Όταν η εκπαίδευση περιλαμβάνει πραγματικά χρήσιμα αντικείμενα μάθησης, διεξάγεται σωστά και με τα κατάλληλα υλικοτεχνικά μέσα, μπορεί να λειτουργήσει σαν ένας παράγοντας ή μηχανισμός παραγωγής ισχύος, ο οποίος αντανακλά τόσο στο προσωπικό όσο και στις μονάδες και τους σχηματισμούς. Αυτό με τη σειρά του και συν το χρόνο, δημιουργεί ικανότερες στρατιωτικές δυνάμεις, οι οποίες μπορούν να επιχειρούν αποτελεσματικά όπου απαιτηθεί και κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες. Η κύρια δραστηριότητα του Στρατού είναι η επιτυχής διεξαγωγή του πολέμου ή η διατήρηση της ειρήνης. Σε καιρό ειρήνης η εκπαίδευση καταλαμβάνει το μεγαλύτερο μέρος του συνόλου των δραστηριοτήτων μιας στρατιωτικής μονάδας. Με άλλα λόγια, στην ειρήνη το κύριο μέλημα των διοικητών είναι η προπαρασκευή των τμημάτων, που έχουν υπό τις διαταγές τους, να διεξάγουν πολεμικές επιχειρήσεις.

Σε τελική ανάλυση η ποιότητα της παρεχόμενης εκπαίδευσης είναι συνάρτηση της κατάρτισης του εκπαιδευτή, των μέσων που έχει στη διάθεση του και των οικονομικών μέσων που διοχετεύονται στην εκπαιδευτική διαδικασία. Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι η εκπαίδευση είναι μια συνθήκη η οποία παράγει αποτελέσματα σωρευτικά μεν, αλλά σε βάθος χρόνο. Γι’ αυτό και θα πρέπει να είναι μεθοδική και μακροπρόθεσμη. Όταν έρθει η ώρα των πραγματικών επιχειρήσεων είναι πολύ αργά για να διορθωθούν οι όποιες αδυναμίες στην εκπαίδευση. Η εκπαίδευση είναι θεμελιώδες στοιχείο της πολεμικής ισχύος. Είναι στοιχείο εκμάθησης καθώς διεξάγεται σύμφωνα με το δόγμα επιχειρήσεων της χώρας και να αναπτύσσει την ικανότητα των αξιωματικών, των υπαξιωματικών και των στρατιωτών να αντιμετωπίζουν τις δυσκολίες της πολεμικής δράσης και να επιβιώσουν στο πεδίο της μάχης.

Η εκπαίδευση μπορεί να βελτιώνεται και να εξελίσσεται συνεχώς με την αξιοποίηση της εμπειρίας, τη συστηματική μελέτη της προόδου ή των αποτυχιών και την ουσιαστική αξιοποίηση των συμπερασμάτων και των διδαγμάτων της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Αν και η εκπαίδευση δεν είναι το κυρίαρχο στοιχείο του ηθικού, εντούτοις διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στη βελτίωση της αυτοπεποίθησης του στρατιώτη («Είμαι καλά εκπαιδευμένος, άρα έχω πολλές πιθανότητες να επιβιώσω»), στην ικανότητα διοίκησης (αφορά τα στελέχη) και στην ικανότητα του στρατού να λειτουργεί ως σύνολο. Μια από τις βασικότερες αρχές της εκπαίδευσης είναι το ότι η εκπαιδευτική διαδικασία είναι ευθύνη των διοικητών. Αυτοί είναι οι κύριοι οργανωτές και επιβλέποντες, οι οποίοι θα πρέπει να βασίζουν την εκπαίδευση στις απαιτήσεις της αποστολής τους. Επίσης θα πρέπει να προσδιορίζουν με σαφήνεια τα εκπαιδευτικά πρότυπα, να κρίνουν και να εκτιμούν την πρόοδο και να παρέχουν τα απαιτούμενα μέσα.

