Ο Ελληνισμός ενασκεί εδώ και χρόνια μειωμένη εθνική κυριαρχία. Ως γνωστόν δεν αυξάνει το μήκος των χωρικών του υδάτων δεν κηρύσσει την ΑΟΖ και δεν καθορίζει την υφαλοκρηπίδα του, σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο Θαλάσσης.

Γράφει ο Αντιναύαρχος ε.α. Β. Μαρτζούκος ΠΝ *

Δεν ανεβαίνει πλέον στα Ίμια και δεν αναρτά εθνικά σύμβολα επί βραχονησίδων. Ανέχεται τις καθημερινές παραβιάσεις και παραβάσεις του εναερίου χώρου, τις παράνομες και πολύμηνες NAVTEXES, την διαρκή παρενόχληση των Ελλήνων αλιέων και την αυθαίρετη τουρκική έρευνα και διάσωση. Παρακολουθεί αμήχανα τις επίσημες απειλές περί «συνόρων της καρδιάς και γαλάζιων πατρίδων». Ως τροχονόμος προωθεί μάζες Μουσουλμάνων παρανόμων μεταναστών στο εσωτερικό της χώρας προκειμένου να υποδεχθεί τις επόμενες, στις νήσους του Α. Αιγαίου. Δεν αντιδρά η Ελλάς, ως εγγυήτρια δύναμη, στην αλλαγή καθεστώτος στην Αμμόχωστο και στην δραστηριότητα των τουρκικών ερευνητικών σκαφών και πλωτών γεωτρυπάνων στην ΑΟΖ ή και στα χωρικά ύδατα της Κύπρου.

Έναντι των ανωτέρω η Ελλάς αντιτάσσει διπλωματικά διαβήματα και εκλιπαρεί ματαίως την «ευρωπαϊκή αλληλεγγύη» ή την συνδρομή των ΗΠΑ και των κρατών της ενεργειακής συνεργασίας (κυρίως Ισραήλ και Αίγυπτο). Η προηγούμενη κυβέρνηση χαρακτήριζε τους Έλληνες ως «μοναχοφάηδες», επεσήμαινε ότι η Τουρκία έχει όντως «μεγάλη ακτογραμμή στην Α. Μεσόγειο», ότι το Καστελόριζο «ανήκει στην Α. Μεσόγειο» και ότι η «ενέργεια αποτελεί ευκαιρία συνεργασίας». Ένας πρώην Πρωθυπουργός συμβουλεύει ότι «είναι καλύτερη μία επώδυνη συμφωνία από μία σύγκρουση».  Η τρέχουσα Κυβέρνηση δηλώνει ότι είναι «καλά αγκυροβολημένη στο Διεθνές Δίκαιο», ότι θεωρεί «αφέλεια την στρατιωτικοποίηση των κρίσεων», ότι «πέρασε οριστικά η εποχή της διπλωματίας των κανονιοφόρων και ότι τον 21ο αιώνα τα θέματα επιλύονται βάσει του Διεθνούς Δικαίου».

Σε αντίθεση με τον υπόλοιπο Δυτικό κόσμο οι πολιτικές ηγεσίες μας είτε δεν καταδέχονται να μελετήσουν τον αιωνίως δικαιωμένο Θουκυδίδη και ιδιαίτερα τις θέσεις του για τα αίτια των πολέμων και το Διεθνές Δίκαιο, είτε διαφωνούν με αυτόν.

Προϋπόθεση οικονομικής αναπτύξεως και ευημερίας αποτελεί το καθεστώς ασφάλειας το οποίο μόνο η ΑΠΟΤΡΟΠΗ είναι δυνατόν να διασφαλίσει. Κάθε άλλη προσέγγιση απλώς επιταχύνει την σύγκρουση. Ο ΚΑΤΕΥΝΑΣΜΟΣ από τον αδύναμο είναι αποδεκτός ως προσωρινή στρατηγική επιλογή προκειμένου να αυξήσει την ισχύ του. Μόνιμη επιλογή του κατευνασμού δίχως πρόθεση για ανάκαμψη της ισχύος, οδηγεί με βεβαιότητα σε δορυφοροποίηση του αδυνάμου στον ισχυρό αντίπαλό του.

Η επιτυχία της αποτροπής (πέραν των συμμαχιών), έγκειται εις το να πεισθεί ο αντίπαλος ότι μία επιθετική του ενέργεια θα προκαλέσει κόστος δυσανάλογο του αναμενομένου οφέλους, διότι υπάρχει αξιόπιστη στρατιωτική ισχύς αλλά και πολιτική βούληση να την χρησιμοποιήσει εάν απαιτηθεί. 

