Η αφορμή για το συγκεκριμένο άρθρο μα δόθηκε από την ανακοίνωση της σουηδικής υπηρεσία αμυντικών εξοπλισμών (FMV) ότι ξεκίνησε τις διαδικασίες απόκτησης νέων συστημάτων πυροβολικού, επί ταχύπλοων σκαφών, για τις αμφίβιες δυνάμεις της χώρας. Το πρόγραμμα εντάσσεται στο ευρύτερο σχέδιο της Σουηδίας, ενίσχυσης των αμφίβιων δυνάμεων της. Τα νέα συστήματα θα ενταχθούν σε υπηρεσία την περίοδο 2025-2030 και θα εξοπλίσουν τα νέα Αμφίβια Τάγματα, το οποία θα δημιουργηθούν-οργανωθούν στο πλαίσιο του προγράμματος «Amfbat 2030». Το πρόγραμμα «Amfbat 2030» αφορά στη δημιουργία μικρών και ευέλικτων αμφίβιων μονάδων, με αισθητήρες, συστήματα διοίκησης και πλατφόρμες παροχής ισχυρών πυρών υποστήριξης.
Σχετικά με το πρόγραμμα, η ανακοίνωση της FMV αναφέρει ότι το σύστημα πυροβολικού θα πρέπει να έχει επιλεγεί μέχρι τις αρχές του 2023, ενώ το πρώτο ολοκληρωμένο σύστημα θα πρέπει να έχει παραδοθεί μέχρι το 2025, ίσως και το 2024. Συνολικά θα αποκτηθούν 12 συστήματα τα οποία θα πρέπει να έχουν παραδοθεί μέχρι το 2030. Τόσο τα συστήματα πυροβολικού όσο και τα ταχύπλοα σκάφη δεν θα είναι νέας σχεδίαση, αλλά υπάρχοντα έτσι ώστε να συμπιεστεί το κόστος του προγράμματος, να μειωθεί ο χρόνος υλοποίησης του και να μειωθεί το όλο ρίσκο. Το σχετικό αίτημα προς τις βιομηχανίες εκδόθηκε στις 15 Οκτωβρίου, ενώ η καταληκτική ημερομηνία υποβολής προτάσεων έχει οριστεί η 15η Ιανουαρίου του 2022.
Στόχος του προγράμματος είναι η ενσωμάτωση σε ελαφρά, ταχύπλοα σκάφη, της μεγαλύτερης δυνατής ισχύος πυρός. Σίγουρα μια από τις υποψηφιότητες θα είναι και το ταχύπλοο σκάφος CB-90, το οποίο ήδη βρίσκεται σε υπηρεσία από τη Σουηδία και έχει αποδειχθεί ένα εξαιρετικά ικανό σκάφος. Το σύστημα πυροβολικού δεν έχει προσδιοριστεί. Μπορεί να αφορά σε όλμους, σε περιφερόμενα πυρομαχικά ή σε πολλαπλούς εκτοξευτές ρουκετών/πυραύλων. Όλα είναι συνάρτηση του βάρους του συστήματος πυροβολικού και αν μπορεί να ενσωματωθεί επιτυχώς στο ταχύπλοο σκάφος που τελικά θα επιλεγεί. Η επιλογή της Σουηδίας είναι πολύ ενδιαφέρουσα και παράγει ιδέες για την Ελλάδα, τις αμφίβιες επιχειρήσεις και την παράκτια άμυνα στο Αιγαίο.
Η μορφολογία της Σουηδίας, αλλά και γενικότερα της Σκανδιναβίας (πολλά μικρά νησιά, μεγάλη έκταση των ακτών) ομοιάζει πολύ με το Αιγαίο. Στο Αιγαίο έχουμε χιλιάδες νησιά, μικρά ή μεγάλα, νησίδες και βραχονησίδες, σε ένα μέτωπο μήκους άνω των 850 χιλιομέτρων. Τα νησιά αυτά «διακόπτουν» το μέτωπο και το καθιστούν κατακερματισμένο. Αυτό δημιουργεί δυσχέρειες τόσο σ’ αυτόν που θέλει να επιτεθεί (δέσμευση σημαντικών δυνάμεων), αλλά και στον αμυνόμενο (διάσπαση δυνάμεων). Τα νησιά του Αιγαίου ταξινομούνται με βάση την ομοιότητα των χαρακτηριστικών τους. Υπάρχουν νησιά που προσφέρονται για κύριοι αντικειμενικοί σκοποί, άλλα που δεν αποτελούν στρατηγικούς αντικειμενικούς σκοπούς, πλην όμως είναι δυνατό να διαδραματίσουν ρόλο στη διεξαγωγή των επιχειρήσεων.
Τέλος, υπάρχουν και τα μικρά νησιά και οι νησίδες, κυρίως ακατοίκητες και βραχώδεις, και μπορούν να αποτελέσουν δευτερεύοντες αυτοτελείς αντικειμενικούς σκοπούς, λόγω της θέσης τους. Η προσβολή τέτοιων μικρών νησίδων ευνοεί το τουρκικό δόγμα περί ελεγχόμενης κρίσης για τα μέγιστα δυνατά διπλωματικά οφέλη (παράδειγμα των Ιμίων το 1996). Ενώ τα μεγάλα νησιά του Αιγαίου διαθέτουν ισχυρές δυνάμεις και η κατάληψη τους είναι δύσκολη, το πρόβλημα βρίσκεται στα μικρότερα νησιά και τις νησίδες. Επειδή είναι πρακτικά αδύνατο να υπάρχουν παντού φρουρές, η διάθεση ταχυκίνητων και ευέλικτων αμφίβιων δυνάμεων, οι οποίες θα επιχειρούν υπό την ισχυρή υποστήριξη των δικών του μέσων, είναι μια λύση ουσίας για την Ελλάδα και την ανάγκη άμυνας των νησιών του Αιγαίου.
Επιστρέφοντας στο παράδειγμα της Σουηδία, η χώρα απέρριψε την παθητική άμυνα, διότι αφήνει στον επιτιθέμενο την πρωτοβουλία των κινήσεων και την επιλογή του τόπου και του χρόνου και επενδύει στην ενεργητική άμυνα. Δεν είναι τυχαίο ότι η Σουηδία, στο ευρύτερο πλαίσιο αναδιοργάνωσης και εκσυγχρονισμού των Ενόπλων Δυνάμεων της, δίνει έμφαση στις αμφίβιες δυνάμεις, όχι όμως σε επίπεδο παθητικής άμυνα, αλλά με ενεργητική άμυνα, δηλαδή με μικρές και ευέλικτες μονάδες αμφίβιων δυνάμεων σε αποστολές αναγνώρισης, προσβολής εχθρικής αποβατικής ενέργειας και αλληλενίσχυσης νησιών. Πρόκειται δηλαδή για δυνάμεις, κατάλληλα οργανωμένες, εκπαιδευμένες και εξοπλισμένες όχι για παθητική άμυνα, αλλά για να αντιδρά σε τετελεσμένα, άμεσα και με ταχύτητα (ενεργητική άμυνα).
Σήμερα, το κύριο πλωτό μέσο που χρησιμοποιούν οι αμφίβιες δυνάμεις της Σουηδίας είναι τα ταχύπλοα σκάφη CB-90. Το CB-90 έχει επιλεγεί λόγω της μεγάλης ταχύτητας που μπορεί να αναπτύξει (περίπου 40 κόμβοι, 74 χιλιόμετρα την ώρα), της ικανότητας του να μεταφέρει 16 πλήρως εξοπλισμένους άνδρες και της ικανότητας του να αποβιβάζει προσωπικό στην ακτή, χωρίς ιδιαίτερη προετοιμασία. Πρόσφατα, ανακοινώθηκε ότι η Σουηδία θα αποκτήσει κι άλλα 18 CB-90 στη νεότερη και ικανότερη έκδοση HSM (δείτε ΕΔΩ). Στην νέα έκδοση το CB-90 έχει καλύτερες επιδόσεις, μεγαλύτερη ισχύ πυρός και μεγαλύτερες ικανότητες επιτήρησης. Κατά την άποψη μας η σουηδική προσέγγιση, δηλαδή αμφίβιες δυνάμεις ικανές να ανταποκρίνεται σε τετελεσμένα, άμεσα και με ταχύτητα, είναι ένα δόγμα άξιο μελέτης από την Ελλάδα.
Να σημειωθεί ότι η ΑΣΔΕΝ (Ανώτατη Στρατιωτική Διοίκηση Εσωτερικού και Νήσων), η οποία είναι επιφορτισμένη με την άμυνα των νησιών του Αιγαίου, έχει στη διάθεση της αμφίβιες δυνάμεις, τα ΕΤΕΘ (Ειδικό Τμήμα Εθνοφυλακής), στα μεγάλα νησιά, που θα αναλάβουν σειρά επιχειρήσεων, ανορθόδοξου πολέμου, αναγνωρίσεων και ανακατάληψης βραχονησίδας ή μικρής νήσου, καθώς και αποστολές υποστήριξης της άμυνας ενός νησιού με αντεπιθέσεις, εξάλειψη προγεφυρωμάτων και αεροπρογεφυρωμάτων και άμυνας επί στρατηγικών σημείων του νησιού. Αμφίβιες δυνάμεις με ταχύπλοα μέσα μεγάλης μεταφορικής ικανότητας και ισχύος πυρός, ευνοούν την άμεση διασπορά δυνάμεων, από τα κύρια νησιά στα μικρότερα νησιά, για αποστολές προκατάληψης, ενίσχυσης, ανακατάληψης ή μεταφοράς δυνάμεων σε νησί που δέχεται επίθεση.