Το 1966, στη μέση του πολέμου στο Βιετνάμ, ο γερουσιαστής της πολιτείας Βερμόντ, Τζορτζ Άικεν συνέστησε στον Πρόεδρο Λίντον Τζόνσον απλά να «κηρύξει τη νίκη και να αποχωρήσει από κει». Όμως αυτό που είπε στην πραγματικότητα ήταν πιο πολύπλοκο, δηλαδή, επειδή οι ΗΠΑ δεν μπορούσαν να κερδίσουν στρατιωτικά, πρότεινε να σταματήσει η ανάπτυξη στρατευμάτων και να ξεκινήσει να αναπτύσσει διπλωμάτες για τη διαχείριση του θέματος. Λαμβανομένων υπ’ όψιν των όσων ακολούθησαν στο Βιετνάμ, ο Άικεν δικαιώθηκε και εκείνη η πρότασή του αναφέρεται συνήθως ως παράδειγμα σοφίας της εξωτερικής πολιτικής.

Ενώ είναι αμφίβολο ότι ο Πρόεδρος Ντόναλτ Τραμπ έχει μελετήσει τις απόψεις του Άικεν (αν έχει ακούσει ποτέ κάτι γι’ αυτόν), η απόφαση που έλαβε την Τετάρτη να διατάξει την μονομερή απόσυρση αμερικανικών στρατευμάτων από τη Συρία είναι μια από τις λίγες «στιγμές που επικρατεί η σοφία του Άικεν» στην αμερικανική ιστορία. Δεν είναι περίεργο, δεδομένης της κλίσης του Τραμπ, τα νέα έρχονται με ένα τιτίβισμα. Έτσι και τώρα, η απόφασή δημοσιεύτηκε από τον πρόεδρο το πρωί της Τετάρτης με ένα τιτίβισμα, στο οποίο λέει: «Έχουμε νικήσει τον ISIS στη Συρία, ο οποίος ήταν μόνος λόγος μου για να είμαστε εκεί κατά τη διάρκεια της Προεδρίας Τραμπ», ενώ έγινε γνωστό ότι όλα τα αμερικανικά στρατεύματα θα απομακρυνθούν από τη Συρία τις επόμενες 60 έως 100 ημέρες.

Ενώ η ανακοίνωση προκάλεσε έκπληξη στην επίσημη Ουάσινγκτον, The American Conservative έμαθε ότι μια επιλεγμένη ομάδα κρατικών αξιωματούχων, καθώς και μια μικρή ομάδα ανωτάτων αξιωματικών των ενόπλων δυνάμεων, γνώριζαν την απόφαση του Τραμπ ήδη από το Σάββατο το πρωί. Σύμφωνα με τους αξιωματούχους αυτούς, οι οποίοι έδωσαν τις πληροφορίες υπό τον όρο τήρησης της ανωνυμίας, η απόφαση του Τραμπ ήρθε ως αποτέλεσμα μιας μακράς τηλεφωνικής συνομιλίας που είχε με τον Τούρκο Πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν την Παρασκευή. Όλα όσα ανακοίνωσε σήμερα Τετάρτη ο Τραμπ, μας ειπώθηκε ότι αποφασίστηκαν σε αυτή την τηλεφωνική συνομιλία.

Αυτή η τηλεφωνική συνομιλία, όπως μας είπε ένας από τους αξιωματούχους που μας μίλησε, ήταν η τελευταία από «μια σειρά συνομιλιών που είχαν τις τελευταίες εβδομάδες στις οποίες συζητήθηκε σειρά ζητημάτων», όπως η δολοφονία του Σαουδάραβου δημοσιογράφου Jamal Khashoggi, η έκδοση του Γκιουλέν στην Τουρκία, οι ανησυχίες των ΗΠΑ για την εμπλοκή του Ιράν στην περιοχή και η συνεχιζόμενη υποστήριξη των ΗΠΑ στις κουρδικές δυνάμεις που λειτουργούν στη Συρία, υπό την ηγεσία των Μονάδων Προστασίας του Λαού-YPG, την οποία η Τουρκία θεωρεί τρομοκρατική οργάνωση. Αυτό το τελευταίο ζήτημα ήταν το επίκεντρο της τηλεφωνικής συνομιλίας της Παρασκευής, που προκλήθηκε μετά την δημόσια δήλωση-δέσμευση που έκανε ο Ερντογάν 48 ώρες νωρίτερα ότι ήταν έτοιμος να διατάξει την εισβολή του τουρκικού στρατού στη Συρία για να επιτεθεί εναντίον του YPG, παρά την υποστήριξη που απολαμβάνει από τις ΗΠΑ.

