτων ακριβείας εντός της τουρκικής ενδοχώρας με μεγάλη ακρίβεια. Οι συνδυασμένες αυτές δυνατότητες, κακά τα ψέματα, δεν υπάρχουν ή είναι σημαντικά ελλιπείς στα νησιά του ανατολικού Αιγαίου και όχι μόνο… Αν θέλουμε να ακριβολογούμε, η τουρκική απειλή με τις μορφές στις οποίες εξελίσσεται, οι οποίες δεν έχουν καμία σχέση με αυτές που ίσχυαν πριν από 50, ή 20 ή ακόμη και 10 χρόνια, δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με σοβαρές πιθανότητες επιτυχίας.

Η Τουρκία δεν θα δαπανήσει αίμα για να διεξάγει κλασικές και ευρείας κλίμακας αποβατικές επιχειρήσεις στα νησιά του ανατολικού Αιγαίου για να τα καταλάβει, ή οπουδήποτε άλλου. Θα επιχειρήσει αποβατικές ενέργειες μόνο όταν βεβαιωθεί ότι η άμυνά τους έχει εκλείψει ολοσχερώς. Και αυτό μπορεί να το επιτύχει με δύο τρόπους.

– Ο πρώτος είναι αυτός που έχει σε εφαρμογή τα τελευταία χρόνια. Απειλές, διασπορά ψευδών ειδήσεων, προώθηση λαθρομεταναστών, διαστρέβλωση της πραγματικότητας στα διεθνή φόρα, εκβιασμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΝΑΤΟ (μέσω της ανοχής και κατά καιρούς και υποστήριξης της Γερμανίας και των ΗΠΑ) και πολλά άλλα που εντάσσονται σε ένα ευρύτατο φάσμα ψυχολογικού πολέμου επί καθημερινής σχεδόν βάσης. Πρόκειται για ένα πόλεμο στον οποίο η Ελλάδα καλείται να απαντήσει συνολικά. Και μέχρι σήμερα δεν το έχει κάνει…

– Ο δεύτερος είναι αυτός που σταδιακά χτίζει μέσω της αναβάθμισης των δυνατοτήτων των ενόπλων της δυνάμεων στον ηλεκτρονικό πόλεμο, την επιχειρησιακή αξιοποίηση μη επανδρωμένων αεροσκαφών για σκοπούς επιτήρησης, στοχοποίησης και προσβολής στόχων στο έδαφος και την εγχώρια ανάπτυξη αντιαεροπορικών πυραύλων και βαλλιστικών (https://defencereview.gr/i-agkyra-echei-dromologisei-tin-pliri-apexartisi-tis-apo-to-exoteriko/) σε συνεργασία με το Πακιστάν και την Κίνα.

Απέναντι σε αυτή την συνεπή και διαρκή διαδικασία αναθεώρησης του επιχειρησιακού δόγματος των ενόπλων δυνάμεων της Τουρκίας, η Ελλάδα έχει ομολογουμένως αρχίσει να αντιδρά. Να προσαρμόζει την αμυντική της πολιτική στα νέα δεδομένα δηλαδή. Η προσαρμογή αυτή δεν περιορίζεται μόνο στις επαναπροωθήσεις των λαθρομεταναστευτικών ροών που τόσο ενοχλούν τις ΜΚΟ, τις εγχώριες “προοδευτικές” δυνάμεις και κατά καιρούς και τα γερμανικά συστημικά ΜΜΕ.

Ευτυχώς επεκτάθηκε και στην προμήθεια των μαχητικών Rafale, μέσω των οποίων ανακτά την αντιπλοϊκή της ικανότητα η Πολεμική Αεροπορία μεταξύ πολλών άλλων, καθώς και στη ναυπήγηση των φρεγατών FDI HN, μέσω της οποίας το Πολεμικό Ναυτικό και η ελληνική άμυνα θα αποκτήσουν για πρώτη φορά στην ιστορία τους αντιβαλλιστικές δυνατότητες! Η τέταρτη FDI HN κατά συνέπεια είναι μονόδρομος για την, σε πρώτη φάση, αντιβαλλιστική και αντιπυραυλική γενικά κάλυψη όχι μόνο της ηπειρωτικής Ελλάδας και κυρίως των νησιών του ανατολικού Αιγαίου.

Σε συνδυασμό με τις νέες κορβέτες φυσικά. Επειδή και αυτό το ζήτημα έχει υπεραναλυθεί, θα μείνουμε στα του Στρατού Ξηράς, ο οποίος έχει άμεση ανάγκη ενίσχυσης του αντιαεροπορικού και αντιπυραυλικού του Πυροβολικού μεταξύ πολλών άλλων και φυσικά και του Πυροβολικού μεγάλης ακτίνας. Το μόνο πλεονέκτημα της δεκαπενταετίας 2005-2020, κατά την οποία διακόπηκε η διαδικασία εκσυγχρονισμού του εξοπλισμού των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων, μπορεί να εντοπιστεί στο ότι αυξήθηκε η δυνατότητα απόσυρσης παλαιών και υψηλού κόστους συστημάτων.

