Προβληματισμός επικρατεί εδώ και αρκετό καιρό στα αρμόδια Γενικά Επιτελεία αναφορικά με την αντιμετώπιση της απειλής που προέρχεται από τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη, τα οποία χρησιμοποιούνται από τις τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις στο Ανατολικό Αιγαίο και τη Θράκη.
Η νέα ποιοτική αναβάθμιση στον τομέα συλλογής πληροφοριών από την Άγκυρα, έρχεται με τη μορφή εκμετάλλευσης μη επανδρωμένων αεροσκαφών και αεροχημάτων, τα οποία με τη σημερινή διαθέσιμη τεχνολογία προσφέρουν την ικανότητα επιτήρησης-εντοπισμού στόχων ενδιαφέροντος – όχι μόνο εντός του ελληνικού FIR – αλλά και εντός του Εθνικού Εναέριου Χώρου (ΕΕΧ).
Κύριο πλεονέκτημα των UAV και drones είναι οτι είναι μη επανδρωμένα – άρα και ασφαλή ώστε να πλησιάσουν επικίνδυνους στόχους- ενώ κατά κανόνα έχουμ μικρό μέγεθος που συνεπάγεται από χαμηλή παρατηρησιμότητα που εξασφαλίζει αθέατη προσέγγιση και καταγραφή επίγειων εγκαταστάσεων, κινήσεις προσωπικού, οχημάτων καθώς και πλοίων.
Οι δυνατότητες αυτές επιτρέπουν στην Τουρκία να τα χρησιμοποιεί με πολύ μεγαλύτερη άνεση και «ευχέρεια» σε σχέση με συμβατικά αναγνωριστικά αεροσκάφη, εφόσον επικρατεί άτυπα (αλλά λανθασμένα) η άποψη οτι εφόσον δε διαθέτουν χειριστές και είναι μικρού μεγέθους, διαφέυγουν της προσοχής ή δεν χαίρουν της δέουσας προσοχής, όπως μεγαλύτεροι στόχοι (πχ συμβατικά μαχητικά)από την ελληνική αεράμυνα.
Το επεισόδιο που «οριοθέτησε» την απειλή
Η απειλή έχει επισημανθεί ήδη εδώ και αρκετό καιρό με σημαντικότερο, το περιστατικό υπερπτήσης μη επανδρωμένων droneUAV Bayraktar και των μεγαλύτερων MALE ANKAπάνω από μονάδες επιφανείας του ΠΝ στο βορειοανατολικό Αιγαίο, κατά τη διάρκεια της άσκησης «Παρμενίων -2017».
Τα τουρκικά UAV τότε είχαν επισημανθεί και ταυτοποιηθεί από τους αισθητήρες των πλοίων ενώ είχε σημειωθεί άμεση αντίδραση της ηγεσίας του ΥΕΘΑ με απευθείας επαφή του Α/ΓΕΕΘΑ Ναυάρχου Ευάγγελου Αποστολάκη ΠΝ με τον τούρκο ομόλογο, του απαιτώντας την άμεση απομάκρυνση τους από την περιοχή, διότι δε διαφορετική περίπτωση θα δινόταν εντολή κατάρριψης τους. Το περιστατικό φυσικά είναι γνωστό αφού είχε λάβει εκτεταμένη δημοσιότητα από τα ΜΜΕ, τα οποία για πρώτη φορά «ανακάλυψαν» τη νέα αυτή διάσταση της τουρκικής προκλητικότητας.
Στην επιχειρησιακή διάσταση του θέματος εκτιμάται οτι τα τουρκικά UAV εκτέλεσαν 3 διελέυσεις για την παρακολούθηση των ελληνικών πλοίων τη συγκεκριμένη μέρα, καταγράφοντας διάταξη δυνάμεων και κινήσεις, ενώ υπολογίστηκε ότι υπήρξαν περισσότερες από 10 κατασκοπευτικές πτήσεις.
