Ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας Πάνος Καμμένος, συνοδευόμενος από τον Α/ΓΕΕΘΑ Ναύαρχο Ευάγγελο Αποστολάκη και τον Α/ΓΕΣ Αντιστράτηγο Αλκιβιάδη Στεφανή, επισκέφθηκε την Ανώτατη Στρατιωτική Διοίκηση Εσωτερικού και Νήσων (ΑΣΔΕΝ), όπου τον υποδέχθηκε ο Διοικητής της ΑΣΔΕΝ Αντιστράτηγος Νικόλαος Μανωλάκος. Στην επίσκεψη του ΥΠΕΘΑ ξεχώρισαν τα UAV Sperwer του ΕΣ τα οποία παρουσιάστηκαν ως στατικά εκθέματα στα πλαίσια των ικανοτήτων παρατήρησης της ΑΣΔΕΝ.
Τα τελευταία 15-20 χρόνια η παγκόσμια αγορά των Μη-Επανδρωμένων Αεροσκαφών (UAV) αναπτύσσεται ραγδαία. Πρόσφατες μελέτες προβλέπουν ότι, έως το 2020, η παγκόσμια ζήτηση και προσφορά UAV θα ανέλθει σε 18.000+ αεροσκάφη, αριθμός ιδιαίτερα υψηλός, και πως ο παγκόσμιος τζίρος θα φθάσει τα € 12 δις.
Σε αντίθεση με την ευρέως διαδεδομένη άποψη, τα UAV δεν πρωτοεμφανίστηκαν τα τελευταία 15-20 χρόνια . Απλά, τη συγκεκριμένη περίοδο ωρίμασε η τεχνολογία, έτσι ώστε τα UAV να επανέλθουν δυναμικά στο προσκήνιο. Στις ΗΠΑ, τα πρώτα UAV (τότε ονομάζονταν RPV : Remote Piloted Vehicles ή απλά Drones) άρχιζαν να εμφανίζονται στη δεκαετία του ’50. Ήταν απλές κατασκευές, οι οποίες εφορμούσαν από μεταγωγικά αεροσκάφη. Η χρήση τους κλιμακώθηκε στον πόλεμο του Βιετνάμ, κυρίως στο πλαίσιο του προγράμματος Buffalo Hunter.
Το πιο δημοφιλές Drone στο Βιετνάμ ήταν το Firebee AQM-34L της Ryan, το οποίο εφορμούσε από την πτέρυγα ενός τροποποιημένου DC-130 Hercules. Αντικειμενικός Σκοπός εκείνων των RPV ήταν η φωτογράφηση αντιαεροπορικών συστημάτων εδάφους-αέρος SA-2 που βρισκόταν στο Βόρειο Βιετνάμ. Ωστόσο, έφεραν μόνο μία απλή TV κάμερα. Αργότερα, ορισμένα τροποποιήθηκαν για την εκτέλεση αποστολών SIGINT (SIGnature INTelligence). Συνολικά, εκτέλεσαν πάνω από 3.400 αποστολές εκείνη την περίοδο. Σήμερα, η ραγδαία πρόοδος στην τεχνολογία και δη στους μικροεπεξεργαστές, στα συνθετικά υλικά, στην πρόωση, αλλά και στη νανοτεχνολογία, προσφέρει θεαματικές δυνατότητες στους κατασκευαστές UAV σε παγκόσμιο επίπεδο.
Τα drones του Ελληνικού Στρατού
Στους δύο νευραλγικούς σχηματισμούς του ΕΣ, το Δ’ Σώμα Στρατού και την ΑΣΔΕΝ υπηρετούν τα UAV Sperwer και συγκεκριμένα στον Λόχο Μη-Επανδρωμένων Αεροχημάτων (Λ/ΜΕΑ) του 472 Τάγματος Επιτήρησης-Πληροφορικής (472 ΤΕΠΠ) της ΑΣΔΕΝ καθώς στο 1ο Συγκρότημα Επικοινωνιών Ηλεκτρονικού Πολέμου Πληροφορικής και Επιτήρησης (1ο ΣΕΗΠΠΕΠ/Δ΄ ΣΣ).
