Σύμφωνα με δημοσίευμα της ρουμανικής ιστοσελίδας https://mainnews.ro/, η κυβέρνηση της Ρουμανίας η οποία έλαβε το πράσινο φως από το κοινοβούλιο της Ρουμανίας, αναμένεται το προσεχές διάστημα να υπογράψει σύμβαση για τη πρόσκτηση δυο γαλλικών υποβρυχίων Scorpene. Το κόστος για δυο υποβρύχια Scorpene ανέρχεται στα 2 δισεκατομμύρια ευρώ. Δεν διευκρινίζεται εάν στο παραπάνω κόστος συμπεριλαμβάνονται όπλα καθώς και τεχνική υποστήριξη.
Τα γαλλικά Scorpene της Naval Group εκτός των παραδοσιακών δυνατοτήτων υποβρύχιων επιθέσεων με υποβρυχίως εκτοξευόμενους αντιπλοϊκούς πυραύλους SM-39 και τορπίλες F-21, διακρίνονται για τις στρατηγικές τους δυνατότητες κρούσης με βλήματα MdCN (Scalp Naval).
Το Scorpene, που αν ανέπτυξαν, από κοινού, η Naval Group και η ισπανική Navantia, είναι ένα «ευέλικτο» σχεδιαστικά υποβρύχιο, που προσαρμόζεται στις απαιτήσεις του πελάτη. Οι εκδόσεις του είναι η συμβατικής πρόωσης CM-2000 εκτοπίσματος 1.565 τόνων, η AM-2000 με σύστημα AIP εκτοπίσματος 1.870 τόνων, η έκδοση παράκτιου περιβάλλοντος CA-2000 και η μεγεθυμένη έκδοση, χωρίς σύστημα AIP, S-BR του Πολεμικού Ναυτικού της Βραζιλίας, εκτοπίσματος 2.000 τόνων.
Σύμφωνα με τη Naval Group το μέγιστο επιχειρησιακό βάθος του Scorpene είναι πάνω από 300 μέτρα, ενώ ο μέγιστος χρόνος αποστολής είναι 50 ημέρες, για τις συμβατικές εκδόσεις, και 71 ημέρες για τις εκδόσεις με σύστημα AIP. Εκτός των 31 ατόμων, που απαιτεί ως πλήρωμα το Scorpene, μπορεί να φιλοξενήσει και έξι άτομα Ειδικών Δυνάμεων. Το υποβρύχιο έχει την ικανότητα να υποστηρίξει την επιβίωση του πληρώματος για επτά ημέρες, σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης, ενώ διαθέτει και ολοκληρωμένο σύστημα διάσωσης.
Από κατασκευής του το υποβρύχιο ενσωματώνει υψηλού επιπέδου ανθεκτικότητας συστήματα, με στόχο την παραμονή στη θάλασσα, αν χρειαστεί και κατά μέσο όρο, 240 ημέρες το χρόνο και τη μείωση των απαιτήσεων συντήρησης και υποστήριξης. Η υπερκατασκευή είναι κατασκευασμένη από ανθεκτικό χάλυβα, επιτρέποντας στο υποβρύχιο επαναλαμβανόμενες καταδύσεις σε βάθος άνω των 300 μέτρων. Η χρήση χάλυβα αντοχής σε υψηλές πιέσεις έχει μειώσει το συνολικό βάρος του σκάφους, επιτρέποντας έτσι την μεγαλύτερο φορτίο καυσίμου και όπλων, άρα ενισχύοντας την αυτονομία του υποβρυχίου.
Σε κατάδυση το Scorpene παράγει χαμηλό ηχητικό ίχνος κάτι που αυξάνει τις πιθανότητες επιβίωσης του μιας και είναι δύσκολο να αποκαλυφθεί. Το χαμηλό ηχητικό ίχνος επιτυγχάνεται με τη χρήση προηγμένων τεχνικών υδροδυναμικής και λόγω του σχήματος του υποβρυχίου. Επίσης, κατά την σχεδίαση, έχει δοθεί ιδιαίτερη μέριμνα στο να μην υπάρχουν πολλές εξοχές στο εξωτερικό του υποβρυχίου.
