Οι πολεμικές επιχειρήσεις στην Ουκρανία οφείλουν να μας προβληματίσουν ιδιαίτερα ως προς το τακτικό και επιχειρησιακό σκέλος των επιχειρήσεων. Μολονότι, οι Ρωσικές Ένοπλες Δυνάμεις διαθέτουν συντριπτική υπεροχή σε ναυτικό και αεροπορικό συσχετισμό έναντι των ουκρανικών εντούτοις οι χερσαίες δυνάμεις που κατακτούν και διατηρούν έδαφος παραμένουν εξίσου σημαντικές.

Ειδικότερα θέλουμε να σταθούμε στο ζήτημα του Πεζικού ως του βασικού παράγοντα σε συνεργασία με Τεθωρακισμένα που πραγματοποιεί τον πόλεμο των ελιγμών κατακτώντας εδάφη ή στα πλαίσια αμυντικών επιχειρήσεων. Ο πεζός μαχητής εξακολουθεί να είναι όχι απλά χρήσιμος στο σύγχρονο πεδίο των επιχειρήσεων αλλά απαραίτητος.

Η Ρωσική αεροπορία παρά το γεγονός πως διαθέτει αεροπορική υπεροχή δεν έχει καταφέρει να προξενήσει καίρια πλήγματα από αέρος στις χερσαίες ουκρανικές δυνάμεις. Συνεπώς, τον κύριο όγκο του επιχειρησιακού έργου σηκώνουν οι ρωσικοί τεθωρακισμένοι και μηχανοκίνητοι σχηματισμοί. Οι Ουκρανοί αξιοποιούν τα «κωλύματα» των αστικών κέντρων εμπλέκοντας τους Ρώσους σε έναν αστικό αγώνα με τις ουκρανικές δυνάμεις να αμύνονται σθεναρά.

Η επικίνδυνη θεώρηση των «μικρών και ευέλικτων στρατών»

Πολλές φορές γράφεται και λέγεται πως οι σύγχρονοι στρατοί με έμφαση στις χερσαίες δυνάμεις οφείλουν να είναι «μικροί και ευέλικτοι». Η σύρραξη στην Ουκρανία καταδεικνύει το προφανές: πως ο συμβατικός πόλεμος υψηλής έντασης απαιτεί ικανές αριθμητικές δυνάμεις, υψηλή επάνδρωση των μονάδων, επάρκεια σχηματισμών (τεθωρακισμένες και μηχανοκίνητες ταξιαρχίες), ικανές εφεδρείες και άμεσο σύστημα επιστράτευσης με ικανή και καλά εκπαιδευμένη εφεδρεία.

Η χώρα μας αντιμετωπίζει μια απειλή με χαρακτηριστικά διεξαγωγής συμβατικών επιχειρήσεων υψηλής εντάσεως. Συνεπώς, η φράση περί ενός «μικρού και ευέλικτου» στρατεύματος είναι εθνικά επικίνδυνη. Ούτε φυσικά ένας Στρατός όπως ο Ελληνικός μπορεί να είναι πλήρως επαγγελματικός. Η Ελλάδα δεν είναι Βέλγιο που διεξάγει αντιτρομοκρατικές επιχειρήσεις κυνηγώντας αντάρτες στο Αφγανιστάν ή οπουδήποτε αλλού στα πλαίσια των νατοϊκών υποχρεώσεων της χώρας με αποτέλεσμα να διαθέτει μικρές στρατιωτικές δυνάμεις.

Προχωράμε στο ζήτημα της θητείας που εξασφαλίζει επάρκεια προσωπικού.

Η Ελλάδα οφείλει να διαθέτει θητεία κατ’ ελάχιστο 14 μηνών εκ των οποίων οι δύο πρώτοι μήνες θα είναι βασική και προκεχωρημένη εκπαίδευση με σοβαρή και ρεαλιστική εκπαίδευση χωρισμένη σε δύο κύκλους εκπαίδευσης ανά έτος. Ταυτοχρόνως, να αξιοποιεί το έμψυχο δυναμικό της εφεδρείας με συχνές και τακτικές κλήσεις εφέδρων δοκιμάζοντας και αξιολογώντας το σύστημα επιστράτευσης.

Συνοψίζοντας, η φύση των επιχειρήσεων υψηλής έντασης και ειδικότερα ο αμυντικός αγώνας σε μια εδαφική επικράτεια προϋποθέτει όγκο δυνάμεων και εφεδρείες.

Το αξιόμαχο δεν είναι συνάρτηση μόνον επαγγελματιών στελεχών και ως εκ τούτων, ο Ελληνικός Στρατός δεν πρέπει και δεν μπορεί να είναι αμιγώς επαγγελματικός. Δεν πρέπει πρωτίστως για εθνικούς λόγους διότι η άμυνα είναι υπόθεση όλων μας και δευτερευόντως γιατί το οικονομικό κόστος τηρουμένων των αναγκών σε επαγγελματικό προσωπικό είναι δυσβάσταχτο.

Αυτό δεν αναιρεί φυσικά την αξία και τη σημασία επαγγελματιών στελεχών σε συγκεκριμένες τεχνικές ειδικότητες και όπου πραγματικά απαιτείται. Δεν χρειάζεται όμως ένας οδηγός ενός Μ113 να είναι στέλεχος.

