Από το 1974 και για χρονικό διάστημα 35 ετών περίπου, η Πολεμική Αεροπορία και σε μικρότερο ίσως βαθμό οι δύο άλλοι Κλάδοι των ενόπλων δυνάμεων, υπήρξαν οι αποδέκτες των συνεπειών μίας πραγματικά αλλοπρόσαλλης εξοπλιστικής πολιτικής η οποία καταδικάστηκε επανηλλειμένα στο παρελθόν και όχι μόνο από τα εξειδικευμένα αμυντικά περιοδικά… Επειδή όμως τα τελευταία 30 έτη χάριν ατιμωρησίας δεν «ίδρωσε κανένα αυτί», η «πολιτική» αυτή ουδέποτε εγκαταλείφθηκε. Αρχικός στόχος από την περίοδο που ιδρύθηκε και άρχισε να λειτουργεί η ΕΑΒ ήταν η ανάδειξή της σε σημαντικό κατασκευαστικό πρωτευόντος και δευτερευόντος σε εξειδικευμένο επισκευαστικό κέντρο των Βαλκανίων. Στο ίδιο πλαίσιο κινήθηκαν και οι σχετικές με το μέλλον των άλλων δύο μεγάλων κρατικών εταιρειών (ΕΒΟ-ΠΥΡΚΑΛ και ΕΛΒΟ) εξαγγελίες, αλλά και των ναυπηγείων Σκαραμαγκά και Ελευσίνας που επίσης θα αναλάμβαναν κατασκευαστικό έργο για τις ένοπλες δυνάμεις και για λογαριασμό Δημόσιων Οργανισμών. Κάποιες από αυτές τις εξαγγελίες υλοποιήθηκαν αλλά στο χώρο της αεροπορικής βιομηχανίας αυτά που έγινα ήταν πραγματικά πολύ λίγα. Οι προσδοκίες περί μεταφοράς τεχνογνωσίας στη χώρα μας αλλά και ανάληψης υποκατασκευαστικού έργου που θα δημιουργούσε αυτόματα χιλιάδες θέσεις εργασίας… έμειναν προσδοκίες. Η άμυνα δεν αποτέλεσε κατά συνέπεια ποτέ μοχλό ανάπτυξης, αν και κάλλιστα θα μπορούσε να έχει και αυτή τη λειτουργία. Από τη θεωρία της αυτονομίας και της ανάπτυξης της ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας, περάσαμε σταδιακά στην πραγματικότητα των εξοπλιστικών επιλογών με βάση «πολιτικά» κριτήρια και άλλες «πατέντες» με ότι αυτά συνεπάγονται σήμερα… Κάποιες από αυτές τις «πολιτικού χαρακτήρα» επιλογές μπορεί να λειτούργησαν θετικά. Στην πλειοψηφία των περιπτώσεων όμως αποδείχθηκαν άστοχες και ζημιογόνες τόσο για την άμυνα της χώρας, όσο και για τη βιομηχανία της που τελικά ποτέ δεν αυτονομήθηκε έστω και σε μικρό βαθμό, και σήμερα αποτελεί άλλο ένα θύμα της οικονομικής κρίσης.
Αυτό που θέλουμε να καταδείξουμε μέσα από αυτή την εισαγωγή είναι το ότι φυσικά τα λάθη των παρελθόντων ετών δεν πρέπει να επαναληφθούν. Η ιστορία του σύγχρονου ελληνικού Κράτους βέβαια έχει αποδείξει κατ΄ επανάληψη ότι δεν μαθαίνουμε από τα παθήματά μας. Αυτό οπωσδήποτε είναι ένα άλλο μεγάλο θέμα που δεν πρέπει βέβαια να αναλύσουμε εδώ. Αυτό που μπορούμε και οφείλουμε να κάνουμε όμως, είναι να εξετάσουμε με στοιχεία το πώς θα συνεχίσουν να υπάρχουν ένοπλες δυνάμεις και με ποιους τρόπους θα συνεχίσουν να είναι αξιόμαχες.
Το ζήτημα της αστυνόμευσης του ελληνικού εναέριου χώρου και του FIR Αθηνών
Πρόκειται για θέμα για το οποίο έχει χυθεί πολύ μελάνι και –δυστυχώς- και αίμα τις τελευταίες δεκαετίες. Από καθαρά επιχειρησιακής πλευράς πιστεύουμε ότι αντιμετωπίστηκε αποτελεσματικά ως πρόβλημα από την Πολεμική Αεροπορία και κατά τον πλέον οικονομικό τρόπο. Ξεκαθαρίζουμε ότι δεν εξετάζουμε και δεν αναφερόμαστε στην πολιτική των ελληνικών κυβερνήσεων έναντι της τουρκικής προκλητικότητας στο Αιγαίο… Άλλο το ένα πράγμα, άλλο το άλλο.
