Εν έτει 2021 η πολιτικό-διπλωματική αναθεωρητική στάση της Τουρκίας και της Κίνας φαίνεται να δημιουργεί νέες τάσεις στο περιβάλλον των εξοπλισμών. Οι χώρες που περιβάλλουν τον Ινδικό Ωκεανό αλλά και την Νοτιο-Σινική θάλασσα (συμπεριλαμβανομένων και των ΗΠΑ) φαίνεται να διαμορφώνουν μία νέα προσέγγιση ανάπτυξης αερο-εκτοξευόμενων αντιπλοϊκών βλημάτων με συγκεκριμένες δυνατότητες. Ορισμένες εξ’ αυτών φαίνεται να είναι ιδανικές, μέχρι ενός σημείου και για το Ελληνικό οπλοστάσιο προσδίδοντας τα απαραίτητα χαρακτηριστικά που χρειάζονται για την αποτροπή του τουρκικού αναθεωρητισμού.
Hsiung Feng Block II
Εν όψει των πολιτικών/γεωπολιτικών διενέξεων με την Κίνα, η Ταϊβάν με την βοήθεια των Ηνωμένων Πολιτειών και της Μεγάλης Βρετανίας φαίνεται να δίνει ιδιαίτερη έμφαση στην ανάπτυξη αντιπλοϊκών πυραύλων με ενισχυμένες επιδόσεις στο κομμάτι της ταχύτητας και της επεξεργασίας δεδομένων εν κινήσει.
Ο Hsiung Feng II (HF-2) ή αλλιώς «Brave Wind II» είναι ένας αντιπλοϊκός πύραυλος που αναπτύχθηκε από το Εθνικό Ινστιτούτο Επιστήμης και Τεχνολογίας Chung-Shan (NCSIST) της Ταϊβάν. Έχει σχεδιαστεί για να εκτοξεύετε μέσω χερσαίων, ναυτικών και εναέριων πλατφορμών μάχης.
Έχει μήκος 4,9 μέτρα, πλάτος 0,40 μέτρα και βάρος εκτόξευσης 695 κιλά. Φέρει κεφαλή 225 κιλών υψηλής εκρηκτικότητας και περιλαμβάνει διπλό ερευνητή εχθρικών απειλών με ενσωματωμένα ηλεκτρονικά αντίμετρα. Ο Hsiung Feng II μέχρι στιγμής έχει εμβέλεια μεταξύ 100-120 χιλιομέτρων, ενώ το Εθνικό Ινστιτούτο Επιστήμης και Τεχνολογίας Chung-Shan (NCSIST) σχεδιάζει να εξελίξει περαιτέρω τα επιχειρησιακά χαρακτηριστικά του βλήματος.
Ο πύραυλος λειτουργεί μέσω συνδυασμού κινητήρα στερεού καυσίμου και κινητήρα turbojet με υγρά καύσιμα. Χρησιμοποιεί αδρανειακό σύστημα καθοδήγησης κατά το μέσο στάδιο πτήσης, ενώ στο τελικό στάδιο κατευθύνεται μέσω ενεργού ραντάρ καθοδήγησης.
Όπως μεταδίδει το πρακτορείο Jane’s, το Πολεμικό Ναυτικό της Ταϊβάν το καλοκαίρι του 2020 διεξήγαγε επιτυχημένη βολή ενός εκσυγχρονισμένου HF-2 ο οποίος έβαλε σε απόσταση 250 χιλιομέτρων. Το όνομά του φαίνεται να είναι HF-II ER (Extended Range), στο αρχικό στάδιο πτήσης κινήθηκε μέσω αδρανειακού συστήματος καθοδήγησης ενώ στο τελικό λειτούργησε μέσω ενεργού ραντάρ καθοδήγησης.
