Tα Αιωρούμενα Πυρομαχικά, ή αλλιώς drone-αυτοκτονίας, ή αλλιώς Loitering Munitions, είναι μία νέα κατηγορία πυρομαχικών που ενσωματώνουν χαρακτηριστικά πυραύλων cruise σε συνδυασμό με λειτουργίες UAV, έχοντας ως σκοπό την καταστροφή ενός εχθρικού στόχου ο οποίος αποκαλύπτεται στο επιχειρησιακό περιβάλλον για ένα μικρό χρονικό διάστημα μέχρι να ξανακαλυφθεί.
Τα Loitering Munitions λειτουργούν ως πολλαπλασιαστής ισχύος για τα επίγεια στρατεύματα, καθώς μόνο μέσω της παρουσίας τους (πραγματικής ή θεωρητικής) διαμορφώνουν ένα περιβάλλον συνεχούς πίεσης στον προελαύνον αντίπαλο, δίνοντας παράλληλα μία πολύ καθαρή εικόνα της μάχης στον αμυνόμενο. Είναι ικανά να αξιολογήσουν τις ζημιές που προκαλούνται στον αντίπαλο, διαθέτουν anti-radiation seeker και χρειάζονται μηδενική συντήρηση.
Περιφερόμενο πυρομαχικό Harop
Το Περιφερόμενο Πυρομαχικό τύπου Harop είναι ένα ηλεκτροπτικά κατευθυνόμενο αιωρούμενο βλήμα, εκτοξευόμενο από επίγειους, θαλάσσιους και εναέριους εκτοξευτές, το οποίο ελέγχεται μέσω σύνδεσης δεδομένων για λειτουργία man-in-the- loop. Το Harop χρησιμοποιείται για κρούση στόχων υψηλής αξίας, καθώς λειτουργεί με μερική αυτονομία στην μάχη, σε λειτουργίες που αφορούν από την αναζήτηση μέχρι την κρούση του εχθρού. Συνδυάζοντας τα χαρακτηριστικά ενός πυραύλου και ενός UAV, το Harop μπορεί να επιτρέψει την αποτελεσματική εκτέλεση αποστολών χωρίς να βασίζεται σε άλλα εξωτερικά συστήματα στόχευσης και πληροφοριών.
Το Harop μπορεί να επικοινωνεί σε απόσταση έως και 200 χιλιομέτρων με τον χειριστή του, έχει αυτονομία πτήσης 9 ωρών, είναι ικανό να φέρει εκρηκτική κεφαλή βάρους 23 κιλών, ενώ το μέγιστο υψόμετρο πτήσης του είναι τα 15.000 πόδια. Ελέγχεται χρησιμοποιώντας χειροκίνητο MCS τηλεχειριστήριο την ώρα της πτήσης.
Το πυρομαχικό ενσωματώνει υψηλής ποιότητας κάμερα ημέρας-νυκτός που λειτουργεί στο ηλεκτροπτικό και υπέρυθρο φάσμα, διαθέτοντας σύστημα άντι- ραντάρ. Εξοπλίζεται επίσης και με κάμερα υπέρυθρης ακτινοβολίας (FLIR) η οποία προσφέρει ημισφαιρική κάλυψη 360 °. Η χειρισμός μέσω εικόνας-βίντεο βοηθά τον χειριστή στην αξιολόγηση του πεδίου μάχης μέσω ενός συνδέσμου δορυφορικών δεδομένων SATCOM.
Επίσης, τα Harop προγραμματίζονται πριν από την πτήση τους για να πετάξουν αυτόνομα σε ένα προκαθορισμένο «Holding Area», πάνω από το οποίο περιφέρονται κυκλικά. Μέσω του χειριστή MCS ελέγχεται περιοδικά η θέση τους και η κατάστασή τους κατά τη διάρκεια της διαδρομής προς το «Holding Area». Ο χειριστής MCS μπορεί επομένως να ελέγξει έναν αριθμό Harop που περιφέρονται πάνω από μία «Holding Area», ενώ είναι ικανός να επιλέξει ένα εξ αυτών για αναζήτηση στόχου- κρούση ενώ τα υπόλοιπα περιφερόμενα πυρομαχικά ελέγχονται περιοδικά.
