Αποτελεί ένα από τα κυρίαρχα ερωτήματα για το Πολεμικό Ναυτικό και τις μονάδες κρούσης επιφανείας (φρεγάτες, κορβέτες) στον τομέα των ναυτικών πυροβόλων. Ο λόγος για τη συλλογή Strales των πυροβόλων Super Rapido τόσο για το πρόγραμμα των FDI όσο και των κορβετών. Ειδικά για τις FDI αποτέλεσε σημείο έντονης κριτικής προς το πρόγραμμα και ειδικά προς το ΠΝ που δεν το επέλεξε στη περίπτωση των FDI.

Ποια είναι όμως η πραγματικότητα αναφορικά με το Strales;

Υπενθυμίζεται πως το πυροβόλο των 76 χιλιοστών Super Rapid με τη προσθήκη της συλλογής Strales και τα ειδικά πυρομαχικά Dart προσφέρει δυνατότητες αναχαίτησης πυραυλικών επιθέσεων προσθέτοντας ένα ακόμη οπλικό σύστημα στην άμυνα του πλοίου από πυραυλικές επιθέσεις. Το σημείο το οποίο ξεχωρίζει το Strales είναι σύμφωνα με τη Leonardo η απόσταση αναχαίτησης κατευθυνόμενων βλημάτων.

Να σημειωθεί πως ως απόσταση αναχαίτησης ορίζεται η απόσταση κατά την οποία οι βολές του πυροβόλου των πλοίων (φρεγατών ή κορβετών) εμπλέκουν με επιτυχία τον εχθρικό στόχο που στη προκειμένη περίπτωση είναι τα εχθρικά κατευθυνόμενα βλήματα. Για να το πούμε απλά είναι η απόσταση που θα φίλια βλήματα του πυροβόλου θα συναντήσουν τον εχθρικό πύραυλο.

Σήμερα το ΠΝ με τα πυροβόλα OTO-Melara Compatto των 76 χιλιοστών με ταχυβολία 85 βολών το λεπτό και τα υφιστάμενα συμβατικά πυρομαχικά έχει διαπιστώσει από ασκήσεις και τεχνικά γυμνάσια τη πραγματική απόσταση αναχαίτησης με βάση την υφιστάμενη εμπειρία.

Πυροβόλο OTO – Melara Compatto των 76 χιλιοστών σε φρεγάτα S»«

Έχει επιβεβαιωθεί πλήρως πως τα κύρια στοιχεία που κρίνουν την ικανότητα ενός πυροβόλου να εμπλέκει πυραύλους είναι η ταχυβολία του πυροβόλου (ανέρχεται περίπου για τα υφιστάμενα στα 120 βλήματα το λεπτό), το βεληνεκές και η ακρίβεια πυρών που διασφαλίζεται από τους εξής δυο παράγοντες: τη τεχνολογική ικανότητα του ραντάρ ελέγχου βολής (STIR) καθώς και τις συγχρομεταδόσεις (synchronous data transmission) μεταξύ του πυροβόλου και των βλημάτων αυτού προς τον στόχο. Τα προαναφερθέντα στοιχεία αφορούν την καθοδήγηση των πυρών ενός πλοίου προς τον στόχο. Ο συνδυασμός των παραπάνω είναι και ο πλέον σημαντικός.

Η Leonardo διαφημίζει το Strales πως διαθέτει μεγαλύτερη απόσταση αναχαίτησης συγκριτικώς με τα τυπικά πυρομαχικά του Super Rapido και τη δυνατότητα του τελευταίου να εμπλέκει εχθρικά κατεθυνόμενα βλήματα.

Είναι όμως κάτι τέτοιο αληθές;

Είναι γεγονός πως μέχρι πρότινος δεν υπάρχουν ακριβείς μελέτες και συγκεκριμένα στοιχεία που να επιβεβαιώνουν τη μεγάλη απόσταση αναχαίτησης του Strales. Και αυτό λήφθηκε σοβαρά υπόψη του ΠΝ.

Επίσης ο παράγοντας κόστος υπήρξε ανασταλτικός. Σημειώνεται πως το κόστος για ένα σύγχρονο πυροβόλο όπως το Super Rapido των φρεγατών FDI ανέρχεται στα 10 εκατομμύρια ευρώ περίπου ενώ εάν προστεθεί και το Strales το συνολικό κόστος ανέρχεται στα 15-16 εκατομμύρια ευρώ. Επίσης τα πυρομαχικά Dart για το Strales είναι μια αρκετά δαπανηρή επιλογή που ανεβάζει επιπρόσθετα το συνολικό κόστος.

Πυροβόλο με τη συλλογή STRALES

Για να το πούμε απλά το Strales δεν αρκετά ικανοποιητική σχέση κόστους – οφέλους. Ασφαλώς προσδίδει κάποιες επιπλέον δυνατότητες αλλά όχι σε βαθμό που να δικαιολογούν αυτό το κόστος.

