Σύμφωνα με όσα δημοσιεύθηκαν την προηγούμενη εβδομάδα, η Ολλανδία και το Βέλγιο έχουν έρθει σε συμφωνία για τη δωρεάν παραχώρηση επτά ναρκοθηρευτικών κλάσης Alkmaar τύπου Tripartite στο ναυτικό της Βουλγαρίας. Να υπενθυμίσουμε ότι το ελληνικό πολεμικό ναυτικό είχε υπογράψει δήλωση πρόθεσης για την απόκτηση έξι ναρκοθηρευτικών κλάσης Alkmaar από το Ολλανδικό ναυτικό κάτι το οποίο έβαζε σε πρώτη πρωτεραιότητα το ελληνικό πολεμικό ναυτικό στην απόκτηση των σκαφών αυτών. Στο μεσοδιάστημα όμως δύο εξ αυτών παραδόθηκαν στην Ουκρανία ως πολεμική βοήθεια. Κάπου εκεί όπως φαίνεται το ελληνικό αίτημα ατόνησε μιας και σκοπός του ναυτικού ήταν τα τέσσερα πλοία να αποδωθούν για υπηρεσία και τα δύο να γίνουν πηγή ανταλλακτικών για τα υπόλοιπα.
Ο στόλος των ναρκοθηρευτικών του πολεμικού ναυτικού, μετά τον εμβολισμό του «Καλλιστώ» αποτελείται από το «Ευνίκη» ένα αμερικάνικης κατασκευής ναρκοθηρευτικό τύπου Osprey και το «Ευρώπη» κλάσης Hunt σχεδιάση της βρετανικής Vosper Thornycroft. Και τα δύο ήταν μέρος δωρεάν παραχώρησης από δύο σκάφη για κάθε κλάση στις αρχές της δεκαετίας του 2000. Η διοίκηση ναρκοπολέμου διατειρεί σήμερα τον μικρότερο στόλο από την ίδρυσή της. Αν και τα ναρκοθηρευτικά κλάσης Alkmaar ήταν της ίδιας ηλικίας με τα ελληνικά πλοία, είχαν υποστεί αναβάθμιση του εξοπλισμού τους στις αρχές της δεκαετίας του 2000 και προφανώς το πολεμικό ναυτικό τα θεωρούσε ανώτερα επιχειρησιακά από τα υπάρχοντα στο στόλο του.
Σήμερα η τάση στην Ευρώπη όσον αφορά τον ναρκοπόλεμο είναι η απόκτηση σκαφών MOSHIPs (Mother Ships) μεταφοράς μη επανδρωμένων σκαφών τα οποία χρησιμοποιούν τα μεταφερόμενα ντρόουνς για την απενεργοποίηση των ναρκών. Ήδη το Ολλανδικό και Βέλγικο ναυτικό έχουν ξεκινήσει την ναυπήγηση των πρώτων τέτοιων σκαφών, κλάσης City ενώ και το γαλλικό ναυτικό ενδέχεται να προσχωρήσει και αυτό στη διμερή συνεργασία. Από την άλλη το Βρετανικό ναυτικό προχωράει και αυτό προς αυτή την κατεύθυνση. Ετούτο σημαίνει ότι στο κοντινό μέλλον, επιπλέον μεταχειρισμένα ναρκοθηρευτικά τύπου Hunt και Tripartite ενδέχεται να γίνουν διαθέσιμα. Αντίστοιχα και το USNavy έχει ξεκινήσει την απόσυρση των δικών του ναρκοθηρευτικών κλάσης Avenger. Ελπίζουμε ότι το πολεμικό ναυτικό θα προχωρήσει σε ζήτηση ώστε να μην χαθεί η ευκαιρία όπως έγινε και τότε που γίνονταν διαθέσιμα επιπλέον πλοία τύπου Osprey από το αμερικάνικο ναυτικό. Ειδάλως, θα πρέπει να προχωρήσει σε παραγγελία πλοίων νέου τύπου όπως αυτά της κλάσης City πολλαπλάσιου κόστους.