Σύμφωνα με το Εθνικό Ινστιτούτο Επιστήμης και Τεχνολογίας Chung-Shan (NCSIST) της Ταϊβάν, το βλήμα θα ενσωματώσει τεχνολογίες αναφοράς ανάγλυφου τύπου TERCOM και θα διαθέτει ψηφιακή βιβλιοθήκη απειλών με σκοπό να επεξεργάζεται και να ταξινομεί με πλήρη αυτονομία τους εχθρικούς στόχους. Ο πύραυλος μεταφέρει κεφαλή υψηλής εκρηκτικότητας βάρους 180 κιλών και διαθέτει αναβαθμισμένα ηλεκτρονικά αντί-αντίμετρα (ECCM).
Σύμφωνα με έρευνα από ανοιχτές πηγές, το βλήμα κινήθηκε με μέγιστη ταχύτητα 3.5 Mach κατά την δοκιμή, εντάσσοντάς το έτσι στην οικογένεια των υπερηχητικών πυραύλων. Λαμβάνοντας υπόψιν τα γενικότερα δεδομένα περί ανάπτυξης αντιπλοϊκών ικανοτήτων από την Ταϊβάν, βλέπουμε πως κινείται παράλληλα με το US Navy στον τομέα ανάπτυξης βλημάτων ικανών να ανταπεξέλθουν σε κορεσμένο ηλεκτρομαγνητικά περιβάλλον.
Eνδεικτικά αναφέρεται το γεγονός πως ο Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός PLA της Κίνας μέσω αεροσκαφών Υ-8 και Υ-9 διεξάγει περίπου 2 επιχειρήσεις ηλεκτρονικού πολέμου τον μήνα σε χερσαία πλέγματα ραντάρ αέρος/επιφανείας του Εθνικού Στρατού της Ταϊβάν. Για να γίνει αντιληπτή η βαρύτητα που δίνει το Κινεζικό Υπουργείο Άμυνας στον τομέα ανάπτυξης ιπτάμενων συστημάτων ηλεκτρονικού πολέμου, αξίζει να σημειωθεί πως το μη επανδρωμένο όχημα UAV ASN-7 και τα έκδοχά του, θα λειτουργούν σχεδόν αποκλειστικά για αυτόν τον σκοπό.
Η επιχειρησιακή αξία περί ανάπτυξης ενισχυμένων ικανοτήτων ηλεκτρονικού πολέμου από την Κίνα έγκειται στα επιχειρησιακά διδάγματα που αντλήθηκαν από τις διενέξεις μεταξύ ΗΠΑ-Ιράκ, ΗΠΑ-Αφγανιστάν και ΗΠΑ-Γιουγκοσλαβία. Στις προαναφερθείσες συγκρούσεις, τα νατοϊκά στρατεύματα αντλούσαν δεδομένα εχθρικών θέσεων επί του πεδίου της μάχης από το Σύστημα Παγκόσμιου Προσδιορισμού Θέσης GPS. Τα αμερικανικά βλήματα ακριβείας αντλούσαν και αυτά με την σειρά τους δεδομένα στοχοποίησης μέσω ψηφιακού χάρτη GPS κατά την διάρκεια των επιχειρήσεων.
Σκοπός παρουσίασης του παραπάνω βλήματος είναι αφενός μεν η κατάδειξη της επιχειρησιακής αξίας βλημάτων που αναπτύσσουν υπερηχητικές ταχύτητες και αφετέρου ο εκσυγχρονισμός πυραύλων με σκοπό να λειτουργούν σε κορεσμένο ηλεκτρομαγνητικά περιβάλλον. Η τουρκική αμυντική βιομηχανία μπορεί αυτήν την στιγμή να μην έχει κάποιο αξιόλογο (σε επίπεδο δοκιμών) σύστημα ηλεκτρονικού πολέμου, αλλά δύναται μελλοντικά να αποκτήσει.
