Η αφορμή για το άρθρο μας δόθηκε από την πρόσφατη εξέλιξη/είδηση ότι μέχρι το τέλος του 2025 τα αναβαθμισμένα Mirage-2000D RMV (Rénovation Mi-Vie) της Γαλλικής Αεροπορίας θα εξοπλιστούν με τα προηγμένα ατρακτίδια στόχευσης TALIOS (Targeting Long-range Identification Optronic System). Το πρόγραμμα αναβάθμισης των Mirage-2000D στο επίπεδο RMV ξεκίνησε το 2016, και σύμφωνα με ανακοίνωση της Γαλλικής Αεροπορία, τον περασμένο Απρίλιο, θα ολοκληρωθεί το 2025. Αρχικά, το πρόγραμμα ήταν να ξεκινήσει το 2009, αλλά αντιμετώπισε χρονικές καθυστερήσεις. Επίσης, η αρχική πρόθεση ήταν να αναβαθμιστούν 55 αεροσκάφη, αλλά αργότερα έγινε γνωστό ότι θα αναβαθμιστούν 48 και τελικά 50 αεροσκάφη, τα οποία θα συγκροτήσουν δύο (2) πλήρεις Μοίρες. Η αναβάθμιση των Mirage-2000D στο επίπεδο RMV έχει αποδώσει αεροσκάφη με βελτιωμένες ικανότητες αερομαχίας και προσβολής στόχων εδάφους και θαλάσσης. Το κόστος της αναβάθμισης ανέρχεται στα € 532,5 εκατομμύρια και τα αναβαθμισμένα αεροσκάφη θα παραμείνουν σε υπηρεσία μέχρι το 2035 περίπου, οπότε και θα αντικατασταθούν από Rafale, πιθανότατα της έκδοσης F5. Στη συνέχεια, από το 2040 και μετά, τα Rafale θα αντικατασταθούν από τα αεροσκάφη που θα προκύψουν (αν τελικά προκύψουν) από το ευρωπαϊκό πρόγραμμα FCAS (Future Combat Air System), στο οποίο συμμετέχουν η Γαλλία, η Γερμανία και η Ισπανία.

Το Mirage-2000D προέκυψε στα τέλη της δεκαετίας του 1980, λόγω της καθυστέρησης ένταξης σε υπηρεσία των Rafale. Εκείνη την εποχή η Γαλλία ήθελε ένα (1) σύγχρονο μαχητικό αεροσκάφος με έμφαση στη συμβατική κρούση. Έτσι, αποφασίστηκε η ανάπτυξη του Mirage-2000D, ως εξέλιξη του Mirage-2000N. Το Mirage-2000N πέταξε για πρώτη φορά τον Φεβρουάριο του 1983 και εντάχθηκε σε υπηρεσία το 1988 (συνολικά 75 αεροσκάφη). Την ίδια χρονιά ξεκίνησε η ανάπτυξη του Mirage-2000D (Diversifie). Η πρώτη πτήση ενός τροποποιημένου Mirage-2000N πραγματοποιήθηκε τον Φεβρουάριο του 1991, ενώ η πρώτη πτήση του πρωτότυπου Mirage-2000D πραγματοποιήθηκε τον Μάρτιο του 1993. Τα πρώτα αεροσκάφη εντάχθηκαν σε υπηρεσία τον Απρίλιο του 1995, ενώ οι παραδόσεις του συνόλου των 86 Mirage-2000D ολοκληρώθηκαν το 2001. Μετά το 2001 τα αεροσκάφη αναβαθμίστηκαν με νέα όπλα και ονομάστηκαν Mirage-2000D-R2, ενώ δέχθηκαν και νέες βελτιώσεις μετά το 2009. Τα Mirage-2000D χρησιμοποιήθηκαν επιχειρησιακά στο Αφγανιστάν, στην επιχείρηση «Barkhane» (1 August 2014-9 November 2022 στις χώρες του Σαχέλ, δηλαδή σε Μαυριτανία, Μάλι, Μπουρκίνα Φάσο, Νίγηρας και Τσαντ) και στην επιχείρηση «Chammal» (κατά του Ισλαμικού Κράτους σε Συρία και Ιράκ). Τα Mirage-2000N αποσύρθηκαν το 2018, ενώ τα Mirage-2000C το 2022. Έτσι, σήμερα η Γαλλική Αεροπορία διατηρεί σε υπηρεσία τις εκδόσεις Mirage-2000D RMV και Mirage-2000-5F.

Σε επίπεδο όπλων αέρος-εδάφους το πακέτο αναβάθμισης RMV επιτρέπει στα Mirage-2000D τη χρήση των κατευθυνόμενων βομβών GBU-48/49/50 Enhanced Paveway II. Η GBU-48 είναι βάρους 1.000 λιβρών (Mk.83), η GBU-49 είναι βάρους 500 λιβρών (BLU-133) και η GBU-50 είναι βάρους 2.000 λιβρών (Mk.84 ή BLU-109). Και στις τρείς (3) περιπτώσεις οι βόμβες ενσωματώνουν διπλό σύστημα καθοδήγησης (GPS/Λέιζερ). Επίσης, τα αεροσκάφη έχουν πιστοποιηθεί για χρήση των γαλλικών κατευθυνόμενων βομβών HAMMER (High Agile Modular Monition Extended Range), οι οποίες επιτυγχάνουν μεγαλύτερο μέγιστο βεληνεκές, σε σχέση με τις GBU-48/49/50 (αναλυτικά για τις βόμβες HAMMER μπορείτε να διαβάσετε ΕΔΩ). Επιπλέον, τα Mirage-2000D RMV μπορούν να χρησιμοποιήσουν τις κατευθυνόμενες (λέιζερ) ρουκέτες BAT-120LG του προγράμματος ASPTT (Air-Sol Petite Taille Tactique), των Thales και TDA. Η BAT-120LG βασίζεται στην μη-κατευθυνόμενη βόμβα προσβολής αεροδρομίων BAT-100/120 της δεκαετίας του 1970. Η BAT-120LG έχει βάρος 35 κιλά, μπορεί να αφεθεί από μέγιστο ύψος 5.000 μέτρων και έχει τυπική εμβέλεια 5-8 χιλιόμετρα, ανάλογα του ύψους άφεσης. Τέλος, το αναβαθμισμένο Mirage-2000D μπορεί να ενσωματώσει το ατρακτίδιο πυροβόλου CC-422 των 30 χιλιοστών (το Mirage-2000D, όπως και το Mirage-2000N, δεν ενσωματώνει εσωτερικό πυροβόλο).

