Η προ αρκετού καιρού είδηση της απογείωσης ελληνικών μαχητικών F-16, προς αναγνώριση και αναχαίτιση αγνώστων ιχνών, τα οποία εισήλθαν εντός των ορίων του FIR Αθηνών και εντός του ελληνικού εθνικού εναέριου χώρου, μετατράπηκε σε δυσάρεστη έκπληξη όταν αποκαλύφθηκε ότι τα άγνωστα αυτά ίχνη ήταν τουρκικά UAV. Στο περιστατικό αυτό ήρθε προχθές να προστεθεί και η υπερπτήση ενός UAV τύπου Bayraktar πάνω από τη Χίο σε ύψος 18.000 ποδών. Πρόκειται για εξελίξεις αναμενόμενες, τουλάχιστον για όποιον λειτουργεί με βάση την κοινή λογική και παρακολουθεί τα γεγονότα και τις εξελίξεις στη γειτονιά του…
Για το δεύτερο, πρόσφατο, περιστατικό δεν έχει υπάρξει επιβεβαίωση από την ελληνική πλευρά. Σχετικά με το πρώτο θα πρέπει να σημειώσουμε ότι τα περισσότερα ΜΜΕ εκείνη την περίοδο, όσα δηλαδή ασχολήθηκαν με το θέμα, έμειναν στο γεγονός ότι η Πολεμική Αεροπορία αναγκάστηκε να σηκώσει ένα ζεύγος μαχητικών για να αναγνωρίσει τα άγνωστα ίχνη (που τελικά αποδείχθηκε πώς ήταν UAV) δαπανώντας κάποιες δεκάδες-χιλιάδες ευρώ που ήταν το κόστος ανά ώρα πτήσης των μαχητικών.
Και βέβαια δεν μπορεί να ισχυριστεί κανείς ότι δεν τίθεται θέμα κόστους… Δική μας πεποίθηση όμως είναι ότι δεν πρόκειται για το ζήτημα με την πρωταρχική σημασία και βαρύτητα. Δεν είναι το μείζον στη συγκεκριμένη περίπτωση… Η οποία έτσι όπως αντιμετωπίστηκε, προκάλεσε και το δεύτερο περιστατικό και θα προκαλέσει και τα επόμενα! Η ελληνική στάση είναι πασιφανές ότι και εδώ ρίχνει νερό στο μύλο της τουρκικής προκλητικότητας. Το μόνο που έχουμε λοιπόν να περιμένουμε είναι ότι οι παραβιάσεις και οι υπερπτήσεις των τουρκικών UAV θα επαναληφθούν. Και με την πάροδο του χρόνου θα αυξάνονται γεωμετρικά.
Με άλλα λόγια το πρώτο πράγμα που θεωρούμε ότι θα έπρεπε να γίνει, είναι το να αντιμετωπιστεί η εισβολή των τουρκικών UAV στο FIR Αθηνών ή στον ελληνικό εναέριο χώρο, διαφορετικά. Δηλαδή θα έπρεπε αρχικά να αναγνωριστούν και αμέσως μετά να καταρριφθούν. Ακολούθως, πάντα κατά την ταπεινή μας άποψη, θα έπρεπε άμεσα να υιοθετηθούν νέοι τρόποι για την αντιμετώπιση της νέας αυτής απειλής. Φυσικά ΤΙΠΟΤΑ από τα δύο αυτά βασικά πράγματα δεν έγινε…
Είναι δεδομένο ότι όντως δεν μπορούμε και δεν πρέπει να δεσμεύουμε κανονικά μαχητικά για την αντιμετώπιση περιστατικών εισβολής τουρκικών UAV. Είτε πάνω από τα ελληνικά νησιά, είτε εντός των ορίων του FΙR Αθηνών. Το ελληνικό σύστημα επιτήρησης και αεράμυνας και κατ΄ επέκταση και το ΕΚΑΕ, κυρίως με βάση την ταχύτητα και το ύψος πλεύσης, μπορούν να διακρίνουν τα τουρκικά UAV από τα μαχητικά. Επομένως θα πρέπει, κατά περίπτωση να αξιοποιούνται άλλα μέσα για την αναγνώριση και την κατάρριψη των τουρκικών UAV.
Γιατί κατάρριψη και όχι αναχαίτιση…
Η απάντηση δεν είναι απλή. Είναι πολυδιάστατη και σε αυτό το ερώτημα. Το πρώτο σκέλος φυσικά έχει να κάνει με το ότι αν είχαμε καταπολεμήσει το φαινόμενο από τα αρχικά του στάδια, δεν θα είχε εξελιχθεί… Το φαινόμενο των τουρκικών παραβάσεων-παραβιάσεων γενικά εννοούμε.