Παίρνοντας τα πράγματα από την αρχή λοιπόν με πρώτο και σημαντικότερο οργανωτικό όπλο το ΕΚΑΕ, η Πολεμική Αεροπορία βρέθηκε από τη δεκαετία του ’70 όπου χρειάστηκε και όταν χρειάστηκε, απέναντι στους τουρκικούς σχηματισμούς, έχοντας μάλιστα σχεδόν πάντα το τακτικό πλεονέκτημα. Επιχειρώντας κυρίως με μονοκινητήρια μαχητικά (F-104G, Mirage F 1CG, Mirage 2000 και F-16C) και λιγότερο με δικινητήρια (F-5A, F-4E), αξιοποίησε και αξιοποιεί κύρια αεροδρόμια στην ηπειρωτική Ελλάδα και αρκετά βοηθητικού χαρακτήρα στα νησιά του Αιγαίου για να καλύψει καθημερινά τις επιχειρησιακές της ανάγκες έναντι της ΤΗΚ. Και εδώ είναι που ερχόμαστε σε έναν δεύτερο σημαντικό διαχωρισμό. Άλλο αστυνόμευση, άλλο αεροπορική κυριαρχία και άλλο αεροπορική υπεροχή. Από το 1974 και μετά η Πολεμική Αεροπορία κάνει τα δύο πρώτα στους ουρανούς του Αιγαίου. Αστυνομεύει και διατηρεί αεροπορική κυριαρχία. Τι εννοούμε με τον όρο αυτό; Ότι παρακολουθεί αδιάκοπα τις κινήσεις της ΤΗΚ, είναι παρούσα σε κάθε ενέργειά της εντός του ελληνικού εναέριου χώρου και των ορίων του FIR Αθηνών και αντιμετωπίζει χωρίς καθυστέρηση κάθε παράνομη ενέργεια από τα τουρκικά αεροσκάφη. Η αεροπορική υπεροχή είναι άλλο πράγμα και μάλλον σχετικό αν θέλουμε να μιλήσουμε για το χώρο του Αιγαίου. Που είναι μία κλειστή θάλασσα με πολλά νησιά που διαμορφώνουν ένα ιδιόμορφο επιχειρησιακό περιβάλλον. Εάν σε αυτό το τελευταίο προσθέσουμε και τον παράγοντα που ονομάζεται Κόστος Κύκλου Ζωής μαχητικών αεροπλάνων, τότε αυτόματα προκύπτει το εξής δεδομένο: Είναι οικονομικά ασύμφορο και επιχειρησιακά άκρως φθοροποιό, το να χρησιμοποιούνται πανάκριβα μαχητικά αεροπλάνα (κόστος αγοράς και κόστος χρήσης) για αυτό που γίνεται καθημερινά στο Αιγαίο. Για σκοπούς αστυνόμευσης και αεροπορικής κυριαρχίας δηλαδή. Επομένως η λογική επιλογή για την κάλυψη της συγκεκριμένης ανάγκης είναι ένα μονοκινητήριο μαχητικό χαμηλού κόστους, αλλά κατάλληλα εξοπλισμένου και οπλισμένου για την αντιμετώπιση μίας σειράς καθημερινών προκλητικών ενεργειών που ανά πάσα στιγμή μπορεί όμως να εξελιχθούν σε πραγματική επίθεση. Σε αυτό που ονομάζουμε «πρώτο πλήγμα» με άλλα λόγια.
Σε περίπτωση που φτάσουμε στην εκδήλωση της απόπειρας του «πρώτου πλήγματος», ήτοι σε διεξαγωγή κανονικών αεροπορικών επιχειρήσεων, επειδή στον άξονα Ανατολή-Δύση ο χώρος του Αιγαίου ιδίως στο κεντρικό και βόρειο τμήμα του είναι περιορισμένος, ο χρόνος που έχει στη διάθεσή της η Πολεμική Αεροπορία για να αντιδράσει, είναι επίσης εξαιρετικά περιορισμένος. Αυτό που έχει καθοριστικό ρόλο επομένως στην επικράτηση έναντι του αντιπάλου, είναι η ικανότητα ταχείας αναγνώρισης-ταυτοποίησης του και το «σπάσιμο» των σχηματισμών του (πακέτα COMAO συνήθως) πριν προσεγγίσουν τις ακτές της ηπειρωτικής χώρας. Σε αυτή τη φάση ο αριθμός των εμπλεκόμενων μαχητικών δεν έχει οπωσδήποτε τη σημασία που έχει ο ασφαλής διαχωρισμός του ποιος είναι ποιος (φίλος ή εχθρός) και ο άμεσος καθορισμός προτεραιοτήτων σε ότι αφορά τη στοχοποίηση και τη βολή όπλων αέρος-αέρος, υπό την ύπαρξη ηλεκτρονικών παρεμβολών κατά πάσα πιθανότητα. Εδώ επομένως από την πλευρά του αμυνόμενου δεν χρειάζονται πολλά μαχητικά. Χρειάζονται μαχητικά που θα μπορούν με τη μέγιστη δυνατή αυτονομία να κάνουν όσα προαναφέραμε, με δυνατότητα αντίστασης στις ηλεκτρονικές παρεμβολές. Και από την πλευρά του επιτιθέμενου όμως δεν μπορεί να αξιοποιηθεί μεγάλος αριθμός μαχητικών, καθώς υπάρχει ο κίνδυνος «κορεσμού» συγκεκριμένων τμημάτων του εναέριου χώρου με τον κίνδυνο να σημειωθούν καταρρίψεις φίλιων σχηματισμών ή μεμονωμένων αεροσκαφών (blue on blue).
