Η Γενική Διεύθυνση Εξοπλισμών (DGA : Directorate General of Armaments) της Γαλλίας, σε συνεργασία με την Dassault, ανακοίνωσαν ότι προχώρησαν σε πτητική δοκιμή του μη-επανδρωμένου αεροχήματος μάχης (UCAV) nEURON, στο οποίο συμμετέχει και η Ελλάδα, σε συνεργασία με πέντε (5) μαχητικά αεροσκάφη Rafale και την υποστήριξη ενός αεροσκάφους έγκαιρης προειδοποίησης και ελέγχου.
Ο σχηματισμός αυτός δοκιμάστηκε σε μια σειρά τακτικών αποστολών, ενώ οι δοκιμές έγιναν στην αεροπορική βάση Istres-Le Tubé. Βασική αντικείμενο των πτητικών δοκιμών ήταν η μελέτη της χρήσης μη-επανδρωμένων αεροχημάτων με χαρακτηριστικά stealth, εντός ενός επιχειρησιακού πλαισίου με τη συμμετοχή επανδρωμένων μαχητικών αεροσκαφών.
Μεταξύ άλλων, τα συμπεράσματα αυτών των δοκιμών θα χρησιμοποιηθούν στην ανάπτυξη του συστήματος FCAS (Future Combat Air System), το οποίο αποσκοπεί στην ανάπτυξη ενός επανδρωμένου μαχητικού αεροσκάφους, ικανού να επιχειρεί παράλληλα και ταυτόχρονα με μη-επανδρωμένα αεροχήματα, εξειδικευμένα σε αποστολές αναγνώρισης και προσβολής στόχων.
Υπενθυμίζουμε ότι το πρόγραμμα nEURON ξεκίνησε το 2006, ως πρόγραμμα ωρίμανσης και επίδειξης τεχνολογίας. Εκτός της γαλλικής Dassault, στο πρόγραμμα nEURON συμμετέχουν η ιταλική Alenia Aermacchi, η σουηδική Saab, η Ισπανία, μέσω της Airbus, η Ελλάδα με την ΕΑΒ και η ελβετική RUAG. Κύριος ανάδοχος του προγράμματος είναι η Dassault, ενώ το όλο πρόγραμμα διαχειρίζεται η DGA.
Αν και τα πρώτα UAV, ως RPV (Remote Piloted Vehicles), στις ΗΠΑ, τα τελευταία 30 χρόνια η ανάπτυξη και η χρήση τους έχει επιταχυνθεί σε μεγάλο βαθμό, απόρροια της ραγδαίας προόδου στην τεχνολογία, ιδιαίτερα των μικροεπεξεργαστών, των συνθετικών υλικών, της πρόωσης και την νανοτεχνολογίας. Ομοίως, έχει εξελιχθεί και η ανάπτυξη των UACV.
Προφανώς, η μεγάλη διαφορά ενός UAV από ένα επανδρωμένο αεροσκάφος είναι ο παράγοντας άνθρωπος: Ο χειριστής του UAV βρίσκεται σε απόσταση ασφαλείας, παρακολουθεί τα δεδομένα, τροποποιεί, αν και όποτε χρειαστεί, την πτήση του UAV και συλλέγει κρίσιμες πληροφορίες ή εκτελεί αποστολές προσβολής σε πραγματικό χρόνο.
Σε γενικές γραμμές, ένα τυπικό UAV μπορεί να επιχειρεί σε βάθος, σε μικρά, μεσαία ή μεγάλα ύψη, για μεγάλο χρονικό διάστημα και να προσβάλει στόχους. Αποδίδει δηλαδή, αυτό που η Αμερικανική Αεροπορία αποκαλεί «persistence»: Δυνατότητα συνεχούς παρουσίας στην περιοχή ενδιαφέροντος, δίχως κίνδυνο για τον χειριστή, ξεπερνώντας τις φυσικές αντοχές του χειριστή ενός επανδρωμένου αεροσκάφους.
Η χρήση των UAV επιτρέπουν την καλύτερη επίγνωση της τακτικής κατάστασης και τη μείωση του χρόνου που μεσολαβεί από τον εντοπισμό του στόχου έως την καταστροφή του. Η Ελλάδα υπήρξε από τις πρώτες χώρες, σε παγκόσμιο επίπεδο, που εκδήλωσε ενδιαφέρον για τη σχεδίαση, ανάπτυξη και παραγωγή ενός εγχώριας κατασκευής UAV.
Oι πρώτες προσπάθειες και εισηγήσεις έλαβαν χώρα στις αρχές της δεκαετίας του 1980 από αξιωματικούς του ΚΕΤΑ. Μετά τη θετική έκβαση της εισηγήσεώς τους φθάσαμε στην κατασκευή των αεροσκαφών «Πήγασος Ι». Κατόπιν και λόγω ορισμένων ατυχημάτων το πρόγραμμα πάγωσε και επανήλθε δυναμικά στο προσκήνιο στα μέσα της προηγούμενης δεκαετίας ως «Πήγασος ΙΙ» (ο ΕΣ διατηρεί σε υπηρεσία τα Le Sperwer της γαλλικής Sagem).
Εξέλιξη των UAV είναι τα UCAV, όπως είναι το nEURON, στο οποίο συμμετέχει και η Ελλάδα. Τα UCAV αναπτύσσονται με σκοπό να πρωταγωνιστήσουν στο πεδίο μάχης, σε δύο είδη εναέριων επιχειρήσεων: Σε αποστολές καταστολής-καταστροφής της εχθρικής αεράμυνας και σε αποστολές εγγύς αεροπορική υποστήριξη. Είναι θετική η συμμετοχή μας στο πρόγραμμα nEURON, αλλά θα πρέπει να κάνουμε και άλλα βήματα προς αυτή την κατεύθυνση, αν θέλουμε να αξιοποιήσουμε τη μεγάλη επιχειρησιακή αξία των UCAV.