Γράφει ο Κωνσταντίνος Μπίτσιος για την εφημμερίδα «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ»
Η οικονομία μπορεί να έχει τα οξύτατα προβλήματά της, αλλά η στρατηγική σημασία της Ελλάδας αυξάνεται. Με τη σταδιακή απομάκρυνση της Τουρκίας από τη Δύση, η Ελλάδα μετατρέπεται στον ακροτελεύτιο κρίκο της δυτικής αλυσίδας προς Ανατολάς. Η εποχή που η Δύση προέβαλλε την Τουρκία ως κοσμικό κράτος έχει παρέλθει.
Η εντεινόμενη ισλαμοποίηση, η γεωπολιτική αυτονόμηση, ο εναγκαλισμός με τη Μόσχα, το Κουρδικό, οι περιορισμοί στη χρήση της βάσης Ιντσιρλίκ έχουν επιφέρει σοβαρό ρήγμα στις σχέσεις. Τυπικά, δεν έχει αλλάξει κάτι και γεωστρατηγικά η Τουρκία παραμένει σημαντική. Στην πράξη, όμως, το ρήγμα ανοίγει θετικές προοπτικές για την Ελλάδα.
Οι θετικές αυτές προοπτικές ενισχύονται και από το γεωπολιτικό και γεωοικονομικό έρεισμα που έχει δημιουργηθεί στην Ανατολική Μεσόγειο. Τα δύο τρίγωνα (Ελλάδα – Κύπρος – Ισραήλ και Ελλάδα – Κύπρος – Αίγυπτος) ενισχύουν την περιφερειακή συνεργασία της Ευρώπης με την Αίγυπτο και το Ισραήλ. Κλειδί σε αυτήν τη στρατηγική αποτελεί η στενή συνεργασία με την Κύπρο, την οποία ελληνικές κυβερνήσεις έχουν κάποιες φορές αντιμετωπίσει σαν βαρίδι.
Η γεωπολιτική σημασία της Κύπρου, όμως, είναι αντιστρόφως ανάλογη με το μέγεθός της και έχει ενισχυθεί γεωοικονομικά από την ανακάλυψη των κοιτασμάτων φυσικού αερίου. Η τουρκική πολιτική υπονομεύει τα δύο τρίγωνα, αλλά και βασικά ενεργειακά και στρατηγικά συμφέροντα τόσο ευρωπαϊκά όσο και αμερικανικά.
Στο ενεργειακό παιχνίδι εισέρχονται και οι ΗΠΑ. Τουλάχιστον μια αμερικανική εταιρεία ενδιαφέρεται για το λιμάνι της Αλεξανδρούπολης με στόχο να καταστεί ενεργειακό hub με τη διοχέτευση αμερικανικού φυσικού αερίου, αλλά και κέντρο logistics εάν υλοποιηθεί η σιδηροδρομική σύνδεση με τη Βουλγαρία. Επιδίωξη των ΗΠΑ είναι να αναβαθμίσουν τις ενεργειακές σχέσεις των δύο χωρών και να εξισορροπήσουν την ελληνική ενεργειακή εξάρτηση.
Οι ισορροπίες στην Ανατολική Μεσόγειο επηρεάζονται και από την ενίσχυση της ρωσικής παρουσίας. Τον περασμένο Ιανουάριο, η Μόσχα υπέγραψε με τη Δαμασκό συμφωνία που διπλασιάζει τη δυνατότητα ελλιμενισμού ρωσικών πλοίων στη ναυτική βάση Ταρτούς.
Επηρεάζονται, επίσης, και από ένα νέο δεδομένο: την για πρώτη φορά ναυτική εμφάνιση της Κίνας στη Μεσόγειο. Υπενθυμίζουμε ότι τον Μάιο 2015 πραγματοποίησε κοινή ναυτική άσκηση με τη Ρωσία στη Μεσόγειο. Τα οικονομικά συμφέροντα της Κίνας αυξάνουν το ενδιαφέρον της για στρατιωτική παρουσία στην περιοχή. Τον Αύγουστο, η Κίνα εγκαινίασε την πρώτη στρατιωτική της βάση στο Τζιμπουτί, ενώ τον Ιούλιο τρία κινεζικά πολεμικά πλοία, καθ’ οδόν για κοινή άσκηση με τη Ρωσία στη Βαλτική, πραγματοποίησαν άσκηση πυρών στη Μεσόγειο.