Κλάση Osprey
Τα ναρκοθηρευτικά κλάσης Osprey είναι μια τροποποιημένη και μεγενθυμένη σχεδίαση βασισμένη στα ιταλικά ναρκοθηρευτικά κλάσης Lerici. Ένα σύνολο 12 σκαφών κατασκευάστηκε στις ΗΠΑ από τα ναυπηγεία Intermarine USA και Avondale Industries μεταξύ των ετών 1991 και 1997. Σήμερα όλα τα σκάφη έχουν αντικατασταθεί σε αμερικάνικη υπηρεσία από τα ναρκοθηρευτικά κλάσης Avenger τα οποία εν έτει 2025 έχει έρθει το πλήρωμα του χρόνου και γι αυτά. Το πολεμικό ναυτικό παρέλαβε το 2007 τα πρώην MHC-52 Heron και MHC-53 Pelican και τα μετονόμασε σε Ν/ΘΗ ΚΑΛΥΨΩ και Ν/ΘΗ ΕΥΝΙΚΗ αντίστοιχα.

Τα Osprey είναι κατασκευασμένα από GRP, ένα υλικό που χρησιμοποιείται στην κατασκευή ναρκοθηρευτικών τα τελευταία χρόνια λόγω πολλαπλών πλεονεκτημάτων με κύριο την χαμηλή μαγνητική υπογραφή του σκάφους. Η δομή του κύτους βασίζεται σε συνεχή μονοκόκ κατασκευή, ελασματοποιημένη από ειδικό περίβλημα από υαλοβάμβακα πάχους 140 mm. Το κύτος δεν έχει εγκάρσια πλαίσια και έχει σχεδιαστεί με εξαιρετικά χαμηλές μαγνητικές και ακουστικές υπογραφές για προστασία από την ξαφνική κρουστική φόρτιση που προκύπτει από υποθαλάσσιες εκρήξεις των κοντινών ναρκών κατά τη διάρκεια επιχειρήσεων ναρκοθηρίας. Οι κύριες διαστάσεις των Osprey είναι ολικό μήκος 57,25 μέτρα, πλάτος 10,95 μέτρα, βύθισμα 2,9 μέτρα και κοίλο 7,5 μέτρα και εκτοπίζει γύρω στους 970 τόνους. Η πρόωση γίνεται από δύο ντιζελογεννήτριες Isotta-Fraschini ID 36 SS 8V-AM με συνολική απόδοση 1160 kW οι οποίες κινούν δυό κυκλοειδείς προπέλες Voith-Schneider. Το πλοίο επιτυγχάνει μέγιστη ταχύτητα 15 κόμβων και 1500 ναυτικά μίλια εμβέλεια με ταχύτητα 12 κόμβων. Η επιλογή αυτού του είδους προπελών έχει κάποια ιδιαίτερα πλεονεκτήματα όπως:
- Εξαιρετική Ευελιξία: Τα VSP παρέχουν άμεση ώθηση προς οποιαδήποτε κατεύθυνση, επιτρέποντας πολύπλοκους ελιγμούς, ακριβή διατήρηση θέσης και την ικανότητα πλευρικής κίνησης του σκάφους.
- Δεν Χρειάζεται Πηδάλιο: Ο σχεδιασμός του VSP ενσωματώνει το σύστημα διεύθυνσης, την πρόωση και τη σταθεροποίηση σε μία ενιαία μονάδα, εξαλείφοντας την ανάγκη για ξεχωριστό πηδάλιο.
- Υψηλή Αξιοπιστία: Το σύστημα είναι στιβαρό και κατάλληλο για διάφορες περιβαλλοντικές συνθήκες, συμπεριλαμβανομένων περιοχών με συντρίμμια, και έχει χαμηλές απαιτήσεις συντήρησης.
- Άμεση Κατεύθυνση Ώσης: Τα πτερύγια μπορούν να αλλάξουν αμέσως τη γωνία τους, παρέχοντας γρήγορη απόκριση και εξαλείφοντας τις καθυστερήσεις που σχετίζονται με άλλα συστήματα πρόωσης.
- Χαμηλή Ακουστική Υπογραφή: Ο σχεδιασμός του VSP μπορεί να ελαχιστοποιήσει τον υποβρύχιο θόρυβο, καθιστώντας το κατάλληλο για εφαρμογές όπως τα ναρκαλιευτικά όπου η μυστικότητα είναι κρίσιμη.
- Ηλεκτροπρόωση: Οι σύγχρονες ηλεκτρικές εκδόσεις (eVSP) ενισχύουν την ενεργειακή απόδοση και την περιβαλλοντική βιωσιμότητα μετατρέποντας απευθείας την ηλεκτρική ενέργεια σε ώθηση, μειώνοντας τις μηχανικές απώλειες και τον θόρυβο.