Εσωτερικά τα υπό-συστήματα του υποβρυχίου περιβάλλονται από ελαστικές επενδύσεις, ενώ τα υπό-συστήματα, τα οποία παράγουν θόρυβο, περιβάλλονται από διπλές ελαστικές προσθήκες, με αποτέλεσμα, το εσωτερικό του υποβρυχίου να παράγει τον ελάχιστο δυνατό θόρυβο. Επικουρικά, το υποβρύχιο είναι εφοδιασμένο και με σύστημα απορρόφησης κραδασμών, το οποίο συμβάλει και αυτό στη μείωση του ηχητικού ίχνους. Η συνθήκη αυτή, δηλαδή το χαμηλό ηχητικό ίχνος, επιτρέπει στο Scorpene να επιχειρεί με σχετική ασφάλεια σε κλειστές θάλασσας και παράκτιες περιοχές, όπως είναι το Αιγαίο.
To Scorpene διαθέτει δύο πετρελαιοκινητήρες, μέγιστης ισχύος 1.675 ίππων έκαστος, και ηλεκτροκινητήρα, μέγιστης ισχύος 3.887 ίππων. Φυσικά, μέγα πλεονέκτημα είναι η παρουσία του συστήματος AIP, γνωστό ως FC2G. Το FC2G είναι σύστημα αναερόβιας πρόωσης (AIP) 2ης γενιάς η ανάπτυξη του οποίου άρχισε στα μέσα της δεκαετίας του 2000. Η επιχειρησιακή αξία των συστημάτων AIP είναι αναμφισβήτητη.
Στα συμβατικά υποβρύχια οι μπαταρίες φορτίζονται σε περισκοπικό βάθος από μηχανές πετρελαίου (Diesel) συνδεδεμένες µε ηλεκτρικές γεννήτριες. Ο απαραίτητος αέρας για τις μηχανές εισέρχεται µέσω ενός ανερχόμενου ιστού, του «αναπνευστήρα», ενώ τα καυσαέρια εξέρχονται, από άλλο δίκτυο, κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας. Η συνολική αυτονομία του υποβρυχίου εξαρτάται από το ποσοστό φόρτισης των ηλεκτρικών συσσωρευτών και από τη διαχείριση ενέργειας που µε τη σειρά της εξαρτάται από τις επιχειρησιακές ανάγκες.
Ωστόσο, έτσι τα υποβρύχια καθίστανται πολύ ευάλωτα τη στιγμή που εκτελείται η ανανέωση των ενεργειακών αποθεμάτων και της εσωτερικής ατμόσφαιρας, µε τη χρήση του «αναπνευστήρα», διότι μπορούν να εντοπισθούν από πλοία, υποβρύχια και αεροπλάνα και ελικόπτερα ναυτικής συνεργασίας. Παράλληλα, το υποβρύχιο που εκτελεί φόρτιση µε «αναπνευστήρα», είναι, σε μεγάλο βαθμό, ανίκανο να ανιχνεύσει την παρουσία άλλων υποβρυχίων λόγω του μεγάλου ιδιοθορύβου.
Το πρόβλημα αυτό έρχεται να λύσει το σύστημα AIP, το οποίο παράγει ηλεκτρική ενέργεια που προέρχεται από την αντίδραση καυσίμου και αποθηκευμένου οξυγόνου είτε σε θερμικές μηχανές είτε σε (ηλεκτροχηµικές) κυψέλες καυσίμου (Fuel Cell). Η νέα γενιά συστημάτων AIP των γαλλικών υποβρυχίων βασίζεται στο σύστημα MESMA (Module d’ Energie Sous-Marin Autonome), πάνω στο οποίο αναπτύχθηκε το FC2G. Το MESMA είναι ένας ατμοστρόβιλος µε κλειστό κύκλωμα αρμού που χρησιμοποιεί πετρέλαιο ή αιθανόλη ως καύσιμο.