Αυτό που θέλουμε να επισημάνουμε είναι ότι ένας μικρός αριθμός ελληνικών μαχητικών που θα διεισδύσουν ανάμεσα στους τουρκικούς σχηματισμούς και τα πακέτα COMAO, μπορεί να προκαλέσει πραγματικά πολύ μεγάλη σύγχυση και καταστροφή… Και αυτό δεν είναι κάτι που έχουμε βγάλει από το μυαλό μας. Έχει συμβεί και στο Αιγαίο και σε νατοϊκές ασκήσεις ανά την Ευρώπη, αλλά και στην αμερικανική Red Flag το 2008! Είναι ζωτικής σημασίας επομένως το ότι θα είναι πολύ δύσκολες μαζικού χαρακτήρα επιθέσεις, μέσα από εκμετάλλευση του μεγαλύτερου αριθμού των τουρκικών μαχητικών.
Το συγκεκριμένο πρόβλημα εκτιμάται ότι σε πολύ μεγάλο βαθμό θα αντιμετωπιστεί από την ΤΗΚ μέσω της ευρείας υιοθέτησης συστημάτων Link-16 που φέρουν τα περισσότερα από τα εκσυγχρονισμένα F-16 που εντάσσει σε υπηρεσία, αλλά και πάλι υπενθυμίζουμε ότι οι χρόνοι και ο χώρος αντίδρασης και τροποποίησης της επιθετικής πρωτοβουλίας είναι εξαιρετικά περιορισμένα…
Συμπερασματικά, υπό πραγματικές συνθήκες οι εμπλοκές θα έχουν τελείως διαφορετική μορφή από αυτές που λαμβάνουν χώρα καθημερινά στο Αιγαίο. Αυτός που θα εντοπίζει πρώτος το στόχο μέσω ραντάρ ή ηλεκτροοπτικού συστήματος, ή μέσω Data Link, θα αναγνωρίζει και θα ταυτοποιεί πρώτος και θα παίρνει έγκαιρα την κατάλληλη θέση (ύψος-ταχύτητα) για τη βολή BVR βλήματος. Δεν θα διακινδυνεύει να πάρει οπτική επαφή και μετά να εμπλακεί. Και εδώ είναι που κομμάτια του εξοπλισμού αποστολής των αντίπαλων μαχητικών θα διαδραματίσουν τον καθοριστικό ρόλο… Συστήματα ραντάρ, Η/Π, αντιμέτρων, παρεμβολής και μετάδοσης δεδομένων, καθώς και παθητικά (ηλεκτροοπτικά) συστήματα εντοπισμού και εγκλωβισμού, σε συνδυασμό φυσικά με το ηλεκτρομαγνητικό (RCS) και υπέρυθρο (IR) ίχνος του αεροσκάφους-φορέα, είναι οι παράγοντες που θα κάνουν τη διαφορά μεταξύ ζωής και θανάτου. Σε όλα αυτά δε προστίθεται –ήδη υπάρχει και πάντα συνυπολογίζεται σε όλες τις σύγχρονες Αεροπορικές δυνάμεις εδώ και δεκαετίες- και ο παράγοντας που ονομάζεται Κόστος Κύκλου Ζωής γιατί είναι αυτός που καθορίζει μία άλλη εξίσου ζωτική επιχειρησιακή παράμετρο. Την διαθεσιμότητα των μαχητικών σε καθημερινή βάση!
Συνοψίζοντας επομένως, η Πολεμική Αεροπορία θα χρειαστεί τρία βασικά πράγματα στο άμεσο μέλλον για να συνεχίσει να βρίσκεται «μπροστά» από την τουρκική απειλή, οποιαδήποτε μορφή και αν αυτή πάρει:
α). Τη διατήρηση σε υπηρεσία το πολύ δύο τύπων μαχητικών.
β). Η ελληνική Πολεμική Αεροπορία και κατ’ επέκταση η ελληνική άμυνα, δεν έχουν την «πολυτέλεια» να λειτουργήσουν αποτελεσματικά στο μέλλον με στόλο μικρότερο των 200 μαχητικών. Με δεδομένη διαθεσιμότητα 75% (150 μονάδες μόνιμα διαθέσιμες), οποιοδήποτε νούμερο κάτω από τα 200 μαχητικά (10 ετοιμοπόλεμες πολεμικές Μοίρες), καθιστά την ελληνική αμυντική μηχανή αναποτελεσματική…
γ). Εξοπλισμός του συνόλου των μαχητικών με όλα τα προαναφερόμενα συστήματα και έμφαση το χαμηλό ΚΚΖ.
Τα διδάγματα του παρελθόντος…
Τόσο απλά είναι τα πράγματα. Ανεξάρτητα από το εάν η Τουρκία τελικά κατορθώσει να υλοποιήσει ή όχι το πρόγραμμα προμήθειας 100 μαχητικών 5ης γενιάς F-35, η Ελλάδα θα πρέπει, έστω και με καθυστέρηση δεκαετιών, να χαράξει το δικό της δρόμο μέσα από τις δικές της βιομηχανικές και επιχειρησιακές επιλογές. Τι εννοούμε… Στο μέλλον είναι βέβαιο ότι δεν μπορεί και δεν πρέπει να ακολουθεί ή να προσπαθεί να ακολουθεί ασθμαίνοντας. Είναι πασιφανές ότι στο καθαρά επιχειρησιακό κομμάτι επιβάλλεται να αντιπαραθέσει σαφώς διαφοροποιημένο οπλοστάσιο, όπως και ιπτάμενα μέσα. Ακριβώς όπως είχε πράξει στη δεκαετία του ’70 με τα εξειδικευμένα A-7H Corsair II και Mirage F 1CG. Θυμηθείτε ότι την ίδια περίοδο η ΤΗΚ απέκτησε σταδιακά μεγαλύτερο αριθμό μαχητικών F-4E Phantom II, μία πλατφόρμα που θεωρητικά έκανε όλες τις «δουλειές». Στην πράξη αποδείχθηκε ότι το θηριώδες «ναυτικό» μαχητικό δεν μπορούσε να ανταποκριθεί σε air to air και air to ground αποστολές με την ίδια αποτελεσματικότητα με τους δύο ελληνικούς τύπους που προαναφέρθηκαν. Δεν είχε ούτε την ακτίνα, ούτε την ακρίβεια βολής του A-7 με συμβατικά και κατευθυνόμενα όπλα. Στο Βιετνάμ δε είχε διαπιστωθεί ότι ήταν και μακράν πιο ευάλωτο στην εχθρική αεράμυνα. Σε ρόλο αναχαίτισης επίσης υστερούσε σε σχέση με το Mirage F 1CG, λόγω των διαστάσεων του (οι Έλληνες χειριστές το αποκαλούσαν «οροφοδιαμέρισμα») και του θερμικού ίχνους που δημιουργούν οι δύο J79 που «φορά». Πολλοί ιπτάμενοι που ήρθαν αντιμέτωποι με τα τουρκικά Phantom στις δεκαετίες του ’70 και του ’80, πάνω από το Αιγαίο πετώντας το γαλλικό μαχητικό, μας είπαν το ίδιο ακριβώς πράγμα… Ότι το ραντάρ Cyrano IV τα εντόπιζε πολλές φορές ακόμη και από τα 80 (!) μίλια. Επειδή το σύστημα δεν διέθετε επεξεργαστή σήματος, απεικόνιζε στην οθόνη του πιλοτηρίου κάθε στόχο με κουκίδα μεγάλη, ανάλογα με το πραγματικό του μέγεθος. Το «μπλίπ» που έδινε το Phantom ήταν σχεδόν όσο μεγάλο ήταν αυτό που έδιναν τα Boeing B737-200 της Ολυμπιακής Αεροπορίας!
Όλοι -μα όλοι- επίσης επέμεναν ότι μπορούσαν να δουν τα τουρκικά Phantom (και τα ελληνικά βέβαια στις ασκήσεις και τις συνεκπαιδεύσεις-Ιέρακες, μεταξύ των πολεμικών Μοιρών της ΠΑ) από 20 μίλια μακριά με γυμνό μάτι… Οι J79 δεν έγιναν ποτέ απόλυτα άκαπνοι, αλλά ειδικά τότε που δεν είχαν ακόμη τροποποιηθεί, άφηναν τεράστιες μαύρες ουρές πίσω τους, προδίδοντας τη θέση του αεροπλάνου από μεγάλες αποστάσεις. Ακόμη και με τα παλιά βλήματα AIM-9J, οι ιπτάμενοι των F 1 έπαιρναν σχεδόν πάντα πρώτοι ήχο από τα τουρκικά F-4E. To ίδιο και όταν άρχισαν να πετούν με τους πιο εξελιγμένους AIM-9L και –P. Aργότερα, προς το δεύτερο μισό της δεκαετίας του ’80 τα περισσότερο ικανά (σχεδόν all aspect) -P2 και P3 αποδόθηκαν πρώτα στις Μοίρες των F-5A Freedom Fighter και F-4E της ΠΑ και σε δεύτερο χρόνο στις 342 και 334 ΜΠΚ των F 1CG! Παρά το γεγονός αυτό, ακόμα και τότε το γαλλικό μαχητικό υπερτερούσε έναντι των τουρκικών Phantom στις κλειστές εμπλοκές και μόνο όταν εμφανίστηκε το F-16C στις αρχές της δεκαετίας του ’90, ανατράπηκε η υπεροχή του στον αέρα.
