Τα γραπτά μένουν σύμφωνα με μία πολύ παλιά λατινική ρήση (Scripta Manent). Που επειδή ισχύει και θα ισχύει, δίνει το δικαίωμα στο DR να υποστηρίξει μετ’ επιτάσεως ότι υπήρξε απόλυτα δίκαιο έναντι όλων των υποψήφιων συστημάτων προς προμήθεια για την κάλυψη των αναγκών των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων. Μεταξύ αυτών φυσικά περιλαμβάνεται και το F-35. Το σύνολο των αναφορών μας στο αμερικανικό μαχητικό 5ης γενιάς, από την μικρότερη μέχρι την πλέον εκτεταμένη, συνοδεύεται πάντα από παραπομπές στις πηγές από τις οποίες αντλήθηκαν οι πληροφορίες που αξιοποιήθηκαν για την συγγραφή τους.

Η ίδια ακριβώς πρακτική δε, ακολουθήθηκε και στην περίπτωση των LCS/MMSC, όπου η κύρια πηγή πληροφόρησής μας ήταν και είναι, το ίδιο το Αμερικανικό Ναυτικό. Εξετάσαμε λοιπόν το F-35 και από οικονομικής και από τεχνικής και από επιχειρησιακής πλευράς ώς σύστημα τα τελευταία χρόνια, παρακολουθώντας με συνέπεια το πρόγραμμα μέσω αμερικανικής και διεθνούς ειδησεογραφίας και όντας ιδιαίτερα προσεκτικοί στην απόδοσή της.

H ανακοίνωση από τον Έλληνα πρωθυπουργό της προμήθειας μίας Μοίρας μαχητικών F-35A, έρχεται σε μία περίοδο που η Πολεμική Αεροπορία έχει σε υπηρεσία τέσσερις διαφορετικές εκδόσεις του F-16, με την προοπτική να γίνουν τρείς μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος εκσυγχρονισμού σε Viper. Ακόμη και υπό την προϋπόθεση της απόσυρσης των F-4E AUP το αργότερο μέχρι το 2027, μαζί με τους δύο γαλλικούς τύπους μαχητικών, το πρόβλημα της πολυτυπίας θα παραμείνει από τη στιγμή που η Πολεμική Αεροπορία θα πάει στους έξι τύπους!

Τα γράφουμε όλα αυτά ώς εισαγωγή γιατί παραμένουμε ιδιαίτερα επιφυλακτικοί ώς προς την ορθότητα της ταχύτητας με την οποία η Ελλάδα φέρεται να επιδιώκει την απόκτηση μίας Μοίρας (20 μονάδες), τέτοιων μαχητικών, μέσω αποστολής LOR στις ΗΠΑ εντός του ερχόμενου Ιουνίου. Παράλληλα βέβαια, εξακολουθεί να προκαλεί μεγάλα ερωτηματικά το γεγονός ότι αντίστοιχη LOR δεν έχει αποσταλεί εδώ και δύο ή τρία τουλάχιστον χρόνια στις ΗΠΑ για τον εκσυγχρονισμό των F-16 που διαθέτουν κινητήρα F110 της General Electric (Block 30 και Block 50). Παρακάτω αναλύεται το γιατί διεξοδικά.

Απορίας άξιο είναι επίσης το γεγονός ότι δεν έχουν επιδειχθεί τα ίδια ταχύτατα αντανακλαστικά από ελληνικής πλευράς για την αποστολή LOR, ώς αίτημα για την προμήθεια νέων αερομεταφερόμενων όπλων για τον εξοπλισμό των F-16 που εκσυγχρονίζονται στο επίπεδο Viper. Σε αυτά θα πρέπει να περιληφθούν πύραυλοι αέρος – αέρος μεγάλης ακτίνας ΑΙΜ – 120D AMRAAM, αντι – ραντάρ AGM – 88E AARGM (https://defencereview.gr/pyrayloi-anti-rantar-i-opla-makroy-pli/), αντιπλοϊκοί JSM (https://defencereview.gr/i-amerikaniki-aeroporia-oloklirose-tis-dokimes-toy-vlimatos-jsm-se-f-16/), καθώς και καθοδηγούμενες βόμβες ανεμοπορίας νέας γενιάς SDB II. Δεν αναφερόμαστε κάν στους μεγάλης ακτίνας JASSM και JASSM-ER για ευνόητους λόγους.