Ο Ηλεκτρονικός Εξοπλισμός αποτελείται από σόναρ μεταβλητού βάθους AN/SQQ-32, το οποίο είναι προσδεδεμένο στο μπροστινό μέρος της γέφυρας, για την ανίχνευση και αναγνώριση ναρκών χρησιμοποιώντας πολλαπλή επεξεργασία ping. Δύο υπολογιστές AN/UYK-44 χρησιμοποιούνται επίσης για την ταξινόμηση και την ανίχνευση ναρκών. Ένα σύστημα αντιναρκικής σάρωσης AN/SLQ-53 σε μεγάλο βάθος. Το σύστημα εξουδετέρωσης ναρκών AN/SLQ-48 με δύο υποβρύχια συστήματα ROV, το οποίο είναι προσδεδεμένο στο πλοίο με ένα καλώδιο μήκους 1,07 χιλιομέτρων. Διαθέτει δύο τερματικά δεδομένων χειριστή AN/UYQ-31, τα οποία είναι πανομοιότυπα. Τέλος το ραντάρ επιφανείας είναι το AN/SPS-64(V)9.
Κλάση Hunt
Τα βρετανικά ναρκοθηρευτικά κλάσης Hunt είναι και αυτά κατασκευασμένα από GRP. Είναι σχεδίασης του γνωστού ναυπηγείου Vosper thornycroft με έδρα το Southampton που σήμερα ανήκει στον όμιλο της Bae Systems. Δεκατρία στο σύνολο πλοία κατασκευάστηκαν μεταξύ των ετών 1978-1988 από τα οποία, σήμερα, βρισκονται έξι σε υπηρεσία με το βρετανικό ναυτικό, ένα με το ελληνικό και δύο με το ναυτικό της Λιθουανίας. Το 2000 και 2001 δύο τα πρώην βρετανικά ναρκοθηρευτικά Μ62 Bicester και Μ63 Berkeley με είσοδο σε υπηρεσία το 1988 και 1986 αντίστοιχα μεταβιβάστηκαν στο ελληνικό πολεμικό ναυτικό και μετονομάστηκαν σε Ν/ΘΗ ΕΥΡΩΠΗ και Ν/ΘΗ ΚΑΛΛΙΣΤΩ, ως αποτέλεσμα της πρώτης παραγγελίας των ΤΠΚ τύπου S-Vita. Το Ν/ΘΗ ΚΑΛΛΙΣΤΩ είναι το μοναδικό χαμένο πλοίο της κλάσης λόγω της σύγκρουσης με ένα πλοίο μεταφοράς Κοντέινερ στις 27 Οκτωβρίου του 2020.

Τα πλοία είναι κατασκευασμένα από GRP για μείωση του μαγνητικού ίχνους του σκάφους και έχουν ολικό μήκος 60,3 μέτρα, πλάτος 10,4 μέτρα, βύθισμα 2,2 μέτρα και εκτοπίζουν 750 τόνους. Όλα τα σκάφη στη διάρκεια της ζωής τους αντιμετώπισαν πρόβλημα με τις κύριες μηχανές Napier Deltic 9-59K λόγω παλαιότητας γι αυτό και επιμέρους το κάθε ναυτικό προχώρησε σε αντικατάσταση των κύριων μηχανών. Έτσι το 2007 το βρετανικό ναυτικό τοποθέτησε τις x2 Caterpillar CAT C32 με απόδοση 1500 kW, μαζί με νέα κιβώτια ταχυτήτων, προωθητήρες πλώρης, έλικες και συστήματα ελέγχου. Ενώ το πολεμικό ναυτικό τοποθέτησε τις x2 MTU 8V396 74LK με απόδοση 805kW στις 1800 σ.α.λ. για κύρια πρόωση και για βοηθητική μια MTU 8V396 74LK με απόδοση 570kW στις 2000 σ.α.λ. καθώς και τρεις ηλεκτρομηχανές MTU 6R 183 ΤΕ52 με ισχύ 200kW. Το πλοίο επιτυγχάνει 14-15 κόμβους ανάλογα με τις μηχανές που έχει τοποθετημένες. Σε ελληνική υπηρεσία το πλήρωμα αποελείται από 41 αξιωματικούς, υπαξιωματικού και ναύτες ενώ το πλοίο διαθέτει ενδιαιτήσεις για συνολικά 50 άτομα.
