Αφορμή για το παρόν άρθρο στάθηκαν τα σχόλια σας στα άρθρα μας «Υποβρύχια σε Ελλάδα και Τουρκία: Η υφιστάμενη ισορροπία και οι μελλοντικές προκλήσεις για το Πολεμικό Ναυτικό» (δημοσιεύτηκε στις 19 Νοεμβρίου 2019) και «Κορβέτες και φρεγάτες σε Ελλάδα και Τουρκία: Το παρόν, το μέλλον και οι ανάγκες του Πολεμικού Ναυτικού» (δημοσιεύτηκε στις 24 Φεβρουαρίου 2020). Τα άρθρα αυτά κατέγραψαν τις ανάγκες που έχει το Πολεμικό Ναυτικό (ΠΝ) σε υποβρύχια και φρεγάτες και, μέσα από τα σχόλια σας, μας ζητήσαμε ένα αντίστοιχο άρθρο για τα περιπολικά και τις κανονιοφόρους του ΠΝ, το οποίο ετοιμάσαμε και δημοσιεύουμε σήμερα. Στο άρθρο καταγράφεται η τρέχουσα κατάσταση και οι μελλοντικές ανάγκες του ΠΝ, όπως αυτές διαμορφώνονται, κατά την υποκειμενική μας άποψη. Όπως πάντα, στο πλαίσιο του υγιούς διαλόγου αναμένουμε τα σχόλια και τις παρατηρήσεις σας.
Είναι σαφές ότι με τα περιορισμένα οικονομικά της χώρας και την πραγματικότητα ότι το ΠΝ έχει να καλύψει άλλες πιεστικότερες ανάγκες, όπως είναι η προμήθεια νέων τορπιλών για παράδειγμα, το μέλλον των περιπολικών και κανονιοφόρων περνά σε δεύτερη μοίρα και πολύ δύσκολα θα δεσμευτούν κονδύλια, ενώ υπάρχει και η αντίληψη, η οποία επίσης έχει καταγραφεί στα σχόλια σας, ότι για τον αποστολή και τον ρόλο τους, ειδικά οι νεότερες κανονιοφόροι επαρκούν. Σε κάθε περίπτωση όμως, για την Ελλάδα, μια χώρα με εκτεταμένα θαλάσσια σύνορα και πολλά νησιά, τα περιπολικά και οι κανονιοφόροι είναι αναγκαία. Στην ειρήνη περιπολούν και επιτηρούν τις ελληνικές θάλασσες και προβάλουν την ελληνική σημαία, ενώ στον πόλεμο συνδράμουν τις μεγάλες μονάδες επιφανείας.
Σήμερα το ΠΝ διατηρεί σε υπηρεσία έξι (6) παράκτια περιπολικά και 10 κανονιοφόρους. Τα περιπολικά είναι δύο (2) τύπου Esterel κλάσης «Κελευστής Στάμου» και τέσσερα (4) περιπολικά τύπου Nasty. Τα κλάσης «Κελευστής Στάμου» είναι το P-287 «Κελευστής Στάμου» και το P-286 «Δίοπος Αντωνίου», τα οποία ναυπηγήθηκαν στα γαλλικά ναυπηγεία Chantiers Navals de l’ Esterel το 1974-1975 και έφτασαν στην Ελλάδα τον Δεκέμβριο του 1975. Πρόκειται δηλαδή για πλοία 45 ετών. Τα τέσσερα (4) Nasty (Ρ-196 «Ανδρομέδα», Ρ-198 «Κύκνος», Ρ-199 «Πήγασος» και Ρ-228 «Τοξότης») ανήκουν στα έξι (6) πλοία που αποκτήθηκαν από τη Νορβηγία: Το Ρ-196 «Ανδρομέδα» ναυπηγήθηκε το 1966-1967 και έφτασε στην Ελλάδα τον Φεβρουάριο του 1967, ενώ τα Ρ-198 «Κύκνος», Ρ-199 «Πήγασος» και Ρ-228 «Τοξότης» ναυπηγήθηκαν το 1966-1967 και έφτασαν στην Ελλάδα στα μέσα του 1967. Δηλαδή είναι πλοία ηλικίας 53 ετών. (το κείμενο συνεχίζεται μετά τις φωτογραφίες)
Οι παλαιότερες κανονιοφόροι του ΠΝ είναι οι δύο (2) Asheville κλάσης «Τόλμη» που ναυπηγήθηκαν την περίοδο 1968-1969 στις ΗΠΑ και παραχωρήθηκαν στην Ελλάδα το 1990 στα πλαίσια συμμαχικής βοήθειας. Πρόκειται για τα πλοία P-229 «Τόλμη» και P-230 «Ορμή» ηλικίας 51-52 ετών, ξεπερασμένα τεχνολογικά που θα έπρεπε ήδη να είχαν αντικατασταθεί. Έχουν εκτόπισμα 265 τόνους, μήκος 50,13 μέτρα και ενσωματώνουν δύο (2) πετρελαιοκινητήρες MTU 12V396 TE-94 των 2.216 ίππων έκαστος. Επιτυγχάνουν μέγιστη ταχύτητα 21,5 κόμβων (40 χιλιόμετρα την ώρα), η μέγιστη εμβέλεια τους είναι 1.287 ναυτικά μίλια (2.383,5 χιλιόμετρα) και υπηρετούνται από 34 άτομα. Ο οπλισμός μάχης περιλαμβάνει δύο (2) πυροβόλα L-70 των 40 χιλιοστών, δύο (2) πολυβόλα των 12,7 χιλιοστών και φορητούς εκτοξευτές αντιαεροπορικών βλημάτων πολύ μικρού βεληνεκούς FIM-92 Stinger.