«Θα αρχίσουμε τη επιχείρησή μας για να απελευθερώσουμε την περιοχή ανατολικά του Ευφράτη από τη διασπαστική τρομοκρατική οργάνωση μέσα σε λίγες μέρες», δήλωσε ο Ερντογάν την Τετάρτη, συνεχίζοντας ότι «ο στόχος μας δεν είναι Αμερικανοί στρατιώτες, είναι οι τρομοκρατικές οργανώσεις που δραστηριοποιούνται στην περιοχή».

Κατά τη διάρκεια της τηλεφωνικής συνομιλίας της Παρασκευής, ο Ερντογάν τήρησε για άλλη μια φορά σκληρή γραμμή εναντίον των Κούρδων και εναντίον της υποστήριξη που παρέχει η αμερικανική διοίκηση σ’ αυτούς. Ο Ερντογάν ισχυρίστηκε ότι δεν ισχύει πλέον το επιχείρημα που επικαλούνται οι ΗΠΑ ότι υποστηρίζουν τους Κούρδους για να εξουδετερώσουν τον ISIS, αφού η οργάνωση αυτή έχει πλέον εξουδετερωθεί. Επίσης, ο Ερντογάν δεν έλαβε υπ’ όψιν του τον ισχυρισμό του Τραμπ ότι οι ΗΠΑ πρέπει να παραμείνουν στη Συρία για να ελέγξουν την ιρανική επιρροή στην περιοχή. Ο Ερντογάν, όπως μας λένε οι πηγές μας, ήταν έτοιμος για να δώσει απάντηση και σ’ αυτό το επιχείρημα: Το καλύτερο αντιστάθμισμα εναντίον του Ιράν, είπε στον Τράμπ, δεν ήταν οι Κούρδοι, ούτε οι Σαουδάραβες, αλλά η Τουρκία.

Ο Ερντογάν, όπως αποδεικνύεται, δεν ήταν ο μόνος που επικαλέστηκε αυτό το επιχείρημα. Όπως αναφέρθηκε σε αυτές τις σελίδες τον περασμένο Απρίλιο, ανώτεροι στρατιωτικοί αξιωματούχοι των ΗΠΑ, συμπεριλαμβανομένου του στρατηγού Curtis Michael «Mike» Scaparrotti (επικεφαλής της ευρωπαϊκής διοίκησης των ΗΠΑ), προειδοποίησαν ότι ο αμερικανικός «γάμος ευκαιρίας» με το YPG στον αγώνα εναντίον του ISIS στη Συρία δηλητηρίαζε τη σχέση με τη σύμμαχο στο ΝΑΤΟ Τουρκία. Η Τουρκία, όπως είπε ο Scaparrotti στον υπουργό Άμυνας Τζέιμς Μάττις τον Μάρτιο, ήταν ιδιαίτερα θυμωμένος που οι ΗΠΑ υποστήριζαν την ανάπτυξη και παραμονή του YPG στην Ιεράπολη/Μένπετζ, απειλώντας τις τουρκικές δυνάμεις περίπου 70 μίλια μακριά. Τότε ο Scaparrotti έθεσε ευθέως το ερώτημα στον Τζέιμς Μάττις αν η σχέση μας με τους Κούρδους είναι πιο σημαντική από τη σχέση μας με την Τουρκία; Ο στρατηγός Jospeh Votel, επικεφαλής της Centcom, αντέδρασε στις θέσεις του Scaparrotti, λέγοντας ότι ο «γάμος ευκαιρίας» της Αμερικής ήταν «προσωρινός, τακτικός και συναλλακτικός» και απαραίτητος για να νικήσουν οι ΗΠΑ το ISIS.