Σε βρετανική υπηρεσία ο ηλεκτρονικός εξοπλισμός έχει αναβαθμιστεί με την τοποθέτηση νέου σόναρ Type 2193 και συστήματος επιχειρήσεων NAUTIS 3. Όπως επίσης, Συστήματα Εντοπισμού ναρκών: δύο υποβρύχια τηλεκατευθυνόμενα οχήματα PAP 104. Δύο υποβρύχια τηλεκατευθυνόμενα οχήματα PLUTOPLUS. Συστήματα Μηχανικής/Μαγνητικής/Ακουστικής Ναρκαλιείας. Ο οπλισμός αποτελείται από ένα πυροβόλο DS30B των 30 χιλιοστών στην πλώρη και x2 βαριά πολυβόλα των 0,50 χιλιοστών.
Κλάση Tripartite
Η κλάση Tripartite ξεκίνησε ως κοινή επιχειρησιακή απαίτηση των ναυτικών της Γαλλίας, του Βελγίου και της Ολλανδίας, και γι αυτό και ονομάστηκε Tripartite (Τριμερής). Η νέα αυτή κλάση ήταν η συνέχεια του γαλλικού ναρκοθηρευτικού κλάσης Circé. Και τα τρία έθνη θα κατασκεύαζαν τα δικά τους κύτη, ενώ κάθε χώρα ήταν υπεύθυνη για μια διαφορετική πτυχή των πλοίων. Η Γαλλία παρείχε τα ναρκοθηρευτικά και τα ηλεκτρονικά συστήματα, η Ολλανδία παρείχε τα κύρια συστήματα πρόωσης και το Βέλγιο παρείχε το σύστημα πρόωσης ναρκοθηρευτών καθώς και τα συστήματα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Κάθε χώρα σκόπευε να παραγγείλει 15 από τα πλοία, με την αρχική παραγγελία του Βελγίου να είναι 10 με δυνατότητα παραγγελίας 5 ακόμη. Ωστόσο, η Γαλλία μείωσε την αρχική της παραγγελία σε δέκα για δημοσιονομικούς λόγους. Στη Γαλλία η κλάση ονομάστηκε κλάση Eridan, στο Βέλγιο κλάση Aster και στην Ολλανδία κλάση Alkmaar. Οι βασικές διαστάσεις του πλοίου είναι: ολικό μήκος 51,6 μέτρα, μήκος μεταξύ κάθετων σταθερών 47,1 μέτρα, πλάτος 8,9 μέτρα και αρχικό βύθισμα 2,45 μέτρα. Τα πλοία ανάλογα με την κλάση και την μετέπειτα αναβάθμιση που έλαβαν έχουν εκτόπισμα από 574- 660 τόνους.

Το κύριο σύστημα πρόωσης για την κλάση είναι ένας πετρελαιοκινητήρας Werkspoor RUB 215 V12, που κινεί μια προπέλα ελεγχόμενου βήματος. Αυτός ο κινητήρας χρησιμοποιείται για πλεύση και ναρκοπέδιο σε ταχύτητες 8-15 κόμβων. Για ταχύτητες κάτω των 8 κόμβων, χρησιμοποιούνται τρεις εναλλάκτες Astazou IV B, ο καθένας από τους οποίους παρέχει 250 kW. Αυτοί κινούν δύο ηλεκτρικούς κινητήρες πηδαλίου, οι οποίοι με τη σειρά τους ελέγχουν τα ενεργά πηδάλια. Τα ενεργά πηδάλια είναι δύο πηδάλια με προπέλες κρεμασμένες από κάτω σε σήραγγες. Ένα συμπληρωματικό σύστημα πρόωσης πλώρης αποτελείται από δύο ηλεκτρικούς κινητήρες, ο καθένας από τους οποίους κινεί μια προπέλα σε κάθε πλευρά της πλώρης.