Εξετάζοντας τη σύνθεση του στόλου μαχητικών της Πολεμικής Αεροπορίας, κατά την επόμενη πενταετία, πριν δηλαδή από την έλευση του μαχητικού 5ης γενιάς, δυστυχώς διαπιστώνεται ότι, ακόμη και υπό την προϋπόθεση ότι ο εκσυγχρονισμός των F-16 Block 50 θα αποφασιστεί άμεσα (αποστολή LOR εντός Ιουνίου του 2022), το οπλοστάσιο της Πολεμικής Αεροπορίας από πλευράς αμερικανικών όπλων, παραμένει στάσιμο. Πράγμα που σημαίνει ότι σε καθαρά επιχειρησιακό επίπεδο θα πρέπει να βασιστεί στα ολιγάριθμα γαλλικά μαχητικά και τα όπλα τους για να διατηρήσει και να ενισχύσει την αποτρεπτική της ισχύ.

Η διαπίστωση αυτή προέρχεται επίσης και από το δεδομένο ότι η συμφωνία προμήθειας των συλλογών κατευθυνομένων βομβώνανεμοπορίας SPICE (1000 και 2000) και των υπερηχητικών πυραύλων Rampage, με το Ισραήλ δεν έχει προχωρήσει πρός υλοποίηση. Παρά το ότι κοντεύει να μεσολαβήσει χρόνος από τότε που το εν λόγω πρόγραμμα εγκρίθηκε από τη Βουλή των Ελλήνων (https://defencereview.gr/spice-kai-rampage-gia-ta-f-16-tis-polemikis-aeroporia/), στις αρχές Οκτωβρίου του 2021.

Το γεγονός αυτό από μόνο του είναι εξαιρετικά ανησυχητικό, καθώς οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η σχέση Ελλάδας – Ισραήλ μόνο σε στρατηγική δεν εξελίσσεται. Δεν μπορεί να εξηγηθεί διαφορετικά το ότι ενώ η αμυντική βιομηχανία της συμμάχου χώρας της Μέσης Ανατολής έχει αναλάβει τον εξοπλισμό και τη λειτουργία του Κέντρου Αεροπορικής Εκπαίδευσης στην Καλαμάτα (120 ΠΕΑ) για χρονικό διάστημα 20 ετών, φέρεται (με ευθύνη της ελληνικής πλευράς κυρίως) να διαπραγματεύεται τον εκσυγχρονισμό των αρχαίων αρμάτων μάχης σειράς Μ (https://defencereview.gr/stratos-xiras-synechizetai-to-anekdot/) και τη βαριά συντήρηση τριών C-130 της Πολεμικής Αεροπορίας, με κόστος 60 εκατομμυρίων ευρώ!

Σε εποχές άρα, που θα περίμενε κανείς η ελληνοϊσραηλινή συνεργασία και στρατηγική σχέση να έχει αντικείμενο τα προηγμένα πυραυλικά συστήματα, τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη, τα συστήματα επιτήρησης και ηλεκτρονικού πολέμου και τα αερομεταφερόμενα και αντιαρματικά όπλα μεγάλης ακτίνας, αυτή φαίνεται ότι “αναλώνεται” σε “προγράμματα” που την μετεξελίσουν σε καθαρά πελατειακή, με μεγάλα οικονομικά οφέλη μόνο για τη μία πλευρά!

