Ανάμεσα στα προγράμματα έρευνας και ανάπτυξης που ανήγγειλε το Ελληνικό Κέντρο Αμυντικής Καινοτομίας (ΕΛΚΑΚ) και πρόκειται να ενεργοποιηθούν μέσα στο 2025 είναι και το πρόγραμμα «Αρχική Σχεδίαση Εθνικού Πλοίου τύπου Κανονιοφόρου (OPV, Offshore Patrol Vessel). Όπως έχουμε αναφέρει και σε παλαιότερα άρθρα μας, ΕΔΩ και ΕΔΩ, η σχεδίαση ενός εθνικού πολεμικού πλοίου είναι μια διαδικασία στην οποία πρέπει να ακολουθηθούν μια σειρά από βήματα έτσι ώστε να δημιουργηθούν οι συνθήκες και να αποκτηθεί η κατάλληλη εμπειρία που θα οδηγήσει στην επιτυχή σχεδίαση και εν ακολουθία ναυπήγηση ενός εθνικής σχεδίασης πλοίου. Έτσι λοιπόν το πρόγραμμα αυτό φαίνεται και ελπίζουμε ότι θα γίνει η αφετηρία για την απόκτηση σχεδιαστικής εμπειρίας επάνω στα πολεμικά πλοία η οποία θα μπορούσε να αποδώσει στο μέλλον μια σειρά από κλάσεις πλοίων διαφορετικών μεγεθών και δυνατοτήτων για το Πολεμικό Ναυτικό αλλά και εξαγωγές σε τρίτες χώρες.
Το Πολεμικό Ναυτικό έχει και στο παρελθόν ασχοληθεί με τη σχεδίαση και κατασκευή πλοίων του τύπου κανονιοφόρων, πέραν των ελληνικής σχεδίασης και κατασκευής αρματαγωγών, που οδήγησε στην κλάση HSY-56 και τη βελτιωμένη HSY-56A, στο σύνολο έξι πλοία, κατασκευής των ναυπηγείων Σκαραμαγκάς. Από τότε βέβαια έχουν περάσει είκοσι χρόνια απραξίας ενώ τεχνολογικά και επιχειρησιακά έχουν αλλάξει πολλά πράγματα. Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να γίνει από την αρχή η μελέτη που θα μπορεί να αποδώσει ένα άρτιο τεχνικά και επιχειρησιακά πλοίο έτοιμο για τις σημερινές αλλά και τις μελλοντικές επιχειρησιακές ανάγκες. Όπως έχουμε περιγράψει και στο παρελθόν μια τέτοια διαδικασία δεν είναι καθόλου εύκολη και χρειάζεται να περάσει ο κατάλληλος χρόνος έτσι ώστε όλα τα τεχνικά και επιχειρησιακά χαρακτηριστικά να έρθουν και να κουμπώσουν σε ένα πλοίο το οποίο θα κατασκευαστεί εξ αρχής για τις ανάγκες του πολεμικού ναυτικού.
Οι τελευταίες σχεδιάσεις κανονιοφόρων που ενέταξε το Π.Ν. στο στόλο, αναφερόμαστε σε πλοία μήκους 56 μέτρων και εκτοπίσματος περίπου 600 τόνων. Λαμβάνοντας αυτό υπόψη όπως και ότι το Π.Ν. χρειάζεται αρκετά πλοία στο εκτόπισμα αυτό καταλαβαίνουμε ότι το συγκεκριμένο πρόγραμμα θα μπορούσε να συγκεράσει προδιαγραφές διαφορετικών τύπων πλοίων και το πρόγραμμα του ΕΛΚΑΚ να αποτελέσει έναυσμα για τη δημιουργία μίας κοινής σχεδίασης/πλατφόρμας η οποία με διαφορετικά ηλεκτρονικά και όπλα να απέδιδε διαφορετικούς τύπους πλοίων σύμφωνα με τον διαχωρισμό του πολεμικού ναυτικού. Πιο συγκεκριμένα, μια κοινή γάστρα θα μπορούσε να αποδώσει είτε κανονιοφόρους είτε ΤΠΚ με βαρύτερο οπλισμό. Μία τέτοια κίνηση θα είχε πολλαπλά οφέλη, τεχνικά, επιχειρησιακά και οικονομικά-εμπορικά. Σήμερα ο στόλος των κανονιοφόρων αποτελείται