Σε πλήρη εξέλιξη βρίσκονται οι διαπραγματεύσεις μεταξύ της ελληνικής κυβέρνησης και της ουκρανικής με αντικείμενο τη παραχώρηση αριθμού των ρωσικής προέλευσης οπλικών συστημάτων που διαθέτουν οι Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις. Οι διαπραγματεύσεις λαμβάνουν χώρα σε υψηλό επίπεδο και έχουν ως στόχο τη παροχή επιπρόσθετου πακέτου στρατιωτικής στήριξης από τη χώρα μας, στην Ουκρανία. Σύμφωνα με πληροφορίες, στο επίκεντρο βρίσκονται τα αντιαεροπορικά συστήματα του Στρατού Ξηράς και ειδικότερα τα OSA-AKM και TOR-M1.

Υπενθυμίζεται, πως τα αντιαεροπορικά συστήματα βραχέως βεληνεκούς τύπου OSA-AKM του Στρατού Ξηράς υπηρετούν στη Περιοχή Ευθύνης της ΑΣΔΕΝ (νησιά Ανατολικού Αιγαίου και Δωδεκανήσων) ενώ τα TOR-M1 εντάσσονται στην 182 Μοίρα Κατευθυνόμενων Βλημάτων και συγκροτούν την αντιαεροπορική άμυνα του Δ Σώματος Στρατού (Περιοχή Ευθύνης της Θράκης).

Παράλληλα, έχει τεθεί και το θέμα της παραχώρησης των αντιαεροπορικών συστημάτων μεγάλου βεληνεκούς τύπου S-300 PMU1 της Πολεμικής Αεροπορίας που υπηρετούν στην 11η Μοίρα Κατευθυνομένων Βλημάτων και εξασφαλίζουν την αεράμυνα της Κρήτης.

Επιπροσθέτως, στο τραπέζι βρίσκεται και η παραχώρηση αριθμού ρωσικής προέλευσης αντιαρματικών όπλων που υπηρετούν στον Στρατό Ξηράς και συγκεκριμένα αντιαρματικών συστημάτων FAGOT ενώ προς το παρόν δεν φαίνεται να υπάρχει συζήτηση για τη παραχώρηση των υπερσύγχρονων KORNET-E αντιαρματικών όπλων νέας γενιάς. Συζήτηση διεξάγεται και για άλλα οπλικά συστήματα ρωσικής ή ανατολικής προέλευσης όπως είναι οι Πολλαπλοί Εκτοξευτές Πυραύλων (ΠΕΠ) τύπου RM-70.

Σε πρώτη φάση το ΓΕΕΘΑ και το ΓΕΣ μελετούν τη προοπτική παραχώρησης αριθμού ρωσικής προέλευσης αντιαεροπορικών συστημάτων με προϋπόθεση να υπάρξει αντικατάσταση των ρωσικής προέλευσης συστημάτων με δυτικής τεχνολογίας αντιαεροπορικά συστήματα. Το ζήτημα βέβαια έχει πολυδιάστατες προεκτάσεις δεδομένου πως η αντικατάσταση ενός οπλικού συστήματος είναι μια χρονοβόρα υπόθεση ακόμη και από τη στιγμή που θα υπογραφεί η σχετική σύμβασης πρόσκτησης νέου υλικού. Την ίδια στιγμή ασκούνται πολιτικές και διπλωματικές πιέσεις ώστε η παραχώρηση των ρωσικής προέλευσης συστημάτων να γίνει άμεσα δεδομένων των αρνητικών εξελίξεων για την Ουκρανία σε επίπεδο επιχειρήσεων.

Στη περίπτωση αντικατάστασης των ρωσικής προέλευσης αντιαεροπορικών συστημάτων του Στρατού Ξηράς, το κόστος σύμφωνα με πληροφορίες ανέρχεται στα 3.5 με 4 δισεκατομμύρια ευρώ για τη κάλυψη των σχετικών αναγκών.

Επίσης, απαιτείται επιπρόσθετο χρονικό διάστημα από την υπογραφή της σύμβασης έως την επιχειρησιακή ένταξη και αξιοποίηση ενός οπλικού συστήματος. Υπό αυτές τις συνθήκες η παραχώρηση των ρωσικής προέλευσης οπλικών συστημάτων στην Ουκρανία είναι εξαιρετικά δύσκολη. Στη κατεύθυνση αυτή γίνονται προσπάθειες για την αντικατάσταση των ρωσικής προέλευσης συστημάτων με άμεσα διαθέσιμα μεταχειρισμένα δυτικής τεχνολογίας συστήματα. Στη περίπτωση των S-300 PMU1 αυτό θα μπορούσε να επιτευχθεί με τη δωρεάν παραχώρηση από τις ΗΠΑ αντιαεροπορικών Patriot. Κάτι τέτοιο όμως δεν έχει γίνει ως τώρα.

Επίσης, είναι εξαιρετικά δύσκολη η αντικατάσταση των ρωσικής προέλευσης αντιαεροπορικών βραχέως βεληνεκούς με δυτικά αφού δεν υπάρχουν, συνεπώς είναι μονόδρομος η αντικατάσταση των συστημάτων βραχέως βεληνεκούς με αντιαεροπορικά συστήματα μέσου βεληνεκούς. Χαρακτηριστικά αναφέρεται πως στη περίπτωση των OSA-AKM και TOR-M1, κάθε όχημα συγκεντρώνει όλα τα απαραίτητα συστήματα για την έρευνα, τον εντοπισμό και την εμπλοκή στόχων.

Σημειώνεται πως η πρόωρη παραχώρηση έστω και παρωχημένων οπλικών συστημάτων ρωσικής προέλευσης μειώνει την ελληνική αποτρεπτική ικανότητα εάν πρώτα δεν έχουν αντικατασταθεί και έχουν ενταχθεί πλήρως στον ελληνικό αμυντικό σχεδιασμό από νεότερα δυτικά συστήματα. Ακόμη και στη περίπτωση των αντιαεροπορικών συστημάτων βραχέως βεληνεκούς τύπου OSA-AKM που πρόκειται για παλαιάς τεχνολογίας συστήματα πεπερασμένων δυνατοτήτων, εντούτοις είναι οπλικά συστήματα στα οποία βασίζεται η αεράμυνα των νησιών του Αιγαίου.

Το ίδιο ισχύει και για άλλα οπλικά συστήματα ρωσικής ή ανατολικής προέλευσης (όπως τα FAGOT, τα ΚΟΡΝΕΤ-Ε ή οι ΠΕΠ RM-70) τα οποία είναι εξαιρετικά κρίσιμα και αναγκαία για την ελληνική αποτροπή.

Είναι σαφές πως όλα τα παραπάνω είναι σε πλήρη γνώση της πολιτικής ηγεσίας, η οποία το τελευταίο χρονικό διάστημα είχε εκτενείς ενημερώσεις από τη στρατιωτική ηγεσία σε υψηλό επίπεδο.

Θα επαναλάβουμε πως η οποιαδήποτε παραχώρηση οπλικού συστήματος δύναται να λάβει χώρα εφόσον έχουν γίνει οι απαραίτητες ενέργειες για την αντικατάσταση τους και εφόσον το νεοαποκτηθέν οπλικό σύστημα έχει ενταχθεί στον αμυντικό σχεδιασμό και επιχειρησιακά αξιοποιείται πλήρως. Κατά τη παρούσα φάση το μοναδικό πράγμα που έχει γίνει είναι μελέτες και παρουσιάσεις εταιρειών αναφορικά με δυνητικές επιλογές αντικατάστασης.