Η αναμενόμενη υπογραφή συμφωνίας αμυντικής – στρατιωτικής συνεργασίας μεταξύ Ελλάδας και Γαλλίας, πυροδότησε σημαντικές εξελίξεις, όπως ήταν αναμενόμενο, και στο κομμάτι των εξοπλιστικών προγραμμάτων. Κυρίως σε αυτό αν θέλουμε να είμαστε ακριβείς.
Είναι λογικό οι εξελίξεις των τελευταίων ημερών να έχουν προκαλέσει σύγχυση, σχετικά με τις ελληνικές επιλογές, αυτή την εξαιρετικά κρίσιμη περίοδο. Δεν θα πρέπει να μας διαφεύγει το γεγονός ότι τη στιγμή που τα σενάρια και οι “διαρροές” σχετικά με την ενοικίαση γαλλικών φρεγατών FREMM ή την προμήθεια μεταχειρισμένων τύπου Μ από το Ναυτικό της Ολλανδίας “δίνουν και παίρνουν”, το Oruc Reis εξακολουθεί να πλέει με τα συνοδά του σκάφη, σε ελληνικών συμφερόντων θαλάσσιες περιοχές. Σε ελληνική υφαλοκρηπίδα.
Φυσικά παρακολουθείται από μονάδες του ΠΝ και την Πολεμική Αεροπορία, αλλά οι κόκκινες γραμμές της εποχής του “Βυθίσατε το Χόρα” έχουν παραβιαστεί… Ζητούμενο για την Ελλάδα παραμένει η αποτροπή της τουρκικής επιθετικότητας. Και η οριστική διακοπή των τουρκικών διεκδικήσεων εις βάρος της. Μέσα από τη διαδικασία της εξασφάλισης αυτής της αποτροπής, φυσικά δεύτερο ζητούμενο είναι η ανάπτυξη της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας.
Συνεπώς, σε αντίθεση με ότι συμβαίνει στην Ευρώπη, όπου οι περισσότερες χώρες με εξαίρεση τη Γαλλία και τη Βρετανία, αντιμετωπίζουν τα εξοπλιστικά ώς αναπτυξιακά προγράμματα, η Ελλάδα καλείται να τα αξιοποιήσει και ώς μέσο επιβίωσης. Οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες αποσκοπούν στη δημιουργία και συντήρησης θέσεων εργασίας, στην επένδυση σε τομείς έρευνας και ανάπτυξης υψηλής τεχνολογίας και στις εξαγωγές.
Απειλή πέραν της ρωσικής δεν υπάρχει, και για αυτή υπάρχει το ΝΑΤΟ και η συμμετοχή στις δομές του. Τα πράγματα για την Ελλάδα είναι, δυστυχώς, πολύ διαφορετικά. Το ΝΑΤΟ δεν την προστατεύει από την Νο.1 απειλή ενάντια στην εθνική της κυριαρχία, τα δικαιώματά της και την ασφάλεια των πολιτών της.
Από τη μία πλευρά η Ελλάδα, όπως και όλες οι άλλες ευρωπαϊκές χώρες, χρειάζεται τη δημιουργία θέσεων εργασίας και της διατήρησής τους σε βάθος χρόνου, όπως χρειάζεται (για πολλούς λόγους) και τη συμμετοχή της στο ΝΑΤΟ. Επιπρόσθετα όμως, απαιτείται να μπορεί να ασκήσει τη δική της ανεξάρτητη εξωτερική πολιτική. Κάτι που μπορεί να διασφαλιστεί μόνο μέσω της αξιοποίησης των κατάλληλων, σε ποσότητα και χαρακτηριστικά, όπλων.
Η γαλλική εναλλακτική αξιοποιήθηκε για πρώτη φορά προς επίτευξη του σκοπού αυτού πριν από 50 ολόκληρα χρόνια. Μετ΄ εμποδίων συνεχίζει να αξιοποιείται μέχρι σήμερα. Τα γαλλικά πλοία και όπλα συνεπώς δεν είναι ευσεβής πόθος δικός μας ή των ξένων ΜΜΕ. Είναι ευσεβής πόθος των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων προς κάλυψη των επιχειρησιακών του αναγκών για τα επόμενα 20 χρόνια κατ΄ ελάχιστο.
Αυτό τουλάχιστον αποδεικνύει η διαμόρφωση Belharra HN. Το Πολεμικό Ναυτικό ζήτησε αυτό που πραγματικά ήθελε και χρειάζεται. Και δεν θα το λάβει για πολλούς λόγους. Το κόστος είναι μόνο ένας από αυτούς. Ασφαλώς δεν είναι ενάντια σε εναλλακτικές τύπου Μ (Karel Doorman) και τις επιθυμεί, αφού η επιχειρησιακή εμπειρία της αξιοποίησης των S επί τέσσερις σχεδόν δεκαετίες είναι απόλυτα θετική. Η διαφορά στο κόστος με τις FREMM έχει να κάνει αποκλειστικά με την ηλικία των πλοίων, τα συστήματα αποστολής και, κυρίως, τα όπλα τους. Και είναι λογική.
Είμαστε βέβαιοι ότι αυτό που δεν θέλει το Πολεμικό Ναυτικό είναι να γίνει Ακτοφυλακή. Η επίθεση που δεχθήκαμε εχθές (και σήμερα), δεν είναι μόνο άδικη και ανήθικη. Είναι και εκ του πονηρού και είναι σχετική με αυτό ακριβώς. Με το ότι δηλαδή το Πολεμικό Ναυτικό δεν επιθυμεί να γίνει Ακτοφυλακή.
Αν η Ελλάδα δεν είχε όντως ανάγκη τη γαλλική εναλλακτική και συνεργασία με το κόστος που αυτή συνεπάγεται, δεν θα την είχε υιοθετήσει (με πρωτοπόρο το Πολεμικό Ναυτικό), εδώ και μισό αιώνα. Παρά τις πιέσεις που έχει κατά καιρούς υποστεί για να την εγκαταλείψει. Και ο Έλληνας πρωθυπουργός δεν θα βρισκόταν σήμερα στην Κορσική! Ας ελπίσουμε με τόλμη και αρετή η ελληνική κυβέρνηση να προχωρήσει σε εξοπλιστικά όπως τα Rafale και οι Belharra.