Στην προσπάθεια της να αποκτήσει ηγεμονικό ρόλο στην Μεσόγειο, η Τουρκία αξιοποιεί ένα δυνατό γεωπολιτικό της χαρτί, την συμμαχία της με το Πακιστάν. Οι δύο χώρες πραγματοποίησαν ναυτική άσκηση εντός της ελληνικής ΑΟΖ, γύρω από το Καστελόριζο. Προηγουμένως ένα πακιστανικό πολεμικό αεροσκάφος Ρ-3 συμμετείχε, από κοινού με τα τουρκικά, σε παραβιάσεις του ελληνικού εναερίου χώρου.
Γράφει ο ΛΥΚΟΚΑΠΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ για το SL PRESS
Η συγκεκριμένη εξέλιξη οφείλει να προβληματίσει ιδιαίτερα την ελληνική κυβέρνηση. Η Άγκυρα βρίσκει σύμμαχο στις επεκτατικές της βλέψεις στην Μεσόγειο, το Ισλαμαμπάντ. Μπορεί να υστερεί σε σχέση με τον προαιώνιο εχθρό του την Ινδία, όμως το Πακιστάν αποτελεί μία ισχυρή στρατιωτική δύναμη. Είναι η μεγαλύτερη ισλαμική χώρα στον κόσμο, μαζί με την Ινδονησία.
Ουσιαστικά έχουμε μία συμμαχία, ένα είδος «Άξονα», μεταξύ μιας αναθεωρητικής δύναμης και ενός ισλαμικού κράτους που κατέχει πυρηνικά όπλα. Πολλάκις ο Ερντογάν, ακόμα και από το βήμα του ΟΗΕ, έχει εκφράσει τις φιλοδοξίες του για την απόκτηση πυρηνικών όπλων. Το εφιαλτικό ενδεχόμενο μιας συνεργασίας Τουρκίας-Πακιστάν στην παραγωγή πυρηνικών όπλων προκαλεί ήδη ανησυχίες στο Ισραήλ, αν και για την ώρα αυτές περιορίζονται στο παρασκήνιο.
Εκ πρώτης όψεως η συμμαχία Τουρκίας-Πακιστάν δεν είναι κάτι καινούργιο. Ως γνωστόν, το Πακιστάν είχε υποστηρίξει την τουρκική εισβολή στην Κύπρο, ενώ μέχρι και σήμερα έχει ισχυρή οικονομική παρουσία στα Κατεχόμενα. Όμως για πρώτη φορά βλέπουμε μία στρατιωτική συμπαιγνία του Πακιστάν με τις υπόλοιπες επεκτατικές βλέψεις της Άγκυρας, ένα γεωπολιτικό δεδομένο που δεν πρέπει να υποτιμηθεί.
Το «ισλαμικό ΝΑΤΟ» του Πακιστάν
Το Πακιστάν υπήρξε το πρώτο κράτος που συγκροτήθηκε σε καθαρά θρησκευτική βάση. Ιδρύθηκε το 1947, από τον ηγέτη των μουσουλμάνων της Ινδίας, τον Μουχάμεντ Αλί Τζινά. Πάντοτε το Ισλάμ κατείχε περίοπτη θέση στην χώρα, ειδικά στις τάξεις των ενόπλων δυνάμεων. Ο πακιστανικός στρατός ουδέποτε «γοητεύτηκε» από τις εκκοσμικευμένες θεωρίες του σοσιαλισμού και του εθνικισμού, όπως Άραβες αξιωματικοί που ανήλθαν στην εξουσία.
Μόλις ένιωσε να απειλείται από τους δημοκρατικούς πειραματισμούς του Ζουλφικάρ Μπούτο, τον ανέτρεψε με το πραξικόπημα του 1979 και τον απαγχόνισε. Από τα χρόνια της χούντας του στρατηγού Ζία ουλ Χακ, συγκροτήθηκε ένα πανίσχυρο κατεστημένο που εξουσιάζει την χώρα μέχρι και σήμερα. Αποτελείται από τον στρατό, τις ισλαμικές φονταμενταλιστικές οργανώσεις και τις διαβόητες μυστικές υπηρεσίες της χώρας.
Ήταν αυτό το κατεστημένο που προώθησε μέσα από τζαμιά, μεντρεσέδες και φιλανθρωπικές οργανώσεις «βιτρίνα», τις ακραίες διδαχές του σουνιτικού Ισλάμ τόσο στο Πακιστάν, όσο και στις οργανώσεις των μουτζαχεντίν στο Αφγανιστάν. Φιλοδοξία του Πακιστανού δικτάτορα ήταν να συγκροτηθεί ένα είδος «ισλαμικού ΝΑΤΟ» στην Κεντρική Ασία, με μπροστάρη το Πακιστάν! Ένα ισλαμικό ΝΑΤΟ που θα στρέφονταν κατά της ΕΣΣΔ και της Ινδίας, η οποία είχε τότε προνομιακές σχέσεις με την Μόσχα. Η Δύση είχε τότε προτιμήσει να «κλείσει τα μάτια», έχοντας την λογική της ανάσχεσης της Σοβιετικής Ένωσης.
