Η απαίτηση για αεροσκάφη εναέριου ανεφοδιασμού πάει πίσω στα μέσα της δεκαετίας του 1990 και είναι μία από τις λίγες απαιτήσεις των ΕΕΔ που όλα αυτά τα χρόνια δεν ικανοποιήθηκε αφού σχεδόν πάντα υπήρχαν πάγιες και ανελαστικές ανάγκες με αποτέλεσμα το συγκεκριμένο πρόγραμμα να διολισθαίνει κατά την πρωτεραιοποίηση των προς υλοποίηση προγραμμάτων.

Η ύπαρξη ιπτάμενων τάνκερ στις τάξεις της Π.Α. ουσιαστικά είναι ένας πολλαπλασιαστής ισχύος μεγάλης αξίας όπως είναι τα ιπτάμενα ραντάρ, οι πύραυλοι ΑΑ Meteor, τα συστήματα ζεύξης Link 16 κ.α. Και αυτό γιατί με την παρουσία τους, πρώτον αυξάνουν την εμβέλεια των αεροπορικών μέσων και δεύτερον αυξάνουν το χρόνο παραμονής των μέσων στο χώρο ενδιαφέροντος. Βέβαια για να γίνει αυτό όλα τα αεροπορικά μέσα, πλην των μαχητικών αεροσκαφών τα οποία έχουν ήδη εγκατεστημένο σύστημα εναέριου ανεφοδιασμού, που πρόκειται να συμμετέχουν σε επιχειρήσεις μεγάλων αποστάσεων και θα χρειαστούν υποστήριξη ιπτάμενων τάνκερ, θα πρέπει να εγκατασταθεί αντίστοιχο σύστημα. Τα πιο πιθανά αναέρια μέσα είναι τα C-27J, τα νέα μέσα μεταγωγικά που όπως φαίνεται θα είναι τα C-130J, μέρος του στόλου των CH-47 Chinook, τα ελικόπτερα ειδικών επιχειρήσεων του Σ.Ξ., τα ελικόπτερα CSAR και σίγουρα τα αεροσκάφη έγκαιρης προειδοποίησης AEW&C.

Υπάρχουν βασικά δύο τρόποι μεταφοράς καυσίμου εν πτήση από ένα αεροσκάφος σε ένα άλλο. Η μέθοδος ‘Drogue & Hose’ όπου το ιπτάμενο τάνκερ διαθέτει μια χοάνη και εκεί μπαίνει και «κλειδώνει» ο σταθερός σωλήνας του αεροσκάφους/ελικοπτέρου λήπτη. Η μέθοδος αυτή καλύπτει πληθώρα αεροσκαφών και είναι και η μοναδική μέθοδος που μπορεί να ανεφοδιάσει ελικόπτερα έχει όμως μικρότερο ρυθμό μεταφοράς καυσίμου σε σχέση πάντα με την άλλη μέθοδος που είναι με τηλεσκοπικό σωλήνα ‘flying boom’. Στη μέθοδο αυτή ένας βραχίωνας συνδέεται απ’ευθείας με το αεροσκάφος λήπτη σε συγκεκριμένη οπή στο πάνω μέρος της ατράκτου. Η μέθοδος αυτή έχει τουλάχιστον διπλάσιο ρυθμό μεταφοράς καυσίμου. Ο μεγάλος ρυθμός μεταφοράς καυσίμου ουσιαστικά εξυπηρετεί δύο πράγματα. Πρώτον την ελαχιστοποίηση σύνδεσης του αεροσκάφους λήπτη με το αεροσκάφος δότη και δεύτερον την εξυπηρέτηση διπλάσιου αριθμού αεροσκαφών στον ίδιο χρόνο. Στις τάξεις της Π.Α. τα αεροσκάφη F-16 που αποτελούν και τη ραχοκοκαλιά των μαχητικών αεροσκαφών χρησιμοποιεί τη μέθοδο Boom και τα υπόλοιπα την μέθοδο Drogue & Hose, που όμως θα χρησιμοποίησουν και όλα τα υπόλοιπα αεροσκάφη και ελικόπτερα εφόσον εξοπλιστούν με το αντίστοιχο σύστημα. Επομένως εκ πρώτης φαίνεται ότι τα μελλοντικά αεροσκάφη της Π.Α. θα πρέπει να μπορούν να εξυπηρετήσουν ένα πλήθος ιπτάμενων μέσων και με τις δύο μεθόδους. Στην αγορά σήμερα τα μόνα αεροσκάφη που μπορούν να εξυπηρετήσουν την ανάγκη αυτή είναι τα αμερικάνικης κατασκευής μεταχειρισμένα KC/KDC-10 και τα ευρωπαϊκά Α330 MRTT είτε μεταχειρισμένα είτε νέας κατασκευής.