ASM-3Α
O ASM-3 είναι ένας Ιαπωνικός αντιπλοϊκός πύραυλος που αναπτύσσεται από τη Mitsubishi Heavy Industries με σκοπό να αντικαταστήσει τους πυραύλους ASM-1 και ASM-2. Έχει μήκος 6 μέτρα, ζυγίζει 940 κιλά και μπορεί να βάλει έναντι στόχων στα 200 χιλιόμετρα. Ο Υπουργός Άμυνας της Ιαπωνίας, Takeshi Iwaya, τον Μάρτιο του 2019 ανακοίνωσε πως ο πύραυλος έχει ξεκινήσει να υφίσταται σειρά τροποποιήσεων με σκοπό να ενισχυθούν οι ικανότητές του.
Η νέα ονομασία του πυραύλου είναι ASM-3A, κινείται με ταχύτητες 3.2 Mach μέσω κινητήρα Ramjet και πλοηγείται μέσω GPS και ενεργού ραντάρ καθοδήγησης (είναι εφικτή και η σχεδίαση με παθητικό ραντάρ καθοδήγησης). Η έκδοση ASM-3A έχει μέγιστη ακτίνα δράσης τα 400 χιλιόμετρα, διαθέτει ενισχυμένα αντί-αντίμετρα ηλεκτρονικού πολέμου ECCM και εκτοξεύεται έναντι πλοίων από μαχητικά αεροσκάφη F-2 της Ιαπωνικής Πολεμικής Αεροπορίας.
Να σημειωθεί πως η Ιαπωνική Πολεμική Αεροπορία εν όψει των αυξανόμενων δραστηριοτήτων της Κίνας πέριξ των νήσων Senkaku έχει οδηγηθεί στην διαμόρφωση ενός εύκαμπτου και αρκετά αποτελεσματικού οπλοστασίου έναντι ναυτικών στόχων. Ιαπωνικά F-35 θα εξοπλιστούν με βλήματα JSM με ακτίνα δράσης 250 ναυτικών μιλίων, μαχητικά αεροσκάφη F-2 θα εφοδιαστούν με βλήματα ASM-3A, ενώ τα F-15J/DJ θα εξοπλιστούν με πυραύλους LRASM με ακτίνα δράσης 430 ναυτικά μίλια.
Ο πύραυλος ASM-3A έχει την ικανότητα να εκτελέσει προφίλ πτήσης μέσω »κατάδυσης». Στο αρχικό στάδιο ανεβαίνει σε υψηλό υψόμετρο από χαμηλή γωνία εκτόξευσης και καταλήγει να εκτελεί κάθοδο με ιλιγγιώδης ταχύτητα προς τον στόχο. Σύμφωνα με το παραπάνω γράφημα το μαχητικό F-2 είναι ικανό να διατηρεί χαμηλό προφίλ πτήσης κατά την εκτόξευση έτσι ώστε να αποφεύγει το εύρος ανίχνευσης των εχθρικών ραντάρ.
Για να γίνει κατανοητή η γενικότερη γεωστρατηγική αξία του οπλοστασίου της Ιαπωνίας πέριξ των υδάτων της Κίνας, αξίζει να σημειωθεί πως η Ιαπωνία είναι μία από τις λίγες χώρες που διαθέτουν 7 αντιτορπιλικά εφοδιασμένα με σύστημα Aegis εκ των οποίων ορισμένα είναι εφοδιασμένα με πυραύλους εξωατμοσφαιρικής αναχαίτησης SM-3. Η σημασία χρήσης τους έγκειται στο γεγονός πως είναι ικανοί να αναχαιτίσουν βαλλιστικούς πυραύλους του Κινεζικού οπλοστασίου σε ύψη μεγαλύτερα των 100 χιλιομέτρων. Ο Ιαπωνικός στόλος έπειτα από αμερικανική μεταφορά τεχνογνωσίας είναι ίσως ο δεύτερος στόλος στον κόσμο ο οποίος διαθέτει οργανική δύναμη εξειδικευμένων αντιβαλλιστικών ικανοτήτων.