Το Πακιστάν μιμείται ο Ερντογάν
Το ιστορικό παράδειγμα του Πακιστάν, ενός κράτους που θεμελιώθηκε στη βάση του Ισλάμ, είναι λογικό να «συγκινεί» τον πρόεδρο Ερντογάν, ο οποίος φιλοδοξεί να παίξει τον ρόλο του προστάτη των απανταχού μουσουλμάνων. Επομένως, με δεδομένες τις νεοοθωμανικές φιλοδοξίες του και τις διασυνδέσεις του με την Μουσουλμανική Αδελφότητα, η συμμαχία Τουρκίας-Πακιστάν έχει και μία ευρύτερη ιδεολογική διάσταση.
Ο πρώην σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας της κυβέρνησης Τραμπ Χέρμπερτ Μακ Μάστερ, σε ανύποπτο χρόνο, είχε αναφέρει πως η Τουρκία «προωθεί το ακραίο Ισλάμ όπως η Σαουδική Αραβία και το Πακιστάν παλαιότερα». Ήταν αυτό ακριβώς που είχε αποπειραθεί να κάνει στην Συρία ο Ερντογάν. Το «διπλό παιχνίδι» της Τουρκίας με το ISIS, είχε πολλά κοινά σημεία με το «διπλό παιχνίδι» που για χρόνια παίζει το Πακιστάν με τους Ταλιμπάν, ακόμα και με την Αλ Κάιντα του Οσάμα Μπιν Λάντεν.
Το Πακιστάν μπορεί πάντα να υπολογίζει στους Ταλιμπάν, που παραμένουν «κράτος εν κράτη» στο Αφγανιστάν, τους οποίους ουδέποτε έπαψε να στηρίζει. Ο Ερντογάν δεν μπορεί να υπολογίζει στους Σύριους τζιχαντιστές, οι οποίοι είναι εγκλωβισμένοι στην Ιντλίμπ. Παρόλα αυτά είχε και ο ίδιος κάποια κέρδη. Έχει στρατιωτική παρουσία στο 20% της συριακής επικράτειας, ενώ απέφυγε την σύγκρουση με την Ρωσία και το Ιράν, τους συμμάχους του καθεστώτος Άσαντ.
Επομένως, έχουμε τα παραδείγματα δύο χωρών που για να εξασφαλίσουν γεωπολιτικά κέρδη, δημιούργησαν ένα επικίνδυνο «τρομοκρατικό σύμπλεγμα», στην λογική «ο εχθρός του εχθρού μου είναι φίλος μου». Το Ισλαμαμπάντ δημιούργησε στρατιές φανατικών ισλαμιστών, για να τους έχει εμπροσθοφυλακή έναντι της Ινδίας, η δε Άγκυρα ενίσχυσε το ISIS, ελπίζοντας ότι θα συνέτριβε το κουρδικό κίνημα.
Μάλιστα, το Πακιστάν βρέθηκε ένα βήμα πριν την ολοκληρωτική ρήξη με την κυβέρνηση Τραμπ, ο οποίος το κατηγόρησε ευθέως για «υποστήριξη της τρομοκρατίας». Βέβαια ο Αμερικανός πρόεδρος στην πορεία ανασκεύασε και επιβεβαίωσε την ιστορική συμμαχία ΗΠΑ-Πακιστάν. Επομένως ο Τραμπ που δεν συγκρούστηκε με το Πακιστάν-τον πραγματικό ηθικό αυτουργό για δεκάδες αιματηρές επιθέσεις εις βάρος Αμερικανών στρατιωτών στο Αφγανιστάν-θα υπερασπιστεί τα ελληνικά συμφέροντα σε Αιγαίο και Μεσόγειο;
Και αν ακόμα ψάχνουμε την απάντηση, αρκεί να επισημάνουμε πως οι Πακιστανοί αξιωματούχοι εμφανίζονται να μην ανησυχούν για το ενδεχόμενο η χώρα τους να εμπλακεί σε ένα πολεμικό επεισόδιο στην Μεσόγειο. Προφανώς έχουν διαβεβαιώσεις από την Τουρκία πως θα «καθαρίσει» αυτή. Όπως φαίνεται η αντιπαράθεση Πακιστάν-Ινδίας για την διαφιλονικούμενη περιοχή του Κασμίρ, έχει φέρει το Ισλαμαμπάντ στα όρια του. Το ερώτημα είναι τι είδους ανταλλάγματα προσδοκά το Πακιστάν μέσω της στρατιωτικής συμμαχίας που συγκροτεί με την Τουρκία.