Οι ικανότερες κανονιοφόροι του ΠΝ είναι οι οκτώ (8) Osprey-55, HSy-56 και HSy-56A. Οι τέσσερις Osprey-55 και HSy-56 (κλάσης «Αρματολός» και «Κάσος», πρώην «Πυρπολητής», αντίστοιχα) ναυπηγήθηκαν ανά δύο (2) σε ισάριθμες φάσεις. Οι P-18 «Αρματολός» και P-19 «Ναυμάχος» καθελκύστηκαν τον Μάρτιο 1990, ενώ τα πλοία P-57 «Κάσος» και P-61 «Πολεμιστής» καθελκύστηκαν το 1992 και 1993 αντίστοιχα. Στην ουσία τα HSy-56 είναι μια ελληνική έκδοση των Osprey-55 των δανέζικων ναυπηγείων Davyard. Τα Osprey-55 και τα HSy-56 διαφέρουν ως προς τις διαστάσεις τους, τις επιδόσεις και το σύστημα πρόωσης, ενώ ο οπλισμός μάχης και ο ηλεκτρονικός εξοπλισμός τους είναι παρόμοιος. Ίδιο οπλισμό μάχης έχουν και οι τέσσερις (4) νεότερες κανονιοφόροι HSy-56A.
Το εκτόπισμα των Osprey-55 είναι 516 τόνοι και το μήκος τους είναι 54,75 μέτρα. Ενσωματώνουν δύο (2) πετρελαιοκινητήρες MAN 16V 1163 ΤΒ-63 των 3.680 ίππων έκαστος και επιτυγχάνουν μέγιστη ταχύτητα 22 κόμβους (41 χιλιόμετρα την ώρα) και μέγιστη εμβέλεια 3.704 χιλιόμετρα. Υπηρετείται από 46 άτομα, ενώ μπορεί να μεταφέρει και ομάδα Ειδικών Δυνάμεων αποτελούμενη από 15 άτομα. Ο οπλισμός τους αποτελείται από ένα (1) πυροβόλο OTO Melara των 76/62 χιλιοστών, ένα (1) πυροβόλο OTO Breda των 40/70 χιλιοστών, δύο (2) πυροβόλα των 20 χιλιοστών, φορητούς εκτοξευτές FIM-92 Stinger και 30 νάρκες Mk.6 ή 20 νάρκες Mk.18 ή 12 νάρκες Mk.55. Τα HSy-56 έχουν εκτόπισμα 595 τόνους και μήκος 56,5 μέτρα. Ενσωματώνουν δύο (2) πετρελαιοκινητήρες Wartsila Nohab 16V 25 των 3.680 ίππων έκαστος και επιτυγχάνουν μέγιστη ταχύτητα 23 κόμβους (43 χιλιόμετρα την ώρα) και μέγιστη εμβέλεια 4.574 χιλιόμετρα. Υπηρετούνται από 52 άτομα και μπορούν να μεταφέρει ομάδα Ειδικών Δυνάμεων των 15 ατόμων. (το κείμενο συνεχίζεται μετά τις φωτογραφίες)
Τα τέσσερα (4) HSy-56A ναυπηγήθηκαν την περίοδο 2001-2003 στην Ελλάδα από τα ENAE (Ελληνικά Ναυπηγεία ΑΕ). Το P-266 «Μαχητής» καθελκύστηκε τον Ιούνιο του 2002, το P-267 «Νικηφόρος» το Δεκέμβριο του 2002, το P-268 «Αήττητος» το Φεβρουάριο του 2003 και το Ρ-269 «Κραταιός» τον Οκτώβριο του 2003. Το εκτόπισμά τους είναι 575 τόνοι και το μήκος τους 56,5 μέτρα. Ενσωματώνουν δύο (2) πετρελαιοκινητήρες Wartsila Nohab 16V 25 ισχύος 3.680 έκαστος και επιτυγχάνουν μέγιστη ταχύτητα 22 κόμβους (41 χιλιόμετρα την ώρα) και μέγιστη εμβέλεια 4.630 χιλιόμετρα. Υπηρετούνται από 52 άτομα και μπορούν να μεταφέρουν ομάδα Ειδικών Δυνάμεων των 21 ατόμων.
