Στις φωτογραφίες που ακολουθούν βλέπετε ομάδα Προωθημένων Ελεγκτών των Ειδικών Δυνάμεων του ΕΣ. Νωρίτερα είχαν κάνει εντοπισμό στόχου από θέση απόκρυψης και αίτηση παροχής πυρών υποστηρίξεως σε μαχητικά αεροσκάφη, προκειμένου να τον προσβάλλουν με κατευθυνόμενα όπλα.
Πρόκειται για μια εκπαίδευση η οποία αργά αλλά σταθερά εισήχθη στην εκπαίδευση επίλεκτων μονάδων Ειδικών Επιχειρήσεων του ΕΣ και της ΠΑ προκειμένου να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του σύγχρονου πεδίου μάχης. (το κείμενο συνεχίζεται μετά τις φωτογραφίες).
Η εξέλιξη της διαδικασίας
Σημείο-σταθμός αποτέλεσε η 3η Σεπτεμβρίου 2003 όπου τέθηκε επισήμως το ακριβές πλαίσιο διαδικασιών για το προσωπικό εδάφους, που θα απαιτηθεί να κατευθύνει μια αεροπορική προσβολή σε εχθρικές θέσεις (CAS).
Αυτό αφορούσε την έκδοση εγχειριδίου Τεχνικών, Τακτικών και Διαδικασιών για παροχή Εγγύς Αεροπορικής Υποστήριξης γνωστό ως Joint Publication (JP) 309.3 Tactics. Techniques and Procedures (TTP) for Close Air Support!
Λόγω των εξειδικευμένων γνώσεων που απαιτούνται, η ειδικότητα αυτή έλαβε την ονομασία Forward Air Control (FAC) που μετασχηματίστηκε πιο πρόσφατα σε Joint Terminal Attack Controller (JTAC).
Η σχετική εκπαίδευση σε αυτήν ειδικότητα εξασφάλισε επιτέλους μια κοινή λίστα ενεργειών, ώστε η διαδικασία επικοινωνίας με τους χειριστές μαχητικών να είναι η ίδια ακριβώς για οποιαδήποτε μονάδα Στρατού, Πεζοναυτών, Αεροπόρων και Ειδικών Δυνάμεων των ΗΠΑ αλλά και μονάδων Συμμαχικών χωρών του ΝΑΤΟ που επιχειρούν από κοινού, στο πλαίσιο Ειρηνευτικών Επιχειρήσεων η πολεμικών αναμετρήσεων σε οποιοδήποτε σημείο του πλανήτη!
Στην Ελλάδα το αντικείμενο εισήλθε στο επίκεντρο ενδιαφέροντος μονάδων Ειδικών Επιχειρήσεων σταδιακά πριν από μια 8ετία. Προηγουμένως μονάχα το Ειδικό Τμήμα Αλεξιπτωτιστών (ΕΤΑ) διέθετε περιορισμένο αριθμό φορητών καταδεικτών laser για κατάδειξη και τερματική καθοδήγηση βομβών GBU εναντίον επιλεγμένων στόχων στρατηγικής σημασίας.
Όμως η εξέλιξη των τακτικών σε διεθνές επίπεδο από την εμπειρία των επιχειρήσεων σε Αφγανιστάν και Ιράκ ανέδειξε την ανάγκη επέκτασης της εκπαίδευσης και στο ρόλο των JTAC με τις αντίστοιχες διαδικασίες επικοινωνίας με χειριστές μαχητικών για παροχή δεδομένων στοχοποίησης επί τακτικών στόχων που απειλούν άμεσα φίλιες δυνάμεις στο πεδίο της μάχης.
Διαδικασίες εμπλοκής και οι «9 γραμμές»
Η μέθοδος επικοινωνίας στηρίζεται στην διαδικασία προφορικής η γραπτής αποστολής συντεταγμένων με την τεχνική των 9 γραμμών (9-line) που επιβεβαιώνουν την ακριβή θέση του στόχου τον οποίο ο χειριστής του μαχητικού «περνάει» ως συντεταγμένες στο σύστημα ναυτιλίας ώστε να μπορεί να το διακρίνει το στόχο «Target Box» στο HUD και στην οθόνη τακτικής κατάστασης TSD.
Ακολούθως τον εγκλωβίζει με χρήση ραντάρ σε διαμόρφωση αέρος εδάφους είτε με ατρακτήδιο σκόπευσης TGP (τύπου LANTIRN, LITENING, SNIPER) για κατάδειξη και άφεση κατευθυνόμενων πυρομαχικών με λέιζερ GBU και JDAM.
Ο JTAC θα πρέπει στην διαδικασία αυτή να εντοπίσει το στόχο αλλά και το επιτιθέμενο αεροσκάφος CAS οπτικά πριν από κάθε επίθεση , ενώ αν οι καιρικές συνθήκες είναι απαγορευτικές για κάτι τέτοιο θα πρέπει να είναι σε θέση να προσφέρει συντεταγμένες με οπτική επαφή στόχου χωρίς οπτική επαφή με το αεροσκάφος!
Πρωταρχικό ρόλο στην προσπάθεια αφομοίωσης και εξέλιξης τακτικών JTAC στην Ελλάδα είχε η 31η Μοίρα Επιχειρήσεων Έρευνας και Διάσωσης (31η ΜΕΕΔ) η οποία ως μονάδα της ΠΑ έχει πιο στενή και «φυσική» σχέση με το αντικείμενο μεταλαμπαδεύοντας γνώσεις στο πλαίσιο ειδικών σχολείων σε συναδέλφους από μονάδες Ειδικών Επιχειρήσεων του ΕΣ.
Κλειδί στην επιτυχία της διαδικασίας είναι η συνεχής εκπαίδευση σε διαδικασίες φωνητικής επικοινωνίας των καταδρομέων με τους αεροπόρους προκειμένου να επιτευχθούν τα επιθυμητά αποτελέσματα.
Ζητούμενο λοιπόν είναι το αντικείμενο να εντατικοποιηθεί ως εκπαιδευτική διαδικασία σε όσο το δυνατόν μεγαλύτερο μέρος του προσωπικού των Ειδικών Δυνάμεων (κάτι που δυστυχώς ακόμη δεν συμβαίνει) καθώς υπάρχει επιλεκτική αποστολή μικρού αριθμού στελεχών κατ έτος.
Σημειώνεται ότι οι διαδικασίες αυτές μπορούν και πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο εκπαίδευσης σε θεωρητικό επίπεδο ήδη από τις μονάδες, ώστε το προσωπικό να περνάει το σχετικό σχολείο που λειτουργεί στο ΚΕΑΤ και τελικά να δοκιμάζεται σε ασκήσεις.
Τον εξοπλισμό συμπληρώνουν συστήματα GPS/PPS (Global Positioning System/Precision Positioning Service) Rockwell PLGR+ 96, καταδείκτες λέιζερ για τα όπλα AM/PAQ-4C και καταδείκτες κατάυγασης λέιζερ στόχων για την αεροπορία GLTD II της αμερικανικής Litton Laser Systems που πρωτοπαραγγέλθηκαν το 1999 με επιπλέον αγορές μετά το 2000. Οι τελευταίοι, με βάρος 5,5 κιλά χρησιμοποιούνται για την καθοδήγηση βομβών LGB, πυραύλων Hellfire ή ακόμα και βλημάτων πυροβολικού. Το σύστημα μπορεί να εκτελέσει κατάδειξη στόχου 2,3×2,3 μέτρων από απόσταση 10.000 μέτρων, ενώ η ικανότητα αποστασιομέτρησης κυμαίνεται από 200 έως και 20.000 μέτρα. Τον αμερικανικό εξοπλισμό του είδους συμπληρώνουν καταδείκτες λέιζερ PLLD της Elbit με παρεμφερείς επιδόσεις, αν και τα ισραηλινά συστήματα έχουν μεγαλύτερους χρόνους λειτουργίας αλλά και αυξημένο βάρος (8 κιλά).