Το υποβρύχιο φέρει έξι τορπιλοσωλήνες διαμετρήματος 533 χιλιοστών, ενώ η συνολική του αναχορηγία είναι 18 όπλα (τορπίλες και βλήματα). Εναλλακτικά μπορεί να φέρει και 30 νάρκες για αποστολές ναρκοθέτησης. Τα υποβρύχια μπορούν να εφοδιαστούν με τις νέες τορπίλες F21, με τα βλήματα κατά πλοίων MM-40 Block.3 Exocet, καθώς και με τα βλήματα προσβολής στόχων εδάφους SCALP-Naval. Οι έξι τορπιλοσωλήνες έχουν τη δυνατότητα βολή κατά μονάδα ή μαζικής βολής (Salvo), ενώ η διαδικασία ανεφοδιασμού των τορπιλοσωλήνων είναι αυτόματη.
Η F21 έχει δυνατότητα ταχύτητας άνω των 50 κόμβων την ώρα (93 χιλιόμετρα την ώρα), με εμβέλεια άνω των 50 χιλιομέτρων και αυτονομία περίπου 1 ώρας. Επίσης μπορεί να επιχειρεί σε βαθιά νερά, αλλά κυρίως σε παράκτιες περιοχές με υψηλό επίπεδο θορύβου και πυκνής ναυτιλίας (χρήση σε βάθη από 10 έως 500 μέτρα). Η F21 ενσωματώνει πολεμική κεφαλή βάρους 250 κιλών, ενώ διαθέτει προηγμένο λογισμικό, το οποίο είναι ικανό να αναγνωρίσει τα «δεδομένα» του βυθού (κοιλότητες, εσοχές, ήχοι κ.ά.).
Το βλήμα MM-40 Block.3 Exocet, σε σχέση με τις προηγούμενες εκδόσεις, διαθέτει βελτιωμένο σύστημα πλοήγησης, επιτυγχάνει αυξημένο βεληνεκές (180 χιλιόμετρα) και έχει ικανότητα προσβολής στόχων σε παράκτιο περιβάλλον. Επίσης ενσωματώνει τέσσερις αεραγωγούς για την παροχή επαρκούς όγκου αέρα κατά τη διάρκεια ελιγμών σε υψηλές φορτίσεις (G). Φέρει κινητήρα στερεού καυσίμου και έχει συνολικό βάρος 670 κιλά, εκ των οποίων τα 165 κιλά είναι η πολεμική κεφαλή. Το μήκος του βλήματος είναι 4,7 μέτρα, η διάμετρός του 348 χιλιοστά, ενώ το άνοιγμα των πτερυγίων του είναι 1,1 μέτρα.
Το SCALP-Naval αποτελεί εξέλιξη του γνωστού στην ΠΑ βλήματος αέρος-εδάφους SCALP-EG. Χρησιμοποιεί σύστημα αδρανειακής πλοήγησης και ηλεκτροπτικό σύστημα ταυτοποίησης εδάφους κατά την τερματική φάση της πτήσης. Το μέγιστο βεληνεκές των SCALP-Naval είναι της τάξεως των 1.000 χιλιομέτρων.