Είναι σαφές ότι και τα έξι (6) παράκτια περιπολικά και οι δύο (2) κανονιοφόροι Ashville είναι παλαιά πλοία, μεγάλης ηλικίας, ενσωματώνουν τεχνολογία της δεκαετίες του 1960 και του 1970 και θα έπρεπε ήδη να έχουν αντικατασταθεί. Οι οκτώ (8) κανονιοφόροι Osprey-55, HSy-56 και HSy-56A είναι νεότερα πλοία, αλλά χρειάζονται αναβάθμιση μέσης ζωής, τουλάχιστον οι τέσσερις (4) Osprey-55 και HSy-55 που ήδη βρίσκονται σε υπηρεσία εδώ και 30 χρόνια. Ως προς τα περιπολικά, άποψη μας είναι ότι το ΠΝ θα πρέπει να εξετάσει και να αξιολογήσει την περίπτωση μεταβίβασης τους, μαζί με τις αρμοδιότητες παράκτιας περιπολίας στο Λιμενικό Σώμα-Ελληνική Ακτοφυλακή (ΛΣ-ΕΛΑΚΤ), ως καταλληλότερο για το ρόλο αυτό. Το άμεσο κέρδος του ΠΝ θα είναι η εξοικονόμηση των πληρωμάτων και της ετήσιας δαπάνης συντήρησης και υποστήριξης των παλαιών αυτών πλοίων. Στη διάθεση του ΠΝ θα παραμείνουν οι κανονιοφόροι σε ρόλο και αποστολές περιπολίας.
Θα πρέπει επίσης να επισημάνουμε ότι δύο (2) από τις τρείς (3) εν υπηρεσία πυραυλακάτους τύπου 148 (P-72 «Βότσης» και P-73 «Πεζόπουλος») ανήκουν πλέον στο δυναμολόγιο της Διοίκησης Πλοίων Επιτηρήσεως αντί της Διοίκησης Ταχέων Σκαφών σε ρόλο περιπολικών, ενώ σύντομα αναμένεται να ενταχθεί και το P-75 «Μαριδάκης». Τα πλοία έχουν εκτόπισμα 265 τόνων και ναυπηγήθηκαν στα μέσα της δεκαετίας του 1970. Ο οπλισμός του περιλαμβάνει ένα (1) πυροβόλο των 76 χιλιοστών και ένα (1) πυροβόλο των 40 χιλιοστών, καθώς και βλήματα κατά πλοίων τύπου RGM-84 Harpoon, κατόπιν σχετικής τροποποίησης (αρχικά έφεραν βλήματα τύπου MM-38 Exocet). Επίσης μπορούν να μεταφέρουν έως και 20 νάρκες θαλάσσης.
Βέβαια, ακόμα και αν τα παράκτια περιπολικά του ΠΝ περάσουν στο δυναμολόγιο του ΛΣ-ΕΛΑΚΤ θα πρέπει να αντικατασταθούν, λόγω της μεγάλης ηλικίας και της παλαιότητας τους, κάτι που οικονομικά είναι πιο εύκολο και εφικτό για το ΛΣ-ΕΛΑΚΤ, λόγω και της παραμέτρου της συγχρηματοδότησης από την ΕΕ (Ευρωπαϊκή Ένωση). Σ’ αυτή την περίπτωση και για λόγους ομοιοτυπίας του στόλου θα ήταν προτιμότερο να ναυπηγηθούν σκάφη που ήδη βρίσκονται σε υπηρεσία από το ΛΣ-ΕΛΑΚΤ, όπως, για παράδειγμα, τα ισραηλινά Saar-4.5 (3 σκάφη), τα σουηδικά CB-90HCG (3 σκάφη), το ολλανδικό Stan Patrol 5509 (1 σκάφος) ή τα ιταλικά P-355 (4 σκάφη). Ιδανικά θα μπορούσαμε να αξιοποιήσουμε τη χρηματοδότηση από την ΕΕ για την ενίσχυση της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας και να επιλέξουμε μια ελληνική σχεδίαση, αλλά κάτι τέτοιο δυστυχώς δεν προκύπτει από τα γεγονότα και τις επιλογές.