Σε λιγότερο από 5 λεπτά από το διάβημα του Έλληνα Α/ΓΕΕΘΑ, τα τουρκικά drone φέρονται να απομακρύνθηκαν από τα πλοία του στόλου, ενώ διαπιστώθηκε εμπράκτως η ικανότητα εντοπισμού και εγκλωβισμού τους από τους αισθητήρες και τα οπλικά συστήματα των φρεγατών και των πυραυλακάτων του ΠΝ.
Είναι δε γεγονός οτι λόγω του σχεδιασμού τους, τα ραντάρ επτήρησης – καταύγασης των πλοίων και ιδίως τα αντιπυραυλικά συστήματα Phalanx είναι σχεδιασμένα να εντοπίζουν στόχους μικρού ίχνους RCS (όπως τυπικά διαθέτουν τα βλήματα εναντίον πλοίων). Κατά συνέπεια σε αυτή τη κατηγορία εμπίπτουν και τα UAV τα οποία – ας σημειωθεί – οτι μπορούν να εντοπιστούν ακόμη και νύχτα με εντελώς παθητικό τρόπο και φυσικά να προσβληθούν.
Το πρόβλημα έγκειται στους κανόνες εμπλοκής, οι οποίοι αντικειμενικά θα πρέπει να παρέχουν μεγαλύτερη ευελιξία. Αυτό είναι ένα μεγάλο ζήτημα που αφορά όχι μόνο το ΠΝ αλλά και το σύνολο των μονάδων των Ε.Δ τόσο σε μονάδες πρώτης γραμμής όσο και στα «μετόπισθεν».
Η νέα απειλή για τα νησιά
Η Τουρκία σύμφωνα με όσα έχουν γίνει γνωστά εχει δοκιμάσει τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη τα τελευταία χρόνια, με πτήσεις στον Έβρο και νησιά του βορειοανατολικού Αιγαίου, καταγράφοντας θέσεις της ελληνικής αμυντικής διάταξης και οπλικά συστήματα.
Η επισήμανση τους φυσικά δεν συνοδεύτηκε – πλήν ελαχίστων εξαιρέσεων – από τη δέουσα αντίδραση η οποία θα πρέπει να είναι μόνο..μία. Η άμεση κατάρριψη τους!
Την τακτική αυτή εφαρμόζει άμεσα και αποτελεσματικά το Ισραήλ, το οποίο βιώνει αντίστοιχο επίπεδο απειλής από ιρανικά UAV, τα οποία χρησιμοποιούνται σε αναγνωριστικές πτήσεις εντός της επικράτειας της χώρας. Παράλληλα έχει επιχειρηθεί η χρήση τους και ως οπλικά συστήματα για την προσβολή ευαίσθητων εγκαταστάσεων υψηλής στρατηγικής αξίας.
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα κατασκοπευτικής αποστολής του ιρανικού UAV από το Λίβανο στο Ισραήλ, το 2012, το οποίο αφού πέταξε παράλληλα με την ισραηλινή ακτογραμμή εισήλθε στον ισραηλινό εναέριο χώρο. Αφούπαρέμεινε για πάνω από μισή ώρα πάνω από το νότιο Ισραήλ, κατέπεσε κοντά στο πυρηνικό σταθμό της Dimona μετά από την επέμβαση ισραηλινών μαχητικών F-16C, τα οποία αφού τα καταδίωξαν,εξαπέλυσαν εναντίον τους δύο βλήματα αέρος-αέρος Python 5.
Αντίστοιχο περιστατικό καταγράφτηκε φέτος και στην Ελλάδα όταν το μεσημέρι της Μ. Πέμπτης, ένα τουρκικό UAV ANKA, εντοπίστηκε από ελληνικά ραντάρ στην περιοχή της Ρόδου.
Αμέσως, απογειώθηκαν μαχητικά F-16 της ΠΑ, τα οποία το εντόπισαν και το έθεσαν υπό παρακολούθηση μέχρι να αποχωρήσει από το FIR, χωρίς όμως να προβούν σε κατάρριψη.