Το σύστημα διαχείρισης μάχης SUBTICS ενσωματώνει έξι οθόνες πολλαπλών λειτουργιών και ενδείξεων και μια οθόνη (επιφάνεια) καταγραφής και ένδειξης της τακτικής κατάστασης. Αποστολή του SUBTICS είναι η διαχείριση των τακτικών δεδομένων και η διοίκηση του υποβρυχίου. Η τακτική εικόνα παράγεται από το SUBTICS, μέσω του ελέγχου όλων των αισθητήρων και των συστημάτων πλοήγησης του υποβρυχίου. Ομοίως η διαχείριση της μάχης γίνεται μέσω του συστήματος ελέγχου όπλων, το οποίο ελέγχεται φυσικά από το SUBTICS. Σημαντική είναι και η ικανότητα του συστήματος διαχείρισης μάχης να διαβιβάζει και να δέχεται δεδομένα προς και από άλλα φίλια συστήματα-πλατφόρμες. Εξίσου σημαντική είναι και η διάθεση ενός ολοκληρωμένου συστήματος από πολλαπλά σονάρ: Παθητικό, κυλινδρικό σονάρ μεγάλου βεληνεκούς, ενεργητικό σονάρ, πλευρικό σονάρ, σονάρ υψηλής ανάλυσης για τον εκτοπισμό ναρκών και συρόμενο σονάρ.
Η διάθεση πολλαπλών αισθητήρων και η ικανότητα επεξεργασίας, ταξινόμησης και προβολής πληροφοριών του SUBTICS επιτρέπει στον κυβερνήτη του υποβρυχίου να έχει, ανά πάσα στιγμή, πλήρη και ολοκληρωμένη εικόνα της τακτικής κατάστασης. Όλες οι εντολές παράγονται και διαβιβάζονται προς πάσα κατεύθυνση από το τμήμα ελέγχου του υποβρυχίου, μέσω αξιόπιστων αυτόματων διαδικασιών, τα πρωτόκολλα λειτουργίας των οποίων ελέγχονται διαρκώς για την αποφυγή λαθών ή αστοχιών. Ο έλεγχος των κινητήρων, του πηδαλίου και των προπελών είναι επίσης αυτόματος, ενώ διαρκώς εκτελούνται, πάλι αυτόματα, προγραμματισμένοι έλεγχοι για πιθανές κρίσιμες αστοχίες όπως είναι οι διαρροές, η πυρκαγιές η συγκέντρωση αερίων κ.ά.
Εμπορικά το Scorpene έχει καταφέρει σημαντικές επιτυχίες από τη Χιλή, τη Μαλαισία, την Ινδία και τη Βραζιλία για συνολικά 14 υποβρύχια. Η Χιλή διατηρεί δύο υποβρύχια σε υπηρεσία από το 2005-2006, όπως και η Μαλαισία η οποία ένταξε σε υπηρεσία δύο υποβρύχια το 2009. Η Ινδία, που είναι ο μεγαλύτερος χρήστης των Scorpene, βρίσκεται σε φάση ναυπήγηση έξι υποβρυχίων. Δύο έχουν ενταχθεί σε υπηρεσία το 2017 και το 2019, ενώ άλλο ένα υποβρύχιο αναμένεται να ενταχθεί σε υπηρεσία αργότερα το 2019. Τα υπόλοιπα τρία Scorpene αναμένεται να ενταχθούν σε υπηρεσία το 2020, το 2021 και το 2022 αντίστοιχα. Τέλος, η Βραζιλία ναυπηγεί τέσσερα Scorpene, το πρώτο εκ των οποίων αναμένεται να ενταχθεί σε υπηρεσία το 2020 και τα υπόλοιπα, σύμφωνα με το ισχύον χρονοδιάγραμμα, το 2021, το 2022 και το 2023 αντίστοιχα.
Η επιλογή του Scorpene έχει στρατηγικές προεκτάσεις για το κάθε Ναυτικό. Η στρατηγική προέκταση δεν είναι άλλη από την ικανότητα των υποβρυχίων να εκτοξεύουν τους SCALP-Naval, κάτι που σημαίνει ικανότητα προσβολών στα κέντρα βάρους του αντιπάλου, όπως είναι οι στρατηγικές υποδομές, βαθιά στην τουρκική επικράτεια.