Η γεωγραφική ιδιαιτερότητα της ελληνικής επικράτειας αποτελεί ένα δύσκολο επιχειρησιακό περιβάλλον. Γι’ αυτόν το λόγο, η συνδρομή όλων των κλάδων των ενόπλων δυνάμεων είναι επιβεβλημένη για την επίτευξη του αντικειμενικού σκοπού που δεν είναι άλλος από την νικηφόρα έκβαση του αγώνα ενάντια στον επιτιθέμενο. Αυτό έχει ως σκοπό την καταρχήν απόκρουση όλων των επιθετικών ενεργειών του αντιπάλου και εξαπόλυση αντεπίθεσης για την εκδίωξη του εχθρού σε δεύτερο χρόνο.
Παρ’ όλο όμως που έχουμε να κάνουμε με ένας σύνθετο αντικείμενο λόγω αυτής της γεωγραφικής ιδιαιτερότητας, η γεωγραφία η ίδια και ο τρόπος που είναι κατανεμημένα τα χερσαία τμήματά της στο χάρτη, προσφέρουν ένα αξιόλογο γεωγραφικό αμυντικό σύστημα το οποίο με την κατάλληλη διαχείριση των στρατιωτικών πόρων μπορεί να αποτελέσει θανάσιμη παγίδα για τον επιτιθέμενο.
Αν προσέξει κάποιος προσεκτικά τον χάρτη της Ελλάδας, θα διαπιστώσει ότι ο τρόπος με τον οποίο εξελίχθηκε γεωλογικά η περιοχή μας χιλιάδες χρόνια πριν, δημιούργησε μια ζώνη νήσων και νησίδων που μπορεί να αποτελέσει μια φυσική οχύρωση. Η ζώνη αυτή ξεκινάει από την Κέρκυρα στα δυτικά, περνάει από την Κρήτη στα νότια και κλείνει στα νησιά του Αν. Αιγαίου στα βορειοανατολικά. Είναι ένα φυσικό τείχος, μια πρώτη ζώνη άμυνας. Ενώ ένας αριθμός από τα διάσπαρτα νησιά μέσα στη «λίμνη» του Αιγαίου, στρατηγικά επιλεγμένα, μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως «αμυντικά φρούρια», ως μια δεύτερη γραμμή άμυνας, απέναντι στις εχθρικές δυνάμεις οι οποίες θα καταφέρουν να διαπεράσουν την πρώτη ζώνη άμυνας.
Λόγω του ότι η πρώτη ζώνη άμυνας αποτελείται από νησιά και όχι από ένα ενιαίο χερσαίο τμήμα, είναι απόλυτα φυσιολογικό ότι μέρος των ναυτικών δυνάμεων του εχθρού θα καταφέρουν να περάσουν ανάμεσα και να βρεθούν μέσα στο κλειστό αρχιπέλαγος, μεταξύ της πρώτης και της δεύτερης ζώνης. Εκεί, η σχετικά μεγάλη απόσταση των περιφερειακών νήσων από τη Σκύρο στα βόρεια και τη Σαντορίνη στα νότια δημιουργεί δύο μεγάλες θαλάσσιες ζώνες όπου η ανίχνευση, ο εγκλωβισμός από τα φίλια οπλικά συστήματα, η προσβολή και κατ΄ επέκταση καταστροφή των δυνάμεων του εχθρού μεγιστοποιείται.
Ο ρόλος της Κρήτης είναι επίσης πολύ σημαντικός για την αμυντική θωράκιση της Ελλάδας από εχθρικές αεροναυτικές δυνάμεις που πρόκειται να επιτεθούν από τη θάλασσα από τα νότια του νησιού. Επίσης δυνητικά μπορεί να προσφέρει αμυντική κάλυψη της ελληνικής ΑΟΖ που εκτείνεται στην ανατολική Μεσόγειο. Η στρατηγική της θέση βοηθάει στη στρατηγική παρακολούθηση μεγάλου μέρους της Αν. Μεσογείου της βόρειας Αφρικής και της Μέσης Ανατολής αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί και ως βάση για την αποστολή δυνάμεων στις παραπάνω περιοχές του πλανήτη. Βρίσκεται όσο κοντά και όσο μακριά χρειάζεται και θεωρείται σχετικά ασφαλής από αεροπορικές και βαλλιστικές προσβολές από κράτη των περιοχών αυτών (για το λόγο αυτό οι ΗΠΑ τη θεωρούν ύψιστης στρατηγικής σημασίας και πάντα συμπεριλαμβάνεται στα επιχειρησιακά τους σχέδια στην περιοχή). Δε μπορούμε να παραλείψουμε τον καίριο ρόλο που θα έχει στην περίπτωση που θα χρειαστεί να στείλουμε ενισχύσεις και μαχητικά αεροσκάφη στην Κύπρο.
