Η εξαγγελία του προέδρου της Γαλλίας ότι θα επιδιώξει να προχωρήσει σε πλήρη αναδιοργάνωση του Ισλάμ και κυρίως των αντιπροσωπευτικών οργάνων των μουσουλμάνων της χώρας και μάλιστα μέσα σε ένα εξάμηνο, προκάλεσε τον περασμένο μήνα αρκετή αίσθηση. Η επίλυση του γρίφου της σχέσης ανάμεσα στο Ισλάμ και τον «ιερό» για τον γαλλικό λαό κοσμικό χαρακτήρα του κράτους, που κληρονόμησε από τη Γαλλική Επανάσταση, αποτελεί τη νέα μεγάλη πρόκληση για τον Εμανουέλ Μακρόν.

Ταυτόχρονα, οι προτάσεις του για μεταρρύθμιση έφεραν ξανά στην επιφάνεια το σημαντικό ζήτημα της σχέσης που διατηρεί η Ευρώπη με τις μουσουλμανικές της κοινότητες. Τα τελευταία χρόνια αυτή η σχέση κάθε άλλο παρά ειδυλλιακή ήταν. Η αύξηση του αριθμού των ψηφοφόρων, η κακή οικονομική κατάσταση, τα αλλεπάλληλα τρομοκρατικά χτυπήματα προκάλεσαν μεγάλη καχυποψία και ένταση. Τα πράγματα έχουν αλλάξει άρδην από την εποχή όπου η Ευρώπη διψούσε για φθηνό εργατικό δυναμικό και άνοιγε διάπλατα τις πόρτες της στους μουσουλμάνους μετανάστες. Σήμερα, το κλίμα είναι εντελώς διαφορετικό. Τα αντιμεταναστευτικά, ακροδεξιά κόμματα κερδίζουν συνεχώς έδαφος και αυξάνονται οι φωνές όσων διαμαρτύρονται εναντίον των μουσουλμάνων.

Η πίεση στις μουσουλμανικές κοινότητες είναι τεράστια, αφενός εξαιτίας της αυξανόμενης ισλαμοφοβίας και αφετέρου λόγω των πιέσεων και των φυγόκεντρων τάσεων στο εσωτερικό τους, και οι οποίες πιέζουν για αλλαγές και μεταρρυθμίσεις. Αυτό που πρέπει όλοι να συνειδητοποιήσουν είναι πως η «μουσουλμανική ταυτότητα» δεν είναι κάτι ενιαίο, κάτι που είναι χειροπιαστό και ομοιογενές σε όλες τις χώρες, τόνισε στον Φιλελεύθερο ο Μουσταφά Σέιχ, καθηγητής Ισλαμικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Leeds και συνδιευθυντής του Κέντρου Iqbal, που ειδικεύεται στη μελέτη του σύγχρονου Ισλάμ. «Η αίσθηση του να είσαι μουσουλμάνος, στη Βρετανία, είναι κάτι που είδαμε να αναπτύσσεται τα τελευταία 20 χρόνια, οπόταν και το Ισλάμ έγινε σημαντικό στοιχείο της ταυτότητας των μουσουλμανικών κοινοτήτων. Ο λόγος είναι πως οι μειονότητες πολιτικοποιήθηκαν εξαιτίας και της μεταναστευτικής πολιτικής που ακολούθησε η βρετανική κυβέρνηση», ανέφερε.

Παρατηρούμε, λοιπόν, ότι οι πιστοί πιέζουν για απαντήσεις στο ερώτημα του τι σημαίνει να είσαι μουσουλμάνος στον σύγχρονο και διαρκώς μεταβαλλόμενο κόσμο, μέσα στον οποίο ζουν. Η ανάγκη για αλλαγή είναι έντονη, χωρίς αυτό να σημαίνει πως πρόκειται για μια εύκολη διαδικασία. Ας μην ξεχνάμε, άλλωστε, πως ο χριστιανισμός έχει υποστεί την επιρροή του Διαφωτισμού, πέρασε από πολλά κύματα αμφισβητήσεων για να φτάσει στο σημείο που είναι σήμερα. Το Ισλάμ δεν έχει μπει ακόμη σε ανάλογη διαδικασία. Ωστόσο, οι φωνές που ζητούν πραγματικές μεταρρυθμίσεις συνεχώς αυξάνονται. «Αυτό που πρέπει να αντιληφθούμε είναι ότι ακόμη και σε θεοκρατικές μοναρχίες, όπως η Σαουδική Αραβία, υπάρχουν άνθρωποι που ζητούν μεταρρυθμίσεις, που τολμούν να μιλούν για αλλαγές. Πρόκειται για μια δύσκολη κατάσταση, καθώς ακόμη και στις μουσουλμανικές χώρες, όπως και στη Δύση, το Ισλάμ πολιτικοποιείται αντί να περιορίζεται σε θέματα θρησκείας», ανέφερε ο δρ Μουσταφά Σέιχ.

