Επίσκεψη στην Ουάσινγκτον, τηλεφωνήματα στον Μακρόν, προσκλήσεις στον διεθνή Τύπο: το Ισραήλ διεξάγει μια επίθεση της τελευταίας στιγμής για να προσπαθήσει να πείσει τους Δυτικούς να μην ανανεώσουν τη συμφωνία για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα.

Οι δυτικές δυνάμεις πρέπει να σταματήσουν να διαπραγματεύονται γιατί μια συμφωνία θα επιτρέψει στο Ιράν να κερδίσει δισεκατομμύρια δολάρια και θα αποσταθεροποιήσει τη Μέση Ανατολή, δήλωσε σήμερα ο πρωθυπουργός Γιαΐρ Λαπίντ.

Ο Λαπίντ, μεσουσης της προεκλογικής εκστρατείας για τις βουλευτικές εκλογές στο Ισραήλ την 1η Νοεμβρίου, έστειλε αυτή την εβδομάδα τον σύμβουλό του εθνικής ασφαλείας στην Ουάσινγκτον. Και ο υπουργός Άμυνας Μπένι Γκαντζ πετάει νωρίς το αύριο το πρωί για την αμερικανική πρωτεύουσα για να συζητήσει μεταξύ άλλων για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα, διευκρίνισαν οι ομάδες του στο Γαλλικό Πρακτορείο.

Υπ’ αριθμόν 1 εχθρός του Ιράν, το Ισραήλ είχε χαιρετίσει την αποδέσμευση το 2018 των Ηνωμένων Πολιτειών του Ντόναλντ Τραμπ από το Κοινό Ολοκληρωμένο Σχέδιο Δράσης (ΚΟΣΔ /JCPOA), τη διεθνή συμφωνία για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα του 2015, αλλά φοβάται τις μέρες αυτές μια ανανέωση της συμφωνίας την ώρα που οι διαπραγματεύσεις δείχνουν να επιταχύνονται.

Η Ουάσινγκτον ανέφερε αυτή την εβδομάδα ότι η Τεχεράνη έκανε παραχωρήσεις. Και σήμερα οι ΗΠΑ επιβεβαίωσαν ότι διαβίβασαν στην Ευρωπαϊκή Ένωση την απάντησή τους σε ένα σχέδιο που έχει στόχο να αναβιώσει τη συμφωνία του 2015.

Σύμφωνα με υψηλόβαθμο Αμερικανό αξιωματούχο, το Ιράν δεν μπλοκάρει πια κάποιες επιθεωρήσεις του Διεθνούς Οργανισμού Ατομικής Ενέργειας (ΙΑΕΑ) ενώ απαιτούσε νωρίτερα από την υπηρεσία του ΟΗΕ να σταματήσει την έρευνά της για μη δηλωμένες τοποθεσίες ή για ίχνη εμπλουτισμένου ουρανίου που είχαν βρεθεί.

Η Τεχεράνη εγκατέλειψε επίσης μια άλλη απαίτηση, σχετική με την άρση του χαρακτηρισμού ως «τρομοκρατικής» οργάνωσης των Φρουρών της Επανάστασης, του ιδεολογικού της στρατού.

Παρόλα αυτά, το Ισραήλ συνεχίζει να αντιτίθεται στην ανανέωση της συμφωνίας, ειδικά αν αυτό σημαίνει την άρση των οικονομικών κυρώσεων κατά της Τεχεράνης.

«Αυτό που υπάρχει στο τραπέζι επί του παρόντος είναι μια κακή συμφωνία. Αυτό θα δίνει 100 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως στο Ιράν. Τα χρήματα αυτά δεν θα χρησιμεύσουν για να χτιστούν σχολεία ή νοσοκομεία αλλά θα χρησιμοποιηθούν για την αποσταθεροποίηση της Μέσης Ανατολής ενισχύοντας τη Χεζμπολάχ, τη Χαμάς και τον Ισλαμικό Τζιχάντ», δήλωσε ο Λαπίντ χωρίς να εξηγήσει σε τί βασίζεται αυτός ο αριθμός.

«Κατά τη γνώμη μας η συμφωνία δεν ανταποκρίνεται στα κριτήρια που ορίστηκαν από τον ίδιο τον πρόεδρο Μπάιντεν: να εμποδιστεί το Ιράν να γίνει πυρηνικό κράτος», δήλωσε ο πρωθυπουργός σε μια συνάντηση με τον ξένο Τύπο στην Ιερουσαλήμ. Υψηλόβαθμος Ισραηλινός αξιωματούχος προσάπτει στο σχέδιο συμφωνίας ότι δεν προβλέπει την καταστροφή των συσκευών φυλοκέντρησης και συνεπώς επιτρέπει στην Τεχεράνη να τις επαναλειτουργήσει όταν θα το κρίνει σκόπιμο.

Για τον αρχηγό της αντιπολίτευσης, Μπενιαμίν Νετανιάχου, κύριο αντίπαλο του Λαπίντ στις προσεχείς βουλευτικές εκλογές, η συμφωνία αυτή «επιτρέπει στο Ιράν να πάρει τα πάντα και να μην δώσει τίποτα». Μιλώντας σε συνέντευξη Τύπου, ο πρώην πρωθυπουργός δήλωσε όσον αφορά το ιρανικό θέμα, «δεν υπάρχει διαφορά μεταξύ της δεξιάς και της αριστεράς».

Τις τελευταίες μέρες, ο Λαπίντ κάλεσε τον Γάλλο πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν και τον Γερμανό καγκελάριο Όλαφ Σολτς να μην υπογράψουν μια συμφωνία με την Τεχεράνη. Ο πρώην πρωθυπουργός Ναφτάλι Μπένετ, θιασώτης της σκληρής γραμμής έναντι της Τεχεράνης, κάλεσε την Τρίτη τον Αμερικανό πρόεδρο Τζο Μπάιντεν να απόσχει, ακόμη και αυτή την τελευταία στιγμή, από την υπογραφή μιας συμφωνίας με το Ιράν.