Η εκπαίδευση θα πρέπει να είναι προσαρμοσμένη στη μάχη. Βασικός σκοπός της εκπαίδευσης είναι να επιτευχθούν τα επιθυμητά επίπεδα μαχητικής ικανότητας. Συνεπώς η κάθε εκπαιδευτική προσπάθεια θα πρέπει να προσβλέπει στην επίτευξη αυτού του στόχου, βέβαια μέσα στο πλαίσιο της εξειδίκευσης την οποία έχει ο κάθε στρατιώτης (τυφεκιοφόροι, πολυβολητές, αντιαρματιστές κ.ά.). Δεδομένου ότι η εκπαιδευτική διαδικασία είναι μια δύσκολη και μακροχρόνια διαδικασία οι διοικητές θα πρέπει να αναγνωρίζουν με ρεαλισμό τα, καλά ή κακά, αποτελέσματα. Σε κάθε περίπτωση το ζητούμενο είναι οι ρεαλιστικές συνθήκες εκπαίδευσης (δημιουργία καπνού, θορύβου, εξομοίωση συνθηκών πολέμου, απώλειες διοικητών, δυσμενείς καιρικές συνθήκες κ.ά.). Συνεπώς, εκτός από τα μέσα θα πρέπει να υπάρχουν και οι κατάλληλοι χώροι (αίθουσες διδασκαλίας και πεδία ασκήσεων, μικρά ή μεγάλα). Ο συνδυασμός της θεωρητικής εκπαίδευσης (αίθουσα διδασκαλίας) με την πρακτική (πεδίο) βοηθάει στην εξοικείωση με τον οπλισμό και το έδαφος.

Η εκπαίδευση θα πρέπει πάντοτε να είναι εναρμονισμένη με το ισχύον δόγμα και να ακολουθεί τις τεχνολογικές εξελίξεις. Οι κανονισμοί και τα εγχειρίδια εκστρατείας περιγράφουν κοινές διαδικασίες και ενιαίες μεθόδους επιχειρήσεων, οι οποίες επιτρέπουν στους διοικητές και στις μονάδες να προσαρμόζονται γρήγορα σε μεταβαλλόμενες καταστάσεις. Στα υψηλότερα κλιμάκια το δόγμα αποτελεί τη βάση για μια κοινή ορολογία και κατανόηση. Δυστυχώς, στον Ελληνικό Στρατό (ΕΣ) οι νέοι στρατιώτες έχουν λίγο χρόνο στη διάθεση τους για να μάθουν ακόμα και τις πλέον βασικές τυποποιημένες διαδικασίες. Οι μονάδες αποκτούν την ικανότητα να εκτελούν κρίσιμες αποστολές μάχης όταν εξασκούνται σ’ αυτές. Η μάθηση έρχεται γρηγορότερα με την πρακτική εξάσκηση. Άρα η πρακτική είναι μείζον θέμα. Και πρακτική σημαίνει μέσα και βοηθήματα (εξομοιωτές και σύγχρονες εκπαιδευτικές συσκευές). Η πρακτική εκπαίδευση είναι ρεαλιστική, επαυξάνει τις δεξιότητες και καλλιεργεί την πρωτοβουλία.

Η επιτυχής ολοκλήρωση κάθε εκπαιδευτικής φάσης επιτρέπει στις μονάδες να εκπαιδευτούν σε άλλα και πιο πολύπλοκα και απαιτητικά αντικείμενα. Από τη στιγμή που μια μονάδα επιτύχει το επιθυμητό επίπεδο ικανότητας, η εκπαιδευτική διαδικασία μετατρέπεται σε διαδικασία συντήρησης με συγκεκριμένα μεν, αλλά όχι ίδια συλλογικά και ατομικά εκπαιδευτικά προγράμματα. Αυτά τα προγράμματα έχουν ως κύριο στόχο την επανάληψη κρίσιμων αντικειμένων, αλλά με τη μικρότερη δυνατή συχνότητα επανάληψης. Στόχος είναι η διατήρηση της αποκτηθήσας μαχητικής ικανότητας, ατομικής και συλλογικής. Για να αξιοποιηθούν σωστά και παραγωγικά ο χρόνος και τα μέσα που διατίθενται η εκπαίδευση θα πρέπει να είναι ταυτόχρονη για τους οπλίτες, τα στελέχη και τη μονάδα ως σύνολο, διότι η πολυεπίπεδη εκπαίδευση είναι ίσως ο πλέον αποτελεσματικός τρόπος εκπαίδευσης για την εκμάθηση ενός μεγάλου αριθμού επιχειρησιακών αποστολών μέσα σε μικρό σχετικά χρόνο (βασική εκπαίδευση).