Κάτι αντίστοιχο επομένως, χωρίς πολλά άλλα λόγια πρέπει να γίνει και στο μέλλον. ΕΠΑΝΑΛΑΜΒΑΝΟΥΜΕ, σε συνδυασμό με το χαμηλότερο δυνατό Κόστος Κύκλου Ζωής.
…η τέχνη της κάλυψης των πραγματικών επιχειρησιακών αναγκών.
Δεδομένου ότι τη σημαντικότερη απειλή για τα επόμενα χρόνια αντιπροσωπεύει η ειλημμένη απόφαση της Τουρκίας για την προμήθεια του F-35 Lightning II, θα ξεκινήσουμε από το πώς αυτή η απειλή μπορεί να αντιμετωπιστεί κατά τον αποτελεσματικότερο τρόπο και με το χαμηλότερο δυνατό κόστος. Ανατρέχοντας στη διεθνή ειδησεογραφία διαπιστώνει εύκολα κανείς ότι –προς το παρόν- το κόστος κτήσης είναι απαγορευτικό για την Ελλάδα, αλλά και για πολλές άλλες χώρες. Αυτό αναφέρεται καθαρά στη διεθνή ειδησεογραφία και δεν είναι κάτι που υποστηρίζουμε εμείς. Επιβεβαιώσεις δε, υπάρχουν πλέον πολλές… Οι Ολλανδοί είναι προβληματισμένοι και προς το παρόν προσανατολίζονται στον περιορισμό του αρχικού αριθμού των μονάδων που είχαν πρόθεση να αποκτήσουν. Tα οικονομικά δεδομένα του προγράμματος F-35 όπως έχουν διαμορφωθεί σε συνδυασμό με τις καθυστερήσεις, έχουν οδηγήσει την USAF στην επιλογή του εκσυγχρονισμού σημαντικού αριθμού μαχητικών F-16, στα οποία θα εγκατασταθούν ραντάρ AESA με στόχο όχι μόνο την παράταση της επιχειρησιακής τους ζωής φυσικά, αλλά την με αξιώσεις παραμονή τους στην πρώτη γραμμή των αεροπορικών επιχειρήσεων ακόμα και μετά το 2040!
Η απόφαση της USAF για τον εκσυγχρονισμό από την κατασκευάστρια Lockheed Martin, 300 έως 350 σε πρώτη φάση μαχητικών F-16C/D των Block 40 και -50, (το νούμερο αυτό πιθανόν θα ανέλθει σε 600 μονάδες στις οποίες σίγουρα θα περιλαμβάνονται και παλιότερα Block παραγωγής), βασίστηκε δε στο ότι θα πρέπει να αναβαθμιστούν οι επιχειρησιακές δυνατότητες του F-16, μέχρι την εισαγωγή σε υπηρεσία ικανού αριθμού μαχητικών F-35.
Οι καθυστερήσεις λοιπόν στις παραδόσεις του F-35 είναι η επίσημη αιτιολογία της υλοποίησης ενός τόσο σημαντικού προγράμματος εκσυγχρονισμού για το Fighting Falcon. To ύψος του υπολογίζεται ότι θα ανέλθει σε τρία περίπου δισεκατομμύρια δολάρια. Δεδομένου ότι ο εκσυγχρονισμός των ηλεκτρονικών στα αμερικανικά Block 40 και -50/52 θα συνδυαστεί και με πρόγραμμα επέκτασης ορίου δομικής ζωής (SLEP-Service Life Extension Program), υπολογίζεται ότι η Αμερικανική Αεροπορία θα κληθεί με βάση σημερινά δεδομένα να καταβάλει 9,4 εκατομμύρια δολάρια για κάθε μονάδα. Τρία για το SLEP που θα αυξήσει το όριο ωφέλιμης ζωής από τις 8.000 στις 10.000 έως 12.000 ώρες πτήσης και άλλα 6,4 για το κιτ των ηλεκτρονικών και την ενσωμάτωσή του.