Ότι ισχύει για το F-35A, ισχύει και για το Rafale. Υπό την ένοια ότι είναι ένας εντελώς νέος τύπος που έρχεται να προστεθεί στους ήδη έξι τύπους μαχητικών που αξιοποιεί η Πολεμική Αεροπορία. Σημαντική διαφοροποίηση, η δυνατότητα του μαχητικού να φέρει τα ίδια όπλα με το Mirage 2000-5Mk.2, σε συνδυασμό με το ότι δεν υφίστανται περιορισμοί ώς πρός την αποδέσμευσή τους από τη Γαλλία στη χώρα μας.

Εκ του ασφαλούς συμπεραίνεται κατόπιν όσων προαναφέρθηκαν, ότι δύο χρόνια μετά την ελληνοτουρκική κρίση του Καλοκαιριού του 2020, δυστυχώς οι μοναδικές συμφωνίες – πακέτο, για την προμήθεια υλικού για τις ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις, στις οποίες περιλήφθηκαν και όπλα, ήταν οι γαλλικές. Η πρώτη για την αγορά των Rafale, που συνοδεύτηκε από ξεχωριστή σύμβαση για την επανενεργοποίηση των MICA, SCALP-EG και AM-39 και την αγορά METEOR και η δεύτερη για την αγορά των τριών φρεγατών FDI Belhara HN. Που κατά τον ίδιο τρόπο συνοδεύτηκε και από σύμβαση προμήθειας Exocet MM 40 Block IIIC και ASTER 30 Block 1.

Συνοψίζοντας, θεωρούμε ότι πρέπει να σταθούμε στο πόσο μακριά βρισκόμαστε σήμερα, από το στόχο της δημιουργίας αεροπορικού στόλου με δύναμη 200 τουλάχιστον μαχητικών αεροπλάνων. Με πραγματικές δυνατότητες και στους δύο βασικούς ρόλους. Η απάντηση σε ένα τέτοιο ερώτημα δεν είναι απλή και οπωσδήποτε φέρνει στην επιφάνεια δεδομένα που μόνο προβληματισμούς μπορούν να εγείρουν. Τα εξετάζουμε αναλυτικά παρακάτω.

Ο μαχητικός παράγοντας F-16

Για τα επόμενα πέντε χρόνια (και ίσως και για την περίοδο μετά το 2030), η Πολεμική Αεροπορία θα συνεχίσει να βασίζεται επιχειρησιακά σε τρεις διαφορετικές εκδόσεις του F-16, από τις τέσσερις που διαθέτει σήμερα. Η τεχνολογική διαφορά και κατ’ επέκταση και η επιχειρησιακή της νεότερης έκδοσης με την παλιότερη θα είναι χαοτική. Σταδιακή ένταξη του F-16V σε υπηρεσία, παράλληλα με τη διατήρηση των 32 F-16C/D Block 30 σε ενέργεια, στην αρχική τους διαμόρφωση! Όπως παραλήφθηκαν δηλαδή την περίοδο 1989 – 1990…

Διατηρούμε την ελπίδα ότι τα 38 F-16 Block 50 θα έχουν εκσυγχρονιστεί στο σύνολό τους σε Βlock 50M, εφόσον η σχετική LOR, που όπως έχει διαρρεύσει θα περιλαμβάνει και ατρακτίδια στοχοποίησης SNIPER, αποσταλεί στις ΗΠΑ εντός του προσεχούς Ιουνίου (2022). Έχει πολλές φορές αναφερθεί στο DR και υπενθυμίζεται για μία ακόμη, ότι η διαδικασία εκσυγχρονισμού των Block 50 μπορεί να εξελιχθεί ταχύτατα επειδή υπάρχει έτοιμο πρωτότυπο (TC-1) (https://defencereview.gr/eksygchronismos-f16-kai-anavathmisi-oplos/). Από την εποχή της ανάπτυξης της έκδοσης Block 52+ στις αρχές της δεκαετίας του 2000.