Τα σφάλματα μέσα σε ένα εκπαιδευτικό περιβάλλον είναι δεδομένα. Ταυτόχρονα όμως είναι και μία σημαντική εμπειρία, αλλά και ευκαιρία για διόρθωση, άρα και μάθηση. Στην εκπαίδευση, η εκμάθηση από τα λάθη είναι περισσότερο εμφανής και έχει μεγαλύτερη επίδραση από ότι έχει η εκπαίδευση με απόλυτη επιτυχία (πραγματική ή φαινομενική). Αρκεί τα όποια λάθη να διορθώνονται την κατάλληλη χρονική στιγμή, χωρίς αρνητική διάθεση (εκνευρισμός, φωνές, ποινές κ.ά.), με επεξηγηματικό τρόπο. Συνεπώς, τα όποια εκπαιδευτικά προγράμματα θα πρέπει να είναι ευέλικτα ώστε να επιτρέπονται οι παρεμβάσεις και οι διορθώσεις όπου και όταν χρειάζεται. Εκτός από τις τακτικές και πρακτικές μάχης και επιβίωσης η εκπαίδευση θα πρέπει να περιλαμβάνει και συντήρηση του υλικού. Η συντήρηση του υλικού είναι ένα βασικό τμήμα κάθε εκπαιδευτικού προγράμματος, διότι συντήρηση σημαίνει διατήρηση του εξοπλισμού σε καλή και λειτουργική κατάσταση.

Όπως προαναφέραμε η εκπαίδευση αποτελεί την πρώτη προτεραιότητα των διοικητών κατά τη διάρκεια της ειρήνης. Συνεπώς οι διοικητές οφείλουν να αναπτύσσουν και να μεταδίδουν ένα σαφές εκπαιδευτικό όραμα και πλαίσιο. Με άλλα λόγια να παρέχουν κατεύθυνση (πως θα επιτύχουμε αυτό που θέλουμε), σκοπό (τι θέλουμε να επιτύχουμε) και κίνητρο (γιατί πρέπει να το πετύχουμε). Η ποιότητα της εκπαίδευσης πηγάζει από το βαθμό συμμετοχής του εκπαιδευτή σ’ αυτή. Σε κάθε περίπτωση οι εκπαιδευτές θα πρέπει να ασκούν συνεχή ηγεσία και επίβλεψη, αν και ο διοικητής της μονάδας είναι, σε τελική ανάλυση, αυτός που ενσωματώνει τις εκπαιδευτικές απαιτήσεις της μονάδας σε συλλογικά εκπαιδευτικά αντικείμενα και τεχνικές. Συνεπώς οι διοικητές θα πρέπει να έχουν μακρόπνοο σχεδιασμό έτσι ώστε να επιτευχθεί ο αναγκαίος συντονισμός κατά την εκπαιδευτική διαδικασία. Αυτός ο συντονισμός επιτυγχάνεται με δύο τρόπους. Ο πρώτος είναι η ανάπτυξη απλών αλλά αποτελεσματικών διαύλων επικοινωνίας μεταξύ των διαφόρων κλιμακίων της διοίκησης, πάντα όμως στο πλαίσιο της ιεραρχίας.

Ο δεύτερος τρόπος είναι ο συγκεντρωτισμός στο επίπεδο του σχεδιασμού και η αποκέντρωση στο επίπεδο της δραστηριότητας (δηλαδή της πρακτικής εφαρμογής). Ο συγκεντρωτισμός σε επίπεδο σχεδιασμού επιτρέπει τη συνεχή εστίαση της εκπαίδευσης στα αναγκαία και βασικά αντικείμενα από πάνω προς τα κάτω (δηλαδή από την μονάδα ως σύνολο στις υπό-μονάδες). Από την άλλη η αποκέντρωση κατά την εφαρμογή του εκπαιδευτικού προγράμματος διασφαλίζει ότι η εκπαιδευτική διαδικασία και μάθηση διαχέεται στις υπό-μονάδες σύμφωνα με τους ιδιαίτερους περιορισμούς που αυτές έχουν. Μια σωστά σχεδιασμένη, πρακτική και εφαρμοσμένη εκπαιδευτική διαδικασία ή πρόγραμμα δημιουργεί μονάδες ή σχηματισμούς με συνοχή και πειθαρχία. Δηλαδή δημιουργεί στρατιωτικά τμήματα, τα οποία μπορούν να σταθούν στο πεδίο της μάχης και να εφαρμόσουν το επιχειρησιακό δόγμα της χώρας. Συνεπώς η όλη εκπαίδευση θα πρέπει να αξιολογείται με βάση τη συνάρτηση «διαθέσιμος χρόνος-πρόοδος» και πάντα στο πλαίσιο των επιθυμητών μακροπρόθεσμων αποτελεσμάτων.

