Με τον όρο »kill chain», ή αλλιώς »αλυσίδα θανάτου», ή αλλιώς »ανίχνευση-κρούση», εννοούμε την διαδικασία κατά την οποία το Στράτευμα εντοπίζει μία απειλή επί του πεδίου της μάχης, επεξεργάζεται την απειλή, αποφασίζει για το πλάνο δράσης και εν τέλει καταλήγει στην αντιμετώπισή της. Σύμφωνα με τον Αμερικανό Στρατηγιστή, Cristian Brose, η διαδικασία του Kill Chain χωρίζεται στα εξής μέρη: Κατανόηση-Απόφαση-Δράση.
Εν έτει 2021 και δεδομένων των αποτελεσμάτων του Αμερικανο-Ιρακινού πολέμου (2003), του Συριακού Εμφυλίου (2011), του Πολέμου στο Αρτσάχ (2020) αλλά και της Ρωσο-Ουκρανικής διένεξης στην Κριμαία (2014), μπορούμε να συμπεράνουμε πως η διαδικασία του Kill Chain (Εντοπισμός-Κρούση) μπορεί να προσαρμοστεί ανάλογα με τις τεχνολογίες που διαθέτει το εκάστοτε στράτευμα.
Σύγχρονα μη επανδρωμένα UAV σε αποστολές ISR του Αμερικανικού Στρατού
Ίσως ο μοναδικός αλλά και κυριότερος παρονομαστής της αποτελεσματικότητας των παραπάνω συγκρούσεων, είναι αυτός της χρήσης των μη επανδρωμένων εναέριων οχημάτων για αποστολές αναγνώρισης στόχου, εντοπισμού, παρακολούθησης απειλής και μετάδοσης γεωγραφικών δεδομένων στα φίλια Κέντρα Διοίκησης-Ελέγχου. Στα Κέντρα Διοίκησης-Ελέγχου γίνεται η διαδικασία της επεξεργασίας της απειλής, λαμβάνονται οι κατάλληλες αποφάσεις βάση των αποτελεσμάτων και αποφασίζεται τόσο ο τρόπος δράσης, όσο και ο τρόπος με τον οποίο θα καταστραφεί/αντιμετωπιστεί η απειλή.
Λαμβάνοντας υπόψιν τα δεδομένα του Πολέμου στο Ιράκ το 2003 μπορούμε να δούμε πως τα δεδομένα στοχοποίησης στα συστήματα του Αμερικανικού Πυροβολικού δίνονταν τόσο από εναέρια μέσα έγκαιρης προειδοποίησης, όσο και από UAV MALE MQ-1 Predator ή και MQ-9 Predator (χρησιμοποιήθηκαν αργότερα). Η γενικότερη χρήση τους έλαβε μέρος σε πυκνοκατοικημένες πόλεις όπως η Μουσούλη, η Abu Ghraib, η Raqqa, η Βαγδάτη και η Khalis και δεν περιορίστηκε μόνο στην μετάδοση δεδομένων σε στοιχεία πυροβολικού. Τα μη επανδρωμένα οχήματα μετέδιδαν γεωγραφικές συντεταγμένες και σε Κέντρα Διοίκησης-Ελέγχου, τα οποία με την σειρά τους τα μετέδιδαν σε τεθωρακισμένα άρματα τύπου M1-Abrams τα οποία με την σειρά τους κινούνταν αναλόγως επί του πεδίου της μάχης.
Γίνεται άμεσα αντιληπτό πως η Αμερικανική αντίληψη περί χρήσης UAV σε ρόλους ISR δεν χρησίμευσε μόνο για μετάδοση δεδομένων εχθρικής τοποθεσίας σε μονάδες πυροβολικού και Κέντρα Διοίκησης-Ελέγχου, αλλά και για την τακτική δόμηση των φίλιων στρατευμάτων επί του πεδίου της μάχης. Σημαντικό παράγοντα έπαιξαν και στον τομέα της αποφυγής ενεδρών από μέλη του Ιρακινού Στρατού στις μάχες της Βαγδάτης, καθώς εν πολλοίς το Ιρακινό Στράτευμα κινήθηκε σε παρόμοιες ανορθόδοξες μεθόδους.