από 10 πλοία από τα οποία τα δύο είναι 55 ετών, δύο είναι 35 ετών, δύο 30 ετών και τα τέσσερα νεότερα 20 ετών. Από την άλλη στη Διοίκηση ταχέων σκαφών υπάρχουν οι επτά νεότερες ΤΠΚ τύπου ΡΟΥΣΕΝ και άλλα εννιά πλοία με ηλικία από 52 έως 45 έτη, πλοία που χρίζουν άμεσης αντικατάστασης. Επομένως, μια τέτοια κίνηση θα μπορούσε να αποδώσει 10 τουλάχιστον πλοία δύο διαφορετικών διαμορφώσεων αλλά κοινής σχεδίασης στο εγγύς μέλλον. Αυτομάτως αυτό θα δημιουργούσε μια οικονομικά και εμπορικά αποδεκτή λύση για διάθεση κονδυλίων ανάπτυξης τεχνολογίας και σχεδίασης από πλευράς του υπουργείου αλλά και του ιδιωτικού φορέα για την τελική κατασκευή και παράδοση των πλοίων αυτών. Επίσης το όποιο κόστος ανάπτυξης θα επιμεριζόταν σε περισσότερα πλοία μειώνοντας έτσι το τελικό κόστος κατασκευής. Από τεχνικής πλευράς θα επιτυγχανόταν οικονομία κλίμακας σε εκπαίδευση και ανταλλακτικά για τα περισσότερα μηχανολογικά, ηλεκτρολογικά και ηλεκτρονικά συστήματα των πλοίων αυτών.
Κάνοντας μια μικρή ακτινογραφία των δύο νεότερων κλάσεων HSY-56A και S-Vita σε υπηρεσία σήμερα παρατηρούμε ότι τα δύο αυτά πλοία αν και σχετικά κοντά στο εκτόπισμα έχουν τελείως διαφορετική σχεδιαστική αντίληψη λόγω και των διαφορετικών επιχειρησιακών αναγκών. Πιο συγκεκριμένα τα πλοία αυτά από σχεδιαστικής και τεχνικής άποψης έχουν 6 μέτρα διαφορά στο μήκος, εκατό τόνους περίπου στο εκτόπισμα και 10 κόμβους στην ταχύτητα ενώ φαίνεται ότι σχεδιαστικά έχουν και διαφορετικό τύπο γάστρας. Δηλαδή αν και οι S-Vita είναι μεγαλύτερες σε μέγεθος, η ύπαρξη τεσσάρων μηχανών έναντι δύο, αλλά και η διαφορετικής σχεδίασης γάστρα δίνει αυτή την επιπλέον μέγιστη ταχύτητα στα σκάφη αυτά. Αυτή η διαφορά στην περίπτωση ανάπτυξης μίας πλατφόρμας κοινής σχεδίασης δεν θα υπάρχει και τα κύρια χαρακτηριστικά θα είναι ίδια. Είναι λογικό ότι η βάση θα είναι ένα πλοίο το οποίο θα πρέπει να πληροί τις βασικές προδιαγραφές μίας ΤΠΚ και τούτο γιατί σε σύγκριση με τις κανονιοφόρους, οι σύγχρονες ΤΠΚ χρειάζονται εκτός της ταχύτητας και το εκτόπισμα για να φέρουν τα οπλικά συστήματα που χρειάζονται για την εκτέλεση της αποστολής τους. Επομένως, σε μια τέτοια περίπτωση θα αναμέναμε τα νέα πλοία αυτά να έχουν εκτόπισμα περίπου 700 τόνων, μήκος 62-65 μέτρα και ταχύτητα 35-38 κόμβων κατ’ ελάχιστο. Αυτό θα έκανε τις νέες κανονιοφόρους μεγαλύτερες και ταχύτερες σε σύγκριση με τις υπάρχουσες σχεδιάσεις και με αρκετό επιπλέον χώρο. Αυτός ο ελεύθερος χώρος που σε μία ΤΠΚ χρησιμοποιείται για τοποθέτηση οπλικών συστημάτων, παραδείγματος χάριν, στις κανονιοφόρους οι οποίες είναι κυρίως πλοία επιτήρησης και ειδικών επιχειρήσεων θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για τη μεταφορά συστημάτων UAV και USV.
Ένα τέτοιο πρόγραμμα θα μπορούσε να επεκταθεί με τη δημιουργία συνεργασίας με το υπουργείο ναυτιλίας και να εξεταστεί εάν μία έκδοση του πλοίου ειδικά διαμορφωμένη και εξοπλισμένη θα μπορούσε να καλύψει κάποιες επιχειρησιακές ανάγκες σε σκάφη OPV του λιμενικού σώματος. Αυτό θα επαύξανε την τυποποίηση μεταξύ πολεμικού ναυτικού και λιμενικού σώματος ενώ με τα κατάλληλα ηλεκτρονικά και οπλικά συστήματα τα OPV του λιμενικού θα μπορούσαν να μετέχουν ενεργά σε δευτερεύοντες ρόλους σε περιπτώσεις κρίσεων ή επίδειξης σημαίας από ένα ισχυρό πλοίο χωρίς να δημιουργείται κλιμάκωση.
ΤΠΚ τύπου S-VITA
Οι κύριες διαστάσεις του πλοίου είναι, ολικό μήκος 61,9 μέτρα, πλάτος 9,5 μέτρα, βύθισμα 2,8 μέτρα και εκτόπισμα τυπικό 588 τόνοι και πλήρες φόρτου 670 τόνοι. Έχει ενδιαιτήσεις για 50 άτομα ενώ το πλήρωμα αποτελείται από 45 αξιωματικούς, υπαξιωματικούς και ναύτες. Το προωστήριο σκεύος αποτελείται από τέσσερις ναυτικές ντηζελομηχανές MTU 16V595 TE90 οι οποίες αποδίδουν 4320kW στις 1800 σ.α.λ. και περιστρέφουν ισάριθμους άξονες που καταλήγουν σε πεντάφυλλες προπέλες σταθερού βήματος μέσω μειωτήρων. Οι τέσσερις ντηζελομηχανές είναι χωρισμένες από δύο σε δύο διαφορετικά μηχανοστάσια. Οι πλωριές μηχανές διαθέτουν σύστημα μετάδοσης κίνησης (μειωτήρα) ZF BW 1556 και οι πρυμναίες μηχανές διαθέτουν σύστημα μετάδοσης κίνησης ZF BW 1557S. Το σύστημα διεύθυνσης αποτελείται από σύστημα διπλών πηδαλίων τύπου 900 series, ενώ για αυξημένη ευστάθεια σε δύσκολες καιρικές συνθήκες το πλοίο διαθέτει σύστημα πτερυγίων ενεργής ευστάθειας τύπου 300 series, και τα δύο συστήματα της Vosper Thornycroft Marine Products. Σε πλήρη ισχύ η S-Vita επιτυγχάνει 34+ κόμβους μέγιστη ταχύτητα ενώ με ταχύτητα 18 κόμβων έχει εμβέλεια 2250 ν.μ. Οι ανάγκες σε ηλεκτρική ενέργεια καλύπτονται από τρεις ηλεκτρομηχανές MTU 6R183 TE52 που αποδίδουν 275kW στις 1800 σ.α.λ. ενώ σε περίπτωση πλήρους απώλειας ισχύος υπάρχει μία ηλεκτρογεννήτρια ανάγκης (EM’CY Generator) MTU 6R099 TA51 ισχύος 93kW. Όλα τα κύρια μηχανήματα του μηχανοστασίου ελέγχονται μέσω του Συστήματος Ελέγχου Μηχανοστασίου MCCMS της Rolls Royce.

Ο οπλισμός του πλοίου αποτελείται από ένα ναυτικό πυροβόλο Compatto 76/62 SR στην πλώρη, δύο πυροβόλα OtoBreda 30mm τοποθετημένα στο πίσω μέρος της υπερκατασκεύης στο μέσο του πλοίου, 2×4 ΜΜ-40 Blk2/3 K/B Exocet και ένα σύστημα CIWS RAM Mk31 των 21 πυραύλων. Η καρδιά του πλοίου είναι το σύστημα Tacticos της Thales με τρεις κονσόλες MOC Mk3 και μία κονσόλα διάσκεψης, στο οποίο είναι ολοκληρωμένα όλα τα οπλικά συστήματα και ηλεκτρονικά του πλοίου. Ο κύριος αισθητήρας είναι το ραντάρ τριών διαστάσεων MW 08, διαθέτει επίσης τα ραντάρ έρευνας επιφανείας Scout και BridgeMaster E. Ραντάρ διεύθυνσης πυρός είναι το STING EO και ΕΟ σύστημα παρατήρησης και διεύθυνσης βολής το Mirador, αμφότερα της Thales. Τέλος για ηλεκτρονικό πόλεμο διαθέτει το σύστημα ESM DR 3000 SLW.
Κανονιοφόρος τύπου HSY-56A
Τα πλοία σχεδιαστικά προέρχονται από τα HSY 56 τα οποία με τη σειρά τους είναι εξέλιξη της σχεδίασης των δανέζικων Osprey 55. Είναι σχεδίασης και ναυπήγησης των ναυπηγείων σκαραμαγκά και έχει γίνει βελτιστοποίηση της γάστρας και επανασχεδιασμός του ιστού για μείωση του Η/Μ ίχνους. Το πλοίο έχει τις ίδιες διαστάσεις με τα HSY 56 και πιο συγκεκριμένα, έχει ολικό μήκος 56,5 μέτρα, πλάτος 10 μέτρα, βύθισμα 3,6 μέτρα και εκτόπισμα 575 τόνους. Η πρόωση του σκάφους γίνεται από δύο τετράχρονες ναυτικές μηχανές εσωτερικής καύσης Wartsila Nohab 16V25 με μέγιστη ισχύ 3680 kW στις 900-1000 σ.α.λ. που δίνουν κίνηση σε δύο προπέλες. Το σύστημα διεύθυνσης αποτελείται από δύο πηδάλια και η μέγιστη ταχύτητα είναι 22-23 κόμβοι. Οι ανάγκες ηλεκτρικής ισχύος εξυπηρετούνται από τρεις ηλεκτρομηχανές MAN με απόδοση 184kW έκαστη. Τα κύρια μηχανήματα του μηχανοστασίου ελέγχονται από το σύστημα Ελέγχου Μηχανοστασίου Ricom 3000 της Imtech.

Ο οπλισμός αποτελείται από ένα ναυτικό πυροβόλο OtoMelara Compatto 76/62 στην πλώρη, ένα αναβαθμισμένο πυροβόλο Bofors Oto Breda 40/L70 στην πρύμνη και δύο πυροβόλα Oerlicon 20mm στο μέσο του πλοίου εκατέρωθεν. Ο οπλισμός συμπληρώνεται από σκανδάλη Stinger με απόθεμα πυραύλων για αντιαεροπορική προστασία και ράγες για πόντιση ναρκών. Σύμφωνα με τις τελευταίες εξελίξεις στα τέσσερα πλοία της κλάσης θα τοποθετηθεί σύστημα Spike NLOS αναβαθμίζοντας κάθετα τη δυνατότητα προσβολής μακράς ακτίνας σε ξηρά και θάλασσα.
Τα ηλεκτρονικά του πλοίου αποτελούνται από ένα ραντάρ έρευνας αέρος/θαλάσσης δύο διαστάσεων Variant της Thales, ένα ραντάρ έρευνας επιφανείας BridgeMaster E και ένα Raytheon 41XX, ένα ηλεκτροπτικό σύστημα Mirador και ένα σύστημα ελέγχου πυρός LIROD Mk2. Όλα τα παραπάνω συστήματα είναι ενσωματωμένα στο σύστημα TACTICOS του πλοίου που αποτελείται από τρεις εναλλάξιμες κονσόλες MOC 3 εγκατεστημένες στο κέντρο πληροφοριών μάχης. Το πλοίο διαθέτει επίσης σύστημα ηλεκτρονικού πολέμου ESM DR3000SLW και ζεύξη δεδομένων Link 11. Τα δύο πλοία της κλάσης HSY 56 Πυρπολητής, έχουν τις ίδιες διαστάσεις, κύριες μηχανές και οπλικά συστήματα με τις HSY 56A αλλά φέρουν τα ίδια ηλεκτρονικά με τις osprey 55. Τα ηλεκτρονικά συστήματα αυτά είναι το ραντάρ έρευνας αέρος-θαλάσσης Thomson-CSF Triton, το ραντάρ ελέγχου πυρός Selenia RTNX, το σύστημα ελέγχου των όπλων Selenia Elsag NA21 και το σύστημα Η/Π DR 2000S.