Ο χειριστής κατευθύνει το επιλεγμένο Harop στην περιοχή προορισμού χρησιμοποιώντας την εικόνα για να επιλέξει έναν στόχο. Το HAROP παρακολουθεί τον στόχο και διεξάγει κατάδυση σε αυτόν, πυροδοτώντας την κεφαλή κατά την πρόσκρουση.
Mini Ηarpy
To Περιφερόμενο Πυρομαχικό Μini Harpy κατασκευάστηκε από την Ισραηλινή IAI για να εκτελεί αποστολές σε ευρύ φάσμα γεωγραφικών συνθηκών, καθώς εκτοξεύεται είτε από χερσαία, είτε από ναυτική, είτε από εναέρια πλατφόρμα. Έχει αυτονομία πτήσης 100 χιλιομέτρων, διαθέτει πολεμική κεφαλή βάρους 8 κιλών, για αναγνώριση στόχου χρησιμοποιεί ηλεκτροπτικούς αισθητήρες μεταφοράς εικόνας προς τον χειριστή, ενώ παράλληλα κινείται μέσω ηλεκτρικού κινητήρα.
Συνολικά ζυγίζει 40 κιλά, ελέγχεται μέσω σύνδεσης δεδομένων για πλήρη λειτουργία man-in- the-loop, ενώ μπορεί να προγραμματιστεί για πλήρη επιχειρησιακή αυτονομία χωρίς την παρεμβολή κάποιου εξωτερικού παράγοντα.
Διαθέτει κάμερα που λειτουργεί σε ηλεκτροπτικό και υπέρυθρο φάσμα, μπορεί να ενσωματωθεί εντός του σύστημα άντι-ραντάρ, παρέχοντας έτσι στις τακτικές δυνάμεις την δυνατότητα καταστολής ενός στόχου ενδιαφέροντος δεδομένου του μικρού ηχητικού-θερμικού αποτυπώματος που αφήνει, λόγω του ηλεκτροκινητήρα του.
Η δυνατότητα αναζήτησης-κρούσης οποιουδήποτε στόχου από οποιαδήποτε κατεύθυνση σε οποιαδήποτε γωνία, δίνει στο Mini Harpy σημαντικό επιχειρησιακό πλεονέκτημα σε οποιοδήποτε γεωγραφικό περιβάλλον. Είναι ιδανικό για την καταστολή εχθρικών προωθημένων δομών ραντάρ, σταθμών επικοινωνίας και συστοιχιών Ελέγχου-Διοίκησης του εχθρού, δεδομένης της δομής των εχθρικών αισθητήρων.
Σε τακτικό και επιχειρησιακό επίπεδο η απόκτηση των δύο παραπάνω συστημάτων προσδίδει πρωτοφανή πλεονεκτήματα για τις Ελληνικές Ένοπλες. Ειδικότερα:
Δύναται να βληθούν από νησιά του Ανατολικού Αιγαίου και να προσβάλουν κινούμενους στόχους υψηλής αξίας όπως αποβατικά πλοία καθώς και στόχους μεγάλου ενδιαφέροντος όπως εγκαταστάσεις ραντάρ εξουδετερώνοντας την τουρκική αεράμυνα.
Να επιχειρούν στο θέατρο επιχειρήσεων του Έβρου προσβάλοντας στόχους υψηλής αξίας σε στρατηγικό βάθος με μεγάλη ακρίβεια όπως είναι μέσα γεφυροποιΐας και γεφυροσκευής του τουρκικού μηχανικού, κέντρα διοίκησης ή μονάδες του εχθρικού πυροβολικού.