Δυστυχώς, η Δύση αγνοεί ότι δεν δίνει σημασία στον αγώνα των μουσουλμάνων για μεταρρυθμίσεις. «Νέοι άνθρωποι αν και γνωρίζουν τους κινδύνους είναι διατεθειμένοι να ρισκάρουν ακόμη και τη ζωή τους, για να αλλάξουν τα πράγματα. Σκεφτείτε ότι δεν τους νοιάζει αν θα πεθάνουν ή αν θα φυλακιστούν σε απάνθρωπες φυλακές. Και αυτό για τη δικαιοσύνη και την αλλαγή. Πρέπει να βρούμε αυτούς τους ανθρώπους, να τους ακούσουμε και να τους στηρίξουμε με όλα τα μέσα. Τα παραδοσιακά μέσα ενημέρωσης αγνοούν αυτές τις ιστορίες και δεν θα έπρεπε», επισήμανε ο Βρετανός ειδικός στη συνέντευξή του. Είναι για αυτό τον λόγο που τα σχέδια του Γάλλου προέδρου είναι καταδικασμένα να αποτύχουν. Το Ισλάμ έχει ανάγκη τις μεταρρυθμίσεις αλλά αυτές δεν μπορούν να επιβληθούν από έξω. Η αλλαγή πρέπει να προέλθει από τον ίδιο τον μουσουλμανικό κόσμο, που πρέπει να συνειδητοποιήσει σε πόσο ρευστό περιβάλλον ζει σήμερα.

Από την άλλη, θεριεύει η ισλαμοφοβία, σε όλα τα πεδία όπως παιδεία, απασχόληση, μέσα ενημέρωσης, πολιτική, δικαιοσύνη και διαδίκτυο στην Ευρώπη. Σύμφωνα με έκθεση του Ιδρύματος Πολιτικών, Οικονομικών και Κοινωνικών Ερευνών (SETA), η ισλαμοφοβία έχει μετατραπεί σε μια μεγάλη απειλή όσο για τη δημοκρατική τάξη, την κοινωνική ειρήνη και τις αξίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης τόσο για τη συνύπαρξη των διαφορετικών πολιτισμών, θρησκειών και εθνών. «Κατά την άποψή μου η αύξηση της ισλαμοφοβίας είναι και ένας τρόπος για να εκτραπεί η προσοχή μακριά από τα πραγματικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι κοινωνίες σήμερα και τα οποία έχουν να κάνουν με το περιβάλλον, τις ανισότητες, την οικονομική αβεβαιότητα. Ξαφνικά οι μουσουλμάνοι φαίνεται ότι φταίνε για τα πάντα, την ίδια στιγμή που οι πραγματικές απειλές που αντιμετωπίζει η Ευρώπη, συνήθως αγνοούνται», τόνισε ο δρ Μουσταφά Σέιχ.

Ραγδαία η αύξηση για τις μουσουλμανικές κοινότητες

Το Ισλάμ αποτελεί κομμάτι της Ευρώπης εδώ και εκατοντάδες χρόνια. Ανέκαθεν υπήρχαν διπλωματικές και εμπορικές σχέσεις ανάμεσα στον μουσουλμανικό κόσμο και τη Δύση. Η μεγάλη έκρηξη, όμως, σημειώθηκε μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο όταν επί ευρωπαϊκού εδάφους έφτασαν πολλοί μουσουλμάνοι μετανάστες, ως φτηνό εργατικό δυναμικό. Οι περισσότερες χώρες της ΕΕ δεν συλλέγουν στοιχεία ανά θρησκεία στις απογραφές πληθυσμού και έτσι είναι δύσκολο να ξέρουμε ποιος ακριβώς είναι ο αριθμός των μουσουλμάνων. Ωστόσο, σύμφωνα με έρευνες, εκτιμάται πως στην Ευρώπη ζουν περίπου 25 εκατομμύρια μουσουλμάνοι, που αντιστοιχεί στο 6% του συνολικού πληθυσμού της ηπείρου.

Σύμφωνα με στοιχεία του ινστιτούτου PEW, οι δύο χώρες με τον μεγαλύτερο μουσουλμανικό πληθυσμό είναι η Γαλλία και η Γερμανία. Το ποσοστό των μουσουλμάνων στη Γερμανία είναι 5,8% και φθάνουν τους 4.760.000 ενώ στη Γαλλία είναι μεγαλύτερο και αγγίζει το 7,5% του συνολικού πληθυσμού. Στην Ολλανδία ζουν 1.000.000 μουσουλμάνοι και αποτελούν το 6% του πληθυσμού και ακολουθούν Βέλγιο και Ελλάδα με 630.000 (5,9%) και 610.000 (5,3%), αντίστοιχα. Επίσης, υπάρχουν περισσότεροι μουσουλμάνοι σε Βρετανία (4,7%), Ισπανία (2,1%) και Ιταλία (3,7%). Η χώρα της ΕΕ στην οποία οι μουσουλμάνοι συνιστούν το μεγαλύτερο μερίδιο του πληθυσμού είναι η Κύπρος. Οι 300.000 μουσουλμάνοι του νησιού αποτελούν περίπου το ένα τέταρτο του πληθυσμού τους και είναι κυρίως Τουρκοκύπριοι.