Επίσης, το μεγάλο συγκριτικά μέγεθος του νησιού επιτρέπει την εγκατάσταση μονάδων και των τριών κλάδων παρέχοντας ικανό χώρο για εκπαίδευση, διασπορά και απόκρυψη των μονάδων αυτών. Επίσης μπορεί να προσφέρει ικανά σε μέγεθος πεδία ασκήσεων για σχηματισμούς επιπέδου ταξιαρχίας.
Η γεωφυσιολογική αυτή αμυντική διάταξη που αναλύσαμε παραπάνω για να λειτουργήσει σωστά χρειάζεται να διαθέτει τους ανάλογους αισθητήρες και οπλικά συστήματα στα σωστά γεωγραφικά σημεία ώστε ολόκληρο το Αιγαίο (και όχι μόνο) να μπορέσει να κλειδώσει και να γίνει ένα τεράστιο killbox για όποιον επιβουλεύεται την εθνική κυριαρχία της χώρας μας. Χρειάζεται τους κατάλληλους ηλεκτροπτικούς αισθητήρες και ραντάρ για επιτήρηση, αποκάλυψη και στοχοποίηση και τα κατάλληλα οπλικά συστήματα για προσβολή, όπως θα αναλύσουμε παρακάτω. Παρ’ ότι το περιβάλλον είναι αεροναυτικό στην παρακάτω ανάλυση θα αναφερθούμε καθαρά στα χερσαία συστήματα κατά χερσαίων και ναυτικών στόχων. Για την αντίστοιχη αντιαεροπορική απειλή μπορείτε να διαβάσετε παλαιότερη ανάλυση ΕΔΩ.
Όπως προαναφέραμε, για την επιτυχή προσβολή και καταστροφή του αντιπάλου, η αποκάλυψη, αναγνώριση και στοχοποίηση είναι ακρογωνιαίος λίθος. Οπότε είναι πολύ σημαντικό να υπάρχουν οι κατάλληλοι αισθητήρες όπως:
- Ραντάρ επάκτιας επιτήρησης
- EO/IR συστήματα
- UAVs
Η κάλυψη του Αιγαίου με ραντάρ επιτήρησης επιφανείας είναι το ίδιο σημαντική με την επιτήρηση του εναέριου χώρου από τα ραντάρ αέρος, ως προς την ασφάλεια της ναυσιπλοΐας και τον έλεγχο της λαθρομετανάστευσης όπως και ως προς την έγκαιρη προειδοποίηση και παρακολούθηση των κινήσεων του εχθρικού στόλου επιφανείας σε καιρό πολέμου.
Ο στρατός ξηράς προμηθεύτηκε στις αρχές της δεκαετίας του 2000, είκοσι ραντάρ επιτήρησης εδάφους επιφανείας τύπου BOR A 550 της Thales, για τις ανάγκες επιτήρησης στο ανατολικό Αιγαίο και τον Έβρο, με προαίρεση για ακόμη είκοσι συστήματα, η οποία δεν ασκήθηκε ποτέ.
Το ραντάρ αυτού του τύπου έχει εμβέλεια εντοπισμού πεζικού στα 16χλμ, πλοίου μεγέθους ΤΠΚ στα 35 χλμ, άρματος μάχης στα 39χλμ και πλοίου μεσαίου μεγέθους στα 57χλμ.
Για την πλήρη κάλυψη των αναγκών των ΕΕΔ στο Αιγαίο θα πρέπει να αγοραστούν επιπλέον συστήματα ραντάρ παράκτιας επιτήρησης νεότερης τεχνολογίας, μεγαλύτερης εμβέλειας ώστε κατάλληλα τοποθετημένα να μπορούν να καλύψουν και τομέων με ανοιχτή θάλασσα, όπως φαίνεται και στον παρακάτω χάρτη. Τα ραντάρ αυτά, μπορούν να αποκτηθούν με συγχρηματοδότηση της Ε.Ε. στο πλαίσιο της επιτήρησης και ασφαλούς ναυσιπλοΐας των διαπλέοντων σκαφών στο Αιγαίο. Μερικές λύσεις είναι η σειρά SBS 800 της γερμανικής HENSOLDT, η σειρά SCANTER της δανέζικης TERMA, το ELM-2226 ACSR της ισραηλινής IAI-ELTA και το Coastal Watcher 100 της Thales.
