Σε γενικές γραμμές, τα αντιαρματικά όπλα μπορούν να κατανεμηθούν σε τρεις κατηγορίες, ανάλογα με τον τρόπο της τακτικής χρησιμοποίησης τους: (α) Όπλα σχεδιασμένα για να διασπούν τους εχθρικούς σχηματισμούς, να καθυστερούν ή να διοχετεύουν την κίνηση του εχθρού σε στενωπούς και να προκαλούν μερικό αριθμό απωλειών (β) Όπλα που χρησιμοποιούνται για την καταστολή και/ή την ελάττωση της αποτελεσματικότητας του άμεσου και του έμμεσου εχθρικού πυρός (γ) Όπλα σχεδιασμένα για καταστροφή τεθωρακισμένων οχημάτων.

Να τονιστεί πως κάθε Μηχανοκίνητη Ταξιαρχία του Έβρου ή της ΑΣΔΕΝ διαθέτει Λόχο Αντιαρματικών με KORNET. Τα TOW ανήκουν στα Τάγματα Πεζικού ενταγμένα στους ΛΥΤ όπως και τα MILAN.

Η σωστή χρησιμοποίηση των αντιαρματικών όπλων προϋποθέτει την απόλυτη εκμετάλλευση των σημείων στήριξής τους. Με άλλα λόγια, η εκτέλεση εύστοχων και αποτελεσματικών πυρών απαιτεί τη σωστή τοποθέτηση, την κίνηση και τη χρήση τους. Η βασική αρχή στην τοποθέτηση των αντιαρματικών όπλων είναι η ενέδρα. Θα πρέπει να τοποθετηθούν έτσι ώστε να μπορούν να βάλουν από κρυμμένη και αν είναι δυνατό από προστατευμένη θέση. Θα πρέπει επίσης να έχουν το πλεονέκτημα του αιφνιδιασμού και της εμπλοκής με τον εχθρό από πίσω και πλάγια. Η κάλυψη, απόκρυψη, ο αιφνιδιασμός, τα κριτήρια εμπλοκής και οι βολές στα πλάγια των εχθρικών δυνάμεων είναι οι βασικές αρχές κατά τη διαδικασία της τοποθέτηση τους. Άλλα κριτήρια είναι η διασπορά, η αμοιβαία υποστήριξη και η εκμετάλλευση του μεγάλου βεληνεκούς τους.

Η κάλυψη και η απόκρυψη είναι ζωτικής σημασίας για την επιβίωση των αντιαρματικών οπλικών συστημάτων. Για παράδειγμα, τα αντιαρματικά συστήματα TOW-2, που βρίσκονται σε υπηρεσία τόσο από την Ελλάδα όσο και από την Τουρκία, έχουν αρκετές αδυναμίες με κυριότερη ότι το βλήμα εκτελεί πτήση μεγάλης διάρκειας. Από την άλλη πλευρά, ο εκτοξευτής του βλήματος διαθέτει αργό ρυθμό πυρός, ενώ το ίδιο το βλήμα έχει χαρακτηριστικό σύστημα πυροδότησης, το οποίο αναγκάζει το χειριστή να εκτίθεται κατά την παρατήρηση/ανίχνευση, εκτός από την περίπτωση που βρίσκεται εντός οχήματος. Οι συνέπειες των μειονεκτημάτων αυτών μπορεί να μειωθούν εάν το σύστημα καλύπτεται ή αποκρύπτεται.

Bολή από εκτοξευτή M901 ITV. Η καθοδήγηση του βλήματος γίνεται ενσύρματα.

Στο μέτρο του εφικτού, τα αντιαρματικά στοιχεία θα πρέπει να απέχουν τουλάχιστον 150 μέτρα μεταξύ τους, έτσι ώστε να μην εξουδετερώνονται δύο ή περισσότερα στοιχεία μαζί από μία μόνο εχθρική βολή. Θα πρέπει επίσης να εφαρμόζουν την αρχή της αμοιβαίας υποστήριξη με βάση τις θέσεις τους (σε σχέση με τις φιλικές και τις εχθρικές δυνάμεις) και τις δυνατότητες τους. Για παράδειγμα, η τμηματική χρήση των αντιαρματικών όπλων οδηγεί στην αμοιβαία υποστήριξη ανάμεσα σε δύο ή περισσότερα αντιαρματικά στοιχεία. Αν μία ομάδα δέχεται επίθεση ή αναγκάζεται να μετακινηθεί, η άλλη μπορεί να συνεχίσει να καλύπτει τον τομέα και των δύο ομάδων. Για να επιτευχθεί αυτό, οι ομάδες τοποθετούνται με τέτοιο τρόπο, ώστε τα πυρά τους να κατευθύνονται προς τους ίδιους τομείς βολής. Με άλλα λόγια οι επικαλυπτόμενοι τομείς πυρός είναι ζωτικοί για την αμοιβαία υποστήριξη.

Τα αντιαρματικά όπλα θα πρέπει να τοποθετούνται έτσι ώστε να βάλλουν κατά αρμάτων μάχης ή τεθωρακισμένων οχημάτων από τα πλάγια. Οι πλάγιες βολές κατά εχθρικών αρμάτων μάχης ή τεθωρακισμένων οχημάτων παρέχουν σημαντικά πλεονεκτήματα: (α) Η ισχυρότερη θωράκιση και η προστασία των αρμάτων μάχης και των τεθωρακισμένων οχημάτων βρίσκεται στο εμπρός μέρος, άρα είναι λιγότερο πιθανό να καταστραφεί, εάν γίνει μετωπική βολή (β) Ο εχθρός είναι πιο πιθανό να ανιχνεύσει και να καταστείλει τις επιτιθέμενες αντιαρματικές μονάδες, εάν βληθεί από τα μπροστά (γ) Ένα άρμα μάχης ή τεθωρακισμένο όχημα δημιουργεί μεγαλύτερο στόχο από τα πλάγια.

Η συγκέντρωση πυρών επιτυγχάνεται με τη συσπείρωση ισχύος, στον κατάλληλο χρόνο και τόπο, για να υπάρξουν τα επιθυμητά αποτελέσματα εναντίον του εχθρού. Το πλεονέκτημα πυροδότησης ενός αντιαρματικού, αντί του βασικού όπλου του άρματος (πυροβόλου), είναι η ακρίβεια του, έως τα 2 km (MILAN) ή τα 3,75 km (TOW-2) ή τα 5,5 km (Kornet).

To βεληνεκές ασφάλειας, για παράδειγμα του συστήματος TOW-2, δεν απαιτεί από τους πυροβολητές να βάλλουν εναντίον τεθωρακισμένων οχημάτων, ανάμεσα στα 2.000 και τα 3.750 μέτρα, διότι αυτό δεν είναι πάντα εφικτό. Για να ξεπεράσει τα 2.000 μέτρα, το βλήμα TΟW-2 απαιτεί επιπλέον χρόνο ανίχνευσης. Έτσι όμως αυξάνεται η πιθανότητα λάθους εκ μέρους του πυροβολητή. Στις μετωπικές βολές, το μειονέκτημα αυτό δίνει στον εχθρό περισσότερα χρονικά περιθώρια αντίδρασης, μέσω ελιγμών, ενώ, στις πλευρικές βολές, δίνεται στον εχθρό περισσότερος χρόνος για να καλυφθεί. Οι δυσκολίες αυξάνονται αν ο πυροβολητής πρέπει να ανιχνεύσει το στόχο μέσω της θερμικής νυχτερινής παρατήρησης ή μέσω οποιασδήποτε μορφής συσκότισης.

Ωστόσο, ορισμένα τεθωρακισμένα οχήματα έχουν τη δυνατότητα εκτόξευσης αντιαρματικών κατευθυνόμενων βλημάτων από το πυροβόλο τους (π.χ. το Leopard-2HEL μπορεί να εκτοξεύσει το ισραηλινό αντιαρματικό βλήμα LAHAT). Τα βλήματα αυτά έχουν βεληνεκές 4.000 μέτρων περίπου. Εναλλακτικά, τεθωρακισμένα οχήματα εξοπλισμένα με όλμους των 120mm, μπορούν να παράξουν άμεση σκόπευση και έμμεσο πυρ.

Τα αντιαρματικά πυρά θα πρέπει να χρησιμοποιούνται σε βάθος, διότι τα μεγάλη βεληνεκή των αντιαρματικών όπλων, επιτρέπουν τη μετακίνηση και τη συγκέντρωση πυρών από θέσεις που είναι διασκορπισμένες σε πλάτος και σε βάθος. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με τον αριθμό και τα διαφορετικά οπλικά συστήματα, περιπλέκει τον έλεγχο πυρός. Οι αποτελεσματικοί μηχανισμοί ελέγχου πυρός εξασφαλίζουν ότι οι φίλιες δυνάμεις της πρώτης γραμμής χρησιμοποιούν το κάθε οπλικό σύστημα στην αποστολή, για την οποία έχει σχεδιαστεί, εμπλέκονται με τον εχθρό όσο το δυνατό νωρίτερα, εκθέσουν μόνο τα όπλα που είναι απολύτως απαραίτητα για την εμπλοκή, κατανέμουν τα πυρά ώστε να εξασφαλισθεί η πλήρης κάλυψη των στόχων και εμπλακούν πρώτα με τους πιο επικίνδυνους στόχους. Ακόμη, ο έλεγχος πυρών επιτρέπει τη συγκέντρωση πυρών από ευρέως διασκορπισμένες θέσεις, τόσο σε βάθος όσο και πλάτος, αποτρέπει πυροδοτήσεις που φανερώνουν τη θέση του όπλου, διατηρώντας έτσι το πλεονέκτημα της πρώτης βολής, ενώ ο σωστός έλεγχος πυρός αποτρέπει λανθασμένη εμπλοκή με φίλιες δυνάμεις.

Kάθε νησί της ΑΣΔΕΝ διαθέτει Λόχο Αντιαρματικών.

Κατά τις επιθετικές επιχειρήσεις τα αντιαρματικά όπλα λειτουργούν ως τμήμα παροχής υποστήριξης πυρών. Οι αντιαρματικές δυνάμεις χρησιμοποιούν τις ίδιες τεχνικές κίνησης που χρησιμοποιούν για άλλες επιθετικές επιχειρήσεις. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι εχθρικές δυνάμεις χρησιμοποιούν μεγάλη ποικιλία από πηγές συλλογής πληροφοριών, για να μάθουν την τοποθεσία, τις ικανότητες και τους σκοπούς των φίλιων μονάδων. Οι πηγές αυτές μπορεί να περιλαμβάνουν τμήματα αναγνώρισης εδάφους, πληροφορίες από αεροφωτογραφίες ή από μη επανδρωμένα αεροσκάφη κ.ά. Το κλειδί για την ασφαλή λειτουργία των αντιαρματικών όπλων είναι η μείωση των ηλεκτρονικών, οπτικών και θερμικών χαρακτηριστικών. Για να είναι αποτελεσματική η ασφαλής λειτουργία, τα αντιαρματικά στοιχεία θα πρέπει να διακρίνουν τον εχθρό πριν αυτός διακρίνει αυτά.

Κατά τη διάρκεια αμυντικών επιχειρήσεων τα αντιαρματικά πυρά θα πρέπει να σχεδιάζονται και να τάσσονται σε βάθος. Τα αντιαρματικά όπλα, εντεταγμένα σε αντιαρματικές ομάδες ή διμοιρίες, μπορεί να τοποθετηθούν σε προωθημένες θέσεις, στις πρώτες γραμμές και σε βάθος. Τα αντιαρματικά όπλα που τοποθετούνται στις πρώτες γραμμές, σχηματίζουν αντιαρματικές ενέδρες προς καταστροφή των στόχων που έχουν αναγνωριστεί. Η ύπαρξη γραμμών συντονισμού αναγνωρίσιμες στο σκοτάδι, δίνει τη δυνατότητα στους πυροβολητές αντιαρματικών όπλων να ανοίξουν πυρ μέσα στα όρια εμπλοκής τους.

Κατά την άμυνα, τα αντιαρματικά πυρά λειτουργούν ως μέρος της δύναμης ασφάλειας, σαν στοιχείο της κυρίως αμυντικής τοποθεσίας ή σαν υποστήριξη των δυνάμεων αντεπίθεσης. Οι αντιαρματικές δυνάμεις μπορούν επίσης να ενισχύσουν μία μονάδα, η αποστολή της οποίας είναι η προετοιμασία και η υπεράσπιση ενός σημείου στηρίγματος. Στην περίπτωση που τα αντιαρματικά όπλα υποστηρίζουν την άμυνα ως δύναμη ασφάλειας, αναπτύσσονται μπροστά από το μέτωπο έτσι ώστε να παράσχουν προειδοποίηση για τις ενέργειες του εχθρού, να εμποδίσουν την εχθρική παρατήρηση επί της κύριας αμυντικής τοποθεσίας, να βοηθήσουν στη σύμπτυξη μέσω μιας κατεχόμενης τοποθεσίας ή να εξαπατήσουν και να αποδιοργανώσουν τον εχθρό.

Τετραπλός εκτοξευτής Kornet.

Η δύναμη ασφάλειας τοποθετείται σε μέρη όπου καλύπτει τις εχθρικές προσβάσεις προς τον κύριο αμυντικό τομέα, δηλαδή σε παρατηρητήρια σ’ όλο το μήκος του μετώπου. Καθώς πλησιάζει ο εχθρός, τα αντιαρματικά όπλα εκτελούν βολές από το βεληνεκές ασφάλειας. Το πυροβολικό και όλμοι συμμετέχουν ενεργά στην αντιαρματική άμυνα εκτελώντας έμμεσα πυρά, με πρώτο στόχο τη διάσπαση του εχθρικού σχηματισμού και, κατόπιν, την καταστροφή του. Τα πυρά αυτά καθιστούν δυσδιάκριτους τις φίλιες δυνάμεις και μειώνουν την εχθρική πίεση επί της γραμμής του μετώπου, κάτι το οποίο διευκολύνει την απαγκίστρωση των φίλιων δυνάμεων προς τα μετόπισθεν, εάν αυτό κριθεί αναγκαίο. Καθώς πλησιάζει ο εχθρός, η δύναμη ασφάλειας αποσύρεται προς άλλες θέσεις, αλλά συνεχίζει να βάλλει κατά του εχθρού.

Στα όρια της κύριας αμυντικής τοποθεσίας ο εκάστοτε διοικητής οργανώνει τις δυνάμεις του ανάλογα με την τακτική κατάσταση, Συνήθως, τα αντιαρματικά όπλα αναπτύσσονται μαζικά, αλλά μπορεί και να προβεί και σε απόσπαση ορισμένων στοιχείων για να ενδυναμώσει την αντιαρματική άμυνα σε ένα συγκεκριμένο σημείο του μετώπου. Εναλλακτικά, ισχυρές αντιαρματικές δυνάμεις μπορεί να τοποθετηθούν για την κάλυψη προσβάσεων, που διαθέτουν πεδία μεγάλου βεληνεκούς.

Σε περιοχές όπου τα πεδία βολής είναι μικρότερα και περιορισμένα, η αντιαρματική άμυνα βασίζεται στα άρματα μάχης, λόγω της μεγαλύτερης ευελιξίας που διαθέτουν σε σχέση με τα αντιαρματικά όπλα. Για τη συγκέντρωση πυρών σε συγκεκριμένη περιοχή, οι αντιαρματικές δυνάμεις τοποθετούνται σε βάθος ή πλευρικά σε σχέση με το μέτωπο. Για την επίτευξη βάθους, οι αντιαρματικές δυνάμεις τοποθετούνται σ’ όλο το βάθος του αμυντικού τομέα, έτσι ώστε να είναι σε θέση να μετακινούνται από τις μπροστινές γραμμές προς εναλλακτικές ή συμπληρωματικές θέσεις, να συγκεντρώνουν τα πυρά τους και να διατηρήσουν το βεληνεκές ασφάλειας τους.

Τα επιθετικά ελικόπτερα και τα ΑΤ όπλα αποτελούν τις δύο πιο θανατηφόρες απειλές για τα άρματα μάχης.

Η επιδέξια ενσωμάτωση, στο αμυντικό δίκτυο, αντιαρματικών πυρών και κωλυμάτων, εμποδίζει τον εχθρό να βάλλει με ευκολία κατά φίλιων αντιαρματικών συστημάτων. Έτσι οι φίλιες δυνάμεις επιβραδύνουν το ρυθμό κίνησης τους. Με άλλα λόγια αυξάνεται ο χρόνος εμπλοκής των αντιαρματικών βλημάτων και συνεπώς αυξάνεται και η πιθανότητα καταστροφής ενός εχθρικού στόχου. Ανεξάρτητα από το εάν τα αντιαρματικά όπλα επιχειρούν μόνα τους η σε συνεργασία με τις δυνάμεις ελιγμού (άρματα μάχης ή τεθωρακισμένα οχήματα), τοποθετούνται χωριστά και πάντα επιλέγουν πολλαπλές θέσεις πυρός, έτσι ώστε να καλύψουν βασικούς και δευτερεύοντες τομείς πυρός.

Σε κάθε περίπτωση, οι αντιαρματικές δυνάμεις μπορούν να βάλλουν κατά δύο ή περισσότερους στόχους πριν αλλάξουν θέση βολής. Όταν η απόσταση από τον στόχο είναι μικρότερη του βεληνεκούς ασφαλείας, τότε τα αντιαρματικά όπλα μετακινούνται κατάλληλα έτσι ώστε να επανακτήσουν το απαιτούμενο βεληνεκές ασφάλειας. Διαφορετικά, θα πρέπει να αλλάζουν θέση μετά από κάθε εμπλοκή.

Ο έλεγχος και η σειρά μετακίνησης των αντιαρματικών δυνάμεων χρειάζονται ιδιαίτερη προσοχή. Οι αδυναμίες των τεθωρακισμένων οχημάτων, αλλά και των αντιαρματικών συστημάτων που είναι τοποθετημένα πάνω σε οχήματα, μπορεί να μειωθούν, εάν υπάρξει προσεκτική σχεδίαση και έλεγχος κατά τη μετακίνηση. Οι παράγοντες που επηρεάζουν την μετακίνηση μιας αντιαρματικής δύναμης είναι η ταχύτητα προσέγγισης του εχθρού, τα κωλύματα που επηρεάζουν την εχθρική κίνηση, η απόσταση από τις επόμενες θέσεις, οι διαδρομές υπό κάλυψη, η απόκρυψη προς τις επόμενες θέσεις, η διαθεσιμότητα των τεθωρακισμένων δυνάμεων και η ορατότητα.

Ιδιαίτερα ως προς την ορατότητα, υπό το φως της ημέρας, οι αντιαρματικές δυνάμεις μετακινούνται πρώτα, ακολουθεί το πεζικό και έπονται τα άρματα μάχης. Σε περίπτωση περιορισμένης ορατότητας, πρώτα μετακινούνται τα άρματα μάχης, μετά τα αντιαρματικά όπλα και τέλος μετακινείται το πεζικό. Η προσεκτική αναγνώριση των δρομολογίων και των επόμενων θέσεων, μειώνει το χρόνο της κίνησης. Σε συνθήκες περιορισμένης ορατότητας τα διαθέσιμα όργανα νυχτερινής παρατήρησης των αντιαρματικών όπλων δίνουν τη δυνατότητα στον σκοπευτή να βάλλει κατά στόχων, αν και οι παράγοντες του περιβάλλοντος μειώνουν την απόσταση εμπλοκής των στόχων αυτών.