Στα τέλη του 2022 η εταιρία Omega έκανε παρουσίαση των KC/KDC-10 που διαθέτει προς πώληση. Τα αεροσκάφη αυτά της McDonnel Douglas είναι κατασκευής 1979-1987 ήτοι 36-44 ετών πράγμα που σημαίνει ότι παρ’ ότι μπορεί η τιμή τους να είναι ιδιαίτερα δελεαστική σε σχέση με νέας κατασκευής, είναι άγνωστο στο μέλλον πόσο θα κοστίζει η υποστήριξή τους από τη στιγμή που και τα περισσότερα αν όχι όλα τα πολιτικά DC-10 θα έχουν αποσυρθεί από την ενεργό υπηρεσία μέσα στα επόμενα λίγα χρόνια. Από την άλλη, πιθανή επιλογή των Α330 MRTT θα είχε υψηλό αρχικό κόστος (CAPEX) αλλά πολύ χαμηλότερο κόστος συντήρησης και κύκλο ζωής (OPEX) λόγω των πιο σύγχρονων κινητήρων της σειράς GE CF6 με χαμηλότερη κατανάλωση καυσίμου αλλά και πολλά περισσότερα χρόνια επιχειρησιακής ζωής σε σχέση με το KC/KDC-10.

A Royal Air Force Voyager KC2 refuels two RAF Tornado GR4, March 4, 2015, over Iraq. The RAF aircraft provide combat air support for the coalition against Da’esh. (U.S. Air Force photo by Staff Sgt. Perry Aston/RELEASED)

Τα δύο παραπάνω αεροσκάφη είναι ευρείας ατράκτου και έχουν διπλό ρόλο αφού μπορούν να μεταφέρουν επιβάτες και φορτία σε μεγάλες αποστάσεις. Θα ήταν λοιπόν ιδανικό για την πραγματοποίηση πτήσεων μεταφοράς προσωπικού και εξοπλισμού της ΕΛΔΥΚ από και προς την Κύπρο.

Από την άλλη υπάρχουν και φθηνότερες επιλογές με μικρότερη αλλά όχι αμελητέα επιχειρησιακή αξία. Είτε η αναζήτηση αριθμού KC-130E/H από τα αμερικάνικα αποθέματα για μεταβίβαση ως EDA, είτε στην περίπτωση που επιλεγεί ως νέο μέσο μεταφορικό αεροσκάφος το βραζιλιάνικο C-390 να αποκτηθεί και το αντίστοιχο κιτ μετατροπής σε ιπτάμενο τάνκερ. Στην περίπτωση αυτή ο στόλος των F-16 δεν θα μπορεί να εφοδιαστεί με καύσιμο εν πτήση γιατί τα παραπάνω αεροσκάφη χρησιμοποιούν μόνο τη μέθοδο Drogue & Hose. Υπάρχει βέβαια το κιτ CARTS (Conformal Air Refuelling Tanker/System) το οποίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί από τα F-16 Block52+/52+A/70 και τοποθετείται στη μια CFT επιτρέποντας στα F-16 να ανεφοδιαστούν εν πτήση με τη μέθοδο Drogue & Hose. Με κάθε επιφύλαξη βέβαια γιατί δεν είναι γνωστό εάν το συγκεκριμένο κιτ έχει επιχειρησιακά χρησιμοποιηθεί. 

Από επιχειρησιακή άποψη, ένα ιπτάμενο τάνκερ στην περιοχή της κεντρικής Ελλάδας θα διπλασίαζε τα διαθέσιμα αεροσκάφη για αποστολές αναχαίτισης μέσα στο FIR Αθηνών από τη στιγμή που το ίδιο ζεύγος αεροσκαφών θα ήταν σε θέση να επανέλθει σε σύντομο χρόνο και να εμπλακεί ξανά με τα εχθρικά ίχνη χωρίς να χρειάζεται να επιστρέψει στη βάση του για ανεφοδιασμό καυσίμου με ταυτόχρονη εμπλοκή δεύτερου ζεύγους αεροσκαφών. Αυτό σημαίνει λιγότερους κύκλους απο/προσγειώσεων για τα αεροσκάφη και λιγότερη καταπόνση καθώς και χρησιμοποίηση λιγότερων αεροσκαφών στην ίδια αναχαίτιση. Επομένως μικρότερο κόστος χρήσης και μεγαλύτερη ευχέρεια στη διάθεση πόρων σε διαφορετικές αποστολές.

Από την άλλη, ένα ιπτάμενο τάνκερ με περιοχή πτήσης στα δυτικά, νότιο-δυτικά της Κρήτης θα μπορούσε να εξυπηρετήσει αποστολές στην ανατολική Μεσόγειο και θα επιδρούσε θετικά στη μεταφορά αεροπορικώς, δυνάμεων στην Κύπρο «φέρνοντας το νησί της Αφροδίτης πολύ κοντά» στην Ελλάδα. Επίσης σε περίπτωση αεροναυτικών συγκρούσεων τα ελληνικά αεροσκάφη θα περιόριζαν το χρόνο παραμονής στο πεδίο της μάχης με μόνο γνώμονα την έλλειψη πυρομαχικών όπου μόνο τότε θα γύριζαν στη βάση τους για πλήρη επανεξοπλισμό.