Το μοντέλο του Ισραήλ επιχειρεί να αντιγράψει ο Ταγίπ Ερντογάν, καθιστώντας την Τουρκία όχι μόνο αυτάρκη σε ότι αφορά τους βασικούς αμυντικούς εξοπλισμούς αλλά και εξαγωγό αμυντικού υλικού, θεωρώντας ότι μόνο έτσι μπορεί η χώρα του να διεκδικήσει τον περιφερειακό ρόλο τον οποίο επιδιώκει, απαλλαγμένη από «εξαρτήσεις και εκβιασμούς».
Γράφει ο ΝΙΚΟΣ ΜΕΛΕΤΗΣ για το HELLAS JOURNAL
Οι ειδήσεις για την εκρηκτική άνοδο των εξαγωγών αμυντικού υλικού από το Ισραήλ αλλά και η ανάπτυξη της υψηλής τεχνολογίας και του know how από το Τελ Αβίβ ακόμη και σε εξελιγμένα αμυντικά και πυραυλικά συστήματα ,αποτελεί πλέον τον «εφιάλτη» αλλά και το «πρότυπο» του Ταγίπ Ερντογάν. Η αμυντική βιομηχανία του Ισραήλ, όχι μόνο θωρακίζει την άμυνα της χώρας ,αλλά φέρνει κέρδη στην οικονομία και διεθνή επιρροή.
Με την εμπειρία του εμπάργκο πώλησης οπλών λόγω της εισβολής στην Κύπρο, αλλά και το νέο «κίνημα» Αμερικανών γερουσιαστών και βουλευτών για περιορισμό στην πώληση αμυντικού υλικού ακόμη και των F-35 έχουν σημάνει συναγερμό στην Άγκυρα.
Ο ίδιος ο Ερντογάν στο προεκλογικό μανιφέστο του, συμπεριέλαβε σε θέση υψηλής προτεραιότητας το θέμα της αμυντικής βιομηχανίας.
Η Τουρκία από το 2011 αυξάνοντας κατά 90% τις εξαγωγές αμυντικής βιομηχανίας αναδείχθηκε στη 18η θέση μεταξύ των κρατών που εξάγουν αμυντικό υλικό, μειώνοντας την εξάρτηση της από το εξωτερικό από το 80% στο 30%. Πλέον η Τουρκία είναι μεταξύ των έξι χωρών που μπορούν να κατασκευάζουν δικά τους εξοπλισμένα μη επανδρωμένα αεροσκάφη, έχει δρομολογήσει την έρευνα παραγωγής μη επανδρωμένων τεθωρακισμένων, ενώ εξάγει τεθωρακισμένα άρματα από την Αφρική, τον Κόλπο, την Κεντρική Ασία μέχρι τη Μαλαισία, πούλησε το ελικόπτερο ΑΤΑΚ και ένα πολεμικό πλοίο στο Πακιστάν, ενώ το εξοπλισμένο μη επανδρωμένο αεροσκάφος Bayraktar TB2 έχει ήδη πωληθεί στο Κατάρ (σ.σ. από το προεκλογικό μανιφέστο του κ. Ερντογάν).
Όμως θα χρειασθεί χρόνο, χρήμα και μεγάλη προσπάθεια για να μπορέσει ο Ταγίπ Ερντογάν να ανταγωνισθεί στον τομέα αυτό το Ισραήλ.
Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία του Υπουργείου Άμυνας του Ισραήλ, σημειώθηκε εκτίναξη κατά 40% στις εξαγωγές αμυντικού υλικού και εξοπλισμών από το Ισραήλ καθώς οι πωλήσεις κυρίως στην Ασιατική αγορά οδήγησαν σε εξαγωγές ύψους 9,2 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Σύμφωνα με την οικονομική ιστοσελίδα Globe η εκτίναξη των εξαγωγών της ισραηλινής αμυντικής βιομηχανίας οφείλεται κυρίως στις μεγάλες συμφωνίες που έχει υπογράψει η Israel Aerospace Industries LTD., με την Ινδία ύψους 2,5 δις δολαρίων για την προμήθεια του αντιπυραυλικού συστήματος Barak 8.
Σύμφωνα με το Υπουργείο Άμυνας του Ισραήλ ο κύριος όγκος των εξαγωγών αφορά πυραυλικά και αντιαεροπορικά συστήματα και αμέσως μετά ακολουθούν εξαγωγές ραντάρ συστημάτων ηλεκτρονικού πολέμου και αναβάθμιση οπλικών και ηλεκτρονικών συστημάτων.
Οι περισσότερες συμφωνίες έχουν γίνει από τις εταιρίες IAI, Rafael Advanced Defense Systems Ltd., IMI Systems Ltd. και Elbit Systems Ltd., με την τελευταία να είναι η μοναδική που δεν ανήκει στο κράτος, ενώ η αμυντική βιομηχανία στο Ισραήλ απασχολεί 150.000 εργαζομένους.
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της αρμόδιας διεύθυνσης του ισραηλινού Υπουργείου Άμυνας, SIBAT οι ισραηλινές εταιρίες προσβλέπουν στην αύξηση των αμυντικών δαπανών των χωρών μελών του ΝΑΤΟ για να αυξήσουν και τις δικές τους εξαγωγές.
Σχεδόν 20% των εξαγωγών αμυντικού υλικού κατευθύνονται στις Ευρωπαϊκές χώρες αλλά το μεγάλο μέρος διατίθεται στις χώρες της Ασίας. Εκτός του σημαντικού προγράμματος στην Ινδία, το Ισραήλ έχει κερδίσει το πρόγραμμα πώλησης 12 F-16s που αναβαθμίστηκαν από την ΙΑΙ και την Elite Systems, έναντι 500 εκατομμυρίων δολαρίων. Η Συμφωνία αυτή έχει εξαιρετική σημασία, καθώς δίνει προβάδισμα στο Ισραήλ και στην αμυντική βιομηχανία του για την ανάληψη και άλλων τέτοιων προγραμμάτων αναβάθμισης αμερικάνικων μαχητικών. Ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι μόλις το 2% των ισραηλινών εξαγωγών αφορά τα UAV καθώς οι κινέζικες εταιρίες αποτελούν πλέον έναν πολύ ισχυρό ανταγωνιστή του Ισραήλ με φθηνά και σύγχρονα προϊόντα.
Το Ισραήλ έχει μεγάλη παράδοση, καθώς ήταν πρωτοπόρο στην τεχνολογία αυτή, της κατασκευής προηγμένων UAV. Ήδη όμως υπάρχει μεγάλος ανταγωνισμός με τις ΗΠΑ, στον τομέα αυτό, όπως αποτυπώθηκε στους διαγωνισμούς για την απόκτηση UAV από την Γερμανία, την Αυστραλία αλλά και το Βέλγιο.
Πάντως υπάρχουν προβλήματα και καθυστερήσεις σε σημαντικά προγράμματα. Η πώληση από την Rafael των πυραύλων SPIKE στην Ινδία, ένα συμβόλαιο 500 εκατομμυρίων δολαρίων, έχει καθυστερήσει λόγω εσωτερικών διαφωνιών στην Ινδία, ενώ καθυστέρηση υπάρχει και στο πρόγραμμα πώλησης στον Τσεχικό Στρατό προηγμένου συστήματος ραντάρ, καθώς έχει προκύψει θέμα για την διαλειτουργικότητα του με τα αντίστοιχα νατοϊκά συστήματα.
Πάντως το Υπουργείο Άμυνας του Ισραήλ διαπιστώνει σημαντικές προκλήσεις για τα επόμενα χρόνια, με σημαντικότερες εξ αυτών, την ανάδειξη νέων ανταγωνιστών στην Αμυντική Βιομηχανία, στην άρση των περιορισμών που υπήρχαν για την πώληση από αμερικανικές εταιρίες στρατηγικών UAV στο εξωτερικό, από την απαίτηση των αγοραστών για παραγωγή μέρους των εξοπλισμών στο έδαφος τους, με μεταφορά τεχνολογίας και Know How, αλλά και στον τρόπο διάθεσης της Αμερικανικής στρατιωτικής βοήθειας καθώς ένα μέρος θα κατευθύνεται και σε αμερικάνικες εταιρίες.
Αυτή η εξέλιξη έχει οδηγήσει πολλές μεγάλες ισραηλινές εταιρίες αμυντικού υλικού και εξοπλισμών να ιδρύσουν θυγατρικές στις ΗΠΑ και να αναπτύξουν κοινές εταιρείες με μικρότερες αμερικανικές.
Αυτή η έκρηξη των εξαγωγών και το νέο περιβάλλον που δημιουργείται στον τομέα αυτό έχει υποχρεώσει το ισραηλινό Υπουργείο Άμυνας να δημιουργήσει έναν ειδικό μηχανισμό που ελέγχει κάθε κίνηση στον τομέα των εξοπλιστικών και των εξαγωγών, ώστε να αποφευχθεί η διαρροή αμυντικής τεχνολογίας και know-how σε εχθρικές χώρες.
Σύμφωνα με ισραηλινές πηγές όμως καθώς είναι αναπόφευκτη η μεταφορά τεχνογνωσίας στις χώρες που προμηθεύονται αμυντικό υλικό από το Ισραήλ, το Τελ Αβίβ, επιλέγει σταδιακά να μην επιτρέπει την εξαγωγή όλων των προϊόντων που παράγει η ισραηλινή αμυντική βιομηχανία, κρατώντας για αποκλειστική χρήση του Ισραηλινού Στρατού, «ευαίσθητο» αμυντικό υλικό και τεχνολογία.