Όσον αφορά τους EO/IR αισθητήρες οι ΕΕΔ κατέχουν τις κάμερες MARGOT, εδώ λύση μπορεί να δώσει η ελληνική εταιρία Milteck με τη σειρά καμερών MLT-SUR με εμβέλεια μέχρι τα 30χλμ. Επίσης mini-UAVs και τακτικά UAVs θα παρέχουν EO/IR επιτήρηση με τους δικούς τους αισθητήρες μεταφέροντας στόχους στα μέσα εκπομπής πυρών.
Επάκτια Άμυνα
Η επάκτια άμυνα επιφανείας και εδάφους είναι ακρογωνιαίος λίθος για την άμυνα στο χώρο του Αιγαίου. Η μεν πρώτη αφορά την προσβολή από ναυτικούς και αντιαρματικούς πυραύλους πλοίων επιφανείας είτε για την υποβοήθηση του ναυτικού πολέμου που θα διεξάγει το Πολεμικό Ναυτικό για τη διατήρηση της κυριαρχίας στη θάλασσα, είτε την προσβολή επερχόμενων αποβατικών σκαφών κατά τη φάση της απόβασης σε κάποιο ελληνικό νησί. Η δε δεύτερη, αφορά την προσβολή από στοιχεία πυροβολικού σημείων συγκεντρώσεως του τουρκικού στρατού στα παράλια της Μικράς Ασίας, τη δημιουργία μπαράζ πυροβολικού κατά θαλάσσιων στόχων και τη διενέργεια πυρών αντιπυροβολικού. Εδώ πρέπει να αναφερθεί η μεγάλη σημασία της ύπαρξης των αρμάτων μάχης (M-48A5 Molf) με σύγχρονο ΣΕΠ, που υπηρετούν στις μονάδες των έξι κύριων νησιών, στη διενέργεια αντιαποβατικών πυρών ακριβείας με μέγιστο βεληνεκές τα δυόμιση χιλιόμετρα.
Πύραυλοι Εναντίων Πλοίων
Το Π.Ν. απέκτησε στα μέσα τις δεκαετίας του 90’, δύο πυροβολαρχίες MM-40 Block 1 μειωμένης σύνθεσης από τη γαλλική τότε Aerospatiale και σημερινή MBDA. Ο μικρός αριθμός εκτοξευτών και η περιορισμένη ακτίνα της συγκεκριμένης έκδοσης, επέβαλε την τοποθέτησή τους σε στρατηγικά σημεία με πολύ συγκεκριμένη αποστολή και δευτερευόντως για την κάλυψη μιας ευρύτερης θαλάσσιας περιοχής.
Για την κάλυψη της απαίτησης δημιουργίας ζωνών άμυνας και την κάλυψη ευρύτερων θαλάσσιων τομέων του Αιγαίου πρέπει να αποκτηθούν δύο-τρεις επιπλέον πυροβολαρχίες Exocet ΜΜ-40 Block 3c πλήρους σύνθεσης, τελευταίας γενιάς που θα προσφέρουν αυξημένο βεληνεκές και επομένως θα πληρούν τις παραπάνω προϋποθέσεις κάλυψης. Επίσης θα πρέπει να αναβαθμιστούν οι υπάρχουσες πυροβολαρχίες στην τελευταία έκδοση και να συμπληρωθεί ο αριθμός εκτοξευτών. Μία πυροβολαρχία ΜΜ-40 Block 3c αποτελείται από τρεις μονάδες βολής των τεσσάρων πυραύλων, ένα όχημα που φέρει τους αισθητήρες της πυροβολαρχίας και ένα όχημα που φέρει το ΚΔΠ. Διαθέτει πλήρως αυτόνομη επιχειρησιακή δυνατότητα ενώ μπορεί να διασυνδεθεί και με το υπάρχον δίκτυο C3I. Ο Exocet με 200 χλμ εμβέλεια και δυνατότητα προσβολής ελλιμενισμένων και χερσαίων στόχων τοποθετημένος σε στρατηγικά σημεία μπορεί να χρησιμοποιηθεί ακόμη και για στρατηγικά χειρουργικά χτυπήματα. Επιπλέον, μία πυροβολαρχία τοποθετημένη στη Ρόδο μπορεί να προσφέρει αντιπλοϊκή κάλυψη στο σύμπλεγμα της Μεγίστης από τυχόν μονάδες που θα επιχειρήσουν ναυτικό αποκλεισμό του Καστελλόριζου. Εναλλακτικά θα μπορούσαμε να προμηθευτούμε δύο-τρεις πυροβολαρχίες NSM της νορβηγικής Kongsberg με νέας γενιάς πυραύλους με αυξημένα χαρακτηριστικά στελθ και εφάμιλλες δυνατότητες των γαλλλικών όπλων, αυξάνοντας όμως έτσι την πολυτυπία.
Για πιο κοντινές αποστάσεις ο Ε.Σ. διαθέτει τα βαρέα αντιαρματικά TOW και KORNET τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την προσβολή μικρών αποβατικών σκαφών που πλησιάζουν την ακτή και στο κοντινό μέλλον θα διαθέτει τους ισραηλινούς Spike NLOS εμβέλειας 32χλμ.
Από τη φαρέτρα των δυνάμεων του Ε.Σ. δεν θα πρέπει να λείπουν στο μέλλον και συστήματα εκτόξευσης περιφερόμενων πυρομαχικών. Είναι κάτι που λείπει από τις μονάδες του Ε.Σ., όχι μόνο στις ΑΔΤΕ αλλά και στις Ταξαιρχίες του Έβρου. Είναι μια σημαντική προσθήκη που εκτός από το να δημιουργήσει κορεσμό στα αμυντικά συστήματα μιας εχθρικής φρεγάτας, δύναται να προσβάλει τα ελλειπώς οπλισμένα πλοία, πλοιάρια και ταχύπλοα του Τουρκικού στόλου, καθώς και συγκεντρώσεις στρατευμάτων, θέσεις οπλικών συστημάτων, ναυστάθμους και άλλες υποδομές στην αντίπερα όχθη.
Πυροβολικό
Στα νησιά του ανατολικού Αιγαίου το πυροβολικό μάχης του Σ.Ξ. παίζει σημαντικό ρόλο στην εγγύς άμυνα των νησιών αυτών όπως και στις πέριξ βραχονησίδες. Η μέχρι τώρα γενική φιλοσοφία που επικρατεί όσον αφορά τα κύρια οπλικά συστήματα που διατίθενται για την άμυνα των νησιών, είναι η αντικατάσταση των υφιστάμενων με πιο σύγχρονα που αποσύρονται από τις μονάδες πρώτης γραμμής του Έβρου ή θεωρούνται πλεονασματικά.
Η πλήρης μηχανοκίνηση των μονάδων πυροβολικού των ΑΔΤΕ επετεύχθει μόλις το 2012 με την αντικατάσταση της πλειονότητας των Ρ/Κ πυροβόλων από αυτοκινούμενα τύπου Μ-109Α1Β/Α2 που με τη σειρά τους αντικαταστάθηκαν στις μονάδες του Έβρου από τα πιο σύγχρονα Μ-109Α3GEA2. Σύμφωνα με ανοιχτές πηγές, αυτή τη στιγμή οι μονάδες του Σ.Ξ. στα νησιά, διαθέτουν αυτοκινούμενα οβιδοβόλα Μ-110Α2 των 223χιλ, Μ-109Α1Β και Μ-109Α2 των 155χιλ και πολλαπλούς εκτοξευτές πυραύλων RM-70 των 122χιλ. Το μέγιστο βεληνεκές των όπλων αυτών κυμαίνεται από τα 20.000μ των RM-70 στα 22.400μ των Μ-109 και στα 30.000μ των Μ-110.
Σήμερα οποιοσδήποτε τύπος αυτοκινούμενων πυροβόλων δεν διαθέτει βεληνεκές τουλάχιστον 30χλμ, θεωρείται ανεπαρκής για σύγχρονες επιχειρήσεις. Επομένως παρ’ όλη την αναβάθμιση που προσέφεραν τα Μ-109, τεχνολογίας της δεκαετίας του 70’, σε σχέση με τα Ρ/Κ πυροβόλα, δεν μπορούν να ανταποκριθούν στις προκλήσεις ενός πολέμου του 21ου αιώνα και να αντιπαρατεθούν επί ίσοις όροις με τα αντίστοιχα συστήματα νέας τεχνολογίας. Το Μ-109Α1Β/Α2 δεν μπορεί πραγματικά να εκτελέσει πυρά αντιπυροβολικού ή κίνηση shoot & scoot. Το μικρό βεληνεκές των πυροβόλων αυτών σε συνάρτηση με 1) την εγγύτητα των νησιών στα μικρασιατικά παράλια, 2) το μικρό στρατηγικό βάθος των νησιών και 3) το μεγάλο βεληνεκές (40χλμ) των τουρκικών Ρ/Κ και Α/Κ πυροβόλων, τα κάνει εύκολη λεία για το αντίπαλο πυροβολικό. Το Μ-110, παρ’ ότι διαθέτει σχετικά επαρκές βεληνεκές, μειονεκτεί όσον αφορά τον ρυθμό βολής, 1 βλήμα ανά 3 λεπτά για παρατεταμένα πυρά, έχει έλλειψη θωρακισμένου διαμερίσματος (πύργου) για την προστασία του πληρώματος και μεγάλο αριθμό υπηρετών που φτάνει τα δεκατρία άτομα. Αριθμός υπερδιπλάσιος εκείνου που απαιτεί ένα σύγχρονο πυροβόλο των 155mm. Τέλος το RM-70 προσφέρει μεγάλο όγκο πυρός σε πολύ μικρό χρόνο (40 ρουκέτες σε 2.5sec) αλλά υπολείπεται σοβαρά στο θέμα του βεληνεκούς των πυραύλων που διαθέτει.
Επομένως, σαν πρώτο βήμα περαιτέρω εκσυγχρονισμού των μονάδων πυροβολικού των ΑΔΤΕ χρειάζεται:
- αντικατάσταση ή εκσυγχρονισμός των Μ-109Α1Β/Α2
- αντικατάσταση των Μ-110Α2 από μεταχειρισμένα Μ-109
- εκσυγχρονισμός των RM-70 είτε σε RM-70/85M είτε σε RM-70 Modular. (Ήδη το πρόγραμμα έχει εγκριθεί από την επιτροπή άμυνας της Βουλής.)
- Προμήθεια εξελιγμένων πυρομαχικών.
Οι παραπάνω κινήσεις εκτός της αναβάθμισης των επιχειρησιακών δυνατοτήτων των μονάδων, προσφέρουν και οικονομίες κλίμακας στο σκέλος της συντήρησης και εφοδιασμού, στην εκπαίδευση μάχημου και τεχνικού προσωπικού αλλά και μείωση του απαιτούμενου προσωπικού σε συνάρτηση με τα παλαιότερα Μ-110 των 13 υπηρετών.
Τέλος είναι πολύ σημαντική η προμήθεια εξελιγμένων πυρομαχικών που θα βελτιώσουν την εμβέλεια και την ακρίβεια των εκπεμπόμενων πυρών. Κάτι που θα βοηθήσει στην προσβολή κινούμενων στόχων σε θαλάσσιο περιβάλλον. Τέτοια πυρομαχικά είναι όπως π.χ. το βλήμα πυροβολικού Excalibur. Το συγκεκριμένο βλήμα ακριβείας μπορεί να επιτύχει σχεδόν 40χλμ βεληνεκές βαλλόμενο από σωλήνα 39 διαμετρημάτων (που διαθέτουν όλα τα νεότερα Μ-109) και προσφέρει ακρίβεια 1-4 μέτρα. Αντίστοιχα για τα RM-70 πρέπει να αγοραστεί ικανός αριθμός ρουκετών νέας τεχνολογίας που προσφέρει στο σύστημα βεληνεκές 40 χλμ και βελτιωμένη ακρίβεια.
Το όλο εγχείρημα ενέχει κάποιο κόστος το οποίο δεν είναι απαγορευτικό και όλες οι αλλαγές και οι προσθήκες μπορούν να γίνουν σταδιακά. Όμως η στρατιωτική και στρατηγική αξία του είναι πολλαπλάσια του κόστους υλοποίησης.