Εκτός των νέων ενσωματώσεων, το Mirage-2000D RMV διατηρεί τη δυνατότητα μεταφοράς των πυραύλων καθοδήγησης λέιζερ AS-30L, των κατευθυνόμενων βομβών καθοδήγησης λέιζερ BGL-1000 και GBU-12/24 Paveway II, των 500 και 2.000 λιβρών αντίστοιχα, και των πυραύλων SCALP-EG (Système de Croisière Autonome à Longue Portée-Emploi Général). Για αποστολές αέρος-αέρος τα Mirage-2000D RMV έχουν πιστοποιηθεί με τον πύραυλο MICA-NG (Missile d’ Interception, de Combat et d’ Auto-défense-Nouvelle Generation), αντί του R-550 Magic II. Ο MICA-NG επικεντρώνεται σε εκτεταμένο επανασχεδιασμό, διατηρώντας την ίδια αεροδυναμική και μηχανικά μέρη ελέγχου της προηγούμενης έκδοσης (ίδια διάμετρο, ίδιο μήκος και ίδιο βάρος). Ο εκτενής επανασχεδιασμός αφορά στο εσωτερικό με την εισαγωγή τεχνολογιών και συστημάτων νέας γενιάς, που δεν επιβαρύνουν την αεροδυναμική, το κέντρο βάρους και η αδράνεια του πυραύλου, αλλά προσφέρουν σημαντικά βελτιωμένες ικανότητες. Ο MICA-NG ενσωματώνει νέο ανιχνευτή υπέρυθρων, ο οποίος παρέχει αυξημένη ευαισθησία και μεγαλύτερη διάκριση σε στόχους με χαμηλό υπέρυθρο ίχνους. Στην έκδοση ΕΜ (Electromagnétique) έχει εγκατασταθεί νέος ανιχνευτής ραδιοσυχνοτήτων με κεραία ενεργής ηλεκτρονικής σάρωσης. Όσο για τον παθητικό αισθητήρα της έκδοσης ΙR (Infrarouge) είναι επίσης νέας τεχνολογίας με ικανότητα εντοπισμού/εγκλωβισμού σε μεγαλύτερες αποστάσεις, σε συνδυασμό με καλύτερη ευκρίνεια και δυνατότητα διάκρισης στόχων και μεγαλύτερη αντοχή σε αντίμετρα υπέρυθρων.

Πέραν των όπλων, το Mirage-2000D RMV ενσωματώνει και το προηγμένο ατρακτίδιο TALIOS, αντί των Domacles. Σε σχέση με το Damocles, το TALIOS ενσωματώνει καλύτερα οπτικά, επιτυγχάνει καλύτερες επιδόσεις γεω-εντοπισμού και στόχευσης κινούμενων στόχων. Συνδυάζει ηλεκτροπτικούς και υπέρυθρους αισθητήρες υψηλής ανάλυσης, οι οποίοι σαρώνουν μια μεγάλης έκτασης περιοχή προς αναζήτηση στόχων. Τα δεδομένα τα επεξεργάζεται με τεχνικές τεχνητής νοημοσύνης και τα απεικονίζει σε τρισδιάστατους χάρτες ή τα διαβιβάζει μέσω συστήματος ζεύξης δεδομένων Link-16. Μια εξίσου σημαντική προσθήκη είναι η ικανότητα των Mirage-2000D RMV να ενσωματώνουν δύο (2) νέες, διπλής χρήσης, εξωτερικές δεξαμενές καυσίμου (μια τη φορά, στον κεντρικό σταθμό ανάρτησης στην άτρακτο). Η μια δεξαμενή μεταφέρει καύσιμο και επιπλέον ενσωματώνει εκτοξευτές αναλώσιμων, ενώ η άλλη μεταφέρει καύσιμο και επιπλέον ενσωματώνει σύστημα ELINT (Electronic Intelligence), αντί του ατρακτιδίου ASTAC (Analyseur de Signaux TACtiques), η χρήση του οποίου στερούσε από το αεροσκάφος την κύρια εξωτερική δεξαμενή καυσίμου. Το πακέτο αναβάθμισης συμπληρώνουν αλλαγές στο πιλοτήριο, με έμφαση στην ενσωμάτωση ψηφιακής τεχνολογίας οργάνων, και η υιοθέτηση της νέα κάσκα απεικόνισης δεδομένων Scorpion της Thales. Με τη χρήση της ο χειριστής έχει μειωμένο φόρτο εργασίας, καλύτερη επίγνωση της κατάστασης και βελτιωμένη ικανότητα ανίχνευσης και κατάδειξης στόχων ημέρα και νύχτα.