Φθηνά μη επανδρωμένα συστήματα έναντι των Αμερικανικών Ενόπλων Δυνάμεων
Το Sabreen News είναι ένα φιλοϊρανικό δίκτυο που συνδέεται με την Kataib Hezbollah, μια από τις μεγαλύτερες Σιιτικές ομάδες του Ιράκ που υποστηρίζεται ενεργά (πολιτικά και στρατιωτικά) από το Ιράν. Σε εκτεταμένη ανάλυση που συμπεριελάμβανε την δράση του καθεστώτος Άσαντ, αλλά και των φιλοϊρανικών παραστρατιωτικών οργανώσεων κατά τον εμφύλιο πόλεμο της Συρίας, ανέφερε ότι έναντι των αμερικανικών τεθωρακισμένων οχημάτων χρησιμοποιήθηκαν ιδιαίτερα φθηνά και »πρωτόγονα» μέσα για να εκτελέσουν την διαδικασία »Αναγνώρισης-Κρούσης».
Τα μη επανδρωμένα οχήματα που χρησιμοποιήθηκαν ήταν κυρίως Κινεζικής προελεύσεως, κοστίζουν σχεδόν 300$ το ένα και μπορούν να αποκτηθούν μέσω μίας απλής ηλεκτρονικής παραγγελίας. Kυρίαρχη οικογένεια drone ήταν τα κινεζικά DJI τα οποία παρά την σχετικά φθηνή τιμή τους, μπορούν να μετατραπούν τόσο σε drone καμικάζι μέσω της προσαρμογής των κατάλληλων εκρηκτικών, όσο και σε συστήματα αναγνώρισης/ιχνηλάτησης απειλής.
Τα DJI μετέδιδαν δεδομένα στα ιρανικά συστήματα πυροβολικού τύπου 122 mm Arash-4, γνωστά επίσης ως Long Range Arash. Η οικογένεια Arash βασίζεται στην οικογένεια πυραύλων πυροβολικού 122 χιλιοστών της σοβιετικής εποχής, παραλλαγές της οποίας παραμένουν σε λειτουργία. Μία από τις παραλλαγές του προαναφερθέντος συστήματος η οποία χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον τόσο στην Συρία όσο και στο Ιράκ έναντι των Αμερικανικών στρατευμάτων (χρησιμοποιήθηκε και στην Κριμαία το 2014) σχετίζεται με το σύστημα Grad που είναι τοποθετημένο σε φορτηγά οχήματα.
Όπως αναφέρει ο στρατηγός Kyle Brown που βρέθηκε στο πλευρό των Κούρδων το 2016 πολεμώντας έναντι του ISIS, η φονικότητα των »Φονικών-Αλυσίδων» που αποτελούντο από φθηνά και εμπορικά drone, σε συνδυασμό με παλαιούς πολλαπλούς εκτοξευτές ρουκετών τύπου Grad, oδήγησε στην αλλαγή τριών μεθοδολογιών άμυνας από τα αμερικανικά στρατεύματα. Όπως αναφέρει σε κείμενό του στο WarOnTheRocks, ο Αμερικανικός Στρατός, εν τέλει κατέληξε να εφαρμόσει μία παραλλαγή του Ισραηλινού δόγματος εν ονόματι »Πόλεμος-Νεύρων» δαπανώντας βέβαια μεγάλα ποσά χρημάτων.