Πρόοδος επιτυγχάνεται όταν επιτυγχάνονται τα προκαθορισμένα κριτήρια προόδου (σε σχέση με ένα γνωστικό αντικείμενο) εντός των χρονικών ορίων που έχουν τεθεί. Είναι προτιμότερο να υπάρχει ένας περιορισμένος αριθμός αντικειμένων κατά τη διάρκεια ενός εκπαιδευτικού γεγονότος, παρά η συσσώρευση πολλών στόχων όπου τελικά δεν επιτυγχάνεται κανένας. Ένα άλλο ζήτημα το οποίο δυστυχώς παρατηρείται έντονα στον ΕΣ είναι η δυσλειτουργία της μη συμμετοχής μέγιστου αριθμού στρατιωτών. Αυτό συμβαίνει κυρίως σε επίπεδο Τάγματος όπου η έλλειψη προσωπικού σε συνδυασμό με τα πολλά καθημερινά βάρη της διοικητικής υποστήριξης (υπηρεσίες) δεν αφήνουν πολλά περιθώρια συμμετοχής στην εκπαίδευση. Ένας τρόπος αντιμετώπισης αυτού του προβλήματος είναι η ορθή διαχείριση του διαθέσιμου χρόνου. Η στρατιωτική εκπαίδευση πρέπει να είναι απλή και πρακτική: Η Ελλάδα πρέπει να έχει Ένοπλες Δυνάμεις έτοιμες για πόλεμο.

Ο πόλεμος απαιτεί μεγάλα και ισχυρά σωματική, ψυχολογικά και ηθικά προσόντα, ενώ το περιβάλλον της μάχη απαιτεί αφοσίωση, επιμονή και κίνητρο, προκειμένου να εξασφαλιστεί η υψηλότερη δυνατή πιθανότητα επιτυχίας. Από την άλλη η επιτυχία στο πεδίο της μάχης απαιτεί μάχιμες μονάδες, επανδρωμένες, με κίνητρα, πειθαρχημένους στρατιώτες και ικανή διοίκηση. Με άλλα λόγια η επιτυχία στο πεδίο της μάχης απαιτεί αυτό που Αμερικανοί λένε: «Train as you fight», δηλαδή «εκπαιδεύσου όπως θα πολεμήσεις». Με αυτό το ρητό οι Αμερικανοί εννοούν ότι η εκπαίδευση θα πρέπει να είναι ρεαλιστική. Ο πόλεμος είναι η απόλυτη δοκιμή της επιτυχίας ή όχι της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Συνεπώς το δόγμα «εκπαιδεύσου όπως θα πολεμήσεις» είναι ποιο κοντινό στον πόλεμο θα αντιμετωπίσει ή τουλάχιστον θα πρέπει να αντιμετωπίσει ο στρατιώτης κατά τη διάρκεια της ειρήνης. Συνεπώς η όλη εκπαιδευτική διαδικασία του ΕΣ, από το επίπεδο του στρατιώτη έως το επίπεδο του ΓΕΣ (Γενικό Επιτελείο Στρατού) θα πρέπει να αντανακλά τις απαιτήσεις του πεδίου μάχης, και μάλιστα του πεδίου μάχης μέσα στο οποίο θα κλιθεί να επιχειρήσει ο ΕΣ (Έβρος, Αιγαίο, Κύπρος).

Σε επίπεδο τάγματος όλοι οι αξιωματικοί και υπαξιωματικοί πρέπει ή θα πρέπει να αντιμετωπίζονται ως εκπαιδευτές, καταρτισμένοι και ικανοί να προσφέρουν στις δυνάμεις τους ρεαλιστική εκπαίδευση με όσο το δυνατό καλύτερη προσομοίωση των συνθηκών μάχης (πάντα βέβαια σε σχέση με τα μέσα που η υπηρεσία τους διαθέτει). Με άλλα λόγια ο εκπαιδευτής θα πρέπει να προετοιμάσει τον κάθε στρατιώτη ως μονάδα ή την υπό-μονάδα του ώστε την κρίσιμη στιγμή του πολέμου να δράσει σύμφωνα με το εθνικό επιχειρησιακό δόγμα μέσα σε μια σύνθετη, αγχώδης και φονική κατάσταση: Τη μάχη! Για να συνεργαστούν αποτελεσματικά οι υπό-μονάδες της ίδιας μονάδας ή οι μονάδες της ίδιας Ταξιαρχίας θα πρέπει να έχουν εξασκηθεί από κοινού κατά την διάρκεια της ειρήνης. Εν κατακλείδι: Η καλή εκπαίδευση οδηγεί στην καλή πολεμική προπαρασκευή και προσπάθεια και η καλή πολεμική προσπάθεια είναι προϋπόθεση ή προπομπός επιτυχίας.