Η απόσυρση των RF-4E αλλάζει τα δεδομένα στον τομέα της αεροφωτογράφισης,της αναγνώρισης και επιτήρησης. Πλέον αμφότεροι ΕΣ και ΠΑ βασίζονται στα UAV που διαθέτουν ενώ η ΠΑ διαθέτει δύο ατρακτίδια ASTAC και δύο ατρακτίδια DB-110 στα μαχητικά της 335 Μοίρας. Τα ASTAC έπειτα από την απόσυρση των RF-4E παραμένουν αναξιοποίητα. Πρόκειται για ατρακτίδια συλλογής και καταγραφής ηλεκτρονικών εκπομπών.Συγκεκριμένα το ατρακτίδιο ASTAC έχει τη δυνατότητα εντοπισμού και προσδιορισμού θέσης κάθε ηλεκτρονικής εκπομπής σε φάσμα συχνοτήτων μεταξύ της ζώνης Β (250-500 MHz) και Κ (20-40 GHz), με ικανότητα κάλυψης περιοχής τουλάχιστον 160 km² όταν το αεροσκάφος ίπταται με υποηχητική ταχύτητα σε μεσαία ύψη. Από την άλλη μεριά τα μόλις δύο ατρακτίδια DB-110 δεν επαρκούν. Πρόκειται για ατρακτίδια με εξαιρετικές δυνατότητες και επιδόσεις. Αναφορικά με το ASTAC εγείρεται ζήτημα σχετικά με τα αεροσκάφη που μπορεί να πιστοποιηθεί καθώς ως λύσεις προβάλουν τα F-4 και τα Μirage 2000 αλλά αμφότερα έχουν πάρει τον δρόμο της απόσυρσης μέσα στα επόμενα χρόνια.
Ο Ελληνικός Στρατός, με τη σειρά του, συνειδητοποίησε την αξία των UAV, μέσω της εκδήλωσης ενδιαφέροντος και κατόπιν παραγγελίας 2 + 2 ολοκληρωμένων συστημάτων Sperwer της Sagem. H είσοδος των Sperwer στον Ελληνικό Στρατό και συγκεκριμένα στο Δ’ Σώμα Στρατού και την ΑΣΔΕΝ αποτελεί σημαντικότατη προσθήκη στο οπλοστάσιο των Ενόπλων Δυνάμεων για δύο λόγους.
Πρώτον, ο ΕΣ δεν χρειάζεται πλέον, σε καταλυτικό βαθμό, τη συνδρομή της ΠΑ. Δεύτερον, ο ΕΣ αποκτά δυνατότητες ISR σε τακτικό επίπεδο. Κάθε ολοκληρωμένο σύστημα αποτελείται από τέσσερα αεροσκάφη, έναν κλωβό ελέγχου εδάφους, έναν κλωβό επικοινωνιών, έναν κλωβό συντήρησης, μία πλατφόρμα εκτόξευσης και από οχήματα περισυλλογής. Ενδεικτικά, το βάρος του μέγιστου ωφέλιμου φορτίου ανέρχεται στα 58 κιλά και αποτελείται από μία θερμική κάμερα FLIR τύπου OLOSP.
To μέγιστο βάρος απογείωσης ανέρχεται στα 350 κιλά, φέρει σύστημα INS / GPS, η ακτίνα μετάδοσης των πληροφοριών φθάνει τα 100ΝΜ περίπου και η ακτίνα δράσης του τα 250ΝΜ περίπου. Συνολικά, ο ΕΣ θα έχει στη διάθεσή του 15 UAV Sperwer (ένα χάθηκε σε ατύχημα). Ο αριθμός δεν είναι μικρός, αλλά δεν ικανοποιεί τις ανάγκες του ΕΣ για συνεχή παρουσία στη Θράκη και για επιτήρηση σε βάθος. Λύσεις υπάρχουν αρκετές. Στην προκειμένη περίπτωση, η κατασκευάστρια εταιρία προτείνει το Sperwer B, μία εξελιγμένη έκδοση του Sperwer, η οποία-μεταξύ άλλων-θα φέρει δύο σημεία ανάρτησης φορτίου στις πτέρυγες μέγιστου βάρους 35 κιλών. Ήδη, η εταιρία έχει προχωρήσει στην ολοκλήρωση του αντιαρματικού πυραύλου αέρος-εδάφους, τύπου Spike LR της Rafael, του οποίου το μέγιστο βεληνεκές αγγίζει τα 4 χλμ.