Όμως η ανάγκη αντικατάσταση των παράκτιων περιπολικών του ΠΝ παραμένει, είτε αυτά παραμείνουν στο δυναμολόγιο και συνεχίσουν να χρησιμοποιούνται από το ΠΝ (πιθανότερο σενάριο), είτε μεταβιβαστούν στο ΛΣ-ΕΛΑΚΤ. Η δεύτερη εναλλακτική λύση είναι η απόκτηση μεταχειρισμένων σκαφών, κάτι που ως σενάριο εξετάζει και το ΠΝ, δηλαδή την παραμονή των παράκτιων περιπολικών στο δυναμολόγιο του με παράλληλη αντικατάσταση τους από μεταχειρισμένα πλοία. Στις 23 Ιουνίου είχαμε δημοσιεύσει άρθρο για τα αμερικανικά περιπολικά κλάσης «Island» τα οποία και ενδιαφέρουν το ΠΝ, προς αντικατάσταση των Nasty και των Esterel. Τα «Island» ναυπηγήθηκαν την περίοδο 1985-1992, δηλαδή είναι πλοία 28-35 ετών. Δεν είναι νέα, αλλά σίγουρα νεότερα των Nasty και Esterel.
Τα «Island» έχουν εκτόπισμα 168 τόνους, μήκος 34 μέτρα, πλάτος, 6,4 μέτρα και βύθισμα 2,2 μέτρα. Ενσωματώνουν δύο (2) πετρελαιοκινητήρες και επιτυγχάνουν μέγιστη ταχύτητα 29,5 κόμβων (περίπου 55 χιλιόμετρα την ώρα). Η εμβέλεια τους είναι 5.000 χιλιόμετρα περίπου, ενώ μπορούν να παραμείνουν στη θάλασσα για πέντε (5) συνεχόμενες ημέρες χωρίς την ανάγκη ανεφοδιασμού. Είναι εφοδιασμένα και με ένα σκάφος τύπου RHIB. Οι απαιτήσεις επάνδρωσης τους είναι μόλις 16 άτομα και ενσωματώνουν ένα (1) ραντάρ έρευνας επιφανείας και πλοήγησης AN/SPS-73, δύο διαστάσεων (2D). Ο οπλισμός μάχης του αποτελείται από ένα πυροβόλο Mk.38 των 25 χιλιοστών και δύο (2) πολυβόλα M2 των 12,7 χιλιοστών.
Μια άλλη ενδιαφέρουσα περίπτωση μεταχειρισμένων σκαφών είχαμε παρουσιάσει τον Οκτώβριο του 2019 και αφορά στα δύο (2) περιπολικά κλάσης «Protector» της Νέας Ζηλανδίας, που αποσύρονται μετά από μόλις 10 χρόνια υπηρεσίας, στο πλαίσιο αναδιοργάνωσης των ναυτικών δυνάμεων της χώρας. Συνολικά η Νέα Ζηλανδία διαθέτει τέσσερα (4) «Protector», τα οποία θα αποσύρει. Τα δύο (2) πρώτα πλοία που αποσύρθηκαν τον Οκτώβριο του 2019 είναι τα HMNZS «Pukaki» και HMNZS «Rotoiti» που εντάχθηκαν σε υπηρεσία το 2009 με κόστος € 20-25 εκατομμύρια έκαστο (το 2009). Έχουν εκτόπισμα 340 τόνους και μήκος 55 μέτρα. Ενσωματώνουν δύο (2) κινητήρες MAN B&W 12VP185 των 3.400 ίππων έκαστος. Επιτυγχάνουν μέγιστη ταχύτητα 25 κόμβους (46 χιλιόμετρα την ώρα) και ταχύτητα πλεύσης 16 κόμβους (30 χιλιόμετρα την ώρα). Με την ταχύτητα πλεύσης η μέγιστη εμβέλεια είναι 3.000 ναυτικά μίλια (5.560 χιλιόμετρα). Οι απαιτήσεις επάνδρωσης είναι 36 άτομα, ενώ ο οπλισμός τους αποτελείται από τρία (3) πολυβόλα των 12,7 χιλιοστών και δύο σκάφη τύπου RHIB.