Σε επιχειρησιακό και τακτικό επίπεδο είτε με το απλό πυροβόλο Super Rapido είτε με το Strales ο αριθμός των στόχων που εμπλέκονται είναι ο ίδιος. Το μοναδικό αντιπυραυλικό σύστημα (CIWS) που εγγυάται αντιμετώπιση επιθέσεων κορεσμού με δυνατότητα ταυτόχρονων εμπλοκών είναι το RAM και αυτός άλλωστε είναι και ο λόγος που το ΠΝ επέμεινε να εγκατασταθεί στις FDI.

Ως εκ τούτων το ΠΝ κρίνοντας πως οι FDI διαθέτουν ένα υπερσύγχρονο ραντάρ ελέγχου πυρός (STIR 1.2) σε συνδυασμό με ένα εξαιρετικό νέας γενιάς πυροβόλο (120 βολών το λεπτό) με νέου τύπου πυρομαχικά και σύγχρονη καθοδήγηση των πυρών από το πυροβόλο, έκρινε πως το Strales δεν αποτελεί μια επιλογή που να δικαιολογεί το υψηλό του κόστους. Ειδικά το νέο ραντάρ ελέγχου διασφαλίζει την ακρίβεια βολών του πυροβόλου προς το εχθρικό κατευθυνόμενο βλήμα. Επίσης οφείλουμε να τονίσουμε πως η απόσταση αναχαίτησης του Strales είναι ελαφρώς μεγαλύτερη του απλού Super Rapid και πρακτικώς είναι σε θέση να εμπλέξει τον ίδιο αριθμό με το απλό Super Rapid.

Τα παραπάνω δεν αναιρούν πως το Strales αποτελεί μια αξιόλογη προσθήκη αλλά προς το παρόν δεν υπάρχουν ασφαλή συμπεράσματα και αξιολογήσεις που να επιβεβαιώνουν πως το υψηλό του κόστος κτήσης κρίνεται ως ανταποδοτικό επιχειρησιακώς.

To Super Rapid διασφαλίζει ήδη ανώτερες επιδόσεις συγκριτικώς με το υφιστάμενο Compact (ή στα ιταλικά Compatto) λόγω αυξημένης ταχυβολίας κατά 40% και των πλέον σύγχρονων τεχνικών καθοδήγησης των πυρών προς τον στόχο (ραντάρ ελέγχου πυρός και συγχρομεταδόσεις μεταξύ πυροβόλου και βλημάτων).

Συμπερασματικά κυρίαρχο στοιχείο δεν αποτελεί η ψυχρή αποτύπωση της απόστασης αναχαίτησης ενός πυραύλου αλλά ο συνδυασμός των νέων ηλεκτρονικών μέσων (το ραντάρ ελέγχου πυρός καθοδηγεί το πυροβόλο και την ακρίβεια των πυρών του) με τις νέες σύγχρονες δυνατότητες (συγχρομεταδόσεις, υψηλή ταχυβολία) ενός εξαιρετικού πυροβόλου (Super Rapid) και των νέων πυρομαχικών του. Και φυσικά επαναλαμβάνουμε πως το κυρίαρχο οπλικό σύστημα εγγύς άμυνας (CIWS) είναι το RAM αφού είναι το μοναδικό που διασφαλίζει ταυτόχρονη εμπλοκή κατευθυνόμενων βλημάτων λόγω της φιλοσοφίας σχεδίασης του (fire and forget) και των νέας γενιάς βλημάτων.

Επίσης θα τονίσουμε για μια ακόμη φορά πως είτε με το Super Rapid είτε με το Strales ο αριθμός εμπλοκών είναι ο ίδιος λόγω της απόστασης αναχαίτησης. Τέλος η άποψη που θέλει το Strales να μην εγκαθίσταται στις FDI για τεχνικούς λόγους δεν ισχύει. Στις κορβέτες Gowind των ΗΑΕ το Strales έχει εγκατασταθεί επιτυχώς πλήρως διασυνδεδεμένο με το τακτικό σύστημα SETIS και τους αισθητήρες των πλοίων. Το Strales δεν προτιμήθηκε από το ΠΝ λόγω σχέσης κόστους – οφέλους και λόγω κόστους.

Επαναλαμβάνουμε πως καλές οι παρουσιάσεις των εταιρειών που διαφημίζουν τα προϊόντα τους αλλά μόνον η εμπειρία και η πραγματική χρήση πυρών είναι σε θέση να εξάγει ασφαλή συμπεράσματα. Και οι αξιωματικοί του ΠΝ διαθέτουν μεγάλη εμπειρία στις βολές πυροβόλων και στην ικανότητα αυτών να αντιμετωπίζουν απειλές κατευθυνομένων βλημάτων.

Συνεπώς κανείς δεν αμφισβητεί πως η όποια επιλογή ενός νέου συστήματος προσφέρει επιπλέον δυνατότητες αλλά το βασικό ζητούμενο είναι αυτές οι δυνατότητες να είναι ανάλογες και της τιμής που πληρώνεται από το ΠΝ και όχι αντιστρόφως ανάλογη η σχέση τιμής – απόδοσης.