Με τα UAV και εν ευθέτω χρόνο και τα UCAV της Τουρκίας τα πράγματα περιπλέκονται λίγο περισσότερο. Ας δούμε το γιατί:
– Δεδομένου ότι πρόκειται για μη επανδρωμένα αεροσκάφη, η Τουρκία μπορεί να τα χρησιμοποιεί όποτε και όπου θέλει στο Αιγαίο (και όχι μόνο…). Δοκιμάζοντας όχι μόνο την αποτελεσματικότητα αλλά και τις ψυχικές αντοχές της ελληνικής αεράμυνας! Δεν υπάρχει κόστος σε ανθρώπινες ζωές σε περίπτωση απώλειας του αεροσκάφους, ενώ και το κόστος των επιχειρήσεων με τέτοια αεροπλάνα είναι ασύγκριτα μικρότερο αυτού των μαχητικών, με παρόμοιο όμως ψυχολογικό αντίκτυπο και επί της ουσίας ίδια ή και μεγαλύτερη απόδοση σε ότι αφορά στην καθημερινή καταγραφή των δραστηριοτήτων και των θέσεων των ελληνικών δυνάμεων στο έδαφος και στη θάλασσα.
– Η παραβίαση των ορίων του FIR Αθηνών, η είσοδος δηλαδή σε αυτό χωρίς την κατάθεση σχεδίου πτήσης, ακόμη και σε μικρά και μέσα ύψη, συνεπάγεται πολύ μεγάλο κίνδυνο για τις πτήσεις πολιτικών και μη αεροσκαφών. Για ευνόητους λόγους… Ο χειριστής ενός μαχητικού έχει πλήρη εικόνα του τι συμβαίνει γύρω του. Για λόγους αυτοσυντήρησης και ασφάλειας λοιπόν, θα λάβει υπόψη του την εναέρια κυκλοφορία σε μία περιοχή. Για προστατεύσει πρώτα από όλα τον εαυτό του και το πολύτιμο μαχητικό που πετά. Θα χρησιμοποιήσει το ραντάρ του, τα μάτια του, τις συχνότητες επικοινωνιών και κάθε άλλο διαθέσιμο μέσο για να έχει κάθε στιγμή επίγνωση του που βρίσκεται και ποιος είναι γύρω του. Ο χειριστής ενός UAV/UCAV δεν μπορεί να έχει την ίδια επίγνωση της κυκλοφορίας και γενικά της επικρατούσας κατάστασης γύρω από το αεροπλάνο που πετά, πρώτα από όλα γιατί δεν πετά μαζί του! Δεν είναι εκεί και δεν διαθέτει τα ίδια συστήματα με αυτά που έχει στη διάθεσή του ένας χειριστής μαχητικού. Το σημαντικότερο δε είναι, ότι ούτε αίσθημα αυτοσυντήρησης υπάρχει, ούτε φόβος… ΤΙΠΟΤΑ.
– Με το να μην καταρρίπτουμε ΑΜΕΣΑ τα τουρκικά UAV είναι σαν να επιτρέπουμε στην Τουρκία να διεξάγει ανενόχλητα και σε μεγάλο βαθμό ανέξοδα, επιχειρήσεις κατασκοπείας πάνω από τα ελληνικά νησιά. Ή, ακόμα χειρότερα, είναι σαν να την ενθαρρύνουμε να το κάνει… Εφόσον απαντήσουμε στην πρόκληση όπως πρέπει, η Τουρκία θα υποχρεωθεί αργά ή γρήγορα να υπολογίσει το κόστος του να μην επιστρέφει ΚΑΝΕΝΑ από τα UAV της στη βάση του.
– Η νέα τακτική της αποστολής μη επανδρωμένων αεροσκαφών εντός του FIR Αθηνών και του ελληνικού εναέριου χώρου, είναι μία πολύ καλή ευκαιρία για την ελληνική πολιτική ηγεσία να δείξει ότι όντως υπάρχει και ότι όντως ασκεί εξωτερική πολιτική και κυριαρχικά δικαιώματα… Χωρίς κόστος. Εκτός και αν φοβόμαστε αντίποινα ακόμα και από την κατάρριψη μη επανδρωμένων αεροσκαφών που αποδεδειγμένα διενεργούν κατασκοπεία εις βάρος μας…
Γιατί το T-6A Texan II είναι ιδανικό ώς πλατφόρμα για την κατάρριψη των τουρκικών UAV.
Μέσα για την αντιμετώπιση της νέας τουρκικής πρόκλησης με τη μορφή της εισβολής UAV, υπάρχουν. Αρκεί να θέλουμε να τα αξιοποιήσουμε… Συστήματα ραντάρ και επιτήρησης υπάρχουν ήδη, οπότε μπορούμε να μιλήσουμε μόνο για εκσυγχρονισμό ή αντικατάστασή τους με νεότερα. Και στην περίπτωση όμως που το ύψος πλεύσης είναι όπως αυτό (18.000 πόδια) του Bayraktar στο πρόσφατο συμβάν, υπάρχει τρόπος αντιμετώπισης. Που δεν είναι άλλος από την αξιοποίηση μέρους του στόλου των εκπαιδευτικών αρχικού και βασικού σταδίου, T-6A Texan II, που η Πολεμική Αεροπορία διαθέτει. Η απόκτηση λοιπόν 45 τέτοιων αεροπλάνων στις αρχές της δεκαετίας του 2000 είναι ένα ισχυρό χαρτί στα χέρια μας και, όπως σημειώσαμε στο αφιέρωμά μας στα ελαφρά μαχητικά/αεροσκάφη LIFT πρόσφατα, όχι μόνο στο κομμάτι της εκπαίδευσης.