Τόσο η απόφαση για την προμήθεια του Rafale, όσο και αυτή για την απόκτηση του F-35A, είναι ορθές υπό το πρίσμα της ανάγκης μετάβασης της Πολεμικής Αεροπορίας στην «επόμενη ημέρα». Το κόστος της μετάβασης αυτής θα ήταν πολύ χαμηλότερο αν παράλληλα με το πρόγραμμα Viper, «΄έτρεχε» και ένα δεύτερο για τον εκσυγχρονισμό των Block 30 και Block 50 (επάνω) στο επίπεδο Block 50M. Από τις τέσσερις εκδόσεις F-16, η Πολεμική Αεροπορία θα πήγαινε στις δύο, εξασφαλίζοντας σημαντικές οικονομίες κλίμακας μαζί με τεράστιο επιχειρησιακό όφελος. Πρόκειται για επανάληψη του λάθους μη εκσυγχρονισμού όλων των παλιών Mirage 2000EG σε -5Μk.2 της δεκαετίας του 2000. Που η Πολεμική Αεροπορία πληρώνει μέχρι σήμερα.

Πρόκειται για δεδομένο που τονίζει ακόμα περισσότερο την εγκληματική καθυστέρηση που σημειώθηκε και εξακολουθεί να υφίσταται, στο ζήτημα του εκσυγχρονισμού των μαχητικών αυτών. Οδεύοντας προς το δεύτερο εξάμηνο του 2022, θα πρέπει να θεωρείται βέβαιο ότι εάν η απόφαση αυτή είχε ληφθεί στις αρχές του 2020 όπως έπρεπε, σήμερα η Πολεμική Αεροπορία θα παραλάμβανε τις πρώτες εκσυγχρονισμένες μονάδες (Block 50M)!

Επιπρόσθετα, εφόσον στην ίδια απόφαση περιλαμβάνονταν και τα 32 F-16 Block 30, η κατασκευή του απαιτούμενου πρωτοτύπου θα είχε ολοκληρωθεί και οι δοκιμές θα βρισκόταν σε εξέλιξη αν δεν είχαν ήδη ολοκληρωθεί. Συμπερασματικά, η Πολεμική Αεροπορία το 2027 θα βρίσκεται και πάλι αντιμέτωπη με το πρόβλημα της πολυτυπίας και παράλληλα θα βρίσκεται στην ανάγκη αντικατάστασης των Block 30. Όλα αυτά ενώ θα έχει απολέσει σημαντικά κονδύλια από τη μη αξιοποίηση των συστημάτων και των απαρτίων που θα προέλθουν από τα Block 52+ και Block 52+ Advanced, με αξία μεγαλύτερη των 100 εκατομμυρίων δολαρίων (32 συλλογές). Που βέβαια θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει στα μαχητικά αυτά, εκσυγχρονίζοντάς τα σε Block 50M.

Τη στιγμή που η πλειοψηφία των Αεροπορικών δυνάμεων των χωρών-μελών του ΝΑΤΟ διατηρεί σε υπηρεσία το πολύ δύο τύπους μαχητικών πραγματικά πολλαπλών ρόλων, όπως θα δούμε στο δεύτερο μέρος αυτού του αφιερώματος, στην Ελλάδα το Phantom παραμένει σε υπηρεσία! Παρά την εκσυγχρονισμένη του μορφή, το κόστος της εκμετάλλευσής του είναι τεράστιο και το επιχειρησιακό του αποτύπωμα χαμηλό. Για ποιό εξορθολογισμό να κάνει λόγο κανείς, όταν παράλληλα με τις αγορές νέων μαχητικών, η ελληνική πλευρά επιδεικνύει πλήρη αδιαφορία ομογενοποίησης του στόλου των μαχητικών που ήδη έχει ενταγμένα σε υπηρεσία;

