Έχουν περάσει 22 χρόνια από τον Ιανουάριο του 1996 και την Κρίση στα Ίμια. Τα χρόνια αυτά συνοδεύτηκαν από έντονες διπλωματικές προσπάθειες, μικρά και μεγάλα εξοπλιστικά προγράμματα, χαμένες ευκαιρίες και μια οικονομική κρίση που έχει οδηγήσει στο «στέρεμα» των εξοπλισμών για την Ελλάδα.
Στα χρόνια μετά τα Ίμια η Ελλάδα προχώρησε στην υλοποίηση των ΕΜΠΑΕ (Ενιαίο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα Ανάπτυξης & Εκσυγχρονισμού) 1996-2000 και 2001-2005 αντίστοιχα, ενώ το ΕΜΠΑΕ 2006-2015 ακυρώθηκε στην πράξη, λόγω της οικονομικής κρίσης. Πολλά προγράμματα υλοποιήθηκαν, άλλα ακυρώθηκαν και άλλα μετακύλυσαν για να υλοποιηθούν στο μέλλον, ενώ εκατοντάδες νέα οπλικά συστήματα εντάχθηκαν σε υπηρεσία και άλλα τόσα αποσύρθηκαν.
Οι τελευταίες μέρες, στον τομέα των ελληνοτουρκικών διαφορών, υπήρξαν εξαιρετικά επικίνδυνες, ίσως και επώδυνες, τόσο σε επίπεδο ρητορικής, όσο και σε επίπεδο επιθετικών πράξεων της Τουρκίας απέναντι στην Ελλάδα και την Κύπρο. Το πρόβλημα είναι ιδιαιτέρως σοβαρό, διότι άπτεται της εθνικής μας ανεξαρτησίας και της εδαφικής μας ακεραιότητας, συνθήκες τις οποίες η Τουρκία αμφισβητεί και προκαλεί τακτικώς και αδιαλείπτως.
Η αντιμετώπισή της τουρκικής απειλής απαιτεί δύο πράγματα: Ενότητα, αποφασιστικότητα, ψυχραιμία και νηφαλιότητα, από τη μια πλευρά, και εξοπλισμούς από την άλλη.
Η στάση της Τουρκίας μόνο έκπληξή δεν πρέπει να προκαλέσει. Η συνεχιζόμενη απειλητικότητα, η θρασύτητα, η προσποίηση άγνοιας αλλά και η παραποίηση των διεθνών κανόνων και συμφωνιών, καθώς και οι προκλητικές δηλώσεις της τουρκικής ηγεσίας από τη μια, αλλά και η ελληνική ανεκτικότητα και αμηχανία από την άλλη το μόνο σίγουρο είναι ότι επιφέρουν αύξηση της τουρκικής επιθετικότητας και θρασύτητας. Η πολιτική του κατευνασμού, που ακολουθεί η Ελλάδα, απλά δεν αποδίδει.
Επιπλέον, σε πολιτικό επίπεδο, αυτά τα ζητήματα, τα οποία θα έπρεπε να αντιμετωπίζονται με εθνική ενότητα και ομοψυχία αποτελούν, δυστυχώς, σημεία έριδας, τριβής και κομματικής αντιπαράθεσης και αντιπαλότητας. Την ίδια στιγμή που η Τουρκία, με αιχμή του δόρατος την εθνική της αμυντική βιομηχανία, συνεχίζει με ταχύτατο ρυθμό την υλοποίηση μιας τεράστιας εξοπλιστικής προσπάθειας. Όπως οι ίδιοι ισχυρίζονται μπορούν να διαχειρίζονται δύο ταυτόχρονα πολεμικά μέτωπα στη Συρία και το Ανατολικό Αιγαίο.
Δεν είναι τυχαίο ότι για κάθε εξοπλιστική αγορά, η Τουρκία επιδιώκει αύξηση της επιχειρησιακής της ικανότητας, αύξηση της εγχώριας βιομηχανικής συμμετοχής και διπλωματική αναβάθμιση.
Εμείς, εδώ στην Ελλάδα ουσιαστικά έχουμε μόνο της ΕΑΒ (Ελληνική Αεροπορική Βιομηχανία), που ίσως είναι η μόνη αμυντική βιομηχανία (κρατική) που συνεχίζει να υπάρχει παρά τις αντιξοότητες που αντιμετωπίζει. Στην πράξη η ΕΑΒ συνεχίζει να λειτουργεί, σε μεγάλο βαθμό, λόγω των προγραμμάτων που υλοποιούνται για τις Ένοπλες Δυνάμεις, όπως είναι το P-3 και η συμμετοχή της στην παραγωγή του C-130J. Όμως, χρειάζεται νέο όραμα ανόρθωσης. Και αυτό μπορεί να γίνει μόνο με νέες δραστηριότητες και νέα εξοπλιστικά προγράμματα, όπως έκανε η TAI στην Τουρκία τη δεκαετία του 1980 και πλέον αναπτύσσει οπλικά συστήματα εκ των έσω. Η ΕΑΒ θα μπορούσε να ξεκινήσει την προσπάθεια της με την αναβάθμιση των μαχητικών F-16 και των Mirage-2000.
Άλλος δρόμος δεν υπάρχει. Η απειλή βρίσκεται προ των πυλών. Χρειάζονται αποφάσεις και έναρξη υλοποίησης προγραμμάτων κοινής αποδοχής και ανελαστικής αναγκαιότητας όπως αυτό της αναβάθμισης των μαχητικών αεροσκαφών της ΠΑ. Καθυστερήσεις στο θέμα αυτό με διάφορα προσχήματα δεν δικαιολογούνται, διότι ήδη η διαμορφούμενη κατάσταση στο Αιγαίο απαιτεί τη λήψη άμεσων αποφάσεων. Η απόκτηση των F-35 Lightning II από την Τουρκία δημιουργεί νέα δεδομένα που θα πρέπει να μελετηθούν και να αντιμετωπισθούν άμεσα.
Αυτή τη στιγμή χρήματα για F-35 δεν υπάρχουν. Υπάρχουν όμως 154 F-16 Fighting Falcon, που είναι η «ραχοκοκαλιά» της ΠΑ και ο σημαντικότερος, μαζί με τα Mirage-2000, παράγοντας αποτροπής, σήμερα και, εάν αναβαθμιστούν, μέχρι το 2040. Εκ των πραγμάτων λοιπόν το πρόγραμμα αναβάθμισης του στόλου των F-16 της ΠΑ αποτελεί τη σημαντικότερη, ανελαστική και άμεση επιχειρησιακή προτεραιότητα των Ενόπλων Δυνάμεων, τι στιγμή που η λήψη απόφασης για το πρόγραμμα εκκρεμεί από το 2009.
Η καθυστέρηση έναρξης του προγράμματος έχει ήδη στοιχίσει σημαντικά στην ΠΑ τόσο επιχειρησιακά όσο και σε επίπεδο διαθεσιμότητας, αξιοποίησης και υποστήριξη των αεροσκαφών, ενώ έχει χαθεί και πολύτιμο έργο για την ΕΑΒ, τόσο σε επίπεδο υλοποίησης του προγράμματος όσο και σε επίπεδο Αντισταθμιστικών Ωφελημάτων. Συν το ότι η όποια καθυστέρηση επιβαρύνει τις τιμές κυρίως των ηλεκτρονικών συσκευών. Άλλες τιμές το 2009 και άλλες τιμές το 2018!
Εδώ και 10-12 χρόνια η Ελλάδα δεν προχωρήσει κανένα μείζων εξοπλιστικό πρόγραμμα, εκτός από την αναβάθμιση των P-3 και τις προμήθειες των CH-47 και Kiowa Warrior. Εξοπλιστικά που θα έπρεπε να είχαν ολοκληρωθεί δεν έχουν καν δρομολογηθεί. Δεν είναι μόνο τα F-16. Στρατός, Ναυτικό και Αεροπορία «καίγονται» για προγράμματα, αλλά η απάντηση είναι πάντα η ίδια: «Δεν υπάρχουν κονδύλια». Ενδεικτικά αναφέρουμε:
-Νέα πυρομαχικά 120 χιλιοστών για τα άρματα μάχης Leopard-2HEL και Leopard-2A4.
-Ο εκσυγχρονισμός των πολλαπλών εκτοξευτών πυραύλων M-270 MLRS και RM-70.
-Η ανανέωση της «γερασμένης» αεράμυνας του Ελληνικού Στρατού, ιδιαίτερα για τα συστήματα μέσου βεληνεκούς Hawk και τα συστήματα μικρού βεληνεκούς OSA-AK/-AKM.
-Ο εκσυγχρονισμός των επιθετικών ελικοπτέρων AH-64A+ Apache.
-Νέες τορπίλες για τα υποβρύχια T-214 και η ενεργοποίηση του δικαιώματος προαίρεσης για τη ναυπήγηση 2 επιπλέον T-214.
-Η αναβάθμιση των φρεγατών ΜΕΚΟ-200.
-Η Εν Συνεχεία υποστήριξη (Follow-On-Support) των μαχητικών αεροσκαφών Mirage-2000 και των μεταφορικών ελικοπτέρων NH-90.
-Η Εν Συνεχεία υποστήριξη (Follow-On-Support) των μεταφορικών αεροσκαφών C-27 και C-130 της ΠΑ.
-Η ανανέωση και ο εκσυγχρονισμός του ΣΑΕ (Σύστημα Αεροπορικού Ελέγχου).