ΜARS
O Iσραηλινός αντιπλοϊκός πύραυλος MARS (Multi-purpose Air-launch Rocket System) αναπτύχθηκε από την Israel Military Industries με σκοπό να αντιμετωπίζει συστήματα παραπλάνησης (decoys) εχθρικών πλοίων. Έχει μήκος 4,4 μέτρα, βάρος 500 κιλά και σχεδιάζεται να τοποθετηθεί επί μαχητικών αεροσκαφών F-15EX.
Διαθέτει προηγμένους αισθητήρες με σκοπό να είναι ικανό να αναγνωρίζει και να επεξεργάζεται πολλαπλά δεδομένα επί του πεδίου της μάχης. Τακτικός σκοπός χρήσης τους είναι η εκτόξευση πολλαπλών πυραύλων MARS έναντι ναυτικών πλατφορμών. Στόχος είναι η πρόκληση κορεσμού στα εχθρικά συστήματα τερματικής αεράμυνας και η μετέπειτα καταστροφή τους. Σύμφωνα με την ΙΜΙ, το βλήμα θα έχει βεληνεκές μεγαλύτερο των 100 χιλιομέτρων, θα κινείται με υπερηχητικές ταχύτητες, στο μέσο στάδιο πτήσης θα λειτουργεί με σύστημα GPS, ενώ στο τερματικό μέσω ενεργού ερευνητή κεφαλής.
LRASM
Ο LRASM (Long Range Anti-Ship Missile) είναι ένας Αμερικανικός αντιπλοϊκός πύραυλος που αναπτύσσεται Lockheed Martin σε συνεργασία με την Αμερικανική Υπηρεσία Προηγμένων Έρευνών Άμυνας (DARPA) και το Γραφείο Ναυτικών Ερευνών (ONR). Ο LRASM-A σχεδιάστηκε με βάση το βλήμα Joint Air to Surface Stand-off Missile Extended Range (JASSM-ER) και περιλαμβάνει πρόσθετους αισθητήρες και επιμέρους συστήματα. Το LRASM-B έχει σχεδιαστεί για να εκτοξεύεται από αρκετά μεγάλα υψόμετρα και να κινείται με υπερηχητικές ταχύτητες. Η ανάπτυξη LRASM-B, ωστόσο, ακυρώθηκε από την DARPA το 2012.
Έχει σχεδιαστεί ειδικά για να εκτελεί αποστολές κρούσης έναντι στρατηγικών εχθρικών στόχων σε κορεσμένο ηλεκτρομαγνητικά περιβάλλον, χωρίς να εξαρτάται από GPS και λοιπούς συνδέσμους δεδομένων. Η γενικότερη φιλοσοφία δράσης του στηρίχθηκε στο γεγονός πως οι Ηνωμένες Πολιτείες χρειάζονται βλήματα κρούσης ικανά να περάσουν εντός των πλεγμάτων Άρνησης και Αντιπρόσβασης Περιοχής που αναπτύσσουν Κίνα και Ρωσία τόσο στην Νοτιοσινική θάλασσα, όσο και στον Αρκτικό Ωκεανό και την Μαύρη Θάλασσα.
Joint Strike Missile (JSM)
O Joint Strike Missile (JSM) αποτελεί ένα πυραυλικό σύστημα πέμπτης γενιάς που κατασκευάστηκε από την Kongsberg Defense Systems και αναπτύχθηκε για χρήση από τις νορβηγικές ένοπλες δυνάμεις. Έχει σχεδιαστεί κατά κύριο λόγο για ενσωμάτωση σε πλατφόρμες αεροσκαφών με σκοπό την κρούση χερσαίων και ναυτικών στόχων. Μπορεί να αναπτυχθεί για τη διεξαγωγή αποστολών πολέμου επιφανείας (ASuW) και ναυτικής υποστήριξης (naval fire support NFS).
