Στον αμυντικό αγώνα που διεξάγει ο Ουκρανικός Στρατός έναντι του Ρωσικού με κύρια έμφαση τον αγώνα σε αστικό έδαφος και κατοικημένους τόπους πρωτοστατούν τα αντιαρματικά όπλα. Η παρούσα ανάλυση καταδεικνύει την αναγκαιότητα απόκτησης νέων φορητών αντιαρματικών όπλων για το Όπλο του Πεζικού καθώς και τις Ειδικές Δυνάμεις.

Ένα από τα πολύ σημαντικά ζητήματα αναβάθμισης του Ελληνικού Στρατού και συγκεκριμένα των βαρέων όπλων του Πεζικού αλλά και των Ειδικών Δυνάμεων αναφέρεται στα φορητά αντιαρματικά (ΑΤ) όπλα, που ανεβάζουν κατακόρυφα την ισχύ πυρός της ομάδας μάχης και προσδίδουν δυνατότητες για καταστροφή στόχων δυσανάλογης αξίας.

Σήμερα ο ΕΣ διαθέτει μια ευρεία γκάμα ΑΤ όπλων, πολλά από τα οποία όμως θεωρούνται παρωχημένα και δεν ανταποκρίνονται στις νέες εξελίξεις του σύγχρονου πεδίου της μάχης, στις οποίες θα κληθεί να πολεμήσει ο Έλληνας στρατιώτης. Ως εκ τούτου κρίνεται αναγκαία η εξέταση των υφιστάμενων επιλογών προς απόκτηση νέων ΑΤ όπλων.

Τα περισσότερα φορητά αντιαρματικά του ΕΣ χρήζουν αντικατάστασης, με έμφαση στα 10.841 Μ72 LAW και στα 18.706 RPG-18. Το μεγάλο πρόβλημα είναι πως τα Μ72 LAW που είναι και μιας χρήσης ενδεχομένως να έχουν λήξει εξαιτίας παλαιότητας και συνεπώς να μην είναι επιχειρησιακά. Η κατάσταση με τα RPG- 18 είναι θετικότερη αλλά και αυτά χρήζουν αντικατάστασης.

H ομάδα μάχης διαθέτει φορητά αντιαρματικά όπλα μιας χρήσης όπως τα Μ72 LAW και τα RPG 18. Αμφότερα είναι παρωχημένα και χρήζουν άμεσης αντικατάστασης.

Τα φορητά ΑΤ μπορούν να προσφέρουν σημαντικές υπηρεσίες στον αμυντικό αγώνα, στα μέτωπα του Δ’ ΣΣ και της ΑΣΔΕΝ. Και στις δύο περιπτώσεις η άμυνα επί του πατρίου εδάφους θα σημαίνει είτε την καταστροφή του εχθρού είτε την επιβράδυνσή του. Τα φορητά ΑΤ εντοπίζονται πολύ δυσκολότερα από οποιοδήποτε άλλο οπλικό σύστημα, έχουν μεγάλη ισχύ πυρός και παρουσιάζουν υψηλή αποδοτικότητα (σχέση κόστους- αποτελέσματος). Ένα φορητό ΑΤ κοστίζει εκατοντάδες φορές λιγότερο από ένα άρμα μάχης, του οποίου όμως μπορεί να εξασφαλίσει την ακινητοποίηση, ή και την εξουδετέρωση.

Επομένως η απόκτηση ενός σύγχρονου φορητού ΑΤ είναι μια ιδιαίτερα αποδοτική επιλογή για τον αμυντικό αγώνα, είτε αυτός διεξάγεται σε φυσικό περιβάλλον είτε σε αστικό.

Να τονίσουμε πως οι μονάδες μηχανοκίνητου και μηχανοποιημένου πεζικού διαθέτουν ενταγμένα οργανικά στις ομάδες πεζικού φορητά αντιαρματικά όπλα όπως τα M72 LAW και τα RPG 18 ενω σε επίπεδο Τάγματος Πεζικού διατίθεται τα αντιαρματικά όπλα υπό τον Λόχο Υποστήριξης και τη Διμοιρία αντιαρματικών όπλων με TOW και MILAN. Επίσης, οι Μοίρες Καταδρομών καθώς και τα Τάγματα Πεζοναυτών διαθέτουν φορητά ΑΤ τύπου STRIM καθώς και MILAN.

Να τονιστεί πως κάθε Μηχανοκίνητη Ταξιαρχία του Έβρου ή της ΑΣΔΕΝ διαθέτει ξεχωριστό Λόχο Αντιαρματικών με KORNET σε επίπεδο ταξιαρχίας.

Οφείλουμε ως εκ τούτων να διαχωρίσουμε την ανάγκη για την αντικατάσταση των φορητών αντιαρματικών όπλων σε επίπεδο ομάδας πεζικού – διμοιρία και σε επίπεδο Τάγματος.

Ο στρατός της Ομοσπονδιακής (Δυτικής) Γερμανίας που αντιμετώπιζε την τεράστια απειλή των μαζικών τεθωρακισμένων σχηματισμών του Συμφώνου της Βαρσοβίας κατά την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου, είχε δώσει μεγάλη έμφαση στα φορητά αντιαρματικά δημιουργώντας και τις μονάδες «κυνηγών αρμάτων».

Το συγκεκριμένο δόγμα ταιριάζει με την γκάμα των απειλών που αντιμετωπίζει η πατρίδα μας. Σήμερα, τα φορητά αντιαρματικά δεν προορίζονται αποκλειστικά για την καταστροφή αρμάτων ή οχημάτων μάχης, αλλά με τη χρήση διάφορων τύπων πολεμικών κεφαλών έχουν την δυνατότητα να βάλουν και κατά χαμηλά ιπτάμενων στόχων, κατά προσωπικού με βλήματα εναέριας διάρρηξης, κατά οχυρών θέσεων και κτιρίων, ή να παρέχουν προπέτασμα καπνού ή φωτισμό.

Το υφιστάμενο οπλοστάσιο

Τη δεκαετία του 1990, ο ΕΣ απέκτησε μεγάλες ποσότητες PRG-18 (σύμφωνα με τα πρακτικά του γερμανικού Κοινοβουλίου, 21.625 μονάδες) από τη Γερμανία και συγκεκριμένα από τα αποθέματα του πρώην ανατολικογερμανικού στρατού. Η παραχώρηση αυτή αποτέλεσε μια πολύ καλή και κυρίως άνευ κόστους ευκαιρία για την προμήθεια ενός μεγάλου αριθμού αντιαρματικών όπλων, που για να αποκτηθούν σε μεγάλους αριθμούς θα χρειάζονταν μεγάλες εθνικές δαπάνες. Το RPG-18 είναι αντίγραφο του Μ72 LAW, έχει βάρος 2,6 κιλά, διαμέτρημα 64 mm και αποδεικνύεται αποτελεσματικό κατά σταθερού στόχου μέχρι τα 200 μέτρα και κατά κινητού μέχρι τα 150.

Η διατρητική επίδοση είναι ίδια με αυτή του LΑW, όμως το εξαιρετικά μικρό βεληνεκές ελαχιστοποιεί τη δυνατότητα χρήσης του όπλου εναντίων αρμάτων μάχης σε ένα σύγχρονο πεδίο μάχης. Σήμερα σε υπηρεσία βρίσκονται 18.706 συστήματα. Το χαμηλό βάρος των RPG-18 και Μ72Α2 LAW επιτρέπει να μεταφέρεται μεγάλος αριθμό ΑΤ βλημάτων μιας χρήσης από μια διμοιρία πεζικού. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι μία διμοιρία φέρει περί τα δέκα βλήματα μιας χρήσης, τα οποία συμπληρώνονται από αντιαρματικές οπλοβομβίδες.

Τη δεκαετία του 1970 άρχισαν να εισέρχονται στο ελληνικό οπλοστάσιο τα πρώτα αντιαρματικά όπλα μιας χρήσεως. Τα Μ72Α2 LΑW (Light Αntitank Weapon) αποκτήθηκαν σε μεγάλους αριθμούς, που ανέρχονται στις 10.841 μονάδες. Το Μ72Α2 των 66 mm είναι μίας χρήσεως όπλο, με βάρος που δεν ξεπερνά τα 2,36 κιλά για το βλήμα και τον εκτοξευτή, τα οποία είναι ενσωματωμένα και συσκευασμένα.

To STRIM σε βολές από τις Ειδικές Δυνάμεις

Ο εκτοξευτής αποτελείται από έναν εξωτερικό σωλήνα (fiberglass), που περιέχει έναν δεύτερο από κράμα αλουμινίου. Ο χειριστής του όπλου θα πρέπει πρώτα να αναπτύξει το όπλο σύροντας τους δύο σωλήνες και ασφαλίζοντάς τους στη θέση πυροδότησης. Η διαδικασία αυτή εκτινάσσει ελατηριωτά το κλισιοσκόπιο του όπλου, ένας απλός τρόπος σκόπευσης που επιτρέπει την αποτελεσματική βολή έναντι σταθερού στόχου μέχρι τα 350 μέτρα και κατά κινητού μέχρι τα 200 μόλις μέτρα. Η διάτρηση του φτάνει τα 300 χιλ. Ελατού Ομοιογενούς Χάλυβα (RHA) θωράκισης, εξουδετερώνοντας κάθε άρμα δεύτερης γενιάς.

Το τελευταίο ΑΤ όπλο που χρησιμοποιείται από τις Ειδικές Δυνάμεις είναι και το νεότερο. Πρόκειται για 135 ACL-89 STRIM, γαλλικής κατασκευής και προελεύσεως με διαμέτρημα των 89 χιλ. Κατασκευαζόταν από την τότε Luchaire και είναι σχεδίασης της δεκαετίας του 1970 με σκοπό την αντικατάσταση των αμερικανικών «μπαζούκας» Μ20Α1 διαμετρήματος 89 χιλ. Το STRIM επιλέχθηκε από τον Γαλλικό Στρατό λόγω του χαμηλού του βάρους, αποτέλεσμα της χρήσης συνθετικών υλικών. Επίσης διέθετε μεγαλύτερη διατρητική ικανότητα και χαμηλότερο κόστος σε σύγκριση με τα υπόλοιπα ΑΤ όπλα της εποχής του, όπως είναι τα ACL-APX των 89 χιλ.

Υπηρετείται από δύο άτομα που απαρτίζουν τον πυροβολητή και τον γεμιστή. Το βλήμα ζυγίζει 2,2 κιλά. Η κεφαλή Υψηλής Εκρηκτικότητας Αντιαρματική (ΗΕΑΤ) κοίλης γόμωσης μπορεί να διατρήσει 400 χιλιοστά RHA θωράκισης ή ένα μέτρο σκυροδέματος και 10 χιλιοστά πάχους πλακών χάλυβα ένδειξης. Το σύστημα δέχεται και βλήματα κατά προσωπικού με εναερίως διαρρηγνυόμενα πυρομαχικά, που διασπείρουν 1.600 σφαιρίδια σε ακτίνα 20 μέτρων. Επιπλέον δύναται να βάλει καπνογόνα και φωτιστικά βλήματα. Τέλος ο ΕΣ διαθέτει 1.988 Πυροβόλα Άνευ Οπισθοδρομήσεως (ΠΑΟ) Carl Gustaf.

Διαθέσιμες επιλογές νέων αντιαρματικών όπλων

Παρότι για πολιτικούς λόγους η απόκτηση νέων ρωσικών οπλικών συστημάτων είναι αδύνατη εντούτοις λόγω δεοντολογίας και αντικειμενικής ενημέρωσης τα αναφέρουμε.

Η ρωσική σχολή αντιαρματικών

Η ρωσική βιομηχανία μετρά αρκετές δεκαετίες επιτυχημένης παρουσίας στην παγκόσμια αγορά φορητών ΑΤ όπλων. Ξεκινώντας από τις πλέον πρόσφατες εξελίξεις στον χώρο δεν έχουμε παρά να ξεχωρίσουμε το εξαιρετικό RPG-32, που αποτελεί και την τελευταία έκδοση της πολυμελούς και πολυσχιδούς οικογένειας, ενώ κατατάσσεται στα κορυφαία όπλα της κατηγορίας διεθνώς.

Το ρωσικό RPG-32

Σχεδιάστηκε σύμφωνα τις πλέον πρόσφατες απειλές που θα κληθεί να αντιμετωπίσει στο σύγχρονο πεδίο της μάχης. Η ανάπτυξη του διήρκησε από το 2005 μέχρι το 2007, όταν το σύστημα τέθηκε σε πλήρη παραγωγή, με την πρώτη εξαγωγική του επιτυχία να είναι οι ένοπλες δυνάμεις της Ιορδανίας. Για την ακρίβεια στη συμπαραγωγή του μετέχει η ιορδανική εταιρεία JRESCO. Κατόπιν στους αγοραστές του συστήματος προστέθηκε η η Βραζιλία. Το RPG-32 έχει διαμέτρημα 105 mm, από τα μεγαλύτερα διεθνώς. Μπορεί να χρησιμοποιήσει ποικιλία ρουκετών ανάλογα με την αποστολή που θα φέρει εις πέρας. Οι ρουκέτες του είναι ικανές να καταστρέψουν από άρματα μάχης και οχήματα μέχρι θωρακισμένες θέσεις και χαμηλά ιπτάμενους στόχους όπως ελικόπτερα.

Μπορεί να εκτοξεύσει ρουκέτες δύο διαμετρημάτων, 105 και 72 mm Σε κάθε διαμέτρημα υπάρχουν δύο τύποι ρουκετών, με πολεμική κεφαλή ΗΕΑΤ κατά τεθωρακισμένων οχημάτων και στόχων – η οποία είναι αποτελεσματική ακόμη και κατά Θωρακίσεων Εκρηκτικής Αντίδρασης (ERA)– καθώς και με θερμοβαρική κατά στατικών στόχων όπως κτηριακές υποδομές, κέντρα διοίκησης κτλ.

Οι θερμοβαρικές πολεμικές κεφαλές δεν μεταφέρουν οξειδωτικό αλλά χρησιμοποιούν τον αέρα του περιβάλλοντος, με αποτέλεσμα να πολλαπλασιάζεται η ισχύς της έκρηξης για το δεδομένο βάρος της εκρηκτικής γόμωσης. Χαρακτηριστικά, το πλήγμα ενός ρωσικού αντιαρματικού βλήματος Kornet-E με θερμοβαρική κεφαλή σε ένα κτίριο, εκτιμάται ότι αντιστοιχεί στο πλήγμα μιας μικρής αεροπορικής βόμβας. Ο ΕΣ διαθέτει βλήματα με θερμοβαρική κεφαλή.

Αναφέροντας ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα για τη δυνητική χρήση του RPG-32, ομάδες Ειδικών Δυνάμεων εφοδιασμένες με αυτό μπορούν ακόμη και να στήσουν ενέδρες σε αποβατικές μονάδες του τουρκικού στόλου. Το RPG-32 είναι ιδιαίτερα επικίνδυνο ακόμη και για μεγάλα πλοία επιφανείας, εφοδιασμένο καθώς είναι με την υψηλής καταστρεπτικότητας θερμοβαρική κεφαλή.

Το βεληνεκές του είναι περίπου τα 700 μέτρα, το βάρος του ανέρχεται στα 10 κιλά φορτωμένο με βλήμα 105 mm, στα 6 κιλά φέροντας βλήμα των 72 mm και στα 3 κιλά άδειο.

Πριν το RPG-32 οι Ρώσοι είχαν παράγει το επίσης αξιόπιστο RPG-29. Τo τελευταίο τέθηκε σε υπηρεσία με τον Σοβιετικό Στρατό περί το 1989, με σκοπό την καταστροφή των δυτικών αρμάτων που διέθεταν ERA. Πρόκειται για Πυροβόλο Άνευ Οπισθοδρομήσεως (ΠΑΟ) μίας χρήσης. Έχει βάρος 12,1 κιλά άδειο και 18,8 κιλά γεμάτο.

Το ρωσικό RPG-29

Χρησιμοποιεί και αυτό βλήματα δύο κατηγοριών, των 105 mm και των 65 mm Το μέγιστο βεληνεκές είναι μεγαλύτερο των 500 μέτρων. Το όπλο διαθέτει σκοπευτικά συστήματα 2,7Χ. Η διατρητική ικανότητα του βλήματος είναι 1,5 μέτρα σκυροδέματος. Το βλήμα μετά την πυροδότηση καθοδηγείται αδρανειακά προς τον προεπιλεγμένο στόχο. Το όπλο έχει βεληνεκές δύο φορές μεγαλύτερο εν συγκρίσει με το RPG-7V, την τελευταία έκδοση του RPG-7.

Τo όπλο έχει καταγράψει σημαντικές επιτυχίες κατά δυτικών αρμάτων και οχημάτων μάχης κυρίως το 2006, με την εισβολή των Ισραηλινών στο Λίβανο. Χρησι- μοποιήθηκε επίσης στην καταστροφή ενός βρετανικού άρματος μάχης τύπου Challenger 2 στο Ιράκ το 2007.

Το προγενέστερο RPG-28 θεωρείται και από τα πλέον εξελιγμένα φορητά ΑΤ με διατρητική ικανότητα 300 mm σκυροδέματος. Είναι διαμετρήματος 125 mm, ζυγίζει 12 κιλά με το βλήμα, έχει βεληνεκές περί τα 180 μέτρα, είναι μιας χρήσης και το κύριο μειονέκτημα του είναι η μεγάλη ποσότητα τοξικών αερίων που παράγει στο πίσω μέρος κατά την πυροδότηση του βλήματος, γεγονός που το καθιστά ακατάλληλο για μάχες εντός κατοικημένων περιοχών. Δέχεται ποικιλία κατηγοριών βλημάτων όπως είναι τα HEAT και μπορούν να προσαρμοστούν πάνων στο όπλο διάφορα είδη σκοπευτικών.

Συγκρίσιμο είναι το RPG-27 μιας χρήσης που τέθηκε σε παραγωγή το 1989, με κύρια χαρακτηριστικά το βεληνεκές των 170 μέτρων, το βάρος των 8,3 κιλών, το διαμέτρημα των 72,5 mm και δυνατότητα βολής κεφαλών HEAT και θερμοβαρικών. Η διατρητική ικανότητα φθάνει τα 600 mm χάλυβα. Tέσσερα χρόνια πριν οι Ρώσοι είχαν θέσει σε παραγωγή το RPG-26 διαμετρήματος 72,5 mm, διατρητικής ικανότητας 400 mm, βάρους μαζί με το βλήμα 3,9 κιλών και μέγιστου βεληνεκούς 170 μέτρων. Όμοιων χαρακτηριστικών είναι και το RPG-22 που αποτελεί αναβαθμισμένη έκδοση του RPG-18.

Γερμανική απάντηση στα νέα αντιαρματικά όπλα

Μετά τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου η Δυτική Γερμανία ανέπτυξε ιδιαίτερα αποτελεσματικά ΑΤ όπλα με σκοπό τον εξοπλισμό των τότε κυνηγών αρμάτων, που θα αποτελούσαν και το ανάχωμα για την αντιμετώπιση των μαζικών σοβιετικών τεθωρακισμένων στρατιών. Ήδη από τον Β’ ΠΠ η Βέρμαχτ χρησιμοποιούσε το φονικό Panzerfaust.

Το Panzerfaust 3

Πάνω στο τελευταίο οικοδομήθηκαν και τα τελευταίας γενιάς Panzerfaust 3, με τις επιμέρους εκδόσεις 3T- 600, 3-IT-600 και 3 BKF. Κοινό γνώρισμα όλων είναι το διαμέτρημα των 60 mm και η πολεμική κεφαλή διαμετρήματος 110 mm Η ανάπτυξή τους ξεκίνησε το 1978 από την εταιρία Dynamit-Nobel, το 1985 άρχισαν οι πρώτες δοκιμές ενώ το όπλο τέθηκε σε μαζική παραγωγή στις αρχές τις δεκαετίας του 1990. Τις προηγούμενες μέρες οι Γερμανικές Ένοπλες Δυνάμεις παρέδωσαν μεγάλο αριθμό Panzerfaust στον ουκρανικό στρατό.

Κάθε έκδοση του Panzerfaust που προαναφέρθηκε έχει διαφορετικά τεχνικά χαρακτηριστικά. Το απλό Panzerfaust 3 έχει βάρος 12,8 κιλά έτοιμο για βολή, με μέγιστο βεληνεκές 400 μέτρων και διαθέτει διατρητική ικανότητα 400 mm θωράκισης. Η επόμενη αναβαθμισμένη έκδοση είναι το Panzerfaust 3T-600 με βάρος 13,2 κιλά, μέγιστο βεληνεκές 600 μέτρα και διατρητική ικανό- τητα 700 mm RHA. Ακόμα πιο αναβαθμισμένη έκδοση είναι το Panzerfaust 3-IT-600 βάρους 15,3 κιλών, βεληνεκούς 600 μέτρων και διατρητικής ικανότητας 900 mm.

Η πλέον πρόσφατη έκδοση είναι το Panzerfaust 3 BKF

Η τελευταία εξέλιξη του Panzerfaust είναι το Panzerfaust 3 BKF, που διαθέτει μέχρι και υπολογιστή για τον υπολογισμό των δεδομένων βολής καθώς και αποστασιόμετρο λέιζερ. Έχει μέγιστο βεληνεκές 600 μέτρα, μπορεί να διαπεράσει 360 mm ομοιγενούς θωράκισης και προορίζεται ως επί το πλείστον για βολές κατά στατικών στόχων.

Όλες οι εκδόσεις δέχονται ποικιλία βλημάτων ανάλογα με το είδος του στόχου, διαφόρων τύπων σκοπευτικά, μπορούν να χρησιμοποιηθούν εντός κλειστών χώρων άρα είναι και κατάλληλα προς χρήση σε μάχη αστικού περιβάλλοντος εξαιτίας της ελαχιστοποίησης των εξαγόμενων αερίων μέσω των υλικών που χρησιμοποιήθηκαν για την κατασκευή του όπλου, ενώ τέλος είναι μιας χρήσης εκτός από τον πυροδοτητή και την μονάδα παρατήρησης. Οι 5 χρήστες του όπλου είναι οι Γερμανία, Ολλανδία, Αυστρία, Ελβετία, Νότιος Κορέα και Ιαπωνία.

Σουηδικές λύσεις

Το αντιαρματικό Carl Gustaf M2, της σουηδικής Saab, είναι ένα Πυροβόλο Άνευ Οπισθοδρομήσεως (ΠΑΟ) που βρίσκεται σε υπηρεσία από τον Ελληνικό Στρατό (ΕΣ) εδώ και 26 χρόνια (1.988 εκτοξευτές παρελήφθησαν το 1995 από τα αποθέματα της Γερμανίας).

Τα Carl Gustav ανήκουν στο διαμέτρημα των 84 χιλιοστών και έχουν αποδειχθεί ικανά και αξιόπιστα αντιαρματικά συστήματα, ενώ η εξέλιξη τους έχει οδηγήσει από την αρχική έκδοση Μ1 (1948), στην έκδοση M2 (1964), μετά στην έκδοση M3 (1991) και τέλος στην έκδοση M4 (2014).

H πλέον σύγχρονη έκδοση είναι το Μ4

Δύο είναι τα χαρακτηριστικά όπλα της σουηδικής Saab η οποία θεωρείται από τους πρωτοπόρους στη σχεδίαση φορητών ΑΤ. Πρόκειται για τα AT-4CS AST (Anti-Structure Tandem) και το κλασικό ΠΑΟ Carl Gustav αλλά στη σύγχρονη εκδοχή του, που είναι πραγματικά ικανή να εκτελέσει διαφόρων τύπων αποστολές.

Η τελευταίου έκδοση του όπλου εξοπλίζει τις καλύτερες ειδικές δυνάμεις του κόσμου όπως τους US Rangers και την Special Air Service. Το Carl Gustav M3 μπορεί να αναλάβει να εκτελέσει μια ευρεία γκάμα αποστολών όπως είναι η καταστροφή οχημάτων και οχυρωμένων θέσεων, δημιουργία προπετάσματος καπνού και προσβολή προσωπικού με βλήματα εναέριας διάρρηξης. Στο Carl Gustav M3 μπορούν να τοποθετηθούν και σκοπευτικά ημέρας- νύχτας όπως είναι το Telescopic Sight 557B.

Στο τελευταίο μπορούν να προστεθούν συστήματα θερμικής και νυχτερινής απεικόνισης. Το Carl Gustav M3 χρησιμοποιεί μια ευρεία γκάμα πυρομαχικών. Για βολές κατά αρμάτων και οχημάτων μάχης το Carl Gustav M3 χρησιμοποιεί το βλήμα ΗΕΑΤ 751 με πολεμική κεφαλή ικανή για διάτρηση ERA.

Το Carl Gustav M3

Προσφέρεται επίσης πολεμική κεφαλή Υψηλής Εκρηκτικότητας Διπλής Χρήσης (High Explosive Dual Purpose: ΗEDP) 84 ΜΜ 502, που είναι πολλαπλών αποστολών. Στην ίδια κατηγορία βλημάτων ανήκουν τα ΜΤ756 τα ASM509. Το τελευταίο χρησιμοποιείται κατά κτηρίων, οχυρωμένων θέσεων κτλ. Επίσης υπάρχουν και βλήματα κατά προσωπικού όπως είναι τα ADM 401 εναέριας διάρρηξης, κατάλληλο για εγγύς μάχη όπως συμβαίνει σε αστικό περιβάλλον.

Σημαντικό είναι πως το προαναφερθέν βλήμα μπορεί να εκτοξευθεί και από δωμάτια χωρίς να δημιουργείται πρόβλημα με τα εξαγόμενα αέρια. Για αποστολές υποστήριξης χρησιμοποιούνται βλήματα όπως τα SMOKE 569C για την δημιουργία προπετάσματος καπνού, ενώ για την κατάδειξη στόχων το ILLUM 545C. Το Carl Gustav M3 χρησιμοποείται σε πανω από 30 χώρες διεθνώς.

Το AT-4CS AST προορίζεται κατεξοχήν για μάχη σε αστικό περιβάλλον. Σχεδιάστηκε από τους Hugo Abramson και Harald Jentzen, έχει βάρος 8,5 κιλά, μήκος 1,1 μέτρα, ταχύτητα βλήματος 255 m/s και υπηρετείται από 2 άτομα. Τέθηκε σε παραγωγή το 1991. Το AT-4CS AST έχει μεγάλη διατρητική ικανότητα απέναντι σε σκληρούς στόχους, όπως είναι οι τοίχοι κατασκευασμένοι από σκυρόδεμα.

Το AT-4CS AST προορίζεται κατεξοχήν για μάχη σε αστικό περιβάλλον.

Κύριο χαρακτηριστικό του είναι ο συνδυασμός μεγάλης εκρηκτικής ισχύος της κεφαλής και ικανότητας βολής από εξαιρετικά μικρές αποστάσεις. Έχει βάρος 8,9 κιλά, μήκος περίπου 1 μέτρο, είναι διαμετρήματος 84 mm με ταχύτητα βλήματος τα 290 m/s. Έχει μέγιστο βεληνεκές 2.100 μέτρα. Επί του AT-4CS προσαρμόζονται διαφόρων ειδών σκοπευτικά βοηθήματα όπως οι διόπτρες νυχτερινής όρασης AN/PAQ-4C, AN/ PEQ-2 και AN/PAS-13 που τις χρησιμοποιούν οι αμερικανικές ειδικές δυνάμεις.

Φορητά και συνάμα κατευθυνόμενα αντιαρματικά όπλα

Τα κατευθυνόμενα φορητά αντιαρματικά αρχίζουν να διαδίδονται τα τελευταία χρόνια, εξαιτίας των πολύ καλύτερων επιδόσεών τους σε σχέση με τα μη κατευθυνόμενα. Βέβαια παρουσιάζουν εγγενή μειονεκτήματα που σχετίζονται με τον μεγάλο τους όγκο και το βάρος, μειώνοντας την κινητικότητα της ομάδας μάχης. Συνεπώς είναι για επίπεδο Τάγματος Πεζικού.

Το υψηλό κόστος απόκτησης είναι πρόσθετο σοβαρό μειονέκτημα, ειδικά στην ελληνική περίπτωση. Τα πλεονεκτήματα όμως περιλαμβάνουν υψηλά ποσοστά ευστοχίας ως απόρροια των σύγχρονων αισθητήρων και ηλεκτροπτικών συστημάτων, ποικιλία βλημάτων προς εκτόξευση που τα καθιστά ιδανικά για χρήσης σε διαφορετικές αποστολές και τέλος μεγάλες αποστάσεις βολής. Σήμερα ο ΕΣ δεν διαθέτει παρόμοιο φορητό κατευθυνόμενο αντιαρματικό σύστημα. Ακολούθως παρουσιάζουμε τους τρεις πλέον διαδεδομένους τύπους φορητών κατευθυνόμενων αντιαρματικών, το ισραηλινό Spike (εκδόσεις SR και ΜR), το αμερικανικό Javelin καθώς και το σουηδικό NLAW.

Spike SR & MR

Το πλέον διαδεδομένο ΑΤ όπλο προερχόμενο από το Ισραήλ είναι της οικογένειας Spike. Το Spike-SR είναι ένα αντιαρματικό βλήμα τεχνολογίας Fire-and-Forget, διάδοχος του MATADOR (από κοινού ανάπτυξη μεταξύ της DSTA από την Σιγκαπούρη, της Rafael και της γερμανικής Dynamit Nobel Defence, στη Γερμανία υπηρετεί ως RGW-90) και διαθέτει ηλεκτροπτικό σύστημα καθοδήγησης (E/O) ή σύστημα καθοδήγησης οπτικών ινών (F/O). Το Spike-SR ενσωματώνει δύο πολεμικές κεφαλές σε διαδοχική σειρά (Tandem), ενώ μπορεί να εκτελεί κατακόρυφες επιθέσεις (Top Attack). Ζυγίζει 9,6 κιλά και επιτυγχάνει μέγιστο βεληνεκές 1,5 χιλιόμετρα.

To Spike SR

Η έκδοση Spike MR της γενιάς είναι η καταλληλότερη για μεταφορά από στρατιώτες δίχως την υποστήριξη κάποιων οχημάτων. Με ελάχιστο βεληνεκές 200 μέτρα και μέγιστο τα 2.500, ενώ το βάρος του βλήματος είναι 13,5.

Το Spike MR

Διαθέτει ερευνητή Απεικόνισης Υπερύθρων (IΙR) και κατευθύνεται είτε αυτόνομα, είτε με δυνατότητα παρέμβασης του χειριστή για επιλογή διαφορετικού στόχου, όταν λόγου χάρη αυτός κινείται με υψηλή ταχύτητα προς άλλη κατεύθυνση. Το Spike ΜR μπορεί να χρησιμοποιηθεί και εντός αστικών περιοχών και να βάλει από μικρούς κλειστούς χώρους. Έχει πολύ σημαντική ικανότητα κατά θωρακίσεων ERA. Χρησιμοποιεί διαφόρων τύπων πολεμικές κεφαλές όπως HEAT. Η σχεδίαση άρχισε το 1987 και η είσοδος σε υπηρεσία ακολούθησε το 1997. Χρησιμοποιήθηκε με επιτυχία κατά στόχων στο πόλεμο του Λιβάνου τον Αύγουστο του 2006.

Τα πλεονεκτήματα του Spike είναι πως πρόκειται για ένα όπλο τεχνολογίας αιχμής, έχει δυνατότητα αλλαγής της κατεύθυνσης του βλήματος και είναι εύκολο στην προετοιμασία βολής, με χρόνο τάξης 30 δευτερολέπτων και χρόνο επαναγέμισης 15. Βασικό μειονέκτημα του όπλου είναι το μεγάλο βάρος του καθώς το συνολικό βάρος του είναι στα 27,8 κιλά που περιλαμβάνουν τον σωλήνα εκτόξευσης, την μονάδα ελέγχου πυρός, την θερμική κάμερα, το βλήμα και το τρίποδο.

Το Spike υπηρετείται από πλήρωμα δύο ατόμων. Μεγάλο πλεονέκτημα του Spike MR είναι πως χτυπάει τον στόχο από την οροφή, όπου η θωράκιση είναι κατά κανόνα λεπτότερη, όπως και το Javelin. Το Spike βρίσκεται σε υπηρεσία με τις εξής χώρες: Γερμανία, Ισραήλ, Γαλλία, Ιταλία, Ολλανδία, Περού, Πολωνία, Ρουμανία, Ισπανία, Νότιο Κορέα, Σιγκαπούρη, Σλοβενία, Φινλανδία, Εκουαδόρ, Κροατία, Κολομβία, Χιλή, Αζερμπαϊτζάν.

Javelin

Στην Ουκρανία από κοινούμε το NLAW είναι τα βασικά αντιαρματικά όπλα του Ουκρανικού Στρατού. Τις προηγούμενες μέρες μέσα από το DR είχε λάβει χώρα εκτενές αφιέρωμα. Για λόγους συνολικής παρουσίασης όλων των διαθέσιμων επιλογών θα το αναφέρουμε.

Το τελευταίας γενιάς ΑΤ όπλο που εισήλθε σε υπηρεσία με τις Αμερικανικές Ένοπλες Δυνάμεις είναι το FGM-148 Javelin. Σχεδιασμένο για να αντικαταστήσει το FGM-47 Dragon, το Javelin κατευθύνεται αυτόνομα μετά την εκτόξευση από ερευνητή IIR. Το βλήμα πλήττει τον στόχο στην οροφή όταν πρόκειται για άρμα ή τεθωρακισμένο όχημα μάχης, έχει όμως και δυνατότητα ευθείας βολής που χρησιμοποιείται όταν πρόκειται για την προσβολή κάποιας οχύρωσης, ή για μάχη σε κατοικημένους τόπους.

Το Javelin στον Ουκρανικό Στρατό

Το βλήμα έχει δυνατότητα να εμπλέκει και χαμηλά ιπτάμενους στόχους όπως ελικόπτερα και μη επανδρωμένα αεροχήματα. Η πολεμική κεφαλή ΗΕΑΤ παρέχει ικανότητα κατά θωρακίσεων ERA. Για τη χρήση του Javelin απαιτούνται δύο άτομα, πυροβολητής και γεμιστής. Το Javelin σχεδιάστηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1980 και πραγματοποίησε την πρώτη του βολή με απόλυτη επιτυχία το 1994.

Τα δύο επόμενα έτη το σύστημα τέθηκε σε παραγωγή από τις Lockheed Martin και Raytheon, ενώ εισήλθε σε υπηρεσία με τον Αμερικανικό στρατό το 1996. Χρησιμοποιήθηκε με επιτυχία κατά T-72 και T-69 στη διάρκεια της εισβολής σε Ιράκ και Αφγανιστάν, το 2003 και το 2001 αντίστοιχα. Το Javelin έχει συνολικό βάρος 18,2 κιλά αποτελούμενο από την μονάδα ελέγχου πυρός, τον σωλήνα και το βλήμα.

Έχει μέγιστο βεληνεκές 2.500 μέτρα και ελάχιστο 75. Το κόστος κτήσης του κυμαίνεται στα $165.000. Τα πλεονεκτήματα του όπλου είναι πως είναι εύκολο στη μεταφορά και δεν απαιτεί κάποιον τρίποδα όπως λόγου χάρη το TOW, έχει μικρό χρόνο τάξης βολής, ενώ τα εξαγόμενα αέρια είναι τέτοια ώστε να επιτρέπουν στον χρήστη να βάλει και από δωμάτια.

Από την άλλη πλευρά τα κύρια μειονεκτήματα του συστήματος είναι το μεγάλο του βάρος, καθώς και το υψηλό κόστος κτήσης. Βρίσκεται σε υπηρεσία με 15 χρήστες οι οποίοι είναι το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γαλλία, τα ΗΑΕ, η Αυστραλία και η Νεα Ζηλανδία, η Ταϊβάν, το Κατάρ, η Ινδία, η Τσεχία, το Μπαχρέιν, η Ιορδανία, η Νορβηγία, το Ομάν, η Ιρλανδία και η Λιθουανία.

Παράλληλα με το Javelin οι Πεζοναύτες των ΗΠΑ (USMC) διαθέτουν και το SMAW (Shoulder-launched Multipurpose Assault Weapon) που βασίζεται στη σχεδίαση του ισραηλινού ΑΤ B-300. Εισήλθε σε παραγωγή το 1984. Έχει βάρος 7,69 κιλά και υπηρετείται από δύο άτομα.

Το όπλο έχει την δυνατότητα να βάλει με διάφορυς τύπους πολεμικών κεφαλών όπως είναι οι ΗΕΑΤ, ΗΕΕΑ ενώ μπορεί να φέρει και θερμοβαρική κεφαλή. Έχει χρησιμοποιηθεί εκτενώς από το USMC στον πόλεμο του Κόλπου το 1991 και τελευταία στον πόλεμο σε Αφγανιστάν και Ιράκ. Το 2002 το Σώμα των Πεζοναυτών ζήτησε τον εκσυγχρονισμό του όπλου, με αποτέλεσμα το SMAW II και το νέο FGM-172 SRAW. Το τελευταίο αναπτύχθηκε από τις Lockheed Martin και IMI. Έχει βάρος 9,7 κιλά, μήκος 70,4 εκατ, πλάτος 14 εκατ. μέγιστο βεληνεκές 600 μέτρα και ελάχιστο 17.

NLAW

Κυριαρχεί στις επιχειρήσεις που λαμβάνουν χώρα στην Ουκρανία. Τα κύρια όπλα που αξιοποιεί ο ουκρανικός στρατός είναι τα αντιαρματικά NLAW και Javelin. Το πρώτο μέρος του αφιερώματος πραγματεύεται τα αντιαρματικά NLAW, οπλικό σύστημα με μεγάλη εφαρμογή και στο ελληνικό περιβάλλον επιχειρήσεων. Το NLAW ανέπτυξαν από κοινού η Σουηδία και η Μεγάλη Βρετανία ως ένα σύστημα αντιαρματικού ρόλου, τεχνολογίας Fire-and-Forget.

To NLAW

Ένα σημαντικό πλεονέκτημα του NLAW είναι η ικανότητα του να εκτελεί προσβολή του στόχου στην κατακόρυφο (Top Attack), από ελάχιστη απόσταση μόλις 20 μέτρων και ύψος 1 μέτρου, ενώ μπορεί να χρησιμοποιηθεί αποτελεσματικά και σε αστικό περιβάλλον. Το μήκος του είναι 1 μέτρο, το ολικό του βάρος είναι 12,5 κιλά, ενώ ανήκει στο διαμέτρημα των 150 χιλιοστών. Η μέγιστη ταχύτητα που μπορεί να αναπτύξει είναι 200 μέτρα το δευτερόλεπτο, ενώ το μέγιστο δραστικό βεληνεκές είναι τα 800 μέτρα.

Σ’ όλη τη διάρκεια της πτήσης ακολουθεί αδρανειακή πλοήγηση. Η στόχευση επιτυγχάνεται με τη μέθοδο της Προβλεπόμενης Γραμμής Ορατότητας (PLOS : Predicted Line-of-Sight), κατά την οποία το ηλεκτρονικό σύστημα πλοήγησης, που βρίσκεται εντός του βλήματος, υπολογίζει την ταχύτητα και την κατεύθυνση του στόχου, άρα και την τελική, προβλεπόμενη θέση του, εκεί δηλαδή που θα καταλήξει το βλήμα.

Η διατρητική του ικανότητα είναι της τάξεως των 500 χιλιοστών θωράκισης RHA. To NLAW μπορεί προσβάλει τον επιθυμητό στόχο ανεξάρτητα αν υπάρχουν άλλοι στόχοι μπροστά του (ο χειριστής χρειάζεται όμως να έχει οπτική επαφή με το στόχο). Δηλαδή προσφέρει την ικανότητα της «ασύμμετρης» επιλογής-προσβολής στόχων. Επειδή το NLAW βασίζεται στη μέθοδο PLOS, δεν χρειάζεται ο εγκλωβισμός του στόχου πριν από την εκτόξευση του βλήματος. Ο χειριστής απλά ιχνηλατεί το στόχο για τρία δευτερόλεπτα πριν την εκτόξευση. Το σύστημα επιτρέπει στο χειριστή να επιλέξει την απόσταση στην οποία η πολεμική κεφαλή θα ενεργοποιηθεί, δηλαδή θα οπλιστεί.

Ένα σημαντικό πλεονέκτημα του NLAW είναι η ικανότητα του να εκτελεί προσβολή του στόχου στην κατακόρυφο (Top Attack), από ελάχιστη απόσταση μόλις 20 μέτρων και ύψος 1 μέτρου, ενώ μπορεί να χρησιμοποιηθεί αποτελεσματικά και σε αστικό περιβάλλον.

Έτσι, για παράδειγμα, αν ο επιθυμητός στόχος βρίσκεται στα 150 μέτρα και μπροστά του υπάρχουν εμπόδια ή άλλοι στόχοι δευτερεύουσας σημασίας, ο χειριστής μπορεί να προγραμματίσει έτσι ώστε η ενεργοποίηση της πολεμικής κεφαλής να γίνει στα 100 μέτρα. Μετά την εκτόξευση το βλήμα θα παραμείνει «τυφλό» μέχρι τα 100 μέτρα. Στη συνέχεια, αφού ενεργοποιηθεί κατευθύνεται προς τον στόχο, δηλαδή προς το τερματικό σημείο PLOS, αφού έχει προσπεράσει τους ανεπιθύμητους στόχους, σύμφωνα με τα δεδομένα του ιχνηλατημένου στόχου που έχει αποθηκεύσει πριν την εκτόξευση.

H γαλλική επιλογή των MMP

To MMP είναι ένα φορητό αντιαρματικό σύστημα 5ης γενιάς το οποίο αντικαθιστά τα MILAN και τα FGM-148 Javelin στο Γαλλικό Στρατό. Το βλήμα ζυγίζει 15 κιλά. Ενσωματώνει διπλή πολεμική κεφαλή σχεδιασμένη να προσβάλει τεθωρακισμένους στόχους, στόχους ενισχυμένους με θωράκιση ERA πάχους 1.000 χιλιοστών ή καλά προστατευμένους στόχους, όπως είναι οι οχυρώσεις (σκυροδέματος πάχους δύο μέτρων).

To γαλλικό MMP

Επιτυγχάνει μέγιστο βεληνεκές 4 χιλιόμετρα και ελάχιστο 150 μέτρα. Στη χερσαία έκδοση, εκτός του βλήματος και του εκτοξευτή το σύστημα ΜΜΡ συνοδεύεται από σύστημα προσδιορισμού θέσης, προσανατολισμού και ψηφιακών επικοινωνιών, επιτρέποντας έτσι στο ΜΜΡ να εμπλέκει στόχους εκτός του οπτικού πεδίου (NLOS : Non-Line-Of-Sight). Υπενθυμίζουμε ότι τον περασμένο Ιούλιο Γαλλία και Σουηδία υπέγραψαν σύμβαση για την κοινή ανάπτυξη ενός νέου αντιαρματικού βλήματος, με βάση το MMP (από πλευρά Σουηδίας, στο πρόγραμμα συμμετέχει η Saab).