Και αυτό ώς δεδομένο πλέον, τονίζει επίσης το πόσο εγκληματική υπήρξε η αδράνεια που επέδειξε η ελληνική πλευρά στον εκσυγχρονισμό των παλιών F-16. Την περίοδο που η Τουρκία, που σήμερα απαιτεί την αποστρατιωτικοποίηση των νησιών του ανατολικού Αιγαίου εκτοξεύοντας απειλές, έχει επικεντρώσει τις προσπάθειές της στην εγχώρια ανάπτυξη και μαζική παραγωγή προηγμένων κατευθυνόμενων όπλων κάθε είδους και κατηγορίας, αποδίδοντας παράλληλα σημαντικό μέρος των εξοπλιστικών της προϋπολογισμών στη δημιουργία αποτελεσματικών και χαμηλού κόστους (σε σχέση με τα μαχητικά), μη επανδρωμένων μονοκινητήριων και δικινητήριων αεροσκαφών που θα μπορούν και ώς πλατφόρμες stand – off αερομεταφερόμενων όπλων (SOM), η Ελλάδα επέλεξε την άρνηση του εξοπλισμού της Πολεμικής της Αεροπορίας με μαχητικά χαμηλού κόστους και πραγματικά πολλαπλών δυνατοτήτων, ώς ουσιαστικό αντίμετρο…

Άποψη του DR παραμένει ότι η Ελλάδα θα έπρεπε πρωτίστως να “τρέχει” και να πιέζει προς πάσα κατεύθυνση για την αποστολή LOR στις ΗΠΑ με αίτημα τον εκσυγχρονισμό των παλιών F-16 σε Block 50M. Παράλληλα με την LOR για τα F-35A…

O γαλλικός βραχίωνας

Από τη στιγμή που η Ελλάδα επέλεξε το Rafale F3R πριν από δύο περίπου χρόνια, αγοράζοντας μαζί με τα αεροσκάφη και όλη την υποδομή συντήρησης, εκπαίδευσης και εκμετάλλευσής τους, λογικά θα περίμενε κανείς ότι θα προβεί στην αγορά 20 έως 24 ακόμη για τη συγκρότηση μίας δεύτερης Μοίρας.

Αποδεχόμαστε ότι λόγοι ανάγκης διατήρησης των ισορροπιών με τον υπερατλαντικό παράγοντα, δεν επιτρέπουν προς το παρόν κάτι τέτοιο, εξ’ ου και η ανακοίνωση της αγοράς μίας Μοίρας F-35A. Και προς χάριν διατήρησης αυτών των ισορροπιών, είμαστε υποχρεωμένοι να σεβαστούμε την απόφαση αυτή. Παρά το γεγονός ότι η Ελλάδα έχει δώσει τα πάντα στις ΗΠΑ μέσω της συμφωνίας των Πρεσπών και τις διαδοχικές MDCA, χωρίς κατά γενική ομολογία και παραδοχή να έχει λάβει ανταλλάγματα. Συμμαχικά ανταλλάγματα.

Εδώ βέβαια αρχίζουν τα προβλήματα για την Ελλάδα και την Πολεμική Αεροπορία. Πρώτα από όλα γιατί το Rafale F3R είναι φορέας όπλων τα οποία οι ΗΠΑ προς το παρόν δεν αποδεσμεύουν στην Ελλάδα. Αναφερόμαστε στα αμερικανικά αντίστοιχα των ΑΜ-39 και SCALP-EG κυρίως. Ιδανική λύση για την Ελλάδα έτσι όπως έχουν διαμορφωθεί τα πράγματα, παραμένει το ενδεχόμενο απόκτησης 16 έως 20 μαχητικών Mirage 2000-9 από την Αεροπορία των ΗΑΕ. Έστω και μετά το 2025.