Πολλαπλασιαστής ισχύος
Εξ ορισμού, η διαφορά ενός UAV από ένα επανδρωμένο αεροσκάφος είναι ο παράγοντας άνθρωπος. Τα σύγχρονα UAV είναι πλήρως αυτοματοποιημένα, από την απογείωση και την πτήση προς την περιοχή ενδιαφέροντος έως και την προσγείωση. Στα περισσότερα ολοκληρωμένα συστήματα, ο χειριστής βρίσκεται σε απόσταση αρκετών χιλιομέτρων από το αεροσκάφος και μέσω ενός ή περισσοτέρων συστημάτων ελέγχου, παρακολουθεί τα δεδομένα, τροποποιεί, όποτε χρειαστεί, την πτήση και συλλέγει φωτογραφίες ή βίντεο σε πραγματικό χρόνο.
Η τελευταία αυτή δυνατότητα είναι που εκτόξευσε τη χρήση των UAV την τελευταία δεκαετία. Άλλωστε, ο όρος UAV είναι άμεσα συνυφασμένος με τον αντίστοιχο ISR (Intelligence, Surveillance, Reconnaissance : Πληροφορίες, Επιτήρηση, Αναγνώριση). Σε γενικές γραμμές, ένα UAV μπορεί να επιχειρεί σε βάθος, από μικρά και μεσαία έως μεγάλα ύψη και το σπουδαιότερο, να περιπολεί (loiter time) για αρκετές ώρες (άνω των 20 ωρών). Έτσι, προσδίδει αυτό που οι Αμερικανοί αναφέρουν ως persistence, δηλαδή συνεχή παρουσία στην περιοχή ενδιαφέροντος, δίχως να τίθεται σε κίνδυνο ο χειριστής, ξεπερνώντας τις φυσικές αντοχές ενός επανδρωμένου αεροσκάφους. H χρησιμότητά τους έγκειται στο γεγονός ότι μπορούν να μεταδώσουν σε πραγματικό χρόνο υψίστης σπουδαιότητας πληροφορίες, συμβάλλοντας έτσι καθοριστικά στην Επίγνωση της Κατάστασης σε τακτικό επίπεδο.
Αξιοσημείωτο είναι πως το αμερικανικό UAV Global Hawk, από τις 8 Μαρτίου του 2003 έως τις 23 Απριλίου του 2003, κατόρθωσε να εντοπίσει σε 16 αποστολές στο Ιράκ, 13 πυροβολαρχίες SAM, 50 εκτοξευτές αυτών, 70 οχήματα υποστήριξης αυτών και πάνω από 300 τεθωρακισμένα οχήματα! Επίσης, το Ισραήλ χρησιμοποίησε συστηματικά UAV στις πρόσφατες επιχειρήσεις στο Λίβανο, με σκοπό να εντοπίσει συστοιχίες «Κατιούσα» και να μεταδώσει πληροφορίες κατάδειξής τους σε επερχόμενα ισραηλινά μαχητικά αεροσκάφη. Τα UAV μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε δύο είδη επιχειρήσεων: σε συμβατικές επιχειρήσεις, τόσο σε τακτικό, όσο και σε στρατηγικό επίπεδο και σε αντίστοιχες μη συμβατικές χαμηλής έντασης (LIC : Low Intensity Combat).