Ο JSM κατασκευάζεται μέσω συνθετικών υλικών τύπου RAM έτσι ώστε να διαθέτει χαρακτηριστικά stealth προσδίδοντας χαμηλό ηλεκτρομαγνητικό αποτύπωμα στα εχθρικά ραντάρ. Έχει μήκος 4 μέτρα, βάρος 416 κιλά, μέγιστη ακτίνα δράσης 250 ναυτικά μίλια ενώ στο μπροστινό μέρος του πυραύλου υπάρχει ερευνητής απεικόνισης στόχου (imaging target seeker). Μέσω του προαναφερθέντος ερευνητή το βλήμα είναι ικανό μέσω μίας τρισδιάστατης βιβλιοθήκης απειλών που διαθέτει να ταξινομεί και να επεξεργάζεται πληροφορίες στόχων που παρακολουθεί η κάμερα στο εμπρόσθιο μέρος.
Toν Φεβρουάριο του 2021 ο Νορβηγικός Οργανισμός Αμυντικών Υλικών (Forsvarsmateriell) πραγματοποίησε με επιτυχία την πρώτη βολή πυραύλου Joint Strike Missile (JSM) από ειδικά τροποποιημένο μαχητικό αεροσκάφος F-35A. Η δοκιμή έλαβε χώρα σε ερημική περιοχή κοντά στη Βάση της Πολεμικής Αεροπορίας Edwards και αξιολογήθηκε από τις Νορβηγικές και Αμερικανικές αρμόδιες αρχές.
H στρατηγική βαρύτητα του παρακάτω βλήματος για το Ιαπωνικό οπλοστάσιο έγκειται στο γεγονός πως ίσως για πρώτη φορά μετά τον Β’ ΠΠ, η Ιαπωνία είναι ικανή να πλήξει εχθρικούς στόχους σε ξένα εδάφη με τόσο μεγάλη ακρίβεια. Οι τεχνολογίες imaging target seeker χρησιμοποιούνται με σκοπό να προσδώσουν αξιοπιστία σε αποστολές αντιπλοϊκής κρούσης καθώς μέσω αυτών το βλήμα μπορεί αυτόνομα να διαχωρίσει χερσαίους από ναυτικούς στόχους, να αξιολογήσει την βαρύτητά τους και να βάλει ανάλογα με τον προγραμματισμό που έχει λάβει πριν την αποστολή.
Σκοπός της παραπάνω ανάλυσης δεν είναι μόνο η παρουσίαση πιθανών οπλικών συστημάτων που θα μπορούσαν να εξοπλίσουν το ελληνικό οπλοστάσιο. Σκοπός είναι να αναλυθεί η γενικότερη τάση περί ανάπτυξης αερο-εκτοξευόμενων αντιπλοϊκών βλημάτων και οι συγκεκριμένες τεχνολογίες/δυνατότητες που αναπτύσσονται παράλληλα. Λόγω της ραγδαίας ποσοτικής αύξησης του Κινεζικού Ναυτικού, οι ΗΠΑ, η Ιαπωνία και η Ταϊβάν έχουν προβεί σε σειρά πυραυλικών προγραμμάτων τα οποία εξειδικεύονται σε αποστολές κρούσης από μεγάλες αποστάσεις, σε χρήση imaging target seeker, σε συνθετικά υλικά τύπου RAM, κ.α. Η Ελληνική Αμυντική Βιομηχανία θα ήταν εφικτό μέχρι ενός βαθμού να ξεκινήσει να διαμορφώνει ορισμένες εκ των παραπάνω τεχνολογιών και μέσω δημιουργίας cluster εταιρειών να εξειδικευτεί στην κατασκευή συγκεκριμένων πυραυλικών υποσυστημάτων τεχνολογιών αιχμής.
Να σημειωθεί πως βλήματα σαν του Harpoon, τους Exocet και τους RBS-15 δεν αναφέρθηκαν καθώς έχουν αναλυθεί στην επισυνάπτουσα ανάλυση: https://defencereview.gr/polemiko-naytiko-kleidonontas-to-aig/