ΖΩΤΙΚΗΣ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑΣ επιλογή επομένως δεν μπορεί να είναι άλλη από τον εκσυγχρονισμό των παλαιότερων Block 30 και Block 50 σε επίπεδο τουλάχιστον Block 52+ Adv. Γιατί το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του προγράμματος της USAF (CAPES- Combat Avionics Programmed Extension Suite), σε σχέση με τα παλαιότερα είναι ότι δεν έχουν τους περιορισμούς των παλαιότερων CCIP… Είναι δε και ο λόγος για τον οποίο, σε αντίθεση με ότι συνέβαινε πριν από μερικά χρόνια, σήμερα πολύ απλά δεν υπάρχουν μεταχειρισμένα F-16… Ακόμη και οι Ολλανδοί που είχαν στις αρχές της δεκαετίας ανακοινώσει πρόθεση πώλησης 20 περίπου από τα 69 F-16A MLU που διέθεταν, τελικά δεν έπραξαν κάτι τέτοιο. Διατηρούν 61 τέτοια μαχητικά σε υπηρεσία και ενώ είχαν αποφασίσει να μειώσουν τον αρχικά σχεδιαζόμενο αριθμό των F-35A που θα προμηθεύονταν από 85 σε 45, τελικά θα παραλάβουν 35-37 μονάδες!
Ο παράγοντας F-35 και οι μύθοι γύρω από αυτόν…
Από επιχειρησιακής πλευράς είναι σίγουρο ότι δεν μπορεί να γίνει σύγκριση μεταξύ των F-16 και F-35. Ακόμη και με ραντάρ AESA, το πρώτο δεν έχει τις δυνατότητες του δεύτερου. Υπό συγκεκριμένες συνθήκες και προϋποθέσεις όμως… Ας δούμε μερικές από αυτές.
Το F-16 παρουσιάζει χαμηλό ηλεκτρομαγνητικό ίχνος (RCS) και το F-35 παρά τις μεγαλύτερες διαστάσεις του, χαμηλότερο επειδή είναι σχεδιασμένο με βάση τη φιλοσοφία stealth. Χωρίς να έχουμε στη διάθεσή μας βέβαια νούμερα, που οπωσδήποτε έχουν προκύψει από δοκιμές, θεωρούμε δεδομένο ότι τα RCS των δύο μαχητικών είναι συγκρίσιμα όταν φέρουν όπλα εξωτερικά και φορτία καυσίμου… Το ίδιο ισχύει και για το θερμικό (υπέρυθρο-ΙR) ίχνος των δύο αεροπλάνων. Δεν γνωρίζουμε επίσης αν και κατά πόσο του F-16 είναι μεγαλύτερο. Είναι οπωσδήποτε όμως συγκρίσιμο όταν το τμήμα μετάκαυσης στους κινητήρες των δύο αεροσκαφών λειτουργεί!
Συμπερασματικά επομένως είναι τουλάχιστον παράλογο να αποφασίσει κανείς να χρησιμοποιήσει ένα μαχητικό σημαντικών απαιτήσεων συντήρησης και υποστήριξης και με τιμή αγοράς 80-100 εκατομμυρίων δολαρίων καθημερινά πάνω από το Αιγαίο, αποκλειστικά και μόνο για να κάνει ψυχολογικό πόλεμο. Αντίθετα είναι λογικό –και οικονομικά εφικτό και αποδοτικό- να το αξιοποιήσει ως πλατφόρμα κρούσης με καθαρή εξωτερική διαμόρφωση για να εκμεταλλευτεί πλήρως τις δυνατότητες και να αυξήσει τις πιθανότητες επιβίωσης του, ή -υπό συγκεκριμένες πάλι συνθήκες- ως πλατφόρμα αεροπορικής υπεροχής. Ποιες είναι αυτές οι συνθήκες; Πάλι να επιχειρεί με καθαρή εξωτερική διαμόρφωση (με εσωτερικά φερόμενα όπλα μόνο), να έχει το ραντάρ του σε silent mode, να λαμβάνει στοιχεία στοχοποίησης μέσω data link από άλλες πλατφόρμες και να διατηρεί το υπέρυθρο ίχνος του στα χαμηλότερα δυνατά επίπεδα. Σημειώστε ότι αυτές οι συνθήκες, αυτοί οι περιορισμοί, ισχύουν και για τα συμβατικά-παλαιότερα μαχητικά. Τα οποία εμφανίσουν όντως μεγαλύτερο RCS και επομένως είναι ορατά από ραντάρ ηλεκτρονικής και μηχανικής σάρωσης πιο άμεσα και από μεγαλύτερες αποστάσεις. Το ότι το RCS του F-35 όμως είναι χαμηλό δεν σημαίνει και ότι είναι αόρατο… Ειδικά από συστήματα AESA που αποδεδειγμένα έχουν και μεγαλύτερες δυνατότητες και μεγαλύτερες ακτίνες αποκάλυψης και εγκλωβισμού στόχων. Όλα αυτά δεν τα λέμε εμείς φυσικά. Τα γράφουν οι ίδιοι οι Αμερικανοί που έχουν αξιολογήσει το F-35 κατ΄ επανάληψη στις Red Flag της USAF…
