Ο ρόλος των Αμφίβιων Καταδρομέων καθώς και των Μονάδων Πεζικού που αποτελούν τις δυνάμεις αμέσου επεμβάσεως (ΔΑΕ) είναι κομβικός στην άμυνα του Αρχιπελάγους. Αποστολή τους να διεξάγουν επιχειρήσεις Αμέσου Δράσεως, Ειδικής Αναγνώρισης και Ανορθοδόξου Πολέμου εναντίον κάθε εχθρικής δύναμης που θα απειλήσει έδαφος στον χώρο ευθύνης της τοπικής ΑΔΤΕ. Όπως όμως κάθε ζωντανός οργανισμός, οι Αμφίβιοι Καταδρομείς οφείλουν να εξελίσσονται συνεχώς προκειμένου να είναι σε θέση να υπηρετήσουν με αξιώσεις την αποστολή τους. Η μέχρι τώρα αποστολή των Αμφίβιων Καταδρομέων της 13ης Διοίκησης Ειδικών Επιχειρήσεων καθώς και των δυνάμεων που αποτελούν τις ΔΑΕ των Νήσων στη Περιοχή Ευθύνης της ΑΣΔΕΝ, αφορά σε αποστολές φύλαξης, προκατάληψης ή ανακατάληψης βραχονησίδων ή μικρονήσων.
Το 2022 το ΥΠΕΘΑ υπέγραψε επταετή σύμβαση με την εταιρία Viking Norsafe για την προμήθεια έως 41 ταχέων σκαφών για την κάλυψη των αναγκών μεταφοράς και επιχειρήσεων των Αμφίβιων Καταδρομέων του Ελληνικού Στρατού προκειμένου να αντικατασταθούν τα ταχύπλοα Magna 960 RIB τα οποία προμηθεύτηκαν οι Μοίρες Αμφίβιων Καταδρομέων μετά τη Κρίση των Ιμίων το 1996. Τα σκάφη αυτά είναι κατασκευασμένα από πολυεστέρα και υαλονίματα έχουν μήκος 12,2 μέτρα, επιτυγχάνουν μέγιστη ταχύτητα 55 κόμβων σε ιδανικές συνθήκες ενώ η εμβέλεια τους ανέρχεται στα 250 ν.μ. Μπορούν να μεταφέρουν μέχρι 12 αμφίβιους καταδρομείς σε ειδικά αντικραδασμικά καθίσματα, από τους οποίους οι έξι κάθονται εντός της καμπίνας του πιλοτηρίου η οποία παρέχει αντιβαλιστική προστασία από όπλα μικρου διαμετρήματος. Ο δε οπλισμός αποτελείται από έναν τηλεχειριζόμενο σταθμό για βαρύ πολυβόλο 12,7 χιλ. στην πλώρη και δύο θέσεις πυροβόλων μικρού διαμετρήματος πίσω στο ανοιχτό κατάστρωμα δεξιά και αριστερά. Η εξέλιξη αυτή είναι σαφώς μια πρόοδος του εξοπλισμού των συγκεκριμένων μονάδων σε σύγκριση με τα υπάρχοντα χρησιμοποιούμενα σκάφη Magna 960 τύπου RHIB τα οποία προσφέρουν μηδαμινή προστασία στο μεταφερόμενο προσωπικό.
Ο σκοπός των σκαφών αυτών είναι η ασφαλής μεταφορά του προσωπικού στο σημείο ενδιαφέροντος ή αντίστοιχα η απαγκίστρωση από αυτό με ταχύτητα και ασφάλεια. Αυτό προϋποθέτει ότι τα σκάφη των μονάδων των αμφίβιων καταδρομών είναι σε θέση να παρέχουν:
- Ικανή ασφάλεια από τα στοιχεία της φύσης. Ένας στεγνός και μη καταπονημένος μαχητής διαθέτει μεγαλύτερη μαχητική ικανότητα από βρεγμένο και καταπονημένο. Επίσης να σημειώσουμε ότι το Αιγαίο κατα τη διάρκεια της Χειμερινής περιόδου είναι ένα δύσκολο περιβάλλον και η μετακίνηση ακόμη και σε μικρές αποστάσεις είναι δύσκολη. Επίσης να υπενθυμίσουμε ότι τα Ίμια συνέβησαν καταμεσής του Χειμώνα και στο Αιγαίο επικρατούσαν ιδιαίτερα δύσκολες συνθήκες.
- Ικανή βαλλιστική προστασία ώστε το σκάφος να μπορεί να πλησιάσει την ακτή για να αποβιβάσει με ασφάλεια τους μαχητές.
- Ικανό όγκο πυρός για την κάλυψη της αποβιβαζόμενης/επιβιβαζόμενης ομάδας αλλά και να μπορεί να φέρει κύρια πλήγματα στον εχθρό. Η ανακατάληψη ή η φύλαξη/ ενίσχυση βραχονησίδας δεν είναι μια εύκολη υπόθεση και η μαχητική ικανότητα και ισχύς του σκάφους είναι καίριος παράγοντας. Μια ομάδα τέτοιων σκαφών με ισχυρό οπλισμό είναι μια υπολογίσιμη δύναμη. O δε όγκος πυρός πρέπει να παρέχεται από τηλεχειριζόμενους σταθμούς οπλισμού.
Συμπληρωματικά στα υπό προμήθεια S-1200 Munin υπάρχουν σχεδιάσεις που θα μπορούσαν να προσφέρουν τα παραπάνω στο ακέραιο και να μπορούν οι έλληνες αμφίβιοι καταδρομείς να χρησιμοποιούν ανάλογα με την αποστολή. Θα επικεντρωθούμε κυρίως σε σχεδιάσεις προερχόμενες από τα διδάγματα και τις επιχειρησιακές ανάγκες ενόπλων δυνάμεων που δρουν σε καθαρά αρχιπελαγικό περιβάλλον και έχουν παρόμοιες απαιτήσεις με τους έλληνες συναδέλφους τους. Αναφερόμαστε σε σκάφη που χρησιμοποιούν οι σουηδικές και φινλαδικές μονάδες για επιχειρήσεις στα φιορδ.
Η φιλανδική Marine Alutech προσφέρει δύο πολύ ενδιαφέρουσες σχεδιάσεις για τον εξοπλισμό αντίστοιχων μονάδων. Είναι τα σκάφη Watercat M12 και Watercat Μ18 AMC. Το πρώτο, Watercat M12 κλάση Jurmo, είναι ένα σκάφος το οποίο έχει σχεδιαστεί σε δύο διαφορετικές εκδόσεις. Μία για τη μεταφορά των φιλανδών πεζοναυτών με ικανότητα μεταφοράς μέχρι 20 μαχητών εσωτερικά και μία (Watercat M12 ΝΕΜΟ) εξοπλισμένη με πύργο που φέρει μονό όλμο των 120χιλ. Η έκδοση μεταφοράς προσωπικού έχει μήκος 14,25 μέτρα και εκτοπίζει 13,8 τόνους. Η μέγιστη ταχύτητα είναι 35 κόμβοι και έχει εμβέλεια άνω των 180 ν.μ. Στην όλη σχεδίαση είναι πολύ σημαντικό ότι το σύνολο του μεταφερόμενου προσωπικού είναι εντός της καμπίνας σε ειδικά αντικραδασμικά καθίσματα προστατευμένο από το θαλάσσιο περιβάλλον και τα καιρικά φαινόμενα ενώ το σκάφος διαθέτει στο πρόσθιο μέρος καταπακτές και υδραυλική ράμπα τα οποία διευκολύνουν την αποβίβαση προσωπικού και φορτίου. Το σκάφος μπορεί να φέρει μέχρι δύο βαρεία πολυβόλα των 12,7χιλ σε έστορες. Λόγω της εύκολης πρόσβασης στο εσωτερικό, το σκάφος μπορεί εύκολα να μετατραπεί σε φορειοφόρο για την απομάκρυνση τραυματιών. Το σκάφος διαθέτει δύο κινητήρες Caterpillar C7 των 331kW έκαστος που κινούν ισάριθμους υδροπροωθητές Rolls-Royce Kameva FF375. Μπορεί να μεταφέρει μέχρι τρεις τόνους ωφέλιμο φορτίο.
Το επόμενο είναι το Watercat Μ18 AMC, κλάση Jehu, το οποίο αποτελεί τη νεότερη σχεδίαση της Marine Alutech. Το Μ18 είναι μεγαλύτερο σκάφος και συνεπώς διαθέτει περισσότερες ικανότητες. Είναι κατασκευασμένο και αυτό από αλουμίνιο η γάστρα και σύνθετα υλικά η υπερκατασκευή της καμπίνας παρέχοντας πολύ υψηλή βαλλιστική προστασία. Το μήκος είναι 19,9 μέτρα και το εκτόπισμα 32 τόνοι. Μπορεί να μεταφέρει μέχρι 25 πλήρως εξοπλισμένους μαχητές και έχει πλήρωμα αποτελούμενο από δύο έως έξι άτομα. Έχει τη δυνατότητα να επιχειρεί σε όλες τις κλιματικές συνθήκες από τα ψυχρά κλίματα της σκανδιναβίας μέχρι τα θερμά κλίματα του Περσικού λόγω ότι διαθέτει στον στάνταρντ εξοπλισμό σύστημα ψύξης-θέρμανσης. Όπως και το Μ12 στην πλώρη διαθέτει καταπακτή ανοιγόμενη προς τα επάνω αριστερά και ράμπα για την εύκολη και γρήγορη αποβίβαση των μεταφερόμενων μαχητών.
Το σκάφος τροφοδοτείται από κινητήρες ντίζελ Scania με ισχύ 660 kW ο καθένας. Το σκάφος διαθέτει επίσης δύο υδροπροωθητές Rolls-Royce 40A3, συζευγμένους με δύο κιβώτια ταχυτήτων ZF 500 και έναν βοηθητικό κινητήρα, Fischer Panda 25i PMS. Έχει χωρητικότητα καυσίμου 2.100 λίτρα. Το σύστημα πρόωσης παρέχει μέγιστη ταχύτητα μεγαλύτερη από 40k και ταχύτητα πλεύσης έως και 35k. Ο οπλισμός του αποτελείται από από έναν τηλεχειριζόμενο σταθμό trackfire της SAAB, επάνω από το πιλοτήριο ο οποίος μπορεί να φέρει εναλλακτίκα ένα βαρύ πολυβόλο 12,7χιλ ή βομβιδοβόλο των 40 χιλ καθώς και συζυγές πυροβόλο των 7,62χιλ. Επίσης διαθέτει άλλα δύο σημεία ανάρτησης οπλισμού.
Τα συστήματα πλοήγησης στο σκάφος κλάσης Jehu περιλαμβάνουν συστήματα δορυφορικής πλοήγησης και εντοπισμού θέσης, σύστημα παρακολούθησης κάμερας, μπροστινό σόναρ, μονάδα παρακολούθησης βίντεο, αυτόματο πιλότο, ραντάρ, βυθομετρητής βάθους, διεπαφές ανθρώπινης μηχανής διπλής εντολής (HMI) και σύστημα αυτόματης αναγνώρισης (AIS). Τα συστήματα επικοινωνίας του σκάφους περιλαμβάνουν ολοκληρωμένο ραδιοεξοπλισμό και στρατιωτικές επικοινωνίες και επικοινωνίες δεδομένων Inmarsat-C.
Το τρίτο σκάφος στην κατηγορία αυτή είναι το γνώριμο σουηδικό SAAB CB-90 από την πολυετή υπηρεσία στις τάξεις του λιμενικού σώματος, στη νέα έκδοση New Generation ή αλλιώς CB-90HSM. Η νέα έκδοση έχει επανασχεδιασθεί έτσι ώστε παράλληλα με τη μεταφορά του προσωπικού να μπορεί να διαθέτει αυξημένη ισχύ πυρός σε σύγκριση με το παλαιότερο μοντέλο. Το σκάφος έχει μήκος 16,3 μέτρα και εκτοπίζει 25 τόνους. Μπορεί να μεταφέρει με ασφάλεια σε κλειστή καμπίνα μέχρι 18 πλήρως εξολισμένους μαχητές οι οποίοι αποβιβάζονται από εμπρόσθια ράμπα. Στη νέα έκδοση το σκάφος φέρει έναν τηλεχειριζόμενο σταθμό trackfire της SAAB, επάνω από το πιλοτήριο ο οποίος μπορεί να φέρει εναλλακτίκα ένα βαρύ πολυβόλο 12,7χιλ ή βομβιδοβόλο των 40 χιλ καθώς και συζυγές πυροβόλο των 7,62χιλ. Επίσης διαθέτει άλλα τρία σημεία ανάρτησης οπλισμού στην πρύμνη τα οποία μπορούν να φέρουν είτε βαρύ πολυβόλο 12,7 χιλ είτε βομβιδοβόλο των 40 χιλ. Στο μέλλον εξετάζεται η εγκατάσταση πυροβόλου Bushmaster ή εναλακτικά εκτοξευτή πυραύλων επ.-επ. ή επ.-αέρος. Το σκάφος κινείται από δύο μηχανές των 900 ίππων έκαστη που κινούν δύο υδροπροωθητές με αυτή τη διάταξη επιταγχάνεται μέγιστη ταχύτητα 40+ κόμβων και εμβέλεια 300 ν.μ. με οικονομική ταχύτητα.
Τέλος στην αντίστοιχη κατηγορία εμπίπτει και το ελληνικής σχεδίασης σκάφος ειδικών επιχειρήσεων Αγήνωρ, το οποίο σχεδιάστηκε και κατασκευάστηκε σύμφωνα με τις επιχειρησιακές ανάγκες του πολεμικού ναυτικού ενώ αξιωματικοί του πήραν ενεργό μέρος στην όλη σχεδίαση. Το σκάφος είναι τύπου V φτιαγμένο από κράματα αλουμινίου και το πρωτότυπο κατασκευάστηκε στα ελληνικά ναυπηγεία. Έχει μήκος 17,8 μέτρα και εκτόπισμα 22,5 τόνων. Τη πρόωση του σκάφος εξασφσαλίζουν δύο κινητήρες ΜΑΝ 8V των 1200 ίππων που κινούν ισάριθμες προπέλες μέσω κίβωτιου ταχυτήτων ZF 2000A. Το σκάφος πλέει με ταχύτητα άνω των 45 κόμβων και έχει ωφέλιμο φορτίο 4,5 τόνων. Η μέγιστη εμβέλεια με οικονομική ταχύτητα ειναι 350 ν.μ. Μπορεί να μεταφέρει ομάδα ως 11 πλήρως εξοπλισμένων ανδρών των ειδικών επιχειρήσεων σε ειδικά αντικραδασμικά καθίσματα στο εσωτερικού του σκάφους, με πλήρη προστασία από τα στοιχεία της φύσης ενώ το πλήρωμα ανέρχεται σε 3 άτομα. Ο κύριος οπλισμός του Αγήνωρ είναι ένας τηλεχειριζόμενος σταθμός με βαρύ πολυβόλο των 12,7χιλ τοποθετημένος στην πλώρη. Θα επαναλάβουμε πως απαιτούνται σκάφη στρατιωτικών προδιαγραφών προκειμένου οι δυνάμεις της ΑΣΔΕΝ να διαθέτουν τακτική ευκινησία και ευελιξία και να μεταφέρονται οι εφεδρείες από το ένα κύριο νησί σε δευτερεύουσα νήσο. Συνεπώς, απαιτούνται σοβαρές επιλογές. Τι ορίζουμε ως σοβαρές επιλογές; Προφανώς σκάφη κλειστού τύπου με βαρύ οπλισμό, προστασία και θωράκιση, προσωπικό μεταφερόμενο σε ειδικούς χώρους με αντικραδασμικά καθίσματα και δυνατότητα να εξέρχονται οι αμφίβιοι καταδρομείς μέσω ειδικής ράμπας από τη πλώρη. Όλες οι άλλες επιλογές είναι φουσκωτά πολιτικού τύπου εντελώς ακατάλληλα για στρατιωτική χρήση. Επιλογές τύπου φουσκωτών σκαφών που εξοπλίζονται με 1-2 πολυβόλα και το προσωπικό μεταφέρεται εκτεθειμένο κακώς έγιναν και πολύ κακώς συνεχίζουν και υπάρχουν μέχρι σήμερα. Τα σκάφη είναι τελείως ακατάλληλα πλην της απλής μεταφοράς καταδρομέων από το σημείο Α στο σημείο Β με σχετικά καλή ταχύτητα και αυτονομία. Αυτό όμως δεν είναι το ζητούμενο. Παλαιότερα σε προηγούμενο Μακροπρόθεσμο Πρόγραμμα Προμηθειών Αμυντικού Υλικού 2011-2025 από το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας (ΥΠΕΘΑ), υπήρχε το σχετικό πρόγραμμα για την απόκτηση Σύγχρονων Ταχυπλόων Σκαφών Μεταφοράς Δυνάμεων Άμεσης Επέμβασης, συνολικού κόστους 33,00 εκατ. ευρώ.
Το θέμα της απόκτησης σύγχρονων ταχυπλόων σκαφών είναι πρωταρχικής σημασίας ζήτημα για την άμυνα του Αιγαίου. Τα ταχύπλοα σκάφη είναι τα ΤΟΜΠ/ ΤΟΜΑ της θάλασσας ικανά να μεταφέρουν ενισχύσεις – εφεδρείες και στην ουσία να προσδώσουν στην ΑΣΔΕΝ τη δυνατότητα να πραγματοποιήσει τακτικό ελιγμό δια θαλάσσης αντί να αμύνεται απομονωμένα επί κύριων ή άλλων μικρότερων νήσων. Εδώ και 30 χρόνια, διαδοχικές ηγεσίες (πολιτικές και στρατιωτικές) δεν διαθέτουν τα ανάλογα κονδύλια προκειμένου να ναυπηγηθούν (κάλλιστα μπορεί να γίνει εγχώρια) σύγχρονα ταχύπλοα σκάφη κλειστού τύπου με ειδική ράμπα στη πλώρη αποβίβασης του προσωπικού, οπλικά συστήματα όπως τηλεχειριζόμενοι σταθμοί οπλισμού και άλλα όπλα καθώς και προστασία – θωράκιση από πυρά μικρών διαμετρημάτων. Προφανώς δεν χρειάζεται να ανακαλύψουμε τον τροχό. Αρκεί να δούμε τι έχουν πράξει ξένοι Στρατοί με ανάλογο περιβάλλον απειλών. Οι χώρες της Σκανδιναβίας είναι ένα πρώτης τάξης παράδειγμα που μπορούμε να αντιγράψουμε και να προσαρμόσουμε στο δόγμα μας. Η δικαιολογία πως δεν υπάρχουν κονδύλια είναι αστεία. Γιατί για άλλα προγράμματα όπως τα αμφίβια τεθωρακισμένα AAV-7 πριν ένα χρόνο δόθηκε προτεραιότητα; Προφανώς το ζήτημα είναι η προτεραιοποίηση. Συνεπώς, με έναν προϋπολογισμό της τάξης των 100 εκατομμυρίων ευρώ και λαμβάνοντας υπόψη πως ένα στρατιωτικών προδιαγραφών σκάφος κοστίζει περί τα 3-4 εκατομμύρια ευρώ, ναυπηγούνται περί τα 32-33 ταχύπλοα. Ευελπιστούμε ο Αρχηγός ΓΕΕΘΑ Στρατηγός Δημήτριος Χούπης να αποδώσει τη δέουσα βαρύτητα στο παρόν θέμα.