Πιο συγκεκριμένα, μέσω του δόγματος αυτού, τα αμερικανικά UAV παρακολουθούσαν για μέρες τις περιοχές γύρω από τις οποίες εμπορεύονταν και τροποποιούσαν τα DJI Drone τα μέλη του ISIS και μέσω βολών ακριβείας από MQ-9 Reaper κατέστρεφαν ολόκληρη την αλυσίδα επεξεργασίας/μετατροπής των drone σε φονικά μέσα. Στην συνέχεια (και πάλι μέσω καθοδήγησης από UAV σε λειτουργίες ISR), Κουρδικές ένοπλες μονάδες σε συνεργασία με Αμερικανικές Ειδικές Δυνάμεις προέβησαν σε σειρά αποστολών καταστροφής των κτιρίων αποθήκευσης νιτρικής αμμωνίας (κύριο συστατικό στοιχείο για την κατασκευή βομβών τύπου IED) αδρανοποιώντας σε μεγάλο βαθμό την στρατηγική λειτουργία των Drone.
Συμπερασματικά αντιλαμβανόμαστε πως μη επανδρωμένα εμπορικά διαθέσιμα οχήματα είναι ικανά να αλλάξουν την ροή μιας σύγκρουσης και να επιφέρουν ασύμμετρα αποτελέσματα προς τον επιτιθέμενο. Η ευκολία χρήσης αλλά και ο πρωτόγονος τρόπος λειτουργίας τους τα καθιστούν ιδανικά για συγκρούσεις εντός αστικού ιστού αλλά και για αποστολές καταστολής εχθρικών δικτύων επικοινωνιών. Άξιο αναφοράς είναι το γεγονός πως ακόμα και τα χρήματα αλλά και ο χρόνος που χρειάζεται το εχθρικό στράτευμα προκειμένου να προσαρμοστεί/αντιμετωπίσει τέτοιου είδους drone είναι κομβικός για την πορεία ενός πολέμου.
Ο ρόλος των Ρωσικών UAV και τα τακτικά αποτελέσματα
Η μάχη του Ilovaisk ήταν η δεύτερη πιο αιματηρή διένεξη του Ρωσο-ουκρανικού πολέμου(2014), με το Πρωτόκολλο του Μινσκ να είναι ανίκανο να σταματήσει την δικτυοκεντρική συνεργεία του Ρωσικού πυροβολικού πέριξ της συντριπτικής πλειοψηφίας των Ουκρανικών πόλεων. Η αποτελεσματικότητα των πλεγμάτων μάχης του Artillery on Steroids, σύμφωνα με τον ε.α. αρχηγό του Στρατού Robert H. Scales, έγκειται στο γεγονός πως το 90% των Ουκρανικών δυνάμεων στον πόλεμο της Κριμαίας κατεστάλησαν από πυρά πυροβολικού.
Η Ilovaisk, είναι μια πόλη που βρίσκεται σε μια κρίσιμη εθνική οδό που συνδέει τη Λαϊκή Δημοκρατία του Ντόνετσκ (DPR) με τη Ρωσία και κατά τον πόλεμο της Κριμαίας κρατείτο από ρωσόφωνους αποσχισθέντες Ουκρανούς. Στις αρχές Αυγούστου 2014, οι ουκρανικές δυνάμεις έστειλαν περίπου οκτώ τάγματα στην πόλη, προσπαθώντας να αποσπάσουν ρωσικές-παραστρατιωτικές δυνάμεις από την Ilovaisk.
Η προσπάθειά απέτυχε παταγωδώς, καθώς η Ρωσία έστειλε Τακτικά Συγκροτήματα Τάγματος από τη νότια στρατιωτική περιοχή του Ροστόφ Ον Ντον για να ανακτήσει τον έλεγχο της κατάστασης. Οι ευέλικτες ρωσικές δυνάμεις περικύκλωσαν την πόλη, απομονώνοντας τις δυνάμεις της Ουκρανίας στην Ilovaisk όπου άρχισαν να τις πολιορκούν με πυρά πυροβολικού. Ουκρανοί στρατιώτες δήλωσαν σε αναφορές τους πως ως κύριοι αισθητήρες του Ρωσικού πλέγματος »Αναγνώρισης-Κρούσης» ήταν τα Ρωσικά UAV Orlan-10 και Forpost II, τα οποία διαθέτουν αυτονομία 16 ωρών, βεληνεκές 140 χιλιομέτρων και ικανότητες παρεμβολών σε εκπομπές GSM-1800, 3G και 4G.
Οι Ουκρανικές δυνάμεις προσπάθησαν να ξεφύγουν από την πολιορκούμενη θέση αρκετές φορές χωρίς κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα. Πυκνά αλληλοκαλυπτόμενα πυρά των M-30 «Smerch» MLRS και των BM-21 Grad απέκοψαν την πορεία τους, καθιστώντας τα ουκρανικά στρατεύματα ελεγχόμενα εντός μίας γεωγραφικής θέσης. Μέχρι το τέλος του μήνα, η κρίσιμη κατάσταση ανάγκασε την ουκρανική κυβέρνηση να αναζητήσει πολιτική λύση, η οποία οδήγησε στο »Πρωτόκολλο του Μινσκ» στις 5 Σεπτεμβρίου 2014.
Σύμφωνα με ανάλυση του think tank IISS, οι Ρωσόφωνοι αποσχισθέντες σε συνεργασία με μέλη του Ρωσικού Στρατού (δεν έφεραν εθνόσημο), είχαν δημιουργήσει μία »Ζώνη Συνεχούς Παρακολούθησης» μέσω μη επανδρωμένων οχημάτων γύρω από την πόλη Ilovaisk και πάνω στα δεδομένα που μετέδιδαν τα ΜΕΑ στηρίχτηκε όλη η αλυσίδα δράσης των Ρωσικών Ενόπλων Δυνάμεων.
Πλέγματα »Αναγνώρισης-Κρούσης» και ο Πόλεμος του Βιετνάμ
Οι ρίζες των πλεγμάτων »αναγνώρισης-κρούσης» προέρχονται από τα στρατηγικά διδάγματα του Πολέμου του Βιετνάμ. Ο τότε Υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ, Ρόμπερτ Μακ Ναμάρα αποπειράθηκε να δημιουργήσει ένα ενιαίο φράγμα »αισθητήρων/πυρών ακριβείας» τα οποία θα εκτείνοντο στην γεωγραφική γραμμή που χώριζε το Βόρειο και το Νότιο Βιετνάμ. Αυτό το φράγμα θα στηριζόταν σε ένα ενιαίο δίκτυο πολλαπλών και διαφόρων τύπων αισθητήρων, το οποίο θα προσέφερε 24ωρή παρακολούθηση μεταξύ των συνόρων.
Στο πλαίσιο τακτικής λειτουργίας του φράγματος, τα δεδομένα εχθρικής τοποθεσίας μεταδίδονταν στις κατάλληλες μονάδες της Αεροπορίας ή του Πυροβολικού, οι οποίες στην συνέχεια επιχειρούσαν αναλόγως. Μέσω αυτού του δικτύου, η Πολεμική Αεροπορία των ΗΠΑ ουκ ολίγες φορές κατάφερε να αντιμετωπίσει ενέδρες των Βιετκόνγκ έναντι των προκεχωρημένων φυλακίων του Αμερικανικού Στρατού (κυρίως στην περιοχή της »κοιλάδας του Χο Τσι Μινχ»). Παρ’ ότι το δίκτυο αισθητήρων δεν λειτούργησε στο μέγιστο των ικανοτήτων του, η γενικότερη φιλοσοφία περί δημιουργίας ενός δικτυοκεντρικά συνδεδεμένου δικτύου φθηνών εναέριων/επίγειων μέσων με σκοπό την παρακολούθηση μίας γεωγραφικής ζώνης κυριάρχησε στα μελλοντικά πεδία Πολέμου, όπως αναφέρθηκε και παραπάνω.