Οι αναφορές της USAF που αφορούν στις επιδόσεις του F-35A, σημειώνουν ότι από την αρχική αναλογία καταρρίψεων/καταριφθέντωνμαχητικών του τύπου, 15/1, έχει σήμερα επιτευχθεί 20/1. Εντυπωσιακό νούμερο χωρίς αμφιβολία ΑΛΛΑ… Υπό προϋποθέσεις! Ο άνθρωπος που είχε τη συνολική ευθύνη της συγγραφής των τακτικών εναέριας μάχης για το F-35, απόστρατος σήμερα του Σώματος Πεζοναυτών των ΗΠΑ, Ταγματάρχης Dan Flatley, είχε αιτιολογήσει αυτή την συντριπτική υπέρ του F-35 αναλογία, ακόμα και μετά την «κατάρριψη» ενός τέτοιου μαχητικού από f-16 στο πλαίσιο της Red Flag 17-01, της πρώτης Red Flag για το 2017, σημειώνοντας τα εξής: «Παρά το γεγονός ότι οι κλειστές εμπλοκές είναι εντυπωσιακές, στην πραγματικότητα έχουν περάσει δεκαετίες (εννοεί την εποχή του Βιετνάμ) από την τελευταία φορά που αμερικανικά μαχητικά αεροπλάνα έχουν έρθει αντιμέτωπα με εχθρικά υπό τέτοιες συνθήκες. Η φιλοσοφία σχεδίασης του F-35 αντικατοπτρίζει αυτή την πραγματικότητα. Εάν από την πρώτη ημέρα χρειαζόταν να αντιμετωπίσω ένα F/A-18 από μικρή απόσταση, προφανώς θα έχανα… Αν όμως το F-35 αξιοποιηθεί όπως πρέπει, μπορεί να κάνει πράγματα που δεν μπορεί κανείς ούτε να ονειρευτεί πετώντας άλλο μαχητικό». Συνεχίζοντας τόνισε ότι στις κλειστές εμπλοκές τα πλεονεκτήματα του εξαιρετικά χαμηλού RCS του F-35, καθώς και της πλειάδας των «φιλτραρισμένων» και κατηγοριοποιημένων δεδομένων που παρέχουν στον ιπτάμενο οι αισθητήρες του, εξασφαλίζοντας ταχύτερη και πληρέστερη επίγνωση της τακτικής κατάστασης, ΧΑΝΟΝΤΑΙ. Αυτό εννοούσε με τη φράση «να αξιοποιηθεί όπως πρέπει…». Σημείωσε επίσης ότι μετά τις πρώτες εικονικές εμπλοκές με F-16 και άλλα μαχητικά του οπλοστασίου των ΗΠΑ, μετά από υποδείξεις των δοκιμαστών του προγράμματος F-35, οι τεχνικοί της Lockheed Martin επενέβησαν στο σύστημα ελέγχου πτήσεως, τροποποιώντας την ελικτική ικανότητα του μαχητικού σε κλειστές στροφές και μεγάλες γωνίες προσβολής (AoA-Angle of Attack), προκειμένου να αφήσουν μεγαλύτερα περιθώρια ελευθερίας κινήσεων στους ιπταμένους.
Αυτό που ενδιαφέρει εμάς είναι η φράση «στις κλειστές εμπλοκές τα πλεονεκτήματα του εξαιρετικά χαμηλού RCS του F-35, καθώς και της πλειάδας των «φιλτραρισμένων» και κατηγοριοποιημένων δεδομένων που παρέχουν στον ιπτάμενο οι αισθητήρες του, εξασφαλίζοντας ταχύτερη και πληρέστερη επίγνωση της τακτικής κατάστασης, ΧΑΝΟΝΤΑΙ». Για σκοπούς καθημερινής αστυνόμευσης του FIR Αθηνών επομένως, η Ελλάδα πολύ απλά ΔΕΝ ΕΧΕΙ την πολυτέλεια να αξιοποιήσει το F-35.
Η προσβολή στόχων υψηλής αξίας και η ψυχολογική της επίδραση
Στις παραπάνω γραμμές αναφερθήκαμε σε επιχειρήσεις αέρος-αέρος και αέρος-εδάφους τακτικού χαρακτήρα, προτείνοντας ως καλύτερη δυνατή επιλογή –τόσο από πλευράς απόδοσης, όσο και από πλευράς κόστους- τον εκσυγχρονισμό ολόκληρου του στόλου των F-16 με βασικό συστατικό τον εξοπλισμό του με ραντάρ AESA, αν όντως θέλουμε να διαφοροποιηθούμε σοβαρά και προς τα επάνω, σε σχέση με τον τουρκικό μεγαλύτερο στόλο. Η δαπάνη των 10 εκατομμυρίων δολαρίων ανά μονάδα κατά προσέγγιση, για να καταστούν πραγματικά αξιόμαχα για τα επόμενα 15-20 χρόνια, μαχητικά όπως τα Block 30 και -50, φαίνεται ως η μόνη επιλογή που έχει στη διάθεσή της η Πολεμική Αεροπορία για τη διατήρηση ενός υπολογίσιμου κορμού τακτικών μαχητικών πολλαπλού ρόλου σε ενέργεια στο άμεσο μέλλον. Είναι επίσης μία επιλογή που παράλληλα δίνει ευκαιρίες δραστηριοποίησης και στην ελληνική αμυντική και αεροπορική βιομηχανία. Υπενθυμίζεται ότι μόνο η ΕΑΒ έχει συσσωρευμένη –ακόμη και μετά τις πολλές αποχωρήσεις εργαζόμενων τα τελευταία τρία χρόνια- τεράστια εμπειρία σε προγράμματα δομικής (SLEP) αναβάθμισης και εκσυγχρονισμού ηλεκτρονικών (SLEP F-4E SRA/RF-4E, SLEP F-4E και υλοποίηση προγράμματος Peace Icarus 2000, πρόγραμμα δομικής αναβάθμισης Falcon-Up/FALCON STAR, πρόγραμμα εκσυγχρονισμού Mirage 2000EGM σε επίπεδο Mirage 2000-5Mk.2, δομική αναβάθμιση και εκσυγχρονισμός 90+ F-16 της USAFE).
