Την Τρίτη 28 και την Τετάρτη 29 Μαΐου 2019, διεξήχθη προγραμματισμένη άσκηση μικρής κλίμακας στην ευρύτερη θαλάσσια περιοχή Σαρωνικού κόλπου και Μυρτώου Πελάγους με τη συμμετοχή φρεγατών, υποβρυχίων, πλοίου γενικής υποστήριξης, ελικοπτέρων καθώς και σκαφών της ΔΥΚ. Η εν λόγω άσκηση πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του ετήσιου προγράμματος Επιχειρησιακής Εκπαίδευσης μονάδων του Πολεμικού Ναυτικού, με σκοπό τη διατήρηση και επαύξηση της επιχειρησιακής και μαχητικής ετοιμότητας και ικανότητας των συμμετεχόντων.
Ένα σύντομο σχόλιο αναφορικά με τις φρεγάτες “S” και τα λάθη του παρελθόνος.
Ασφαλώς και στη παρούσα ανάρτηση δεν μπορούμε να αναλύσουμε όλες τις προεκτάσεις και όλα τα δεδομένα όμως θα σχολιάσουμε επ’ αφορμή των παρακάτω φωτογραφιών. Μια από τις κυριότερες προκλήσεις του εθνικού αμυντικού σχεδιασμού είναι η αντικατάσταση των γερασμένων μονάδων κρούσεως όπως είναι οι φρεγάτες τύπου “S”.
Ένα από τα μεγαλύτερα λάθη του παρελθόντος στον τομέα των εξοπλιστικών προγραμμάτων και των οπλικών συστημάτων ήταν τα φιλόδοξα και μεγαλοπρεπή σχέδια που συχνά είχαν πολιτική χροιά και ήταν εν πολλοίς πολιτικές επιλογές με φωτογραφικούς διαγωνισμούς παρά προήχαν οι επιχειρησιακές ανάγκες και προτεραιότητες. Το Π.Ν στο παρελθόν κατά την άποψη του γράφοντος στον τομέα των κύριων μονάδων κρούσεως επιφανείας διέπραξε τα εξής λάθη:
Δεν συνέχισε το πρόγραμμα ναυπήγησης των φρεγατών ΜΕΚΟ 200ΗΝ ώστε να αποτελέσουν τις κύριες μονάδες του Στόλου αντικαθιστώντας σταδιακά τις παλαιές τύπου “S”.
Απώλεσε ευκαιρίες απόκτησης μεταχειρισμένων μονάδων από Ευρωπαϊκά Ναυτικά, από τις ΗΠΑ καθώς και από τρίτες χώρες.
Εκσυγχρόνισε επιφανειακά και επιδερμικά τις φρεγάτες τύπου “S” ευελπιστώντας στο φιλόδοξο πρόγραμμα των φρεγατών FREMM.
Και επειδή όποιος θέλει τα πολλά χάνει και τα λίγα, έμεινε τελικά με τις φρεγάτες “S” οι οποίες εξακολουθούν να αποτελούν την κύρια δύναμη μεγάλων μονάδων του Στόλου. Όμως πρόκειται για πλοία ηλικίας 40 ετών.
Παλαιότερα και συγκεκριμένα στις αρχές του 2000 κυρίαρχο ήταν το σενάριο της ναυπήγησης της λεγόμενης “φρεγατοκορβέτας” όμως αφενός το υψηλό κόστος και αφετέρου το σύνθετο του εγχειρήματος λόγω αντικειμενικών δυσκολιών αποτέλεσε τροχοπέδη.
Θα σταθούμε στο τρίτο σημείο των προαναφερθέντων, κάνοντας ένα σύντομο σχόλιο. Αναφερθήκαμε προηγούμενος στον επιφανειακό εκσυγχρονισμό των πλοίων. Οι φρεγάτες “S” είναι αδιαμφισβήτητα πλοία ικανά και αξιόμαχα με άριστη πλεύση και αντοχή στο περιβάλλον του Αιγαίου. Λαμβάνοντας υπόψιν πως ο εκσυγχρονισμός κατά διεθνή πρακτική και τακτική, χωρίζεται σε τρία επίπεδα, οι φρεγάτες “S” εκσυγχρονίστηκαν μόνον στο ένα εκ των τριών.
Τα τρία επίπεδα περιλαμβάνουν: το πρώτο σκέλος σχετίζεται με το σύστημα διαχείρισης μάχης, επικοινωνίες, τη διοίκηση και τον ελέγχο, το δεύτερο με τα οπλικά συστήματα και το τρίτο με τα ραντάρ και τους λοιπούς αισθητήρες όπως είναι τα ηλεκτροοπτικά ή οι καταυγαστήρες.
Οι φρεγάτες “S” εκσυγχρονίστηκαν με πυρήνα τους το σύστημα διαχείρισης μάχης TACTICOS που αναβάθμισε σημαντικά τις ικανότητες των πλοίων βοηθώντας πολύ στην επίγνωση της τακτικής κατάστασης (στοιχείο εξαιρετικά σημαντικό στις σύγχρονες διακλαδικές αεροναυτικές επιχειρήσεις) αλλά ούτε τα όπλα των πλοίων εκσυγχρονίστηκαν ούτε και οι αισθητήρες/ ραντάρ απέναντι στις αυξανόμενες αεροναυτικές προκλήσεις που περιλαμβάνουν ένα συνδυασμό απειλών.
