Ο αντιπλοϊκός πύραυλος είναι το κύριο μέσο προσβολής αντίπαλων ναυτικών μονάδων σε μεγάλες αποστάσεις με μεγάλη ισχύ και ακρίβεια. Τα ίδια τα όπλα από το 1970 που πρωτοεμφανίστηκαν έχουν μετεξελιχθεί, ακολουθώντας την εξέλιξη της τεχνολογίας και πια ενσωματώνουν εξελιγμένες δυνατότητες προσβολής σε μεγάλες αποστάσεις. Καθώς επίσης και δυνατότητα προσβολής χερσαίων στόχων αναβαθμίζοντας κατακόρυφα τις δυνατότητες προσβολής μιας ναυτικής μονάδας. Στον σύγχρονο ναυτικό πόλεμο σε μια πιθανή αντιπαράθεση δύο στόλων οι αντιπλοϊκοί πύραυλοι θα έχουν τον πρώτο λόγο από τη στιγμή που ένας τέτοιος πύραυλος έχει τη δυνατότητα με ένα και μόνο πλήγμα να απενεργοποιήσει την αντίπαλη ναυτική μονάδα αν όχι να προκαλέσει ακόμη και την βύθισή της. Κάτι το οποίο εξαρτάται κυρίως από το μέγεθος της αλλά και το σημείο πρόσκρουσης. Επίσης είναι όπλο το οποίο δεν χρειάζεται η «οπτική» επαφή αλλά μπορεί να δράσει με στοχοποίηση από άλλες πλατφόρμες με μεταφορά δεδομένων μέσω κατάλληλων ζεύξεων. Επομένως τις πρώτες ώρες μιας ναυτικής αντιπαράθεσης θα πρέπει να περιμένουμε δεκάδες πύραυλους εκατέρωθεν να προσπαθούν να διαπεράσουν τις αντίπαλες άμυνες για να πλήξουν το στόχο τους. Εδώ κρίσιμο ρόλο θα παίξει η ικανότητα του ίδιου του πύραυλου να ξεγελάσει και να αποφύγει την αντίπαλη άμυνα αλλά και κατά πόσο η εγγύς άμυνα μιας ναυτικής μονάδας είναι σε θέση να αντιμετωπίσει εξελιγμένους ναυτικούς πυραύλους.
Οι νέας γενιάς εξελιγμένοι ναυτικοί πύραυλοι στη φαρέτρα τους διαθέτουν συνδυασμό δυνατοτήτων όπως οι παρακάτω με σκοπό να δυσκολέψουν το έγκαιρο εντοπισμό και να μειώσουν το χρόνο αντίδρασης της αντίπαλης άμυνας. Οι δυνατότητες αυτές είναι:
α) η υψηλή ταχύτητα. Αν και τουλάχιστον για τα δυτικής προέλευσης όπλα η ταχύτητα ήταν υψηλή υποηχητική, η οποία μπορεί να ήταν αρκετή για εγγύς άμυνες πυροβόλων, όμως με την είσοδο σε υπηρεσία συστημάτων τύπου RAM, η νέα τάση είναι, τα νέα όπλα να διαθέτουν υπερηχητική ταχύτητα μειώνοντας ακόμη περισσότερο τους χρόνους αντίδρασης.
β) χαμηλή παρατηρησιμότητα. Αυτό εδράζεται σε τρεις βασικούς πυλώνες που είναι 1) σχεδίαση του πύραυλου με πολύ μικρο RCS, 2) μείωση του υπογραφής στο υπέρυθρο φάσμα και 3) η πολύ χαμηλή πτήση επάνω από την επιφάνεια της θάλασσας (Sea skimming).
γ) Αιφνιδιασμός και αποφυγή εχθρικής άμυνας. Δυνατότητα παρακολούθησης συγκεκριμένης διαδρομής (ακόμη και γύρω από νησιά και νησίδες), ταυτόχρονη άφιξη δύο ή περισσότερων πυραύλων στον ίδιο χρόνο στον στόχο και τέλος βίαιους ελιγμούς ή δυνατότητα pop-up.
δ) εξελιγμένα συστήματα πρόσκτησης στόχου και ηλεκτρονικών αντιμέτρων. Με επιπλέον δυνατότητα πρόσκτησης και προσβολής παράκτιων ή επίγειων στόχων.
Στις 14 Απριλίου του 2025 υπογράφτηκε η συμφωνία μεταξύ της ΓΔΑΕΕ και της γαλλικής MBDA για την απόκτηση δεκαέξι επιπλέον αντιπλοϊκών πυραύλων της πλέον σύγχρονης έκδοσης MM-40 Block 3C για τη συμπλήρωση του αποθέματος του πολεμικού ναυτικού και τον εξοπλισμό των δύο νεότερων ΤΠΚ κλάσης Ρούσεν. Η κίνηση αυτή αν και μικρή ήταν απολύτως απαραίτητη έτσι ώστε οι δύο τελευταίες ΤΠΚ να καταστούν πλήρως αξιόμαχες. Με την υπογραφή της σύμβασης το ελληνικό πολεμικό ναυτικό θα έχει παραγγείλει στο σύνολο 40 πυραύλους ΜΜ-40 της νεότερης και ικανότερης έκδοσης c και επιπροσθέτως του πιο σύγχρονου και ικανότερου αντιπλοϊκού πυραύλου στο οπλοστάσιό του. Με την παράδοση των γαλλικών πυραύλων τελευταίας γενιάς το πολεμικό ναυτικό θα διαθέτει έναν από τους πιο εξελιγμένους ναυτικούς πυραύλους που υπάρχουν διαθέσιμοι σήμερα. Από την άλλη πλευρά του Αιγαίου η τουρκική βιομηχανία έχει καταφέρει να εξελίξει τον ATMACA έναν αντιπλοϊκό πύραυλο με αντίστοιχες δυνατότητες ο οποίος όπως φαίνεται πρόκειται σιγά σιγά να αντικαταστήσει όλους τους αμερικάνικης προέλευσης πυραύλους που υπάρχουν εγκατεστημένοι στις υπάρχουσες ναυτικές μονάδες κρούσης και θα είναι πρώτη επιλογή εγκατάστασης σε όλες τις νεότευκτες μονάδες του τουρκικού ναυτικού. Παράλληλα υπό εξέλιξη βρίσκεται μια έκδοση για εκτόξευση από υποβρύχια και στο μέλλον έχει αναγγελθεί η σχεδίαση μιας νέας έκδοσης για επάκτιες συστοιχίες με διπλάσια εμβέλεια.

Σήμερα το πολεμικό ναυτικό διαθέτει αντιπλοϊκούς πυραύλους στις 13 φρεγάτες και στις 16 ΤΠΚ καθώς και αριθμό όπλων για τα υποβρύχια και τις δύο επάκτιες συστοιχίες. Όλα τα όπλα ανήκουν στα δύο πιο γνωστά αντιπλοϊκά βλήματα της Δύσης, του γαλλικούς Exocet και τους αμερικάνικους Harpoon. Ποιο συγκεκριμένα το πολεμικό ναυτικό διαθέτει τον RGM-84D Block 1C της McDonnell Douglas και το υποβρυχίως εκτοξευόμενο έκδοχο. Το μοντέλο αυτό του Harpoon μπήκε σε υπηρεσία το 1985 και έχει αυξημένη εμβέλεια σε σύγκριση με το προηγούμενο μοντέλο στα 140 περίπου χιλιόμετρα, έχει επιλέξιμη δυνατότητα sea skimming ή pop-up, εξελιγμένες για την εποχή δυνατότητες αντιμέτρων ECCM και δυνατότητα παρακολουθησης συγκεκριμένης διαδρομής (waypoints). Όσον αφορά τον γαλλικό πύραυλο το πολεμικό ναυτικό είναι από τα πρώτα ναυτικά σε παγκόσμιο επίπεδο που έβαλε σε υπηρεσία αυτού του είδους τα όπλα με τους ΜΜ-38 στις πρώτες ΤΠΚ Combatante II και σήμερα διαθέτει μια ευρεία γκάμα πυραύλων exocet των νεότερων εκδόσεων. Οι γαλλικοί πύραυλοι είναι κατά κυριο λόγο τοποθετημένοι στις ΤΠΚ κλάσης Ρούσεν οι οποίες φέρουν τα μοντέλα ΜΜ-40 Block 2 Mod 1 & Block 3 και στο μέλλον τους νεότερους Block 3c. Με την παραλαβή των φρεγατών FDI HN το πολεμικό ναυτικό θα εντάξει επιπλέον ΜΜ-40 Block 3c αναβαθμίζοντας κατακόρυφα τις ικανότητες προσβολής του ελληνικού στόλου. Επίσης πύραυλοι ΜΜ-40 Block 2 Mod 0 βρίσκονται τοποθετημένοι στις επάκτιες συστοιχίες ενώ αναβαθμισμένοι ΑΜ-39 Block 2 εξοπλίζουν τα Rafale της Π.Α. Οι κύριες διαφορές μεταξύ των μοντέλων Block 2 και 3 είναι η υπερδιπλάσια εμβέλεια των δεύτερων καθώς και η δυνατότητα προσβολής χερσαίων στόχων. Σύμφωνα δε με τον ιστότοπο του γαλλικού υπουργείου άμυνας η εμβέλεια της έκδοσης 3c αγγίζει τα 250 χλιμ. Οι υπάρχουσες φρεγάτες του στόλου καθώς και όλες οι παλαιότερες ΤΠΚ φέρουν τον αμερικάνικο πύραυλο RGM-84D Block 1C. Επομένως ο στόλος κρούσης του πολεμικού ναυτικού σήμερα διαθέτει ένα σύνολο 196 πυραύλων κατανεμημένων ως εξής: από οκτώ RGM-84D Block 1C στις δεκατρείς φρεγάτες τύπου «S» και Meko 200 HN, από τέσσερις RGM-84D Block 1C στις εννιά ΤΠΚ τύπου Combatante IIIa/IIIb και S-148 και από οκτώ ΜΜ-40 Block 2/3 στις επτά ΤΠΚ τύπου S-Vita. Μέσα στα επόμενα δύο χρόνια αυτό αναμένεται να αλλάξει με την εισαγωγή σε υπηρεσία των φρεγατών FDI HN με τους πανίσχυρους ΜΜ-40 Block 3c οι οποίες θα αντικαταστήσουν αντίστοιχο αριθμό φρεγατών τύπου «S» σε υπηρεσία, καθώς και με τη συμπλήρωση του αποθέματος με τους ίδιους πυραύλους για τις ΤΠΚ τύπου S-Vita. Επομένως σε δύο χρόνια το πολεμικό ναυτικό θα διαθέτει πυραύλους με διαφορετικά βεληνεκή καλύπτοντας διαφορετικά τακτικά σενάρια, αρχίζοντας από τα 72 χλμ των ΜΜ-40 Block 2 στα 140 χλμ των RGM-84D Block 1C στα 180 χλμ των ΜΜ-40 Block 3 και καταλήγοντας στα 250 χλμ των ΜΜ-40 Block 3c.

Από την άλλη πλευρά του Αιγαίου στο Τουρκικό Πολεμικό Ναυτικό (TDK) υπηρετούν 17 φρεγάτες, δέκα κορβέτες και δεκαοκτώ ΤΠΚ. Σε επίπεδο βλημάτων κατά πλοίων τα 45 τουρκικά κύρια πλοία επιφανείας είναι εξοπλισμένα ως εξής:
Οι τέσσερις φρεγάτες MEKO-200TN Track I/Track IΙ με οκτώ βλήματα RGM-84D Block 1C Harpoon έκαστη, οι τέσσερις φρεγάτες MEKO-200TN Track IΙ με οκτώ βλήματα ATMACA έκαστη, oι οκτώ φρεγάτες Oliver H. Perry με οκτώ βλήματα RGM-84D Block 1C, Η μία φρεγάτα Istanbul με οκτώ βλήματα ATMACA, Οι τέσσερις κορβέτες MilGem με οκτώ βλήματα ATMACA έκαστη και οι έξι κορβέτες Α-69 με τέσσερα βλήματα MM-38 Exocet έκαστη. Όσον αφορά τις τουρκικές ΤΠΚ, αυτές εξοπλίζονται όλες με τα αμερικάνικης προέλευσης RGM-84D Block 1C ώς εξής: οι εννέα ΤΠΚ κλάσης «Kilic» με οκτώ βλήματα, οι δύο ΤΠΚ κλάσης «Yildiz» με δύο βλήματα και οι επτά ΤΠΚ κλάσης «Dogan» με δύο βλήματα.
Συνολικά το TDK διαθέτει έτοιμα προς βολή και μπορεί να εκτοξεύσει 286 βλήματα κατά πλοίων, εκ των οποίων τα 262 είναι RGM-84D Block 1C & ATMACA και τα 24 MM-38 Exocet, με εμβέλειες 42 χλμ για τα ΜΜ-38, 140 χλμ για τα RGM-84D Block 1C και περί τα 200 χλμ για τα ATMACA.
Συνοψίζοντας το ελληνικό πολεμικό υστερεί ως προς τους απόλυτους αριθμούς όσον αφορά τα βλήματα επιφανείας-επιφανείας, κάτι λογικό λόγω του μεγαλύτερου αριθμού κύριων μονάδων κρούσης του τουρκικού ναυτικού. Όσον αφορά το επίπεδο τεχνολογίας τα βλήματα και στις δύο πλευρές θεωρούμε ότι είναι στο ίδιο τεχνολογικό επίπεδο ενώ αναμένεται μια μικρή ποιοτική διαφορά με την ένταξη των ΜΜ-40 Block 3c Exocet στο ελληνικό οποστάσιο τα επόμενα χρόνια. Εκείνο όμως που είναι δύσκολο να αντιμετωπισθεί είναι η ικανότητα της τουρκικής αμυντικής βιομηχανίας να εξελίσει και να παράγει τον τουρκικής σχεδίασης ATMACA ο οποίος αναμένεται να μπει σε μεγαλύτερους αριθμούς σε υπηρεσία μέσα στα επόμενα χρόνια. Την ίδια στιγμή η ελληνική πλευρά, αναγκαστικά, είναι υποχρεωμένη να αγοράζει έτοιμα όπλα από ξένες εταιρίες με όποια συνέπεια σε κόστος, χρόνο παράδοσης ή πιθανή άρνηση αποδέσμευσης. Επίσης πρέπει να επισημάνουμε ότι με την αναμενόμενη είσοδο σε υπηρεσία των ελληνικών αναβαθμισμένων P-3H θα πρέπει το πολεμικό ναυτικό να εξετάσει με την Scytalis την εταιρία ανάπτυξης του τακτικού λογισμικού των ελληνικών αεροσκαφών ναυτικής συνεργασίας κατά πόσον θα μπορούσαν αυτά να φέρουν και να βάλουν τους αμερικάνικους Harpoon ή Exocet οι οποίοι υπάρχουν ήδη στο ελληνικό οπλοστάσιο. Τέλος με τον RGM-84D Block 1C ήδη 35 χρόνια σε ελληνική υπηρεσία ίσως θα πρέπει να εξετασθούν και άλλα σύγχρονα αντιπλοϊκά βλήματα τα οποία θα μπορούσαν να τα αντικαταστήσουν, για παράδειγμα στις φρεγάτες ΜΕΚΟ που πρόκειται να αναβαθμιστούν, όπως οι NSM της νορβηγικής Kongsberg ή οι RBS-15 MK3/4 της σουηδικής SAAB.