Η κλιμάκωση των επιχειρησιακών δράσεων της γειτονικής μας χώρας, προκαλεί πλέον σοβαρό προβληματισμό καθώς τέθηκε για πρώτη φορά το ερώτημα, τι θα γίνεται σε αυτές τις περιπτώσεις και κατ επέκταση αν είναι οικονομικά συμφέρον – εφόσον τα τουρκικά UAV δεν καταρρίπτονται- να δαπανώνται τεράστια ποσά για τα καύσιμα των μαχητικών που απογειώνονται σε Readiness (συγκριτικά με το ελάχιστο κόστος ενός UAV ανά ώρα πτήσης).
Είναι προφανές οτι η στρατηγική απλής παρακολούθησης – συνοδείας των τουρκικών UAV δεν είναι αποτελεσματική ούτε σε επίπεδο κόστος – αποτέλεσμα, ούτε σε επίπεδο αποτροπής του αντιπάλου να διεξάγει αντίστοιχες επιχειρήσεις. Το ζήτημα προκάλεσε προβληματισμό στο ΓΕΑ το οποίο έχει προβεί στις απαραίτητες εισηγήσεις χωρίς να μπορεί να ειπωθεί κάτι περισσότερο σε αυτή τη φάση.
Πρόκειται για μια νέα πραγματικότητα και απειλή για την Ελλάδα, με τους αρμόδιους να παραδέχονται οτι αυτο το συμβαν, μαζί με αρκετά άλλα που εμπιπτουν στην κατηγορία των «άγνωστων ιχνών» που πετούν στον εναέριο χώρο του Έβρου και των νησιών του βορειοανατολικού Αιγαίου, αποτελούν πλέον πρόβλημα για την Εθνική Ασφάλεια. Μια ένοια απόλυτα παρεξηγημένη στη χώρα μας και το χειρότερο άγνωστη για τους περισσότερους..
Φυσικά η παθητική στάση δεν αποτελεί βιώσιμη επιλογή. Μοναδική λύση δεν μπορεί να είναι άλλη από την κατάρριψη των UAV, όποτε αυτά εισέρχονται εντός Εθνικού Εναέριου χώρου. Ιδίως οταν αυτά επισημαίνονται πλησίων η άνωθεν στρατιωτικών περιοχών. Οποιαδήποτε άλλη ενέργεια αποτελεί παραδοχή οτι ο αντίπαλος μπορεί πρακτικά να υπερίπταται οπουδήποτε επιθυμεί με τη σιωπηρή αποδοχή της Ελληνικής πλευράς..
Ουδείς φυσικά τουρκος αξιωματούχος θα μπορεί να έχει το θράσος να διαμαρτυρηθεί σε αώτατοεπίπεδο όταν τμήματα ενός καταρριφθέντος UAV, θα επιδειχθούν δημόσια μετά από την ανάκτηση τους από Ελληνικό έδαφος. Μάλλον το αντίθετο καθώς η Τουρκία θα εκτεθεί ανεπανόρθωτα καταγράφοντας μια ακόμη «ήττα» σε τακτικό επίπεδο.
Επιπλέον σε επικοινωνιακό επίπεδο η τακτική αυτή οχι μόνο θα αποτελέσει βελτιστο εργαλείο στον τομέα των ψυχολογικών επιχειρήσεων αλλά και «στρατηγικό όπλο» στη διπλωματική «φαρέτρα» εφόσον σε μια τέτοια περίπτωση το πρόβλήμα θα αναδειχθεί σε διεθνές επίπεδο με τις ανάλογες επιπτώσεις εις βάρος της Τουρκίας.
Υπό επιτήρηση..
Δυστυχώς η απειλή των UAV και drones έχει απλώσει τη «σκιά» της και στην ενδοχώρα της ελληνικής επικράτειας με απανωτά περιστατικά που έχουν επισημανθεί από προσωπικό μονάδων των ΕΔ ακόμη και πέριξ της πρωτεύουσας.
