Ανταπόκριση από τη Τουλόν.
Τις κορυφαίες δυνατότητες του νέου ραντάρ Sea Fire παρουσίασε η γαλλική Thales στις εγκαταστάσεις δοκιμών της DGA στη περιοχή Saint-Mandrier-sur-Mer στην ευρύτερη περιοχή της ναυτικής βάσης της Τουλόν.
Η Thales μας ξενάγησε στις εγκαταστάσεις δοκιμών και αξιολόγησης επιδεικνύοντας τις αρετές και τις ικανότητες του νέου ραντάρ των φρεγατών του Πολεμικού Ναυτικού. Σύμφωνα με τη Thales το ραντάρ σταθερής διάταξης ενσωματώνει όλες τις σύγχρονες τεχνολογικές εξελίξεις και διακρίνεται για την αποκάλυψη στόχων εξαιρετικά μικρού ηλεκτρομαγνητικού ίχνους σε μεγάλες αποστάσεις. Ταυτοχρόνως οι τέσσερις σταθερές κεραίες προσφέρουν εικόνα αέρος σε συνεχή πραγματικό χρόνο δίχως καθυστερήσεις όπως συμβαίνει με τα περιστρεφόμενα ραντάρ. Επίσης η συντήρηση τους είναι πιο απλή, εύκολη και αποτελεσματική.
Το νέο ραντάρ Sea Fire προσφέρει ικανότητα αποκάλυψης όλων των σύγχρονων απειλών για ένα πλοίο όπως βλήματα κατά στόχων επιφάνειας, επιθέσεις από Μη Επανδρωμένα Αεροσκάφη, μαχητικά ενώ προσφέρει και ικανότητα αποκάλυψης βαλλιστικών πυραύλων. Η τελευταία είναι ιδιαίτερα σημαντική για τον ελληνικό αμυντικό σχεδιασμό δεδομένου του οπλοστασίου που αναπτύσσει η Τουρκία.
Πρόκειται για ραντάρ τεχνολογίας AESA, το οποίο λειτουργεί στη ζώνη συχνοτήτων «S». Το Sea Fire συνδυάζει τέσσερις κεραίες σε σταθερή διάταξη. Κάθε μια μπορεί να ενεργοποιήσει 100 διαφορετικές δέσμες (Beam), κάτι που εξασφαλίζει υψηλό βαθμό ανανέωσης των δεδομένων και εξαιρετικές επιδόσεις στον τομέα της ανίχνευσης στόχων. Είναι χαρακτηριστικό ότι το Sea Fire μπορεί να παρακολουθεί 800 στόχους ταυτόχρονα, εικόνα την οποία μπορεί να μεταδώσει σε άλλα φίλια μέσα ή κλιμάκια διοίκησης, μέσω συστήματος ζεύξης δεδομένων.
Το Sea Fire αναπτύχθηκε με τη φιλοσοφία της υποστήριξης μιας ολοκληρωμένης αντίληψης για την αυτοπροστασία του πλοίου, ιδιαίτερα έναντι απειλών όπως βλήματα κατά πλοίων και υπερηχητικών βλημάτων. Όπως αναφέρει η Thales «η ισχύς του ραντάρ βρίσκεται, σε μεγάλο βαθμό, στις επιδόσεις του λογισμού επεξεργασίας δεδομένων. Οι συνεχείς αναβαθμίσεις του λογισμικού το διατηρούν στην αιχμή της τεχνολογίας και των επιδόσεων».
Το μέγιστο βεληνεκές του Sea Fire, σε λειτουργία έρευνας αέρος, είναι της τάξεως των 350 χιλιομέτρων για στόχους επιπέδου βαλλιστικού πυραύλου, αεροσκάφους μεγέθους F-16 και UAV, ενώ το μέγιστο βεληνεκές, σε λειτουργία έρευνας επιφανείας, είναι 80 χιλιόμετρα. Εκτός από τη λειτουργία του ως σύστημα έρευνας αέρος και επιφανείας, το ραντάρ λειτουργεί και ως σύστημα ελέγχου πυρός για τα αντιαεροπορικά βλήματα μεγάλου βεληνεκούς Aster-30. Επίσης λειτουργεί και ως ραντάρ καιρού. Μεγάλη μέριμνα έχει δοθεί και στην ευκολία συντήρησης του, έτσι ώστε το κόστος τους, στον κύκλο ζωής του, να είναι ανταγωνιστικό.
Κάθε μια από τις τέσσερις επιφάνειες αποτελείται από 12 τμήματα και κάθε ένα από τα 12 τμήματα αποτελείται από οκτώ υπό-τμήματα. Κεραία, τμήμα και υπό-τμήμα μπορούν να αντικατασταθούν εύκολα και γρήγορα, αν παραστεί ανάγκη, ακόμα και εν πλω. Το Sea Fire έχει την ικανότητα να εντοπίζει πολλαπλούς εναέριους στόχους ταυτοχρόνως σε συνεργασία με τα βλήματα ενεργού καθοδήγησης Aster 30. Πρακτικά η ικανότητα αυτή πολλαπλασιάζει την ικανότητα του πλοίου να αντιμετωπίζει επιθέσεις κορεσμού. Μια άλλη σημαντική παράμετρος είναι η ικανότητα του Sea Fire να αποκαλύπτει στόχους με χαμηλό ηλεκτρομαγνητικού ίχνους, απόρροια των νέων τεχνολογιών που εφαρμόζονται στην κατασκευή των τεσσάρων κεραιών με στοιχεία Tx/Rx κατασκευασμένα από Νιτρίδιο του Γαλλίου.