Όπως είχε αναφέρει και σε ομιλία του τον Οκτώβριο του 1969 ο Στρατηγός Westmorland, στο μελλοντικό περιβάλλον μάχης θα κυριαρχήσουν τα ενοποιημένα δίκτυα επιτήρησης τα οποία θα προσφέρουν 24ωρη ζωντανή παρακολούθηση της κατάστασης μάχης. Κυρίαρχος γεωγραφικά χώρος, πάνω στον οποίο θα στηριχτεί το εύρος της παρακολούθησης θα είναι ο αέρας, ενώ τον ρόλο του καταστρεπτικού πλήγματος θα αναλαμβάνουν πυρά ακριβείας.
Συμπερασματικά, δεδομένων των διεθνών τάσεων στην επιστήμη του πολέμου, η ανάπτυξη πλεγμάτων αναγνώριση-κρούσης, μέχρι στιγμής φαίνεται να στηρίζεται στην ανάπτυξη πολλαπλών αισθητήρων εντός του πεδίου της μάχης, οι οποίοι θα μεταδίδουν δεδομένα στοχοποίησης σε βλήματα ακριβείας. Ο γενικότερος ρόλος του πυροβολικού αλλά και του παράκτιου πυροβολικού που αναπτύσσουν οι ΗΠΑ, τόσο στην Νοτιοσινική Θάλασσα, όσο και πέριξ των Αμερικανών βάσεων στην Μέση Ανατολή, μας δείχνει την σημασία που έχει η θεωρία ανάπτυξης πλεγμάτων »αναγνώρισης-κρούσης» για την Δυτική Αμυντική Σκέψη.
Διεθνή δεδομένα περί ανάπτυξης »πυρών ακριβείας»
Στο πλαίσιο ανάπτυξης ενός δικτυοκεντρικού μοντέλου μάχης, οι Ηνωμένες Πολιτείες εν μέσω κορωνοϊού φαίνεται να σταματούν την χρηματοδότηση ακριβών πλατφορμών μάχης (LCS, F-35) και να προχωρούν κανονικά στην δοκιμή εξελιγμένων βλημάτων (Harpoon Block III, PrSM, αντιπλοϊκή έκδοση του ATACMS, AGM-154 JSOW, JAGM κ.α.).
Eνδεικτικά αναφέρουμε πως σύμφωνα με τον στρατηγό John Rafferty, »Μέχρι το 2023, ο αμερικανικός στρατός θα ξεκινήσει να παραλαμβάνει μία σειρά στρατηγικών βλημάτων πυροβολικού (ρουκετών-πυραύλων) μικρού, μέσου και μεγάλου βεληνεκούς τα οποία θα αντισταθμίσουν πλήρως το ισοζύγιο ισχύος έναντι της Κίνας και της Ρωσίας». Στόχος του Προγράμματος του οποίου επιμελείται ο Rafferty, είναι να δημιουργηθούν τα κατάλληλα βλήματα πυροβολικού, τα οποία θα είναι ικανά να λαμβάνουν και να επεξεργάζονται αυτόνομα τεράστιες ποσότητες δεδομένων στοχοποίησης από πολλαπλούς αισθητήρες επί του πεδίου της μάχης.
Θα βάλουν σε αποστάσεις περίπου 500-2.000 χιλιομέτρων, σε ορισμένες κεφαλές θα τοποθετηθούν τεχνολογίες σμήνους drone, ενώ θα έχουν δυνατότητα μεταβολής της πορείας πτήσης. »Το έτος 2023 πρέπει να γίνει σημείο ορόσημο, δημιουργώντας τις κατάλληλες δομές πυροβολικού εντός της Ανατολικής Ευρώπης και της Ευρασίας, οι οποίες θα είναι ικανές να εκδιώξουν τους αντιπάλους από τα συμμαχικά εδάφη» δήλωσε ο John Rafferty.