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα που επίσης ελάβε δημοσιότητα με drone μικρού μεγέθους (ελικοπτεράκι) το οποίο κατέγραφε τις εγκαταστάσεις του υπουργείου Εθνικής Άμυνας στο στρατόπεδο «ΠΑΠΑΓΟΥ». Το περιστατικό σημειώθηκε στις 10/10/2014 όταν ένας σκοπός,εντόπισε ένα drone να αιωρείται πάνω από κτηριακές εγκαταστάσεις του ΥΕΘΑ. Αμέσως κλήθηκε και η αστυνομία με δυνάμεις να σπεύδουν στην περιοχή άμεσα προκειμένου να εντοπίσουν το άγνωστο αερόχημα.
Οι έρευνες τελικώς απέβησαν άκαρπες, καθώς το μικρό ιπτάμενο αντικείμενο είχε εξαφανιστεί. Βεβαίως πολλοί ισχυρίστηκαν τότε ότι πιθανότατα πρόκειται απλώς για κάποιον επιπόλαιο ιδιώτη που ήθελε να δοκιμάσει αν μπορεί να πραγματοποιήσει υπέρπτηση πάνω από το «πεντάγωνο» χωρίς να πιαστεί από τις αρχές. Αλλά ακόμη και αν αυτό το σενάριο ισχύει, το πρόβλημα δεν παύει να υφίσταται. Και εδώ τίθεται το εξής απλό ερώτημα: Tι εμποδίζει οποιονδήποτε επιτήδειο με κακόβουλη πρόθεση να επιχειρήσει ακριβώς το ίδιο για σκοπούς παρακολούθησης – κατασκοπείας;
Δυστυχώς η απάντηση δεν είναι έυκολη ενώ δεν θα πρέπει να υπάρχουν ψευδαισθήσεις ως προς το τι συμβαίνει. Ειδικά όταν σε άλλο πολύ πιο πρόσφατο περιστατικό σε μεγάλη στρατιωτική μονάδα εντός Λεκανοπεδίου,εντοπίστηκε τυχαία σε κοντινή περιοχή και ανακτήθηκε (από το βυθό της θάλασσας) μη επανδρωμένο αεροσκάφος (drone) με διάταξη σταθερών πτερύγων.
Το εν λόγω εύρημα διέθετε συσκευή αναμετάδοσης για καταγραφή των δεδομένων στη συσκευή τηλεκατεύθυνσης του χειριστή, ενώ από τα υλικά κατασκευής και τη βαφή του προκύπτει οτι πρόκειται για UAV που δεν διατίθεται στο εμπόριο (άρα ιδιοκατασκευή) βαμένη καθολικά με χρώμα χαμηλής παρατηρησιμότητας και χωρίς κανένα σύστημα φωτεινής σηματοδοσίας για οπτικό εντοπισμό.
Φυσικά εύκολα μπορεί κανείς να συμπεράνει το σκοπό χρήσης του από το σημείο που βρέθηκε αλλά και τα τεχνικά χαρακτηριστικά του, ενώ δεν μπορούμε να φανταστούμε ποιός «καλόβουλος» χρήστης, θα ήταν διατεθειμένος να δαπανήσει μερικές χιλιάδες ευρώ για να φτιάξει ένα UAV, χωρίς να εξασφαλίσει τα στοιχειώδη μέτρα για τον οπτικό εντοπισμό του, ώστε να μην το απωλέσει.. Κατά συνέπεια το πρόβλημα είναι υπαρκτό και χρήζει άμεσης αντιμετώπισης.