Εν αντιθέσει με το Τουρκικό Ναυτικό που πραγματικά έκανε έναν πολύ καλό και υποδειγματικό εκσυγχρονισμό στις φρεγάτες κλάσης BARBAROS τύπου MEKO 200 Track IIA/B και οι φρεγάτες κλάσης GABYA τύπου Perry. Οι ηγεσίες του Π.Ν λειτουργώντας με γνώμονα την εποχή των παχέων αγελάδων, επιθυμούσαν διακαώς νέα φρεγάτα για το Π.Ν με δυνατότητες αεράμυνας περιοχής και έτσι δεν έδωσαν βάση στις φρεγάτες “S” αρκούμενοι σε έναν πολύ απλό εκσυγχρονισμό.
Η άποψη που θέλει το Π.Ν να διαθέτει τουλάχιστον τέσσερις φρεγάτες με ικανότητα αεράμυνας περιοχής και βλήματα μακρού βεληνεκούς είναι απόρροια των επιχειρησιακών συνθηκών της Ανατολικής Μεσογείου και κατ’ επέκταση των Εθνικών Αντικειμενικών Σκοπών που προκύπτουν από την Εθνική Στρατιωτική Στρατηγική και την Πολιτική Εθνικής Άμυνας. Δεν θα επεκταθούμε στο θέμα των πλοίων αεράμυνας περιοχής καθώς δεν αποτελεί τον προβληματισμό του παρόντος άρθρου. Θα αναφέρουμε εν τάχει κάνοντας την εξής παραδοχή: άλλο τι θέλουμε και χρειαζόμαστε και άλλο τι πραγματικά μπορούμε να αποκτήσουμε και ακολούθως να υποστηρίξουμε λαμβάνοντας υπόψιν τον οικονομικό παράγοντα.
Βλέποντας την παραπάνω φωτογραφία εύλογα προκύπτει το ερώτημα γιατί ανάλογη διαμόρφωση δεν εφαρμόστηκε και στις υπόλοιπες εκσυγχρονισμένες φρεγάτες “S”. Αξίζει να αναφερθεί πως οι φρεγάτες ΕΛΛΗ και ΛΗΜΝΟΣ έχουν ενισχυμένο Α/Α οπλισμό έναντι των υπολοίπων και συγκεκριμένα διαθέτουν δύο πυροβόλα ΟΤΟ Melara των 76mm και δύο υπερπολύτιμα CIWS Phanalx ικανά να καλύπτουν το πλοίο στις 360 μοίρες. Μια διαμόρφωση που θα μπορούσε να είχε επεκταθεί στα πλαίσια του Εκσυγχρονισμού Μέσης Ζωής και στις υπόλοιπες φρεγάτες. Μεγαλύτερες παρεμβάσεις όπως η ικανότητα βολής του σύγχρονου βλήματος αεράμυνας σημείου ESSM (που μπορεί να βληθεί από τον εκτοξευτή ΜΚ29 των εκσυγχρονισμένων πλοίων) αλλά με περιορισμένες δυνατότητες λόγω ραντάρ θα ήταν ευχής έργο αλλά θα απαιτούσαν επιπρόσθετο κόστος. Καίριο μειονέκτημα των πλοίων λόγω παρωχημένων συστημάτων είναι η ικανότητα εμπλοκής περιορισμένων στόχων αέρος όπως εισερχόμενα βλήματα ή αεροσκάφη.
Ειδικότερα τόσο οι “S” όσο και οι ΜΕΚΟ 200ΗΝ έχουν τη δυνατότητα εμπλοκής μέχρι δύο στόχων. Μια άλλη λύση για την ενίσχυση της Α/Α άμυνας των πλοίων θα ήταν η προσθήκη σύγχρονου πυροβόλου για τις Α/Α απειλές όπως είναι το STRALES ή συστήματος τύπου RAM.
Δυστυχώς, τα μεγαλεπήβολα και ταυτοχρόνως φιλόδοξα σχέδια άφησαν το Π.Ν με τις γερασμένες φρεγάτες “S” που πλέον δεν διαφαίνεται η προοπτική αντικατάστασης. Στη καλύτερη περίπτωση να αντικατασταθούν από μεταχειρισμένα πλοία. Σημειωτέον, πως ως χρόνος ζωής ενός σκάφους θεωρούνται τα 40 έτη ενώ μετέπειτα το πλέον θεωρείται τεχνολογικά παρωχημένο. Κι όλα αυτά τη στιγμή που το πρόγραμμα εκσυγχρονισμού μέσης ζωής των Φ/Γ ΜΕΚΟ 200ΗΝ έχει καθυστερήσει δραματικά φανερώνοντας για πολλοστή φορά την μεγαλύτερη παθογένεια του εθνικού αμυντικού σχεδιασμού που είναι ο μη έγκαιρος εκσυγχρονισμός σε συνδυασμό με την ελλιπή τεχνική υποστήριξη των οπλικών συστημάτων και τέλος την ύπαρξη σύγχρονων οπλικών συστημάτων αλλά χωρίς πυρομαχικά ή με περιορισμένο απόθεμα.