Και έτσι η διαφωνία Scaparrotti-Votel έληξε με την κυβέρνηση να υποστηρίζει τη θέση του Votel έως ότου η ISIS μπορέσει να νικήσει αποφασιστικά. Σε πολιτικό επίπεδο, ο Μάττις και ο υπουργός Εξωτερικών Μάικ Πομπέο, έδιναν τακτικά  διαβεβαιώσεις στην Τουρκία ότι η σχέση ΗΠΑ-YPG ήταν προσωρινή. Τώρα, με την απόφαση του Τραμπ, η συζήτηση για το θέμα αυτό έληξε. Ένας ανώτατος στρατιωτικός μας είπε ότι η απόφαση Τραμπ μπορεί να θεωρηθεί ως η ρεβάνς του Scaparrotti έναντι του στρατηγού Joe Votel, ο οποίος αρέσκεται να τεντώνει το σχοινί. Παρότι για τους εμπειρογνώμονες της Συρίας και για τους στρατιωτικούς που υποστήριζαν τη θέση του Votel, η απόφαση του Τραμπ για πλήρη απόσυρση των ΗΠΑ από τη Συρία αποτέλεσε έκπληξη, θεωρούμε ότι αυτή θα μπορούσε να προβλεφθεί.

«Ναι, εξεπλάγην», λέει ο Joshua Landis, επικεφαλής του Κέντρου Μεσανατολικών Σπουδών του Πανεπιστημίου της Οκλαχόμα, «αλλά νομίζω ότι θα έπρεπε να το περιμένω. Μετά από όλα όσα συνέβησαν, θα μπορούσαμε να δούμε αυτό. Η σχέση μας με την Τουρκία είναι πολύ πιο σημαντική από τη σχέση μας με τους Κούρδους. Όσον αφορά την επιρροή που ασκεί το Ιράν στην περιοχή, αν η διοίκηση του Τραμπ θέλει να την αποδυναμώσει, δεν είναι Κούρδοι, οι Σαουδάραβες ή τα Εμιράτα που θα το κάνουν, αλλά η Τουρκία».

Ο John Allen Gay, εμπειρογνώμονας σε θέματα του Ιράν και εκτελεστικός διευθυντής του John Quincy Adams Society, συμφωνεί. Υποστηρίζει ότι η απόφαση του Τραμπ επιβεβαιώνει το γεγονός που καθένας έχει παραδεχτεί σιωπηλά τουλάχιστον από το παρελθόν έτος: Ότι η διατήρηση των δυνάμεων των ΗΠΑ στη Συρία για την αντιμετώπιση του ISIS, σχετιζόταν με τον αντιμετώπιση του Ιράν στην περιοχή.

«Η διατήρηση των στρατευμάτων εκεί μετά τον ISIS, ήταν εν μέρει φυσική αποστολή, αλλά ήταν επίσης ένα όχημα για γεράκια στη διοίκηση που θέλουν να επιτεθούν στο Ιράν», δήλωσε στο TAC.

«Ωστόσο, μερικές χιλιάδες άνδρες του στρατού των ΗΠΑ που θα βρίσκονταν στη Συρία ανάμεσα στις τουρκικές ένοπλες δυνάμεις από τη μία πλευρά και στους Ιρανούς, Ρώσους και Σύριους από την άλλη, δεν θα ήταν σε θέση να διαδραματίσουν αποφασιστικό ρόλο για την αντιμετώπιση του Ιράν στην περιοχή, ενώ η αποστολή αυτή ενείχε πραγματικούς κινδύνους, χωρίς αποτέλεσμα», πρόσθεσε ο Gay, συνεχίζοντας: «Απλά δεν νομίζω ότι υπάρχει κάποια όρεξη στο αμερικανικό κοινό για μια μεγάλη μάχη με το Ιράν οπουδήποτε, πόσο μάλλον στα εδάφη της ανατολικής Συρίας».

Ο Gay μπορεί να έχει δίκιο, τουλάχιστον σύμφωνα με πολλούς στρατιωτικούς αξιωματούχους των ΗΠΑ με τους οποίους έχουμε μιλήσει.

«Χρειαζόμαστε μια ανάπαυλα», είπε ένας ανώτερος αξιωματικός του στρατού μετά την απόφαση Τραμπ, «και αυτό ισχύει ιδιαίτερα για την Πολεμική Αεροπορία. Αυτοί οι τύποι βρίσκονται στον αέρα πάνω από τη Μέση Ανατολή από την Επιχείρηση Enduring Freedom, το 2001. Αυτοί οι τύποι είναι μπαρουτοκαπνισμένοι»

Επίσης, οι πηγές μας δεν συμφωνούν ότι η απόσυρση των ΗΠΑ από τη Συρία θα σημάνει μια νίκη του Πούτιν. «Πλήρης και απόλυτη ανοησία», μας είπε ένας ανώτατος αξιωματικός που πραγματοποίησε πολλά ταξίδια στην περιοχή. «Μισώ να το κάνω με αυτόν τον τρόπο, αλλά νομίζω ότι είναι αλήθεια. Δεν μπορούμε να ανοικοδομήσουμε τη Συρία-και δεν είναι δική μας δουλειά να το κάνουμε. Αν ο Πούτιν θέλει να το κάνει, ας το αναλάβει».

Αυτό δεν σημαίνει ότι η απόφαση του Τραμπ έχει χαιρετιστεί ομόφωνα. Μετά την απόφαση της Παρασκευής, η κορυφή της εξωτερικής πολιτικής της κυβέρνησης Τζέιμς Μάττις, Τζον Μπόλτον και Μάικ Πομπέο, διαφώνησαν, ισχυριζόμενοι ότι η παραμονή των αμερικανικών στρατευμάτων στη Συρία ήταν ουσιώδης, για έναν επιπλέον λόγο, για να διατηρήσουν υψηλό το αμερικανικό προφίλ στην περιοχή. Τα επιχειρήματά τους ήταν προβλέψιμα, αν ήταν ειλικρινή: Είπαν ότι το ISIS δεν νικήθηκε πραγματικά, ότι το Ιράν βρίσκεται στην περιοχή και ότι οι ΗΠΑ πρέπει να δείξουν αλληλεγγύη προς τους Κούρδους συμμάχους τους.

Ο Τραμπ, χρησιμοποιώντας τα επιχειρήματα του Ερντογάν, είπε στους συνεργάτες του ότι το ISIS εξουδετερώθηκε, το Ιράν θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί με άλλους τρόπους και, όπως είπε ο Ερντογάν, οι Κούρδοι μιλούσαν ήδη με την κυβέρνηση Άσαντ για στήριξη που θα τους κρατούσε στη βορειοανατολική Συρία. Στην πραγματικότητα, όπως μας είπε ένας ανώτερος Τούρκος διπλωμάτης, ο οποίος ήταν ενήμερος των όσων διαμείφθηκαν στην τηλεφωνική συνομιλία Τραμπ-Ερντογάν την Παρασκευή, όταν ο Πρόεδρος συμφώνησε ότι οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να αποσύρουν τα στρατεύματά τους από τη Συρία.

«Πότε μπορείτε να το κάνετε αυτό;» ρώτησε ο Ερντογάν.

Ο Τραμπ δεν ήταν σίγουρος και γύρισε στον σύμβουλό του για την Εθνική Ασφάλεια, ο οποίος ήταν παρών και άκουγε τη συζήτηση.

«Μπορούμε να το κάνουμε σήμερα; Τώρα», ρώτησε ο Τραμπ.

Ο Μπόλτον τόνισε: «Ναι»

ΠΗΓΗ: ΙΝΦΟΓΝΩΜΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΑ

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: Σ.Κ.