Με τις προαναφερόμενες αλλαγές στις παραδοσιακές ισορροπίες, η Ελλάδα καθίσταται χώρα πρώτης γραμμής. Την εξέλιξη αυτή και τις προκλήσεις που δημιουργούνται τις αντιλαμβάνονται καλύτερα οι ΗΠΑ που έχουν παγκόσμια σφαιρική στρατηγική. Τη διατύπωσε σε συνέντευξή του στην «Καθημερινή» (19/9/2017) ο Αμερικανός πρέσβης Geoffrey Pyatt: «Ειλικρινά δεν βλέπω την Κίνα ή πολλούς από τους εταίρους σας να σκέφτονται όπως εμείς, με όρους της ευρύτερης περιφερειακής επιρροής που ασκεί η Ελλάδα».
Πράγματι, με την αναδιάταξη των γεωπολιτικών και γεωοικονομικών ισορροπιών και τα δύο τρίγωνα που έχουν δημιουργηθεί, ο ελληνικός στρατηγικός χώρος εκτείνεται πολύ πέρα από το Αιγαίο. Παραλλήλως, οι πολεμικές συρράξεις στη Μέση Ανατολή και τη Βόρειο Αφρική έχουν αυξήσει κατακόρυφα τη σημασία της βάσης στη Σούδα. Η Σούδα δεν αποτελεί μόνο βάση ελλιμενισμού, συντήρησης και ανεφοδιασμού, αλλά και κλειδί για επιχειρήσεις στη Μέση Ανατολή, τον Περσικό Κόλπο και τη Βόρειο Αφρική.
Ο Λευκός Οίκος ανακοίνωσε ότι η συνάντηση του πρωθυπουργού με τον Αμερικανό πρόεδρο θα πραγματοποιηθεί στις 17 Οκτωβρίου. Οι συναντήσεις αυτές έχουν συνήθως χαρακτήρα δημοσίων σχέσεων. Στην προκειμένη περίπτωση, όμως, θα μπορούσε να έχει ουσία.
Εάν η Ελλάδα πράγματι αναδεικνύεται σε χώρα πρώτης γραμμής και καλείται να αναλάβει τις ευθύνες που της αναλογούν, τότε το διακύβευμα είναι άλλο. Το ζητούμενο δεν είναι να εστιάσουμε τις συνομιλίες στο εάν η χρήση της Σούδας θα είναι για ένα ή πέντε χρόνια. Ή στον οπλισμό που θα πάρουμε από τα αποθέματα των ΗΠΑ. Τα θέματα αυτά είναι σημαντικά, αλλά υπό τις πολιτικοστρατιωτικές συνθήκες που διαμορφώνονται είναι δευτερεύοντα. Το διακύβευμα είναι πολύ πιο σημαντικό.
Επανεξέταση σχέσεων
Εάν η Ελλάδα είναι καίριος παράγων για το δυτικό σύστημα ασφαλείας, τότε το ζητούμενο είναι μια γενικότερη επανεξέταση των ελληνοαμερικανικών σχέσεων που θα αποτυπώνει τη νέα αυτή πραγματικότητα. Αυτό απαιτεί την ποιοτική αναβάθμιση των σχέσεών μας. Τους τρόπους, με τους οποίους οι ΗΠΑ θα στηρίξουν την οικονομική σταθερότητα της χώρας μέσα από τις προτάσεις που θα υποβάλουμε για την ανόρθωση της ελληνικής οικονομίας.
Ζητούμενο είναι επίσης η επανεξέταση της αμυντικής μας σύνδεσης, ώστε να διατηρηθεί η ισορροπία δυνάμεων στην περιοχή, να αντιμετωπισθεί η εγγενής γεωπολιτική πίεση διεκδικητικών γειτόνων μας, αλλά και η συντήρηση και ανανέωση του αμυντικού μας εξοπλισμού τσακισμένη από την οικονομική κρίση. Οι επιδιώξεις αυτές απαιτούν επεξεργασμένη πρόταση που θα κατατεθεί από την ελληνική κυβέρνηση και θα συζητηθεί κατά τη διάρκεια της συνάντησης του πρωθυπουργού με τον Αμερικανό πρόεδρο. Μπορεί, λοιπόν, αυτή η συνάντηση να αποτελέσει την απαρχή μίας διαπραγματευτικής διαδικασίας για να καταλήξουμε σε συγκεκριμένα αποτελέσματα.
Οι Ευρωπαίοι
Το γεωπολιτικό και γεωστρατηγικό διακύβευμα αρχίζουν να το αντιλαμβάνονται και οι Ευρωπαίοι που έχουν πιο οικονομιστική αντίληψη των πραγμάτων. Οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις ασκούν αυτοκριτική και παραπονούνται ότι οι Κινέζοι τους πήραν τα «φιλέτα» και ειδικά στην Ελλάδα το «φιλέτο» του Πειραιά. Στις ελληνικές εκκλήσεις για επενδύσεις, όμως, όλα τα προηγούμενα έτη πετούσαν την μπάλα στην κερκίδα.
* Ο κ. Κωνσταντίνος Μπίτσιος είναι εκτελεστικός αντιπρόεδρος του Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ).