Ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο δημοσίευσε στις 25 Ιουνίου του 2017 η ιστοσελίδα «The National Interest» με τον τίτλο «Why America’s Mighty Military Doesn’t Always Dominate the Battlefield» και υπότιτλο «A truth in modern warfare: Weapons do not always work as advertised». Το άρθρο πραγματεύεται, μέσω συγκεκριμένου παραδείγματος, το γεγονός της απόκλισης των επιδόσεων των όπλων, σε συνθήκες πραγματικής μάχης, σε σχέση με τις διαφημιζόμενες από τις αμυντικές βιομηχανίες επιδόσεις. Το παράδειγμα που αναλύει το άρθρο είναι η κατάρριψη (το 2017) ενός συριακού Su-22 από το Αμερικανικό Ναυτικό.
Στη διάρκεια εμπλοκής ζεύγους F/A-18E Super Hornet και του Su-22 οι αμερικανικοί πύραυλοι υπέρυθρης καθοδήγησης AIM-9 Sidewinder, πιθανότατα της έκδοσης AIM-9X, αντιμετωπίστηκαν με αντίμετρα σε κοντινή απόσταση. Αν και η εκτόξευση έγινε από απόσταση μόλις 700-800 ο πύραυλος αντιμετωπίστηκε με θερμοβολίδες. Στη συνέχεια χρησιμοποιήθηκε πύραυλος AIM-120C AMRAAM, με σύστημα καθοδήγησε ενεργητικού ραντάρ, ο οποίος τελικά έπληξε το Su-22. Το ερώτημα είναι πως το Su-22 αντιμετώπισε τον AIM-9X με θερμοβολίδες, δεδομένου του προηγμένου υπέρυθρου ερευνητή του αμερικανικού πυραύλου.
Ο AIM-9X έχει σχεδιαστεί ειδικά για να μην αντιμετωπίζεται με αντίμετρα (από τις αρχές της δεκαετίας του 1980, όλες εκδόσεις των AIM-9 Sidewinder ενσωματώνουν τέτοια δυνατότητα. Όμως η τεχνολογία δεν είναι ή δεν λειτουργεί πάντα τέλεια και συχνά ο εχθρός μπορεί να έχει αντίμετρα. Όπως αναφέρει το άρθρο, οι αμερικανικής κατασκευής πύραυλοι αερομαχίας έχουν να επιδείξουν, διαχρονικά, εξαιρετικά ποσοστά πιθανότητας προσβολής. Ωστόσο, οι ίδιοι πύραυλοι συχνά αποτυγχάνουν να επιτύχουν τις ίδιες επιδόσεις στη διάρκεια πραγματικής μάχης, όπως έγινε στον Πόλεμο του Βιετνάμ, για παράδειγμα.
Στη διάρκεια ανάπτυξης του ο AIM-7 Sparrow πέτυχε πιθανότητα προσβολής 80-90%. Το ποσοστό αυτό έπεσε στο 50-60% στη διάρκεια των επιχειρησιακών δοκιμών. Όταν όμως ο πύραυλος χρησιμοποιήθηκε στη μάχη η απόδοση του ήταν σχεδόν καταστροφική. Στις αρχές του Πολέμου του Βιετνάμ, στη διάρκεια της επιχείρησης «Rolling Thunder», οι αρχικές εκδόσεις του AIM-9 κατάφεραν πιθανότητα προσβολής μόλις 16% (29 καταρρίψεις σε 187 βολές). Οι επιδόσεις του AIM-7 Sparrow, (με σύστημα καθοδήγησης ημι-ενεργού ραντάρ), ήταν χειρότερες, με μόλις 8% επιτυχία (27 καταρρίψεις σε 340 βολές).
Ακόμα και στις τελευταίες φάσης του Πολέμου του Βιετνάμ, στη διάρκεια των επιχειρήσεων «Linebacker I» και «Linebacker II» (1972-1973), ο AIM-7 είχε επιτυχία 11%, ενώ ο AIM-9 σημείωσε ποσοστό επιτυχίας 19%. Σύμφωνα με στοιχεία του CSBA (Center for Strategic and Budgetary Analysis), στον Πόλεμο του Κόλπου (1991), οι νεότερες εκδόσεις του AIM-7 σημείωσαν ποσοστό επιτυχίας 51%, ενώ οι νεότερες εκδόσεις του AIM-9 σημείωσαν ποσοστό επιτυχία 67%. Τα ποσοστά πιθανότητας προσβολής των νεότερων βλημάτων AIM-120 AMRAAM και AIM-9X είναι απόρρητα, αλλά τα δύο (2) βλήματα έχουν σημειώσει εξαιρετικά καλές επιδόσεις στη διάρκεια δοκιμών σε πραγματικές συνθήκες.
Ωστόσο, ο AIM-120 δεν έχει επιδείξει, σε πραγματική μάχη, στατιστικά επιτυχίας παρόμοια με αυτά των δοκιμών. Στις επιχειρήσεις «Desert Storm» και «Iraqi Freedom», ο AIM-120 κατέρριψε έξι (6) εχθρικά αεροσκάφη σε 13 βολές πέραν του ορίζοντα (ποσοστό επιτυχίας 46%). Επιστρέφοντας στην περίπτωση του συριακού Su-22, ο προηγμένος AIM-9X αντιμετωπίστηκε με θερμοβολίδες. Ίσως διότι οι ρωσικές θερμοβολίδες έχουν αποδειχθεί αποτελεσματικές για σειρά ετών. Για παράδειγμα, στη δεκαετία του 1980 η Αμερικανική Αεροπορία ανακάλυψε ότι ο πύραυλος AIM-9P, που σχεδιάστηκε για να μην αντιμετωπίζεται με θερμοβολίδες, συχνά ακολουθούσε τις θερμοβολίδες αντί των σοβιετικών αεροσκαφών.
Ο John Manclark, Διοικητής της 4477 Μοίρας Δοκιμών και Αξιολογήσεων την περίοδο 1985-1987, αποκάλυψε το 2012 σε συνέντευξη του στο περιοδικό «Aviation Week»: «Η CIA μας προμήθευσε με έναν εκτοξευτή θερμοβολίδων ενός Su-25 Frogfoot, το οποίο είχε καταρριφθεί στο Αφγανιστάν. Το δώσαμε για συντήρηση, ήταν ένα πράγμα από το οποίο έβγαιναν καλώδια. Τέσσερις ώρες αργότερα το είχαμε τοποθετήσει σε ένα MiG-21 … Το 1987 παραλάβαμε έναν AIM-9P, που είχε σχεδιαστεί να αποφεύγει τις θερμοβολίδες και όταν το χρησιμοποιήσαμε κατά αμερικανικών θερμοβολίδων δούλεψε. Είχαμε και τις σοβιετικές θερμοβολίδες. Ήταν βρώμικες και δεν ήταν όμοιες μεταξύ τους. Και ο AIM-9P είπε λατρεύω αυτή τη θερμοβολίδα».
Το γιατί συνέβη αυτό εξηγεί ο ίδιος ο John Manclark: «Είχαμε σχεδιάσει τον AIM-9P να αντιμετωπίζει τις αμερικανικές θερμοβολίδες. Οι σοβιετικές θερμοβολίδες είχαν διαφορετικούς χρόνους καύσης, έντασης της καύσης και εκτόξευσης από το αεροσκάφος. Ομοίως, κάθε φορά που προσπαθούσαμε να κατασκευάσουμε έναν εξομοιωτή σοβιετικών αντιαεροπορικών συστημάτων, όταν είχαμε στα χέρια μας το πραγματικό όπλο, δεν ήταν το ίδιο. Μίλησα για τον AIM-9P γιατί δεν είναι πια στο οπλοστάσιο μας και μπορώ να μιλήσω για το θέμα. Το ίδιο συμβαίνει για άλλα, πολλά, συστήματα τα οποία έχουμε ακόμα στο οπλοστάσιο μας και δεν μπορώ να μιλήσω γι’ αυτά».