Γιατί 20(Τ-6Α ΝΤΑ) από τα 45 αυτά αεροσκάφη έχουν τη δυνατότητα να φέρουν όπλα. Είχαν πιστοποιηθεί για το σκοπό αυτό κατά απαίτηση της ελληνικής πλευράς (η Πολεμική Αεροπορία ήταν ο δεύτερος χρήστης του τύπου μετά την USAF και το USN!), η οποία φυσικά είχε επωμιστεί και το κόστος των δοκιμών και της διαδικασίας πιστοποιήσεων.
Οι επιδόσεις του αεροσκάφους είναι απόλυτα επαρκής για αυτό το ρόλο, ενώ δεν θα πρέπει να μας διαφεύγει και το γεγονός ότι, όπως και τα μαχητικά, διαθέτει συμπιεζόμενους θαλάμους διακυβέρνησης. Τα εκτινασσόμενα καθίσματα US16LA του αεροσκάφους προσφέρουν τη δυνατότητα ασφαλούς εγκατάλειψης σε εύρος ταχυτήτων από 0 έως 370 κόμβους (0 έως 680 χ.α.ω.) και από τα 0 πόδια έως την οροφή του αεροσκάφους (31.000 πόδια)! Το θερμικό και το ηλεκτρομαγνητικό του ίχνος είναι επίσης σημαντικά μικρότερα από τα αντίστοιχα ενός μαχητικού, ενώ το όριο των δυναμικών φορτίσεων που μπορεί να δεχθεί κυμαίνεται από +7 έως -3,5G… Η δε ταχύτητα πλεύσης του αεροπλάνου φτάνει τα 515 χ.α.ω. και η ακτίνα του τα 1600 χιλιόμετρα.
Όλα αυτά τα χαρακτηριστικά το καθιστούν ιδανικό για επιχειρήσεις ακόμη και από τμήματα του οδικού δικτύου, τόσο στα νησιά του αιγαίου, όσο και στην Κύπρο.
Στο οπλικό φορτίο που μπορεί να φέρει το Τ-6Α ΝΤΑ περιλαμβάνονται, όπως μπορείτε να δείτε και στην απεικόνιση που παραθέτουμε, δύο ατρακτίδια πολυβόλων των 0.50 ιντσών, τύπου ΗΜP-400. Τα ατρακτίδια βέβαια χρησιμοποιούνται σε συνδυασμό με σκοπευτικό το οποίο τοποθετείται στο εμπρός πιλοτήριο.
Με δεδομένο το γεγονός ότι ο αριθμός των υποψήφιων ιπταμένων της Πολεμικής Αεροπορίας που εισάγεται κάθε χρόνο στη Σχολή Ικάρων έχει μειωθεί τα τελευταία δέκα χρόνια, τα 20 εκπαιδευτικά/ελαφρά επιθετικά T-6A NTA Texan II θα μπορούσαν να διατεθούν αποκλειστικά και μόνο σε ρόλο κυνηγών UAV ή υποστήριξης επίγειων μονάδων της ΑΣΔΕΝ. Αυτό που χρειάζεται είναι η δημιουργία τριών κλιμακίων μέσω της μόνιμης μεταστάθμευσης 10 έως 12, το πολύ, αεροσκαφών, για την κάλυψη του Αιγαίου από βορρά προς νότο, αλλά και του Έβρου. Τα πληρώματα μπορούν να αναλαμβάνουν υπηρεσίες επιφυλακής εκ περιτροπής, όπως και στα κλιμάκια των Μοιρών Έρευνας και Διάσωσης.
Επομένως αναγκαία σε πρώτη φάση είναι η λήψη της σχετικής απόφασης και φυσικά η εξασφάλιση της αναγκαίας διαθεσιμότητας μέσων και πληρωμάτων. Με διαθεσιμότητα της τάξης του 75%, τα T-6A NTA δεν θα είναι ποτέ λιγότερα από 15. Ετοιμοπόλεμα σε καθημερινή βάση...
Αν αφήσουμε την κατάσταση να εξελιχθεί, τότε η παρουσία των τουρκικών UAV (και δυνητικά και UCAV) πάνω από τα νησιά θα παγιωθεί, πολύ συντομότερα από ότι πιστεύουμε… Τόσο απλά είναι τα πράγματα.
Ιδού η Ρόδος λοιπόν…