Μεταξύ αυτών πλέον είμαστε υποχρεωμένοι να συμπεριλάβουμε και το Μ270 MLRS. Το οποίο αποκτήθηκε στη δεκαετία του ‘90 από τον Ελληνικό Στρατό και το ζήτημα της αναβάθμισής του τέθηκε πριν από πολλά χρόνια. Εφτά για την ακρίβεια, χωρίς φυσικά να υπάρξει κάποια εξέλιξη μέχρι σήμερα (https://defencereview.gr/eksygchronismos-mlrs-exelixeis-kairias-s/).

Στο πλαίσιο του προγράμματος αναβάθμισης των ελληνικών MLRS, όπως είχε τότε ανακοινωθεί, οι ΗΠΑ προσέφεραν στην Ελλάδα 40 εκτοξευτές Μ270Α1 έναντι μόλις 5,2 εκατομμυρίων ευρώ , ενώ μεταξύ των απαράβατων όρων του προγράμματος ήταν, βάσει αξιόπιστων πληροφοριών, η δυνατότητα των εκσυγχρονισμένων συστημάτων να αξιοποιούν τόσο του MGM-140B Block 1A ATACMS, όσο και τους μεγαλύτερου βεληνεκούς MGM-168 ATACMS Block IVA με ισχυρότερη πολεμική κεφαλή βάρους 230 κιλών και αυξημένο (διπλάσιο σχεδόν) βεληνεκές, της τάξης των 300 χιλιομέτρων.

Τα δεδομένα αυτά, από ότι όλα δείχνουν, δεν ισχύουν σήμερα από τη στιγμή που η πρόταση της κατασκευάστριας εταιρείας περιλαμβάνει αναβάθμιση μόνο των 24 από τους 36 ελληνικούς εκτοξευτές και δεν συνοδεύεται (από την πλευρά της κυβέρνησης των ΗΠΑ…) (https://defencereview.gr/eksygchronismos-mlrs-i-oikonomiki-diasta/) από την πώληση μεταχειρισμένου υλικού αφενός και αφετέρου, δεν συμπεριλαμβάνονται σε αυτή ώς πυρομαχικά παρά μόνο ρουκέτες GMLRS (ακτίνα 15 έως 70 χιλιομέτρων) και GMLRS-ER ακτίνας 150 περίπου χιλιομέτρων.

Με αυτά τα στοιχεία στη διάθεσή μας και με τις εναλλακτικές που είναι πλέον διαθέσιμες (https://defencereview.gr/ellinikos-stratos-diarkeis-protasei/ ) από τη Σερβία, το Ισραήλ (https://defencereview.gr/o-vallistikos-pyraylos-lora-kai-oi-strat/ ) και ιδίως την Τσεχία σχετικά με τον εκσυγχρονισμό των υπερπολύτιμων για την άμυνα των ελληνικών νησιών RM-70 (https://defencereview.gr/rm-70-vampire-to-kostos-kai-i-techniki-diamorfosi/ ), οδηγούμαστε στο συμπέρασμα ότι υπάρχουν επιχειρησιακά άριστες λύσεις και μάλιστα με απόλυτα προσιτό κόστος για την ελληνική οικονομία και μεγάλο έργο για την ελληνική βιομηχανία.

Η Ελλάδα, εφόσον πράγματι επιθυμεί να απαντήσει στις απειλές της Τουρκίας, είναι εκ των πραγμάτων υποχρεωμένη να προβεί άμεσα στον εξοπλισμό των νησιών του ανατολικού Αιγαίου με πυραυλικά συστήματα Πυροβολικού μεγάλης ακτίνας και ακρίβειας, απόλυτα επαρκή σε αριθμούς και χωρίς κανένα περιορισμό σχετικό με το πού και σε ποια περίπτωση θα χρησιμοποιηθεί. Για το DR δεν τίθεται ζήτημα απόσυρσης απόσυρσης κανενός συστήματος πυραυλικού Πυροβολικού από την ενεργό υπηρεσία στον ΕΣ.

Ακόμη και για τα MLRS και τον εκσυγχρονισμό τους με την απόδοση ικανότητας μακρού πλήγματος ακριβείας οι διαθέσιμες λύσεις (https://defencereview.gr/eksygchronismos-mlrs-ta-kosti-oi-diamorfo/), δίνουν στην Ελλάδα τη δυνατότητα όχι μόνο να επιλέξει προς όφελός της σε όλα τα επίπεδα, αλλά και να διαμορφώσει με αξιώσεις το μελλοντικό Πυροβολικό που πραγματικά χρειάζεται.