Εκ του αποτελέσματος είναι φανερό ότι η Ελληνική αποτρεπτική στρατηγική έχει αποτύχει αφού η Τουρκία αποθρασύνεται και αναβαθμίζει την έκταση και την ποιότητα των απειλών και προκλήσεών της. Η διαπίστωση αυτή είναι αναμενόμενη αφού οι πολιτικές ηγεσίες, με δηλώσεις σαν τις προαναφερθείσες, κάνει ότι μπορεί για να πείσει ότι επ’ ουδενί πρόκειται να χρησιμοποιήσει τις Ένοπλες Δυνάμεις της χώρας. Για όσους ενδεχομένως διατηρούν έστω και μικρές επιφυλάξεις, η πολιτική πράξη έρχεται να επιβεβαιώσει τις δηλώσεις. Η τελευταία σημαντική εξοπλιστική παραγγελία (με εξαίρεση την πρόσφατη συμφωνία αναβαθμίσεως των Α/Φ F-16, η οποία θα ολοκληρωθεί το 2030), συνετελέσθει στην δεκαετία του 1990. Ειδικότερα μετά την κρίση του 2009, η δραστική μείωση των αμυντικών δαπανών έγινε με κοινή πολιτική συναίνεση (κάτω από 3 δις € με σχεδόν μηδενικές προβλέψεις για εξοπλισμό). Κατά τα είκοσι και πλέον τελευταία έτη το υλικό και τα μέσα των ΕΔ παλαιώνουν (π.χ. οι 9 από τις 13 φρεγάτες εορτάζουν τα τεσσαρακοστά τους γενέθλια ενώ τυχόν μελλοντική παραγγελία νέων Φ/Γ ολοκληρώνεται σε έξι περίπου έτη) και αμυντική βιομηχανία έχει απαξιωθεί. Η εικόνα συμπληρώνεται από την πολιτική έλλειψη διαθέσεως για συνολική αναθεώρηση των θεσμών της θητείας και της εφεδρείας.

Αντίθετα με την ελληνική απογοητευτική πορεία της στρατιωτικής ισχύος, η Τουρκική στρατιωτική ισχύς γιγαντώνεται ποσοτικά και ποιοτικά (αμυντικές δαπάνες της τάξεως των 20 δις €) και η τουρκική αμυντική βιομηχανία σημειώνει αξιοζήλευτη πρόοδο σε ολόκληρο το φάσμα της υψηλής τεχνολογίας, καλύπτουσα πλέον το 70% των αναγκών των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων και αποφέρουσα έσοδα της τάξεως των $3 δις από πωλήσεις αμυντικού υλικού στο εξωτερικό.

Έστω και τώρα υπάρχουν εφικτές λύσεις. Αρκεί η πολιτική ηγεσία να βούλεται και να έχει ώτα ανοικτά σε προτάσεις. Το ερώτημα είναι εάν ο ελληνισμός έχει κατανοήσει το εθνικό διακύβευμα και τις επιπτώσεις του. Ο εφησυχασμός της κοινής γνώμης είναι το ίδιο επικίνδυνος με την κινδυνολογία. Ο Έλληνας δεν έχει απωλέσει την συλλογική του εθνική συνείδηση, παρά την τάση μετατροπής του σε αφελληνισμένο διεθνιστή ή «πολυπολιτισμικό» πολίτη του κόσμου ή «φόρου υποτελούς» στην Τουρκία. Εάν ο Ελληνισμός όπου Γης, δεν επιθυμεί μία «επώδυνη» ή «επονείδιστη» συμφωνία με την Τουρκία εφ’ όλου του φάσματος των μονομερών της διεκδικήσεων, θα πρέπει άμεσα να συνέλθει από τον λήθαργο και να ενεργοποιηθεί. Οι πολιτικές μας ηγεσίες ας αντλήσουν έμπνευση από τα πεπραγμένα μεγάλων ηγετών του παρελθόντος και όχι από τις εφήμερες προεκλογικές δημοσκοπήσεις.

                                         07 – Νοεμβρίου – 2019

                               Αντιναύαρχος ε.α. Β. Μαρτζούκος ΠΝ

                         Επίτιμος Διοικητής Σχολής Ναυτικών Δοκίμων

                 Πρόεδρος Ελληνικού Ινστιτούτου Στρατηγικών Μελετών