Ηλεκτρονικός εξοπλισμός
Στη γαλλική έκδοση τα ναρκοθηρευτικά ήταν εξοπλισμένα με σόναρ DUBM 21B που μπορούσε να ανιχνεύσει και να ταξινομήσει νάρκες εδάφους και αγκυροβολημένες σε απόσταση 80 μέτρων. Το σόναρ ανασυρόταν κατά τη διάρκεια των κανονικών λειτουργιών. Το σκάφος ήταν επίσης εξοπλισμένο με ραντάρ Racal Decca 1229. Τα σκάφη μετέφεραν δύο τηλεχειριζόμενα υποβρύχια οχήματα (ROV) ECA PAP 104. Το 2001, τα ναρκοθηρευτικά εκσυγχρονίστηκαν και το σόναρ αντικαταστάθηκε με το τύπου TUS 2022 Mk III, το ραντάρ με το τύπου Bridgemaster E250 και ένα σύστημα δεδομένων μάχης TSM 2061 και ένα ROV Bofors Double Eagle Mk2. Στη Βέλγικη έκδοση τα πλοία πέρασαν από εκτεταμένο πρόγραμμα αναβίθμισης μεταξύ του 2004-2008 αλλάζοντας τον εξοπλισμό ανθυποβρυχιακού πολέμου και τοποθετώντας το σόναρ TUS 2022 Mk III. Στην Ολλανδική έκδοση τα πλοία αναβαθμίστηκαν με βελτιωμένα ηλεκτρονικά, συμπεριλαμβανομένου του συστήματος δεδομένων μάχης Atlas Elektronik INCMS, του σόναρ Thales 2022 Mk III τοποθετημένου στο κύτος, του συστήματος αναγνώρισης και απόρριψης ναρκών Atlas Seafox και ενός ROV Double Eagle Mk III Mod 1, ενώ παράλληλα αφαιρέθηκε το κύριο πυροβόλο των 20 χιλιοστών που φέρουν όλα τα πλοία Tripartite.
Κλάση Avenger
Τα ναρκοθηρευτικά κλάσης MCM-1 Avenger αντικατέστησαν σε αμερικάνικη υπηρεσία τα MHC-51 Osprey και είναι ικανά να εντοπίζουν, να ταξινομούν και να καταστρέφουν αγκυροβολημένες νάρκες και νάρκες βυθού. Τα τελευταία τρία πλοία MCM αγοράστηκαν το 1990, ανεβάζοντας το σύνολο σε 14 πλήρως αναπτυσσόμενα, ωκεανόπλοια πλοία κλάσης Avenger. Αυτά τα πλοία χρησιμοποιούν συστήματα σόναρ και βίντεο, κόφτες καλωδίων και μια συσκευή πυροδότησης ναρκών που μπορεί να απελευθερωθεί και να πυροδοτηθεί με τηλεχειριστήριο. Είναι επίσης ικανά για συμβατικές επιχειρήσεις ναρκοθηρίας. Το κύτος τους είναι από ξύλο καλυμένο από GRP. Τα πλοία παραδόθηκαν στο US Navy μεταξύ των ετών 1987 και 1994 και η κλάση βρίσκεται σε περίοδο απόσυρσης. Η κύρια διαφορά, σε σύγκριση με τα Osprey αλλά και τις υπόλοιπες κλάσεις που αναλύσαμε παραπάνω, είναι ότι τα Avenger είναι μεγαλύτερα πλοία και θεωρούνται ωκεάνια. Σύμφωνα με τον σχεδιασμό τα τελευταία πλοία της κλάσης πρόκειται να αποσυρθούν το 2027.

Οι κύριες διαστάσεις του πλοίου είναι ολικό μήκος 68,275 μέτρα, μήκος μεταξύ κάθετων σταθερών 62,64 μέτρα, πλάτος 11,9 μέτρα, πλάτος στην ίσαλο 10,24 μέτρα, βύθισμα 3,5 μέτρα και εκτόπισμα 1300 τόνους. Τα πλοία κλάσης Avenger είναι εξοπλισμένα με τέσσερις πετρελαιοκινητήρες Waukesha-Pearce (MCM 1 και 2) και πετρελαιοκινητήρες Isotta-Fraschini ID 6V-AM (MCM 3 έως 14), οι οποίοι έχουν σχεδιαστεί για να έχουν πολύ χαμηλές μαγνητικές και ακουστικές υπογραφές. Κάθε κινητήρας αναπτύσσει 450 kW, με συνδυασμένη ισχύ 1.800 kW), παρέχοντας ταχύτητα πλεύσης 14 κόμβων με δύο προπέλες ελεγχόμενου βήματος. Για τη διατήρηση της θέσης, το πλοίο χρησιμοποιεί δύο ηλεκτροκινητήρες Hansome ονομαστικής ισχύος 294 kW. Η ικανότητα ακριβών ελιγμών παρέχεται από έναν υδροτζέτ ποωθητήρα Omnithruster των 257 kW.