Για τις κανονιοφόρους δεν μπορούμε να μην αναφερθούμε στην άστοχη επιλογή της μη συνέχισης του προγράμματος HSy-56A, όχι απαραίτητα με τη ναυπήγηση περισσότερων μονάδων στις αρχές της δεκαετίας του 2000 (θα μπορούσε να είχε γίνει κι αυτό), αλλά στην έλλειψη ενδιαφέροντος εξέλιξης της σχεδίασης και ανάπτυξης μιας βελτιωμένης έκδοσης, με μεγαλύτερο ποσοστό ελληνικής προστιθέμενης αξίας. Αν είχε γίνει αυτό σήμερα θα μπορούσαμε να αντικαταστήσουμε τα Asheville με μία νέα, ελληνική σχεδίαση βασισμένη στα HSy-56A ή να αναβαθμίσουμε τα Osprey-55 και τα HSy-55 με βάση ένα ελληνικό σχέδιο και πρόγραμμα αναβάθμισης. Επίσης θα μπορούσαν να αποτελέσουν τη βάση ανάπτυξης σκαφών μικρότερου εκτοπίσματος (για παράδειγμα, παράκτια ή περιπολικά ανοιχτής θαλάσσης για το ΠΝ και το ΛΣ-ΕΛΑΚΤ) ή πλοίων μεγαλύτερου εκτοπίσματος, κατηγορίας Ταχέων Περιπολικών Κατευθυνόμενων Βλημάτων (για την αντικατάσταση των μη-αναβαθμισμένων BR-56B La Combattante III, για παράδειγμα).
Δυστυχώς όμως το πρόγραμμα αφέθηκε στη μοίρα του, όπως έγινε παλαιότερα με το «Κένταυρος» ή το «Άρτεμις», το οποίο θα μπορούσε να εξελιχθεί σε αυτοκινούμενο και να ενισχυθεί με αντιαεροπορικά βλήματα πολύ μικρού βεληνεκούς. Χαμένες ευκαιρίες, αποτέλεσμα της διαχρονικής νοοτροπίας των ελληνικών κυβερνήσεων που απαξιώνουν την εγχώρια αμυντική βιομηχανία και τεχνολογία υπέρ της προμήθειας οπλικών συστημάτων από το εξωτερικό. Για την αντικατάσταση των Asheville είχαμε αναφερθεί, τον Αύγουστο του 2019, στην περίπτωση των πλοίων κλάσης «Fearless» από τη Σιγκαπούρη, τα οποία εντάχθηκαν σε υπηρεσία το 1996-1998 (τον Αύγουστο του 2019 το Πολεμικό Ναυτικό της Σιγκαπούρης ανακοίνωσε τον παροπλισμό τριών ακόμα «Fearless»).
Από τα 12 που ναυπηγήθηκαν ένα (1) χάθηκε σε ατύχημα, εννέα (9) έχουν παροπλιστεί (δύο το 2018 και επτά το 2019) και δύο (2) παραμένουν σε υπηρεσία, αλλά θα παροπλιστούν σύντομα (τα 11 «Fearless» θα αντικατασταθούν από οκτώ νέα περιπολικά κλάσης «Independent»). Έχουν εκτόπισμα 500 τόνων και φέρουν ένα (1) πυροβόλο OTO Melara των 76 χιλιοστών, τέσσερα (4) πολυβόλα των 12,7 χιλιοστών, τορπίλες A244/S Mod.1 διαμετρήματος 324 χιλιοστών και μέγιστου βεληνεκούς 6 χιλιομέτρων και αντιαεροπορικούς πυραύλους Mistral. Πρόκειται για πλοία 23-24 ετών, τα οποία, με την προαίρεση του λογικού οικονομικού κόστους και της καλής τους κατάστασης, θα μπορούσαν να αποτελέσουν αντικείμενο αξιολόγησης από το ΠΝ (ενδεχομένως και για το σύνολο των 11 πλοίων, με μέριμνα και για τις ανάγκες της Κύπρου).