Στην πρώτη κατηγορία, τα αεροσκάφη χρησιμοποιούνται σε ρόλο αναγνώρισης για τη συλλογή και μετάδοση πληροφοριών, μέσω θερμικών καμερών FLIR, ηλεκτροπτικών καμερών, καθώς και SAR, αναφορικά με τη διάταξη μάχης του εχθρού σε τακτικό επίπεδο. Οι πληροφορίες παρέχουν στον τακτικό διοικητή μίας φίλιας δύναμης τη δυνατότητα να αποκτήσει σαφή επίγνωση της τακτικής κατάστασης, να μειώσει τον κύκλο “Sensor to Shooter”, δηλαδή το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί από τον εντοπισμό του στόχου έως την καταστροφή του και, εν τέλει, να βελτιώσει θεαματικά την αποτελεσματικότητα μίας διοίκησης τύπου effects based command. Βάσει αυτής, ο τακτικός διοικητής σχεδιάζει τις επόμενες κινήσεις του με γνώμονα την υφιστάμενη κατάσταση και όχι απαραίτητα με βάση εντολές ανωτέρων του, οι οποίοι βρίσκονται χιλιόμετρα μακριά από την περιοχή και μπορεί να μην έχουν την ίδια επίγνωση της κατάστασης.
Πιο απλά, τα UAV στέκονται αρωγοί στην προσπάθεια αποκέντρωσης του Ελέγχου και της Διοίκησης προς τα κατώτερα κλιμάκια. Επιπλέον, χρησιμοποιούνται σε ρόλο ELINT για την καταγραφή της ηλεκτρονικής διάταξης μάχης του εχθρού, σε ρόλο ESM για την παροχή σε πραγματικό χρόνο της θέσης πηγών ηλεκτρομαγνητικής εκπομπής (ραντάρ, σκάφη επιφανείας, κ.λπ.), σε ρόλο ECM για τον έλεγχο του ηλεκτρομαγνητικού φάσματος σε μία οριοθετημένη γεωγραφική περιοχή (η συγκεκριμένη τεχνολογία βρίσκεται στο στάδιο εξέλιξης), καθώς και σε ρόλο Hunter-Killer, όπου το UAV εντοπίζει και στη συνέχεια καταστρέφει το στόχο.
Η τελευταία αυτή δυνατότητα πρόκειται να φέρει επανάσταση στη χρήση των UAV και αποτελεί τον προπομπό των μελλοντικών UCAV (Unmanned Combat Aerial Vehicles). Στη δεύτερη κατηγορία, τα UAV επιχειρούν σε LIC περιβάλλον ή, πιο απλά, στο πλαίσιο αντιτρομοκρατικών επιχειρήσεων. Η πλειονότητα των επιχειρήσεων αυτών λαμβάνει χώρα σε αστικά κέντρα, όπως στη Βαγδάτη και αποσκοπεί στον εντοπισμό και στην εξόντωση τρομοκρατικών θυλάκων ή τρομοκρατών.
Κλασικό παράδειγμα αυτής της κατηγορίας είναι η επιχείρηση Εγγύς Αεροπορικής Υποστήριξης της CIA, στις 3 Νοεμβρίου του 2002, στη βόρεια Υεμένη. Ένα UAV Predator έπληξε, επιτυχώς, με πύραυλο Hellfire το αυτοκίνητο του τρομοκράτη Σανίν Σιλάμ Αλ-Χαρέθι, του ανθρώπου που θεωρήθηκε ιθύνων νους της επίθεσης στο αντιτορπιλικό του Πολεμικού Ναυτικού των ΗΠΑ, USS Cole. Σύνδεσμοι της CIA, οι οποίοι βρίσκονταν πλησίον του αυτοκινήτου, έκαναν κατάδειξη του στόχου στον χειριστή του Predator. Το τελευταίο εξαπέλυσε τον πύραυλο και έπληξε το κινούμενο όχημα, ενώ οι σύνδεσμοι βρίσκονταν σε κοντινή απόσταση από αυτό. Ο θάνατος του τρομοκράτη ήταν πλήγμα για την Αλ-Κάιντα και ως εκ τούτου η έκβαση της επιχείρησης είχε στρατηγικό χαρακτήρα.