Ηλεκτρονικά
Τα πλοία χρησιμοποιούν το προηγμένο σόναρ ναρκοθηρίας και ταξινόμησης AN/SQQ-32 από την Raytheon και την Thales Underwater Systems. Το σύστημα διαθέτει δύο σόναρ τοποθετημένα σε ένα μικρό υποβρύχιο σύστημα που ρυμουλκείται κάτω από το πλοίο. Όταν δεν αναπτύσσεται, το υποβρύχιο στεγάζεται σε έναν χώρο κάτω από το κατάστρωμα του πλοίου. Τα σόναρ είναι ένα σόναρ αναζήτησης και ανίχνευσης της Raytheon και ένα σόναρ υψηλής ανάλυσης, υψηλής συχνότητας, ταξινόμησης στόχων της Thales. Το σύστημα διαχείρισης/αποστολής είναι το SYQ-15.
Τα πλοία χρησιμοποιούν το τηλεχειριζόμενο σύστημα εξουδετέρωσης ναρκών AN/SLQ-48 που παρέχεται από την Alliant Techsystems (ATK) και το τηλεχειριζόμενο σύστημα εξουδετέρωσης ναρκών EX116 Mod 0 με όχημα (ROV) που παρέχεται από την ATK και την Raytheon. Το AN/SLQ-48 ανιχνεύει, εντοπίζει, ταξινομεί και εξουδετερώνει αγκυροβολημένες νάρκες και νάρκες που βρίσκονται στον πυθμένα. Το όχημα χρησιμοποιεί σόναρ υψηλής συχνότητας και υψηλής ανάλυσης, τηλεόραση χαμηλού φωτισμού (LLLTV), κόφτες καλωδίων και εκρηκτικά για την ανίχνευση και εξουδετέρωση ναρκών, ενώ παραμένει δεμένο στο σκάφος με καλώδιο 1.070 μέτρων και υπό τον έλεγχο του σκάφους. Το ROV της ATK/Raytheon είναι ένα παρόμοιο σύστημα, αλλά διαθέτει καλώδιο πρόσδεσης 1.500 μέτρων και φέρει επίσης κόφτες καλωδίων για την αντιμετώπιση δεμένων ή αγκυροβολημένων ναρκών και εκρηκτικά για την πυροδότηση των ναρκών. Η κλάση Avenger χρησιμοποιεί το ραντάρ επιφανείας ανίχνευσης και πλοήγησης AN/SPS-55 που παρέχεται από την Cardion.
Αντί επιλόγου
Η διοίκηση ναρκοπολέμου έχει απομείνει με μόλις δύο πλοία τα οποία και δεν έχουν υποστεί καμία αναβάθμιση εξοπλισμού από τότε που μπήκαν σε ελληνική υπηρεσία. Αν και τα προσφερόμενα πλοία που βγαίνουν εκτός υπηρεσίας αλλά και αυτά που πρόκειται να βγουν έως το 2030, όπως είναι τα βρετανικά Hunt και πιστεύουμε και τα γαλλικά Tripartite είναι και αυτά μεγάλης ηλικίας που θα προσεγγίζουν τα 50 έτη υπηρεσίας. Παρ’ όλ’ αυτά είναι πλοία με αναβαθμισμένο εξοπλισμό και έχουν το πλεονέκτημα του υλικού κατασκευής τους το οποίο δεν αντιμετοπίζει τα ίδια προβλήματα παλαίωσης, καταπόνησης και τρωτότητας από το θαλάσσιο περιβάλλον, εάν και εφόσον έχει γίνει σωστή συντήρηση. Επομένως αναμένουμε μέσα στην επόμενη πενταετία αρκετά μεγάλος αριθμός ναρκοθηρευτικών προηγούμενης γενιάς να διατείθεται για μια δεύτερη επιχειρησιακή ζωή. Η Ελλάδα λόγω της γεωγραφικής της θέσης και δομής χρειάζεται έναν στόλο από ναρκοθηρευτικά που θα κρατήσουν ανοικτές τις διόδους πρόσβασης στο ανατολικό Αιγαίο αν αυτό απαιτηθεί. Η νέα τάση στα ναρκοθυρευτικά όπως είπαμε και στην αρχή του κειμένου, είναι τα MOSHIPS με μεγάλο αριθμό ντρόουν. Όμως η οικονομική κατάσταση και οι μεγάλες ανάγκες σε όλους τους κλάδους των ΕΕΔ δεν αφήνουν περιθώριο ώστε να αποκτείσουμε νέας γενιάς ναρκοθηρευτικά. Επομένως τα μεταχειρισμένα πλοία είναι μονόδρομος και ελπίζουμε να μην αφήσει η ηγεσία την ευκαιρία να περάσει ανεκμετάλευτη. Και να υπενθυμίσουμε ότι το παράθυρο έχει ανοίξει και θα κλείσει γύρω στο 2030.