Μέθοδοι κατάρριψης drones
Οι λύσεις βεβαίως είναι από απλές έως σύνθετες με πολλαπλά επίπεδα προκλήσεων. Μια μορφή αντιμετώπισης είναι η κατάρριψη με «παραδοσιακά» μέσα. Μια τέτοια λύση φυσικά είναι «χαμηλού κόστους» αλλά δεν πρέπει να λησμονείται οτι με την άμεση γειντίαση κατοικημένων περιοχών δίπλα σε στρατιωτικές εγκαταστάσεις, τυχόν χρήση πυρών από φορητό οπλισμό, δεν μπορεί να αποκλείσει την πιθανότητα ακούσιου τραυματισμού πολίτη από «αδέσποτη» βολίδα. Κάτι που φυσικά ουδείς επιθυμεί ούτε κατά διάνοια να συμβεί. Άρα η λύση αυτή περιορίζεται σε μονάδες ακριτικών περιοχών που είναι στο ύπαιθρο οπότε δεν υφίσταται τέτοιος κίνδυνος.
Για σενάρια «αναχαίτησης» μικρών UAV και drones πλησίον – εντός κατοικημένων περιοχών τη λύση έρχεται να δώσει η τεχνολογία με την ανάπτυξη συστημάτων εντοπισμού – παρεμβολών τα οποία μπορούν να πετύχουν ασφαλή κατάρριψη εντός προκαθορισμένων ζωνών.
Το πρόβλημα σε αυτήν την περίπτωση είναι το κόστος αφού πολλά εξ αυτών, απαιτούν την ανάπτυξη υποδομής αισθητήρων ανά 50-100μ ο οποίος σε συνδυασμό με την αντίστοιχη παρεμβολική διάταξη εκτιμάται άνω των 50.000 – 100.000 ευρώ έκαστος. Άρα για την φύλαξη εγκαταστάσεων μεγάλης έκτασης όπως κατά κανόνα είναι οι περισσότερες στρατιωτικές εγκαταστάσεις το κόστος είναι απαγορευτικό με τα σημερινά οικονομικά δεδομένα.
Τη λύση ίσως να προσφέρουν κινητά συστήματα επιτήρησης εντοπισμού επί οχημάτων τα οποία και πάλι εμπεριέχουν υψηλό κόστος εφόσον προέρχονται από διεθνή αγορά. Γι αυτό θα πρέπει να αναζητηθούν επιλογέςαπό την εγχώρια αγορά με την ανάπτυξη ενός συστήματος υψηλών προδιαγραφών, (με σταθερή και κινητή διάταξη) το οποίο δυναται να αναπτυχθεί από ελληνικά χέρια.
Για να υπάρχουν σοβαρές πιθανότητες υλοποίησης το εγχείρημα θα πρέπει να έχει την κατάλληλη υποστήριξη του ΥΕΘΑ και του ΓΕΕΘΑ, τα οποία θα θέσουν προδιαγραφές και θα χρηματοδοτήσουν σταδιακά το σύστημα, με τρόπο που θα εξασφαλίσει– σε κάθε περίπτωση – τήρηση των ζητούμενων επιδόσεων εντός χρονοδιαγράμματος και κόστους,ώστε να μην επαναληφθούν τα φαιδρά φαινόμενα του παρελθόντος που δυστυχώς ταλαιπώρησαν τις Ε.Δ.
Σε κάθε περίπτωση απαιτείται σοβαρή και άμεση βούληση για λύση με έκδοση σαφών και αδιάβλητων κανόνων εμπλοκής τόσο για την αναχαίτηση συστημάτων UAV σε επίπεδο ΠΑ αλλά και μονάδων επιφανείας του ΠΝ και μονάδων αεράμυνας του ΕΣ, με κριτήριο τη θέση που βρίσκεται ο στόχος σε σχέση με τα όρια της επικράτειας.
Αντίστοιχα θα πρέπει να μελετηθεί σε βάθος και με σαφές χρονοδιάγραμμα υλοποίησης, η υποδομή για κατάρριψη drones που πετάνε κοντά και μέσα σε στρατιωτικές περιοχές που βρίσκονται πλησίον κατοικημένων περιοχών, προκειμένου να δοθεί οριστική λύση για το πρόβλημα αυτό, το οποίο υπονομέυει καίρια την ελληνική αμυντική προσπάθεια.