Το πρώτο σκέλος λοιπόν, αυτό της ΑΠΟΤΡΟΠΗΣ θεωρούμε ότι μέσω της ανάλυσης των δεδομένων αστυνόμευσης και της αεροπορικής κυριαρχίας, εκτιμούμε ότι το έχουμε καλύψει πλήρως.
Το δεύτερο σκέλος, αυτό της αεροπορικής υπεροχής, εξασφαλίζεται, πάντα κατά την ταπεινή μας άποψη, από:
Α). Τον επαρκή αριθμό κατάλληλα εξοπλισμένων μαχητικών και φυσικά αεροσκαφών υποστήριξης επιχειρήσεων, όπως τα ΑΣΕΠΕ και τα ιπτάμενα τάνκερ.
Β). Τα κατάλληλα όπλα.
Και οι δύο αυτοί παράγοντες είναι εξίσου κρίσιμοι για τη διασφάλιση αεροπορικής κυριαρχίας. ΤΟΣΟ ΑΠΛΑ… Και εξηγούμαστε. Ικανός αριθμός εκσυγχρονισμένων F-16 εξοπλισμένων με Link-16, ραντάρ AESA, αποτελεσματικά συστήματα Η/Π και παρεμβολών καθώς και αισθητήρες EO, μπορεί να λειτουργήσει ως παράγοντας αποτροπής απέναντι ακόμη και σε μία Αεροπορία εξοπλισμένη με F-35… ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ όμως να λειτουργήσει ως παράγοντας αεροπορικής κυριαρχίας, στο βαθμό που μπορεί να λειτουργήσει το Mirage 2000-5Mk.2. Γιατί δεν έχει τα κατάλληλα όπλα. Και δεν τα έχει γιατί η αμερικανική εξωτερική πολιτική ΔΕΝ ΤΑ ΑΠΟΔΕΣΜΕΥΕΙ για την Ελλάδα και την Τουρκία. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο η Τουρκία αναπτύσσει το μεγάλης ακτίνας SOM-J (https://defencereview.gr/xekinisan-oi-dokimes-pistopoiisis-toy-som-j-sto-f-35-lightning-ii/) ειδικά για χρήση από το F-35A. Ένα όπλο που θα αξιοποιηθεί σε περίοδο επιχειρήσεων ακριβώς όπως το SCALP-EG… Από απόσταση για να μην εκθέτει το μαχητικό-φορέα στην εχθρική αεράμυνα, για την επίτευξη πληγμάτων ακριβείας με κεφαλές μεγάλης εκρηκτικής/διατρητικής ισχύος.
Οι ΗΠΑ επομένως μπορούν όντως να παρέχουν ικανά μαχητικά κατάλληλα εξοπλισμένα για ευρύ φάσμα ρόλων και αποστολών. Με τα όπλα όμως υπάρχει θέμα… Που δεν μας επιτρέπει να κάνουμε τη δουλειά μας. Θέμα καταλληλότητας των αμερικανικών μαχητικών (F-16E Block 70, F-35A, F-15E, F/A-18E/F) ΔΕΝ ΤΙΘΕΤΑΙ για την κάλυψη των ελληνικών επιχειρησιακών αναγκών. Είναι ΟΛΑ αξιόλογα ως προϊόντα. ΤΟ ΙΔΙΟ ΙΣΧΥΕΙ και για τα ευρωπαϊκά πολλαπλού ρόλου Gripen –E και Rafale, οπότε η διαφορά έγκειται στα όπλα που έχουν τη δυνατότητα να αξιοποιήσουν τα συγκεκριμένα αεροσκάφη (αμερικανικά και ευρωπαϊκά) και στα όπλα ΠΟΥ ΘΑ ΑΠΟΔΕΣΜΕΥΤΟΥΝ για εξαγωγή προς τη χώρα μας.