Αισίως τα τέσσερα (4) Osprey-55 και HSy-56 είναι ηλικίας 30 και 27-28 ετών αντίστοιχα. Υπό κανονικές συνθήκες θα έπρεπε ήδη να έχουν υποστεί πρόγραμμα αναβάθμισης μέσης ζωής, αλλά λόγω της οικονομικής κατάστασης της χώρας ουδέποτε έγινε κάτι τέτοιο και πιθανότατα δεν θα γίνει, λόγω άλλων πιο κρίσιμων προτεραιοτήτων για το ΠΝ, όπως προαναφέραμε. Ίσως πλέον να είναι και ασύμφορη οικονομικά η αναβάθμιση τους, λόγω της ηλικίας τους. Τα HSy-56A είναι πλοία ηλικίας 17-18 ετών, δηλαδή σε ιδανική ηλικία για την υλοποίηση προγράμματος μέσης ζωής, αλλά και σ’ αυτή την περίπτωση δεν προβλέπεται μια τέτοια εξέλιξη. Ωστόσο, υπάρχει ένα σημείου αναβάθμισης, το οποία θα μπορούσε να εξεταστεί και δεν είναι άλλο από τα πυροβόλα των πλοίων, που θα μπορούσαν να πιστοποιηθούν για χρήση κατευθυνόμενων βλημάτων. Μια τέτοια επιλογή, σε συνδυασμό φυσικά με την απόκτηση τέτοιων βλημάτων, θα είχε ως αποτέλεσμα την κατακόρυφη αύξησης της ισχύος πυρός τους με σχετικά χαμηλό και προσιτό κόστος. Είναι μια επιλογή που κατά την άποψη μας αξίζει να αξιολογηθεί από το ΠΝ.
Στον τομέα των κατευθυνόμενων βλημάτων και ειδικά στο διαμέτρημα των 76 χιλιοστών το οποίο ενσωματώνουν οι ελληνικές κανονιοφόροι, η ιταλική Leonardo διαθέτει τα βλήματα DART και Vulcano. Το DART, το οποίο καθοδηγείται από το σύστημα STRELA, παρουσιάζει μειωμένη οπισθέλκουσα και αυξημένη ταχύτητα, 1.100 μέτρων το δευτερόλεπτο κατά την έξοδο του από την κάνη. Κατά την πτήση ακολουθεί δέσμη ραδιοσυχνότητας, ενώ έχει τη δυνατότητα αλλαγής τροχιάς. Το DART σχεδιάστηκε για να αντιμετωπίζει επερχόμενα βλήματα ή στόχους με δυνατότητα απότομης αλλαγής πορείας, στον αέρα ή τη θάλασσα. Το βλήμα μπορεί να εκτελέσει ελιγμούς με φόρτιση έως 40g, ενώ το μέγιστο βεληνεκές του ανέρχεται στα 8+ χιλιόμετρα.
Το Vulcano έχει αναπτυχθεί τόσο ως κατευθυνόμενο, όσο και ως μη-κατευθυνόμενο βλήμα για τα διαμετρήματα των 76, 127 και 155 χιλιοστών. Στη κατευθυνόμενη του έκδοση το βλήμα διαθέτει και αντιαεροπορικές ικανότητες. Συγκεκριμένα το Vulcano διατίθεται στην μη-κατευθυνόμενη έκδοση BER (Ballistic Extended Range) με προγραμματιζόμενο, πολλαπλών λειτουργιών, πυροκροτητή, στην κατευθυνόμενη έκδοση GLR (Guided Long Range) με υπέρυθρο αισθητήρα, για την προσβολή στόχων επιφανείας, και στην έκδοση GLR με σύστημα καθοδήγησης IMU/GPS, για την παροχή πυρών υποστήριξης κατά παράκτιων στόχων (επικουρικά το βλήμα μπορεί να δεχθεί και αισθητήρα ημί-ενεργού λέιζερ). Για τα πυροβόλα των 76 χιλιοστών το μέγιστο βεληνεκές ανέρχεται στα 40 χιλιόμετρα (έκδοση GLR).
Αναλυτικά για τα κατευθυνόμενα βλήματα ναυτικών πυροβόλων, όχι μόνο στο διαμέτρημα των 76 χιλιοστών, αλλά και στο διαμέτρημα των 127 χιλιοστών μπορείτε να διαβάσετε στο παρακάτω άρθρο:
Για την υφιστάμενη ισορροπία και τις μελλοντικές προκλήσεις-ανάγκες του ΠΝ σε υποβρύχια και φρεγάτες μπορείτε να διαβάσετε στα παρακάτω άρθρα: