Οι επιχειρήσεις στην Ουκρανία καταδεικνύουν για πολλοστή φορά το ζήτημα της Διοικητικής Μέριμνας και των γραμμών ανεφοδιασμού. Είτε πρόκειται για πυρομαχικά και υλικά πάσης φύσεως και είδους (ανταλλακτικά, ηλεκτρονικά, επικοινωνίες, οπλικά συστήματα) είτε για καύσιμα, τρόφιμα, είδη και υλικά διαβίωσης σε συνθήκες εκστρατείας.
H πεμπτουσία κάθε στρατιωτικής επιχείρησης, μικρής ή μεγάλης, είναι ο ανεφοδιασμός και ειδικότερα οι διαδικασίες ανεφοδιασμού. Και τούτο διότι, χωρίς να υποβαθμίζονται οι υπόλοιπες, εξίσου σημαντικές, διαδικασίες υποστήριξης, για κάθε στρατιωτική επιχείρηση ο ανεφοδιασμός αποτελεί έναν από τους ουσιαστικότερους παράγοντες επιτυχίας ή αποτυχίας. Ένας κρίκος αυτής της διαδικασίας είναι και τα στρατιωτικά φορτηγά.
Ο Ελληνικός Στρατός (ΕΣ) εκτός φυσικά από τα φορτηγά γενικής χρήσης (κύριο όχημα είναι τα Steyr 680M) αξιοποιεί επίσης και πλειάδα ειδικοποιημένων οχημάτων όπως οχήματα περισυλλογής, οχήματα των κινητών ομάδων επισκευών, οχήματα γεφυροσκευής και γεφυροποιίας του Μηχανικού. Το σύνολο του παραπάνω τροχαίου υλικού χρήζει αντικατάστασης λόγω παλαιότητας.
Η σημασία του ανεφοδιασμού
Τόσο σε επίπεδο επιχειρήσεων μεγάλου χρονικού διαστήματος όσο και σε επίπεδο επιχειρήσεων μικρής κλίμακας και διάρκειας το δίκτυο ανεφοδιασμού ή το δίκτυο Διοικητικής Μέριμνας (ΔΜ) είναι επιφορτισμένο με τον διαρκή, συνεχή και έγκαιρο ανεφοδιασμό όλων των φίλιων δυνάμεων με πάσης φύσεως στρατιωτικό υλικό (τρόφιμα, νερό, υλικά στρατωνισμού, καύσιμα και λιπαντικά, ιατροφαρμακευτικό υλικό, πυρομαχικά κ.ά.).
Ο όγκος πυρός που εξαπολύουν οι φίλιες δυνάμεις, ανά πάσα στιγμή, καθώς και ο ρυθμός προέλασης ή κίνησης των μηχανοκίνητων και τεθωρακισμένων δυνάμεων είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με την ομαλή λειτουργία του φίλιου δικτύου ΔΜ. Η παγκόσμια στρατιωτική ιστορία είναι γεμάτη από παραδείγματα, κατά τα οποία μια προέλαση ή μια στρατιωτική επιχείρηση έχει σταματήσει διότι το φίλιο δίκτυο ΔΜ δεν ήταν πλέον σε θέση να υποστηρίξει τις επιχειρήσεις.
Για παράδειγμα, μετά την απόβαση των Συμμάχων στη Νορμανδία, τον Ιούνιο του 1944, οι συμμαχικές δυνάμεις προέλασαν σχετικά γρήγορα, αρχικά στη βορειοδυτική Γαλλία και στη συνέχεια ανατολικά προς τη Γερμανία, με αποτέλεσμα τον Νοέμβριο του 1944 να αναγκαστούν να σταματήσουν κατά μήκος των συνόρων της Γαλλίας με τη Γερμανία και το Βέλγιο, διότι οι γραμμές ανεφοδιασμού είχαν εξαντλήσει τα μέγιστα όρια υποστήριξης.
Το αποτέλεσμα ήταν να δοθεί στη Γερμανία ο χρόνος να οργανώσει την αποτυχημένη επίθεση στις Αρδέννες τον Δεκέμβριο του 1944. Μόνο όταν το συμμαχικό δίκτυο ΔΜ ενισχύθηκε οι Σύμμαχοι μπόρεσαν να συνεχίσουν την προέλαση τους προς το Βερολίνο.
Στην περίπτωση του Στρατού Ξηράς τον κορμό του δικτύου ΔΜ αποτελούν τα στρατιωτικά φορτηγά σε συνεργασία με τα μεταφορικά ή τα ελικόπτερα γενικής χρήσης. Στον ΕΣ τον ανεφοδιασμό πραγματοποιεί το Σώμα Εφοδιασμού-Μεταφορών (ΣΕΜ). Για την ιστορία θα πρέπει να σημειώσουμε ότι οι πρώτες μονάδες μεταφορών συγκροτήθηκαν στη Μέση Ανατολή μετά το 1941 και οργανώθηκαν κατά το πρότυπο των αντίστοιχων βρετανικών. Πριν τον πόλεμο του 1940-1941 ο ΕΣ ακολουθούσε το γαλλικό σύστημα (υπήρχε το Σώμα Αυτοκινήτων για τις μεταφορές και το Σώμα Επιμελητείας για τη διαχείριση των εφοδίων και των υλικών).
Σήμερα κάθε μονάδα του ΕΣ (Τάγμα Πεζικού, Επιλαρχία Τεθωρακισμένων, Μοίρα Πυροβολικού κ.ά.) διαθέτει και ανάλογη υποδομή υποστήριξης (Διμοιρία, Ίλη, Πυροβολαρχία αντίστοιχα) με αποστολή τον εφοδιασμό της αντίστοιχης μονάδας με προσωπικό (μεταφορά ενισχύσεων προς κάλυψη απωλειών), εξοπλισμό μάχης (οπλισμό, προς αντικατάσταση των φθαρμένων), είδη διαβίωσης και επιβίωσης (τροφή, νερό, ρουχισμό, υλικά στρατωνισμού κ.ά.) και άλλα απαραίτητα στρατιωτικά εφόδια όπως είναι τα πυρομαχικά, τα καύσιμα, τα λιπαντικά, τα ανταλλακτικά κ.ά. Σε επίπεδο Ταξιαρχίας υπάρχουν οι ΛΕΜ (Λόχος Εφοδιασμού-Μεταφορών) με αποστολή τον ανεφοδιασμό των μονάδων της Ταξιαρχίας.
Για να φτάσουν όλα τα στρατιωτικά υλικά, είδη και εφόδια στα φίλια μαχόμενα τμήματα θα πρέπει να υπάρχει ένα αποτελεσματικό δίκτυο ΔΜ. Συνήθως τα υλικά συγκεντρώνονται σε τοποθεσίες στα μετόπισθεν και από εκεί, μέσω στρατιωτικών φορτηγών, μεταφέρονται στην περιοχή αποθήκευσης υλικών του Σώματος ή απευθείας στους σχηματισμούς (Μεραρχίες ή Ταξιαρχίες) ή στις μονάδες εφόσον αυτό είναι εφικτό από πλευράς ταχύτητας και ασφάλειας εκτέλεσης της αποστολής.
Είναι προφανές ότι η όλη διαδικασία ανεφοδιασμού, από την αρχή έως το τέλος της, υπόκεινται σε συνεχείς απειλές αφού ο εχθρός θα προσπαθεί από την πρώτη στιγμή, συνεχώς και διαρκώς, να προσβάλει και να αποδιοργανώσει το φίλιο δίκτυο ΔΜ, προκειμένου να μπορέσει ευκολότερα να διασπάσει το μέτωπο. Είναι δεδομένο ότι τις πρώτες ώρες μιας πολεμικής σύγκρουσης, ο εχθρός θα προσπαθήσει να επιφέρει συντριπτικά πλήγματα στο φίλιο δίκτυο ΔΜ προκειμένου να περιοριστούν οι δυνατότητες ανεφοδιασμού των φίλιων δυνάμεων.
Εφόσον το φίλιο δίκτυο ΔΜ υποστεί σοβαρό πλήγμα και δεν μπορεί να ανταποκριθεί στην αποστολής τους για 48 τουλάχιστον ώρες για παράδειγμα, τότε εξ’ ορισμού τα φίλια τμήματα θα αναγκαστούν, εκ των πραγμάτων, να περιορίσουν τον όγκο πυρός που διαθέτουν, τουλάχιστον σε πρώτη φάση, και τελικά να απαγκιστρωθούν από τις αρχικές αμυντικές θέσεις, σε δεύτερη φάση, αφού δεν θα μπορούν να αναχαιτίσουν με πυρά τις επερχόμενες εχθρικές δυνάμεις.
Επιπλέον, θα είναι αδύνατη η ανάληψη επιθετικών πρωτοβουλιών λόγω της έλλειψης πυρομαχικών και καυσίμων. Σε μια εποχή όπου η εκτόξευση συνεχούς και μεγάλης ισχύος πυρός (κάτι που προϋποθέτει τον συνεχή ανεφοδιασμός σε πυρομαχικά) σε συνδυασμό με την δυνατότητα συνεχόμενης και ταχύτατης κίνησης (δηλαδή ο συνεχής ανεφοδιασμός σε καύσιμα) αποτελούν παράγοντες επιτυχίας ή αποτυχίας για κάθε στρατιωτική επιχείρηση. Η ελληνική αμυντική ιδιαιτερότητα (χερσαίο μέτωπο στον Έβρο και πολλά διάσπαρτα νησιά στο Αιγαίο) είναι ένας λόγος παραπάνω για την χώρα μας να διαθέτει ένα άρτια οργανωμένο και εξοπλισμένο δίκτυο ΔΜ.
Στον Έβρο, το φυσικό περιβάλλον και η γεωγραφική διαμόρφωση της περιοχής ευνοεί την ομαλή λειτουργία του ελληνικού δικτύου ΔΜ. Συγκεκριμένα το ρεύμα και η ροή του ανεφοδιασμού γίνεται κάθετα προς το μέτωπο, δηλαδή ακολουθεί τον άξονα Ξάνθη-Κομοτηνή-Αλεξανδρούπολη και βόρεια στον άξονα Αλεξανδρούπολη-Σουφλί-Διδυμότειχο-Ορεστιάδα. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι οι πρώτες βάσεις ανεφοδιασμού βρίσκονται μακριά από τα εχθρικά πυρά, οι οποίες θα πρέπει να διανύσουν μεγάλη απόσταση, βαθιά στην φίλια επικράτεια προκειμένου να προσβάλουν τον αρχικό πυρήνα ανεφοδιασμού του ΕΣ.
Προχωρώντας δυτικά προς το μέτωπο υπάρχουν οι σταθμοί και τα σημεία ανεφοδιασμού των σχηματισμών και των μονάδων τα οποία είναι μεν ποιο ευάλωτα, επειδή βρίσκονται κοντύτερα στην γραμμή των εχθροπραξιών, αλλά διατηρούν το πλεονέκτημα της «μικρής σιλουέτας», δηλαδή του μικρού αριθμού φορτηγών, τα οποία κινούνται σε ορεινό ή ημιορεινό έδαφος. Αυτοί οι σταθμοί και τα σημεία αποθήκευσης μπορούν να λειτουργήσουν με σχετική ασφάλειας κάτω από την κάλυψη των ορεινών όγκων και των δασικών εκτάσεων της Δυτικής Θράκης.
Στα νησιά του Αιγαίου η αποστολή του δικτύου ΔΜ είναι ποιο πολύπλοκη και δύσκολη. Για τον λόγο αυτό και προκειμένου να υπάρξει αδιάκοπη και ουσιαστική ενίσχυση των μαχόμενων τμημάτων θα πρέπει τα νησιά να διαθέτουν, ήδη από τον καιρό της ειρήνης, ένα καλά οργανωμένο δίκτυο ΔΜ. Παράλληλα, δεδομένου ότι οι ελληνικές δυνάμεις θα είναι, τουλάχιστον κατά την πρώτη φάση του πολέμου (τις πρώτες ώρες), απομονωμένες και μπορεί να παραμείνουν σε απομόνωση για μεγάλο χρονικό διάστημα, ιδιαίτερα εάν οι ενισχύσεις δεν φτάσουν ποτέ, θα πρέπει να διαθέτουν επαρκεί ποσότητες σε εφόδια, καύσιμα και πυρομαχικά.
Τα σύγχρονα στρατιωτικά φορτηγά, αναπόσπαστο τμήμα ενός σύγχρονου και λειτουργικού δικτύου ΔΜ, χαρακτηρίζονται πλέον από την ενσωμάτωση προηγμένων ηλεκτρονικών συστημάτων όπως σύστημα ανίχνευσης κίνησης, σύστημα αυξημένης ορατότητας για τον οδηγό, τον περιορισμό της κατανάλωσης καυσίμου στο μέγιστο μεταφερόμενο φορτίο και στη μέγιστη εμβέλεια, την ενσωμάτωση τεχνικών, διαδικασιών και συστημάτων φόρτωσης και εκφόρτωσης φορτίου, την αυξημένη ικανότητα μετακίνησης (αερομεταφορά, κίνηση σε άσφαλτό και κίνηση εκτός ασφάλτου) καθώς και την επιβίωση του προσωπικού με την ενσωμάτωση παθητικών συστημάτων προστασίας (βελτιωμένη θωράκιση) και ενεργητικών συστημάτων αυτοπροστασίας.
Τα ελληνικά στρατιωτικά φορτηγά γενικής χρήσης, μεταφοράς καυσίμου και ρυμουλκά απέχουν πολύ από το να χαρακτηριστούν σύγχρονα ή έστω ότι καλύπτουν τις ελάχιστες δυνατές επιχειρησιακές απαιτήσεις. Ο ΕΣ χρησιμοποιεί ρυμουλκούμενα οκτώ (8) και 30 τόνων, φορτηγά (6 x 6) τύπου Steyr 40M/Steyr S40, Oshkosh M-911 και Tatra 815/815VVN, φορτηγά (8 x 6) τύπου Oshkosh M-911, φορτηγά (8 x 8) τύπου Tatra 815VT, φορτηγά αυτοδύναμης ψύξης τύπου Steyr 680M3, 14ME14, IVECO και DAF και βυτιοφόρα οχήματα τύπου Steyr 5T, 26S32P43, 14ME14, Magirus, M-49, M-49C και M-611C. Σχεδόν όλα τα παραπάνω οχήματα, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, είναι παλαιά, ηλικίας περί των 50 ετών.
Εδώ και δεκαετίες ο ΕΣ δεν είχε προχωρήσει σε κάποια μαζική παραγγελία σύγχρονων φορτηγών οχημάτων ΔΜ. Οι ανάγκες καλύπτονταν και καλύπτονται, δυστυχώς, από δωρεάν παραχωρήσεις παλαιότερου υλικού, στα πλαίσια στρατιωτικής βοήθειας, ή από αγορές μεταχειρισμένων οχημάτων από άλλα συμμαχικά κράτη. Το αποτέλεσμα αυτής της πολιτικής είναι μεν η εξοικονόμηση πόρων αλλά επιχειρησιακά το ΣΕΜ παραμένει δέσμιο σε παλαιές τεχνολογίες και ξεπερασμένες επιδόσεις. Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι μπορεί μεν, πρωτογενώς, να εξοικονομούνται χρήματα, αφού δεν καταβάλλεται κάποιο μεγάλο τίμημα για τα υπό προμήθεια οχήματα, αλλά σε βάθος χρόνου αναγκαζόμαστε να δαπανούμε σημαντικά ποσά, σε ετήσια βάση, για την συντήρηση αυτών των παλαιών συστημάτων.
Αν και τα οικονομικά δεδομένα της χώρας είναι πολύ περιορισμένα και πιεσμένα, εντούτοις είναι εξαιρετικής σημασίας να εκπονηθεί ένα μακρόπνοο πρόγραμμα (διάρκειας 10-20 ετών) για τη σταδιακή ανανέωση όλων των φορτηγών που διαθέτει ο ΕΣ. Με τη σταδιακή είσοδο σε υπηρεσία νέων στρατιωτικών φορτηγών, της ίδιας οικογένειας (ομοιοτυπία) με μεγαλύτερο ωφέλιμο φορτίο και χαμηλότερες οικονομικές απαιτήσεις λειτουργίας και συντήρησης, θα επιτευχθούν καλύτερες επιχειρησιακές επιδόσεις, αλλά και οικονομίες κλίμακας.
Επιπλέον, η εφαρμογή ενός μακροπρόθεσμου προγράμματος παραγωγής φορτηγών οχημάτων δεν είναι δαπανηρή ενώ η εγχώρια προστιθέμενη αξία θα ήταν πάνω από 50%. Σε κάθε περίπτωση, η ΔΜ αποτελεί μια πάρα πολύ σπουδαία παράμετρος στο σύγχρονο επιχειρησιακό περιβάλλον και θα πρέπει να αποτελέσει κύριο μέλημα των επιτελών των Υπουργείου Εθνικής Άμυνας. Τα παραπάνω δεδομένα είναι ενδεικτικά και μόνο της τάσης που επικρατεί και δείχνει ότι τα στρατιωτικά φορτηγά έχουν εξελιχθεί τεχνολογικά και πλέον κανένας στρατός δεν μπορεί να αδιαφορεί για αυτές τις εξελίξεις.
Από το 1996 μέχρι σήμερα έχουμε δαπανήσει περί τα € 25 δις για την προμήθεια νέων οπλικών συστημάτων και την αναβάθμιση παλαιότερων. Κανένα όμως πρόγραμμα δεν εκπονήθηκε ή πραγματοποιήθηκε για την ανανέωση των μέσων του ΣΕΜ. Πόσο δύσκολο θα ήταν να δαπανηθούν € 250 εκ. σε βάθος 10-15 χρόνων για την προμήθεια 1.000 νέων φορτηγών; Ένας σύγχρονος στρατός δεν κρίνεται απαραίτητα από τα μαχητικά αεροσκάφη 4ης γενιάς ή τις φρεγάτες αντιαεροπορικής άμυνας περιοχής. Κρίνεται και από την δυνατότητα παροχής των κατάλληλων εφοδίων, την κατάλληλη στιγμή και στον κατάλληλο χώρο.
Ένα σύγχρονο δίκτυο ΔΜ όχι μόνο θα αναβάθμιζε τις επιχειρησιακές δυνατότητες του ΕΣ αλλά θα μπορούσε να αποτελέσει και το ζητούμενο για τη συμμετοχή της χώρας μας δε διεθνείς ειρηνευτικές επιχειρήσεις, φυσικά με τα ανάλογα διπλωματικά ανταλλάγματα. Σε αντίθεση με τα κύρια οπλικά συστήματα στον τομέα των στρατιωτικών φορτηγών οι διαθέσιμες επιλογές είναι τόσες πολλές ώστε ο ανταγωνισμός λειτουργεί αποτελεσματικά. Για παράδειγμα, σε σχετικό διαγωνισμό της Νοτίου Αφρικής συμμετείχαν 22 αμυντικές βιομηχανίες με ότι αυτό συνεπάγεται για τον περιορισμό του τελικού κόστους και την συμπαραγωγή.
Η χώρα μας διαθέτει αρκετές αμυντικές βιομηχανίες, οι οποίες θα μπορούσαν να εμπλακούν σε ένα πρόγραμμα παραγωγής στρατιωτικών φορτηγών με μεγάλη προστιθέμενη αξία. Αρκεί βέβαια να μην ακολουθηθεί η διαδικασία της παραγγελίας διαδοχικών παρτίδων 100 ή 200 φορτηγών την κάθε φορά. Επαναλαμβάνουμε ότι μπορεί αυτό να είναι οικονομικότερο σε πρώτη φάση αλλά μακροπρόθεσμα αποδεικνύεται δαπανηρότερο. Επίσης οι διαδοχικές παραγγελίες επιμηκύνουν τον χρόνο ένταξης σε υπηρεσία των φορτηγών αφού για κάθε παραγγελία θα πρέπει να γίνουν νέες διαπραγματεύσεις, να υπογραφούν νέα συμβόλαια και να προσδιοριστούν εκ νέου νέες ημερομηνίες παραγωγής και παράδοσης.
Αντίθετα η εφαρμογή ενός δεκαετούς προγράμματος αντικατάστασης όλων των φορτηγών του ΕΣ με οχήματα νέας τεχνολογίας και νέων δυνατοτήτων θα είχε ως αποτέλεσμα την επίτευξη οικονομίας κλίμακας και την ταχύτερη είσοδο σε υπηρεσία των νέων στρατιωτικών φορτηγών αφού η γραμμή παραγωγής θα παραμένει ανοιχτή. Η προμήθεια μερικών χιλιάδων οχημάτων σε συνδυασμό με τις απαιτήσεις συντήρησης-τεχνικής υποστήριξης θα είχε ως αποτέλεσμα την εξασφάλιση, για την εγχώρια αμυντική βιομηχανία, όγκο εργασίας για τα επόμενα 20 περίπου χρόνια. Το οικονομικό όφελος για τον ΕΣ θα είναι εξίσου σημαντικό. Ομοίως σημαντικό θα είναι και το όφελος για την ελληνική αμυντική βιομηχανία, η οποία θα έχει έσοδα, θα δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας και θα αποκτήσει σημαντικής τεχνογνωσία και τεχνολογία. Έτσι σε μια 20ετία όταν θα κλιθεί ο ΕΣ να επιλέξει μια νέα οικογένεια στρατιωτικών φορτηγών θα μπορούσε να βασιστεί ενδεχομένως σε σχεδιάσεις και τεχνολογία 100% ελληνική.
Σύγχρονα στρατιωτικά φορτηγά
Τα στρατιωτικά φορτηγά έχουν δεχθεί τα τελευταία χρόνια μια σειρά βελτιώσεων προκειμένου να βελτιώσουν σημαντικά τις επιχειρησιακές τους δυνατότητες. Η αρχική πάντως προσέγγιση ήταν η τροποποίηση φορτηγών πολιτικών προδιαγραφών προκειμένου αυτά να αναλάβουν, στην συνέχεια, στρατιωτικές αποστολές.
Ωστόσο η απουσία ενός συστήματος διαχείρισης φορτίου δημιουργούσε μεγάλα προβλήματα αφενός σε επίπεδο χρόνου φορτώσεως και εκφορτώσεως, αφετέρου οι πολιτικές προδιαγραφές απαγόρευαν τη χρήση των φορτηγών σε ανώμαλο έδαφος. Δημιουργήθηκε λοιπόν η ανάγκη ανάπτυξης μιας νέας γενιάς εξειδικευμένων φορτηγών σχεδιασμένων ευθείς εξ’ αρχής με στρατιωτικές προδιαγραφές, εφοδιασμένα με σύστημα διαχείρισης φορτίου, με μεγάλη μεταφορική ικανότητα και δυνατότητες κίνησης σε ανώμαλο έδαφος με σχετικά μεγάλες ταχύτητες.
Παράλληλα με την ανάπτυξη των νέων φορτηγών σημαντική προσπάθεια έχει γίνει και για την ανάπτυξη container έτσι ώστε να καλυφθούν όλες οι επιχειρησιακές απαιτήσεις. Η φιλοσοφία είναι ότι με την ανάπτυξη ενός εξειδικευμένου οχήματος, για παράδειγμα βυτιοφόρου, το φορτηγό δεσμεύεται σε μια και μόνη αποστολή ενώ με την ανάπτυξη μιας κοινής πλατφόρμας και την ανάπτυξη μιας οικογένειας container το στρατιωτικό φορτηγό γίνεται αυτόματα όχημα πολλαπλών ρόλων.
Όλα τα νέα στρατιωτικά φορτηγά διαθέτουν κάποιο συγκεκριμένο σύστημα φόρτωσης και εκφόρτωσης φορτίου. Αρχικά η λειτουργία αυτή αφέθηκε σε ειδικά ανυψωτικά οχήματα τα οποία διαχειρίζονταν τυποποιημένες παλέτες φορτίων συγκεκριμένων διαστάσεων. Δηλαδή η φόρτωση-εκφόρτωση πραγματοποιούνταν από δεύτερο όχημα και όχι από το ίδιο το φορτηγό. Με τον τρόπο αυτό βελτιώθηκαν οι χρόνοι φόρτωσης και εκφόρτωσης επιταχύνοντας έτσι τις διαδικασίες ανεφοδιασμού. Στη συνέχεια, αρκετά οχήματα εφοδιάστηκαν με υδραυλικό σύστημα γερανών ενσωματωμένων στο σασί των φορτηγών.
Με αυτό τον τρόπο το στρατιωτικό φορτηγό έγινε ένα ολοκληρωμένο σύστημα του δικτύου ΔΜ. Τέλος μια σημαντική τεχνολογική καινοτομία αποτελεί και το σύστημα προσθαφαιρούμενης πλατφόρμας (containers) η χρήση του οποίου έχει γενικευτεί καθώς μειώνει σημαντικά το χρόνο φόρτωσης και εκφόρτωσης και προσαρμόζεται εύκολα σε σειρά συμβατικών φορτηγών. Οι τελευταίες εξελίξεις στο θέμα των συστημάτων διαχείρισης φορτίων ουσιαστικά αποτελούν διάφορες εκδόσεις, βελτιώσεις ή συνδυασμούς των παραπάνω τεχνικών. Σε κάθε περίπτωση τα νέα στρατιωτικά φορτηγά θα πρέπει να είναι σε θέση να αντεπεξέλθουν σε διαρκή χρήση (στρατιωτικές, ειρηνευτικές και άλλες επιχειρήσεις).
Στη διεθνή αγορά υπάρχουν σειρά νέων σχεδιάσεων οι οποίες θα μπορούσαν να αποτελέσουν αντικείμενο μελέτης από ΕΣ. Έτσι υπάρχουν οχήματα διαφόρων διαστάσεων (6 x 6, 8 x 8 και 10 x 10) με μεταφορική ικανότητα η οποία κυμαίνεται από τους πέντε τόνους έως τους 30+. Στον τομέα διακρίνονται οι εταιρίες Oshkosh (ΗΠΑ), Tatra (Τσεχία), Renault (Γαλλία), MAN (Γερμανία, έχει εξαγοράσει την αυστριακή Steyr), Rheinmetall Defence, Mercedes-Benz, BAE Systems (Μεγάλη Βρετανία), Scania και Volvo (Σουηδία), IVECO (Ιταλία), αλλά και άλλες εταιρίες από άλλες χώρες.