Προς το παρόν δεν έχει υπάρξει κάποια εξέλιξη προς την κατεύθυνση αυτή (https://defencereview.gr/den-edose-safeis-apantiseiso-yetha-gia/). Η συγκρότηση δύο Μοιρών εξοπλισμένων με Mirage 2000-5EG/-9, μέχρι το 2027, θα έλυνε σημαντικά επιχειρησιακά ζητήματα για την Πολεμική Αεροπορία, με απόλυτα λογικό κόστος. Πρώτα από όλα με την επένδυση σχετικά περιορισμένων κονδυλίων θα μπορούσαν τα μαχητικά αυτά να αποκτήσουν Link-16, μαζί με την ικανότητα αξιοποίησης του αντιπλοϊκού ΑΜ-39 Exocet, καθώς και του ατρακτιδίου ELINT/SIGINT τύπου ASTAC που η Πολεμική Αεροπορία έχει στις αποθήκες της από το πρώτο εξάμηνο του 2017.

Με δεδομένο το ότι το Mirage 2000-5EG παραμένει σημαντικό asset για την Πολεμική Αεροπορία, μία ενδεχόμενη ενίσχυση του αριθμού τους, μέσω της απόκτησης -9 από τα ΗΑΕ ακόμα και μετά το 2025, θα πρέπει να θεωρείται ιδανική λύση. Γιατί δεν επιδεινώνει το πρόβλημα της πολυτυπίας και παράλληλα εξασφαλίζει πολύ καλή σχέση κόστους – απόδοσης.

Επιπρόσθετα, θα έχουν τη δυνατότητα μετά το 2026 να φέρουν τον νέας γενιάς πύραυλο αέρος – αέρος MICA NG πλαισιώνοντας αποτελεσματικά τα δικινητήρια Rafale F3 τόσο σε τακτικούς, όσο και σε στρατηγικούς ρόλους. Σε όσους “πεφωτισμένους” είχαν κάποτε δημοσιοποιήσει την άποψη ότι η Πολεμική Αεροπορία θα έπρεπε να πουλήσει τα Mirage 2000-5Mk.2 για να τα ξεφορτωθεί (https://defencereview.gr/giati-prepei-oposdipote-na-enischysoy/), η πραγματικότητα απαντά ότι η Ελλάδα δεν θα βρισκόταν στην ανάγκη, ή δεν θα είχε τον “ευσεβή πόθο”, απόκτησης μαχητικών -9 από τα ΗΑΕ, αν κάποιοι κάποτε είχαν στοιχειωδώς προνοήσει να εκσυγχρονίσουν όλα τα παλιά Mirage 2000EG. Κάτι αντίστοιχο δηλαδή με ότι συνέβη τα τελευταία χρόνια με το στόλο των F – 16. Τυχαίο;

Επειδή με τα “εάν” δεν γράφεται ιστορία, δεν μπορούμε να υπολογίσουμε άλλη μία Μοίρα Mirage 2000-9 στη δύναμη της Πολεμικής Αεροπορίας μέχρι το 2027. Άρα υπολογίζουμε μία δύναμη 121 μαχητικών F-16 (83 F-16V και 38 Block 50M), μαζί με 48 Mirage 2000-5Mk.2 και Rafale F3R. Σύνολο 169 μονάδες. Με διαθεσιμότητα 75% που είναι το νατοϊκό στάνταρ, η δύναμη μαχητικών που θα είναι καθημερινά διαθέσιμα για εκπαιδεύσεις, επιφυλακές και επιχειρήσεις, θα φτάνει σε 126 μονάδες.

Λειτουργώντας περισσότερο ρεαλιστικά, αν αυτό το 75% προσαρμοστεί στα ελληνικά δεδομένα και την ελληνική πραγματικότητα (και όχι μόνο), θα πρέπει να γίνει επανυπολογισμός της καθημερινά διαθέσιμης δύναμης μαχητικών με ποσοστό 50% έως 60% υπό ιδανικές συνθήκες. Πράγμα που με τη σειρά του σημαίνει ότι δεν θα υπάρχουν περισσότερα από 100 μαχητικά.