Ο μουσουλμανικός πληθυσμός της Ευρώπης έχει σαφώς μικρότερη ηλικία από τους υπόλοιπους Ευρωπαίους, μέσος όρος τα 32 έτη αντί 40 έτη των υπόλοιπων Ευρωπαίων. Ταυτόχρονα, οι ευρωπαϊκές μουσουλμανικές κοινότητες παρουσιάζουν μια σταθερή και συνεχή αύξηση. «Παγκοσμίως, ο μουσουλμανικός πληθυσμός αναμένεται να αυξηθεί σχεδόν με διπλάσιο ρυθμό σε σχέση με τον μη μουσουλμανικό κατά τις επόμενες δύο δεκαετίες», σύμφωνα με το Pew. Από τα μέσα του 2010 έως τα μέσα του 2016 μόνο, το ποσοστό τους αυξήθηκε από 3,8% σε 4,9% (από 19,5 εκατομμύρια σε 25,8 εκατομμύρια). Μέχρι το 2050, το ποσοστό του πληθυσμού της ηπείρου που είναι μουσουλμάνοι θα μπορούσε να υπερδιπλασιαστεί, ανεβαίνοντας στο 11,2% ή περισσότερο, ανάλογα με το πόση μετανάστευση επιτρέπεται στην Ευρώπη. Ακόμη και στην απίθανη περίπτωση που η μελλοντική μετανάστευση θα σταματήσει μόνιμα, ο μουσουλμανικός πληθυσμός θα εξακολουθεί να ανέρχεται σε περίπου 7,4%, λόγω των υψηλών ποσοστών γονιμότητας που παρατηρούνται στον μουσουλμανικό κόσμο.

Πάντως, αρκετές δημοσκοπήσεις δείχνουν πως συχνά η κοινή γνώμη θεωρεί πως υπάρχουν πολλοί περισσότεροι μουσουλμάνοι στην Ευρώπη από ότι ισχύει στην πραγματικότητα. Δημοσκόπηση και πάλι από το ίδρυμα Pew έδειξε πως οι Γάλλοι πιστεύουν ότι το 30% των συμπατριωτών τους είναι μουσουλμάνοι, ενώ για τους Βρετανούς το αντίστοιχο ποσοστό είναι 21%.

Τέλος στην επιρροή ξένων κρατών

Ένα μεγάλο κεφάλαιο στις σχέσεις του Ισλάμ με την Ευρώπη αφορά και τη ριζοσπαστικοποίηση των νεαρών μουσουλμάνων. Η Γαλλία, το Βέλγιο, η Βρετανία, η Γερμανία είδαν τα τελευταία χρόνια νέους ανθρώπους να ριζοσπαστικοποιούνται κυρίως μέσω των κοινωνικών δικτύων αλλά και των τζαμιών, τα οποία σε αρκετές περιπτώσεις από τόπος προσευχής έχουν μετατραπεί σε φυτώρια εξτρεμιστών. Αυτή ακριβώς ήταν η αιτία που έσπρωξε τον Εμανουέλ Μακρόν να μιλήσει για την ανάγκη αλλαγών στο Ισλάμ Γαλλίας, προαναγγέλλοντας μάλιστα πως οι μεταρρυθμίσεις θα εφαρμοστούν το αμέσως επόμενο διάστημα. Το θέμα ήρθε σε μια κρίσιμη χρονική συγκυρία, καθώς το ζήτημα της ριζοσπαστικοποίησης νεαρών μουσουλμάνων αποτελεί τον νούμερο ένα προβληματισμό για όλες τις υπηρεσίες ασφαλείας του δυτικού κόσμου.

Οι ριζικές αλλαγές που θέλει να φέρει ο Γάλλος πρόεδρος αφορούν στους τρόπους χρηματοδότησης του Ισλάμ Γαλλίας, στα αντιπροσωπευτικά του όργανα και στην εκπαίδευση των ιμάμηδων. Πρόκειται για αλλαγές που επί της ουσίας μοιάζουν με μικρή επανάσταση στοχεύοντας στο να δοθεί ένα τέλος στην επιρροή των αραβικών κρατών, της Τουρκίας, του Μαρόκου ή της Αλγερίας, που χρηματοδοτούν τζαμιά, σχολεία και θρησκευτικά ιδρύματα με αρκετά εκατομμύρια ετησίως, αυξάνοντας έτσι την επιρροή τους. Το μεγάλο ερώτημα που πολλοί θέτουν σήμερα είναι πώς μια χώρα, σαν τη Γαλλία, έχει φθάσει σε αυτό το αδιέξοδο. Η απάντηση είναι απλή. Για χρόνια το Παρίσι έκλεινε τα αφτιά και τα μάτια σε αυτό το φαινόμενο. Θέλοντας να αποφύγει τις συγκρούσεις και τις εντάσεις, άφησε την κατάσταση ανεξέλεγκτη, με αποτέλεσμα να φτάσει στο σημείο που είναι σήμερα.

Συντάκτης: Ξένια Τούρκη

Πηγή: Ο ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΣ