Είναι ιδιαίτερης σημασίας το γεγονός ότι πολλοί από τους ενασχολούμενους με τα τεκταινόμενα στο χώρο της άμυνας, έχουν απόλυτη επίγνωση των καταιγιστικών και καθολικού χαρακτήρα αλλαγών που έχουν επέλθει στο σύγχρονο πεδίο επιχειρήσεων. Χερσαίο, εναέριο και θαλάσσιο. Αυτό τουλάχιστον αποδεικνύεται από τον σχολιασμό. Στον οποίο εντοπίσαμε εξαιρετικά εύστοχες παρατηρήσεις και επιχειρήματα σχετικά με τον σημαντικό ρόλο που έχουν πλέον τα UAV, οι αντιαρματικοί πύραυλοι μεγάλης ακτίνας, καθώς και τα περιφερόμενα πυρομαχικά.
Όλα δείχνουν ότι τα καθαρόαιμα επιθετικά ελικόπτερα χάνουν τη βαρύτητα του ρόλου τους, παρά το γεγονός ότι εξακολουθούν να φέρνουν στο πεδίο σημαντικά πλεονεκτήματα, έτσι όπως αυτά έχουν διαμορφωθεί από πλευράς συστημάτων αποστολής και όπλων τα τελευταία χρόνια. Ενδεικτικό της αναπροσαρμογής του δόγματος αξιοποίησης των επιθετικών ελικοπτέρων από την πλευρά του Στρατού των ΗΠΑ τουλάχιστον, είναι η χρήση UAV τύπου AAI RQ-7 Shadow, σε συνδυασμό με τα AH-64E Guardian, των οποίων αποτελούν τα “μάτια” σε μεγάλες αποστάσεις και επομένως βασικό τους σύστημα εντοπισμού και στοχοποίησης.
Στο δεύτερο μέρος της ανάλυσης με τίτλο “Επιθετικά ελικόπτερα. Πόσο πραγματικά αναγκαία είναι στο σύγχρονο πεδίο επιχειρήσεων;”, θα βασιστούμε στα σχόλια σας, στα δεδομένα που παραθέσαμε στο Α΄ Μέρος, αλλά και στα στοιχεία που έχουν προκύψει σε παγκόσμιο επίπεδο, για να δούμε το ζήτημα σφαιρικά. Να καλύψουμε όλες τις πλευρές του.
Ο παράγοντας οικονομία
Τόσο σε ότι αφορά στην αγορά, όσο και στην υποστήριξη, είναι ο πρώτος παράγοντας που θα εξετάσουμε. Γιατί θεωρούμε ότι είναι ο πλέον καθοριστικός. Με δεδομένη την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας, έχει ακόμη πιο βαρύνουσα σημασία, επειδή όπως αποδείχθηκε καθορίζει αποφασιστικά τις διαθεσιμότητες και άρα και την πραγματική δυνατότητα διεξαγωγής επιχειρήσεων.
Γράφαμε στο Α΄ Μέρος αυτού του αφιερώματος, ότι τα πρώτα 12 AH-64A+ Apache κόστισαν στην Ελλάδα 505 εκατομμύρια μαζί με τα συστήματα αυτοπροστασίας τους (Δεκέμβριος 1991). Το γεγονός ότι δεν υπήρξε καν διαγωνιστική διαδικασία με στόχο φυσικά την εξασφάλιση καλύτερων τιμών και όρων προμήθειας και άρα και απόσπασης βιομηχανικού έργου, είτε στο πλαίσιο αυτού είτε κάποιου άλλου προγράμματος, θα το αφήσουμε ασχολίαστο.
Πρόκειται για πραγματικότητα που εξακολουθεί να χαρακτηρίζει τις προμήθειες αμυντικού υλικού, μέχρι τις ημέρες μας. Αντιθέτως, αξίζει να σταθούμε στο γεγονός ότι μετά από δωδεκάμιση χρόνια, το καλοκαίρι του 2003, καταβλήθηκαν 663,2 εκατομμύρια δολάρια, για την προμήθεια ισάριθμων (12) AH-64DHA (υπάρχουν και αναφορές για 675 εκατομμύρια δολάρια, ποσό στο οποίο περιλήφθηκε και η προμήθεια των συστημάτων αυτοπροστασίας HIDAS), μαζί με τρία ραντάρ χιλιοστομετρικού μήκους κύματος AN/APG-78 Longbow.
Η τιμή ανά μονάδα, με βάση τη σύμβαση που υπογράφηκε στις 28 Αυγούστου του 2003, διαμορφώθηκε στα 56 εκατομμύρια δολάρια για τα νέας κατασκευής αυτά ελικόπτερα. Τα οικονομικά στοιχεία που περιλαμβάνονται στις επίσημες ανακοινώσεις της αμερικανικής DSCA (Defense and Security Cooperation Agency), επιβεβαιώνουν ότι σήμερα σε αυτό περίπου το επίπεδο ανέρχεται το κόστος εκσυγχρονισμού ενός AH-64D σε AH-64E Guardian!
H Βρετανία για παράδειγμα, κατέβαλλε τρία δισεκατομμύρια δολάρια για τον εκσυγχρονισμό 50 WAH-64D (Block I) σε ΑΗ-64Ε Guardian, (Αύγουστος 2015). Δηλαδή μαζί με πλήρες πακέτο εξοπλισμού υποστήριξης και εκπαίδευσης, πλήρωσε κόστος 60 εκατομμυρίων δολαρίων ανά ελικόπτερο! Τα πρώτα δύο παραδόθηκαν το Νοέμβριο του 2020.
Η Αίγυπτος επίσης, δαπάνησε ένα δισεκατομμύριο δολάρια για την αγορά 10 νέας κατασκευής ΑΗ-64Ε και 135 πυραύλων Hellfire (DSCA, Νοέμβριος 2018). Δηλαδή κάτι λιγότερο από 100 εκατομμύρια δολάρια ανά μονάδα, εφόσον αφαιρεθεί η αξία των πυραύλων! 2,3 δισεκατομμύρια δολάρια ακόμα θα αποδοθούν στον εκσυγχρονισμό 43 ΑΗ-64D (είχαν αγοραστεί 35 Block I το 2003 και άλλα 10 Block II το 2010) στο επίπεδο -Ε Guardian (Μάιος 2020). Εδώ το κόστος διαμορφώθηκε σε 53,5 εκατομμύρια δολάρια ανά μονάδα!
Οπωσδήποτε οι τιμές διαφοροποιούνται ανάλογα με το πακέτο υποστήριξης και εκπαίδευσης, αλλά και ανάλογα με το είδος της σύμβασης που έχει υπογραφεί. Στην περίπτωση της ελληνικής προμήθειας των -DHA επί παραδείγματι, αναφέρθηκε ότι υπήρξε επίσημη προσφορά (Letter of Acceptance – LOA ) της αμερικανικής κυβέρνησης για πώληση 28 ελικοπτέρων (24+4 με δικαίωμα προαίρεσης) στη τιμή των 42,4 εκατ. δολαρίων ανά ελικόπτερο, με πληρέστερο πακέτο εξοπλισμού και συντήρησης μέσω σύμβασης FMS (Price and Availability-P&A, της LOA, με ημερομηνία 10 Ιανουαρίου 2000).
Η πρόταση αυτή δόθηκε από την αμερικανική κυβέρνηση κατόπιν ελληνικού αιτήματος (Letter of Intent) που είχε υποβληθεί το 1999. Η προσφορά αυτή περιέργως δεν έγινε δεκτή. Σημειώνουμε ότι πάντα οι LOA που αποστέλλει η αμερικανική κυβέρνηση, λόγω της εγγύησης του αμερικανικού Δημοσίου που προσφέρει, είναι 3-5% υψηλότερες από αυτές των εταιρειών. Επομένως η εμπορική σύμβαση που είχε υπογραφεί ήτα υπερκοστολογημένη με βάση αυτά τα στοιχεία.
Για την ιστορία επίσης, αξίζει να αναφερθεί, ότι στο κόστος των 42,4 εκατ. δολαρίων ανά ελικόπτερο, η διακρατική συμφωνία (FMS) περιλάμβανε 14 ραντάρ Longbow. Δηλαδή ένα για κάθε δύο ελικόπτερα. Αναφέρθηκε τέλος ότι το αναγραφόμενο κόστος των Longbow στην κυβερνητική LOA ήταν 6,3 εκατομμύρια δολάρια ανά μονάδα, με πλήρες πακέτο ανταλλακτικών, περιλαμβανομένου και του κόστους της εγγύησης του αμερικανικού Δημοσίου. Η πρόταση της Boeing, το 2002, στην προσφορά-πακέτο που κατέθεσε και η που έγινε αποδεκτή από την λληνική πλευρά, ήταν 7,2 εκατομμύρια δολάρια ανά μονάδα!
Κλείνουμε εδώ την παρένθεση, επανερχόμενοι στο σήμερα, για να επισημάνουμε ότι από την ίδια πηγή (DSCA), εξάγεται το συμπέρασμα ότι το κόστος για την αγορά νέας κατασκευής AH-64E Guardian, διαμορφώνεται σε περισσότερα από 90 εκατομμύρια δολάρια ανά μονάδα. Άρα, συνδυάζοντας και την εμπειρία της χαμηλής διαθεσιμότητας που κράτησε για πολλά χρόνια καθηλωμένο το μεγαλύτερο μέρος του στόλου των ελληνικών Apache και των δύο εκδόσεων, το ασφαλές συμπέρασμα που έχουμε στη διάθεσή μας, είναι ότι η ελληνική οικονομία δεν μπορεί να αντέξει το κόστος ούτε ενός, πόσο μάλλον δύο Ταγμάτων (48 μονάδες) επιθετικών ελικοπτέρων.
Τούτων λεχθέντων, το να επιμείνει η Ελλάδα στον εκσυγχρονισμό των εναπομεινάντων -DHA σε -Ε, σε συνδυασμό με την αγορά νέας κατασκευής Guardian, με το κόστος που συνεπάγεται μία τέτοια επιλογή (μεγαλύτερο ή άμεσα συγκρίσιμο με αυτό της προμήθειας νέων F – 35!), με τη μεγάλη πιθανότητα να αντιμετωπίσει η Αεροπορία Στρατού κατόπιν τα ίδια προβλήματα χαμηλής διαθεσιμότητας, είναι πέραν πάσης λογικής. Στις δεκαετίες του ‘90 και του 2000 αποκτήθηκε πολύτιμη εμπειρία. Που πρέπει να αξιοποιηθεί, συνδυαστικά με τα διαθέσιμα στοιχεία, για να μη γίνουν τα ίδια λάθη.
Επιπρόσθετα είναι απαραίτητο να ληφθεί υπόψη ότι η ελληνική Αεροπορία Στρατού, δεν μπορεί να παρακολουθεί τους ρυθμούς προμηθειών και εκσυγχρονισμού επιθετικών ελικοπτέρων του Αμερικανικού Στρατού. Πράγμα που είναι υποχρεωμένες να κάνουν όλες οι δυνάμεις που έχουν αποκτήσει και εντάξει σε υπηρεσία το AH-64. Πριν από μία δεκαετία η Boeing ενημέρωσε επισήμως την Αεροπορία Στρατού ότι διακόπτει την υποστήριξη των εκδόσεων Apache -A και – A+.
To ίδιο πρόκειται να συμβεί προσεχώς, αν δεν έχει ήδη συμβεί, με το -DHA, αφού το -D αποσύρεται οριστικά από τον Στρατό των ΗΠΑ, αναγκάζοντας έμμεσα δεκάδες δυνάμεις να προβούν στον εκσυγχρονισμό των δικών τους -D σε -Ε. Μόνο το Ισραήλ δεν έχει ακόμη ανακοινώσει κάτι σχετικά με το μέλλον των δικών του AH-64D.
O επιχειρησιακός παράγοντας
Αναφέρθηκε στο Α΄ Μέρος του παρόντος αφιερώματος, ότι καταλυτικό ρόλο στην μεταστροφή της Διεύθυνσης Αεροπορίας Στρατού, στην επιλογή επιθετικού ελικοπτέρου, αντί μίας διαμόρφωσης οπλισμένου μεταφορικού, διαδραμάτισε ο τότε Αμερικανός ODC. Tα επιχειρήματά του εκείνη τη χρονική περίοδο ήταν ισχυρότατα. Δεν ήταν μόνο ότι προωθούσε τη βιομηχανία της χώρας του δηλαδή, γιατί το ίδιο θα έκανε και στην περίπτωση που θα πρότεινε την άλλη λύση.
Τα επιθετικά ελικόπτερα αναπτύχθηκαν ώς ιδέα, ώς ευρύτερο concept, στα χρόνια του πολέμου του Βιετνάμ. Σύμφωνα με επίσημες αμερικανικές πηγές, 5.086 απωλέσθηκαν κατά τις εχθροπραξίες και από ατυχήματα, με αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους 2.202 χειριστές και 2.704 μέλη πληρωμάτων ελικοπτέρων στη νοτιοανατολική Ασία. Από αυτά τα ελικόπτερα, μόλις τα 270 ήταν τύπου AH-1G. Το πρώτο καθαρόαιμο επιθετικό ελικόπτερο που εντάχθηκε σε υπηρεσία παγκοσμίως σε μεγάλους αριθμούς.
Ακόμα και τα πρώιμα αυτά επιθετικά ελικόπτερα προσέφεραν σημαντικά αναβαθμισμένη προστασία για το πλήρωμά τους και αποδείχθηκαν πολύ πιο βιώσιμα στο πεδίο των επιχειρήσεων, σε σχέση με τα μεταφορικά όλων των τύπων. Κυρίως λόγω των ανώτερων επιδόσεών τους, πάντα συγκριτικά με τα μεταφορικά ελικόπτερα, τη σημαντικά μικρότερη μετωπική τους επιφάνεια και τη μεγάλη ισχύ πυρός τους. Αρχικά έφεραν πολυβόλα σε πυργίσκο στο ρύγχος και καλάθους ρουκετών , ενώ σε δεύτερο χρόνο απέκτησαν και τη δυνατότητα βολής αντιαρματικών πυραύλων TOW.
Σταδιακά στις εκδόσεις παραγωγής του AH – 1 Cobra, ενσωματώθηκε και θωράκιση ικανή να προστατεύσει το πλήρωμα, μαζί με κρίσιμα συστήματα πτήσης από πυρά όπλων μικρού διαμετρήματος (7,62 χιλιοστά). Η ένταξη του AH-64 Apache της Hughes Helicopters, που απορροφήθηκε από τη McDonnell Douglas στις αρχές της δεκαετίας του ‘80, σε υπηρεσία στο στρατό των ΗΠΑ, σηματοδότησε σημαντική αναβάθμιση των επιχειρησιακών δυνατοτήτων που διασφάλιζαν τα επιθετικά ελικόπτερα.
Παρά το γεγονός ότι την ίδια περίοδο εμφανίστηκαν και oι πρώτοι φορητού αντιαεροπορικοί πύραυλοι (MANPADS), όπως οι FIM-92 Stinger και οι προγενέστεροι 9Κ32 Strela (SA-7 κατά ΝΑΤΟ), μεταξύ των απειλών εναντίον ελικοπτέρων και χαμηλά ιπτάμενων αεροσκαφών, το Apache έφερνε σημαντικούς νεοτερισμούς στο πεδίο. Που εξασφάλιζαν υψηλό βαθμό επιβιωσιμότητας.
Το νέο επιθετικό ελικόπτερο του Στρατού των ΗΠΑ, πέρα από το πυροβόλο Μ230 των 30 χιλιοστών, που έφερε στο κάτω τμήμα του ρύγχους σε περιστρεφόμενο πυργίσκο, συνδυασμένο με σκοπευτικό επι κάσκας (IHADSS), διέθετε και πυργίσκο με προηγμένα ηλεκτροοπτικά συστήματα (TADS/PNVS) για σκοπούς ιχνηλάτησης και εγκλωβισμού στόχων, δύο κινητήρες, σύστημα μετάδοσης της κίνησης στα στροφεία με τη δυνατότητα λειτουργίας χωρίς λιπαντικό επί 30 λεπτά και επαρκή θωράκιση για το πλήρωμα και ζωτικά συστήματα, ακόμη και από πυρά όπλων διαμετρήματος 12,7 χιλιοστών.
Με άλλα λόγια ενσωμάτωνε όλα τα χαρακτηριστικά μίας προηγμένης πλατφόρμας όπλων αέρος – εδάφους, για αντιαποβατικό, αντιαρματικό και εναντίον συγκεντρώσεων προσωπικού, αγώνα, παρέχοντας παράλληλα μεγάλα περιθώρια επιβίωσης. Αξίζει επιπρόσθετα να σημειωθεί ότι το ΑΗ – 64 ήταν το πρώτο ελικόπτερο που διέθετε σύστημα προσγείωσης με κύρια σκέλη που ήταν ειδικά σχεδιασμένα και εγκατεστημένα στην άτρακτο, ώστε να υποχωρούν σε περίπτωση συντριβής με συγκεκριμένη διαδρομή, μακριά από τους θαλάμους διακυβέρνησης, προκειμένου να μην τραυματίσουν το πλήρωμα.
Ήταν επίσης το πρώτο ελικόπτερο που εξοπλίστηκε με ειδικά σχεδιασμένα καθίσματα για την απορρόφηση ισχυρών δυνάμεων κρούσης. Όλα αυτά τα χαρακτηριστικά σταδιακά ενσωματώθηκαν ακόμη και στα σύγχρονα μεταφορικά ελικόπτερα, ενώ πλέον στον στάνταρ εξοπλισμό τους περιλαμβάνονται και συστήματα αυτοπροστασίας και ηλεκτρονικού πολέμου.
Η σημαντική διαφοροποίηση του σήμερα σε σχέση με ότι ίσχυε 30 ή ακόμα και 20 χρόνια πριν, σχετικά με την επιβιωσιμότητα και τα πραγματικά επιχειρησιακά πλεονεκτήματα των ελικοπτέρων, μπορεί να εντοπιστεί σε πολλούς παράγοντες. Παραθέτουμε τους πιο σημαντικούς:
– Η περαιτέρω εξέλιξη και ευρύτατη διάδοση των MANPADS, έχει ουσιαστικά καταστήσει τις επιχειρήσεις ελικοπτέρων μία ιδιαίτερα επικίνδυνη υπόθεση, ανεξαρτήτως ρόλου. Κάτι που έχει αποδειχθεί επί του πεδίου στη Συρία, όπως και στα βουνά του Κουρδιστάν. Οι Ρώσοι σχεδόν αμέσως μετά την εμπλοκή τους στη Συρία, διέκοψαν (σε λιγότερο από τρεις μήνες επιχειρήσεων!) τις εξόδους επιθετικών ελικοπτέρων και αεροσκαφών Su-25 Frogfoot. Ξεκίνησαν τους βομβαρδισμούς στόχων από μεγάλα ύψη (άνω των 15.000 ποδών), χρησιμοποιώντας παράλληλα UAV και drones για την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων των προσβολών τους.
Για τους ίδιους ακριβώς λόγους, τους κινδύνους που πρεσβεύουν τα MANPADS δηλαδή, περιόρισαν σημαντικά τη δράση επιθετικών ελικοπτέρων και αεροσκαφών και στην Ουκρανία.
– Η ανάπτυξη αντιαρματικών πυραύλων μεγάλης ακτίνας (Spike N-LOS), αλλά και όπλων μακρού πλήγματος που μπορούν να αξιοποιηθούν και εναντίον κινούμενων στόχων (SDB II, SmartGlider, Brimstone), καθιστούν πλέον ασύμφορη τη χρήση επιθετικών ελικοπτέρων σε αυτό το ρόλο. Η συνθήκη αυτή ενισχύεται περαιτέρω και από την εξέλιξη και ευρεία διάδοση φορητών αντιαρματικών πυραύλων νέας γενιάς, σε συνδυασμό με την επίσης ευρείας κλίμακας εκμετάλλευση UAV και Drones για σκοπούς στοχοποίησης από τον αέρα.
Τα ίδια μέσα, συνδυασμένα με πυροβολικό νέας φιλοσοφίας, κύριο χαρακτηριστικό του οποίου είναι τα καθοδηγούμενα πυρομαχικά ακριβείας μέσης και μεγάλης ακτίνας, είναι πολύ πιο αποτελεσματικά στην αποτροπή ή την καταστροφική ανάσχεση αποβατικών ενεργειών. Και φυσικά και συγκεντρώσεων εχθρικών δυνάμεων.
Κατόπιν όλων αυτών, επιθετικά ελικόπτερα φυσικά μπορούν να συνεχίσουν να αξιοποιούνται σε ειδικές επιχειρήσεις, καθόλη τη διάρκεια του εικοσιτετραώρου και υπό την προϋπόθεση ότι έχει διασφαλιστεί απόλυτα το στοιχείο του αιφνιδιασμού.
– Ακριβώς επειδή τίθεται σοβαρό ζήτημα επιβιωσιμότητας ειδικά στο περιβάλλον του Aιγαίου με τα εκατοντάδες νησιά, νησάκια και βραχονησίδες, επάνω στα οποία μπορούν να δράσουν μεμονωμένα μικρές ομάδες ειδικών δυνάμεων οπλισμένες με MANPADS, οι ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις θα πρέπει να επιδιώξουν ενσωμάτωση πυραύλων Spike N-LOS, επάνω σε κάθε τύπο ελικοπτέρου που μπορεί να φέρει όπλα. Τα OH-58 Kiowa, τα Aegean Hawk και MH-60R και φυσικά τα διαθέσιμα Apache – A+ και – DHA, θα πρέπει οπωσδήποτε να αποκτήσουν αυτή τη δυνατότητα, αν θέλουμε όντως να αναφερόμαστε σε σημαντικό επιχειρησιακό αποτύπωμα σε συνδυασμό με αυξημένη επιβιωσιμότητα.
Επειδή οι εξελίξεις τρέχουν με ταχύτατους ρυθμούς, πρόσφατη και πολύ σημαντική εναλλακτική για την ελληνική Αεροπορία Στρατού και τη Διοίκηση Ελικοπτέρων Ναυτικού, από πλευράς κατακόρυφης αναβάθμισης της μαχητικής ικανότητας των τύπων ελικοπτέρων που αναφέρθηκαν παραπάνω, είναι ο πύραυλος AKERON LP της MBDA, που παρουσιάστηκε μόλις πριν από λίγες ημέρες (https://defencereview.gr/tin-oikogeneia-taktikon-vlimaton-pro/ ). Μπορεί η ακτίνα του όπλου (20 χιλιόμετρα) να είναι σημαντικά μικρότερη από αυτή του ισραηλινού Spike N-LOS (32 χιλιόμετρα με προοπτική αύξησης στα 50). Θα είναι όμως άμεσα διαθέσιμο ώς εναλλακτική στον τομέα των μικρού βάρους αερομεταφερόμενων stand off όπλων ακριβείας.
– Τέλος, άξια λόγου εναλλακτική λύση χαμηλού κόστους και υψηλής αποτελεσματικότητας σε ρόλους προσβολής στόχων ευκαιρίας, αντιαποβατικούς και αντιαρματικούς, θα ήταν ο εκσυγχρονισμός 20 τουλάχιστον αεροσκαφών Τ-6Α Texan II σε ΑΤ-6Ε Wolverine ( https://defencereview.gr/i-amerikaniki-aeroporia-parelave-top/ ). Είναι κάτι που έχει ήδη κάνει η Αμερικανική Αεροπορία στο πλαίσιο του προγράμματος αξιολόγησης του τύπου αυτού, ενώ το αεροσκάφος έχει παραγγείλει και η Αεροπορίας της Ταϊλάνδης (https://defencereview.gr/okto-at-6-wolverine-gia-tin-tailandi-sta-143-ekatomm/ ).