Κακά τα ψέματα ευθύνη μεγάλη έχουν και οι ηγεσίες των Ενόπλων Δυνάμεων που χαϊδεύουν τα αυτιά του πολιτικού συστήματος περί αξιόμαχου με οριακή επάνδρωση, ελλιπέστατα ανεκμετάλλευτη και αναξιοποίητη εφεδρεία. Διότι εκτός από ποιότητα έμψυχου δυναμικού και υλικού, χρειαζόμαστε και ποσότητα στρατευμάτων και δυνάμεων.

Το Όπλο του Πεζικού

Οι μονάδες Πεζικού διαδραματίζουν καταλυτικό ρόλο στο πεδίο της μάχης. Ειδικά στον αμυντικό αγώνα το Πεζικό αναλαμβάνει το κύριο βάρος. Δυστυχώς το Πεζικό στον ΕΣ αντιμετωπίζεται ως ο φτωχός συγγενής. Ελλιπής εκπαίδευση σε επίπεδο ατομικής τακτικής και μικρών ηγητόρων, οριακή επάνδρωση λόγω χρόνου θητείας, εγκαταλελειμμένη εφεδρεία, χρόνιες ανάγκες και ελλείψεις σε ατομικό εξοπλισμό και κύρια οπλικά συστήματα (σύγχρονα ΤΟΜΠ/ ΤΟΜΑ, νέου τύπου φορητά αντιαρματικά κτλ).

Ο πόλεμος δεν γίνεται μόνον πατώντας κουμπιά. Ο καλά εκπαιδευμένος μαχητής πεζικού που ταυτόχρονα θα αξιοποιεί όλες τις τελευταίες τεχνολογικές εξελίξεις γίνεται ένας πολλαπλασιαστής ισχύος. Ακόμη και εν έτη 2022 παρακολουθώντας τα γεγονότα στην Ουκρανία οφείλουμε να δούμε τα προφανή: πως το σκάψιμο ορυγμάτων, τα έργα αμυντικής οχύρωσης, η γνώση του εδάφους, η αμυντική προπαρασκευή παραμένουν χρήσιμα και αναγκαία.

Η σωστή και ρεαλιστική εκπαίδευση δεν είναι θέμα χρημάτων πρωταρχικά. Είναι κυρίως νοοτροπίας και διάθεσης. Η γνώση πρώτων βοηθειών και αντιμετώπισης τραυμάτων μάχης, οι δεξιότητες διοίκησης μικρών κλιμακίων, η εκπαίδευση των τμημάτων πεζικού σε αντικείμενα αγώνα πεζικού, η φυσική κατάσταση δεν είναι θέμα χρημάτων.

Θα σταθούμε επίσης στο ζήτημα των μικρών ηγητόρων είτε λέγονται ομαδάρχες, είτε διμοιρίτες είτε λοχαγοί. Οι μικροί ηγήτορες είναι η πεμπτουσία του Πεζικού. Αυτά θα διοικούν τα στρατεύματα πρώτης γραμμής. Όσο καλό και να είναι ένα επιτελικό σχέδιο σε επίπεδο ταξιαρχίας – μεραρχίας – σώματος στρατού, οι μικροί ηγήτορες καλούνται να το υλοποιήσουν.

Μην τρέφουμε ψευδαισθήσεις και αυταπάτες. Οφείλουμε να κοιτάξουμε κατάματα τη πραγματικότητα. Να αντιληφθούμε τις ανάγκες και τις ελλείψεις μας σε όλα τα επίπεδα (προσωπικό, επάνδρωση, εκπαίδευση ενεργού προσωπικού, αξιοποίηση εφεδρείας, απόκτηση νέων συστημάτων) και άμεσα να διορθωθούν.

Τονίζουμε το Όπλο του Πεζικού διότι πολλές φορές στον σχολιασμό κυριαρχούν τα εξοπλιστικά των Τεθωρακισμένων ή του Πυροβολικού αγνοώντας τα βασικά ζητήματα για το Πεζικό.

Το ζήτημα της επιστράτευσης

Ένα ακόμη ζήτημα που θέλουμε να θίξουμε είναι αυτό της επιστράτευσης. Κάθε χρόνο στη χώρα μας υλοποιείται η εθνική άσκηση «ΠΑΡΜΕΝΙΩΝ» δυστυχώς όμως δεν δοκιμάζεται πραγματικά το σύστημα επιστράτευσης. Από τα πιο απλά: κλήση – κατάταξη εφέδρων μέχρι μέσα και τρόποι μεταφοράς στη πρώτη γραμμή.

Η Ουκρανία κήρυξε καθολική επιστράτευση 18 ώρες μετά τη ρωσική εισβολή. Τη στιγμή που η επιστράτευση λαμβάνει χώρα από τον καιρό της κρίσης – έντασης. Συνεπώς, δεδομένου πως ο ΕΣ είναι ένας επιστρατευμένος στρατός για φτάσει στη τελική του πολεμική σύνθεση είναι αδήριτη ανάγκη να δοκιμάζεται και να αξιολογείται κάθε χρόνο ο μηχανισμός επιστράτευσης με τη συμμετοχή όλων των εμπλεκόμενων φορέων.