Συνεχίζεται στην Βόρειο Ήπειρο ο Γολγοθάς των Ελλήνων μειονοτικών να σώσουν τις ελληνικές περιουσίες, απέναντι σε συντονισμένες προσπάθειες που περιλαμβάνουν και τον επηρεασμό των δικαστικών αποφάσεων, προκειμένου να προχωρήσει ο αφελληνισμός της περιοχής και να κοπεί ο ομφάλιος λώρος της Ελληνικής Εθνικής μειονότητας με τις πατρογονικές εστίες της.
Γράφει ο ΝΙΚΟΣ ΜΕΛΕΤΗΣ για το HELLAS JOURNAL
Εκτός του οργίου υφαρπαγής περιουσιών επί των οποίων ήδη κτίζονται πολυτελή τουριστικά συγκροτήματα στις Δρυμαδες και κυρίως στην Χειμάρα υπάρχουν και περιπτώσεις όπως εκείνης του χωριού Κώσταρι, που οι κάτοικοι προσπαθούν να διασώσουν τις κοινοτικές αγροτικές περιουσίες από την υφαρπαγή και την απόδοση τους με βάση πλαστούς τίτλους σε καταπατητές.
Ο κοινοτάρχης Κωσταρίου Ηλίας Θάνος δίνει ακούραστα και παρά τις απειλές που δέχεται ακόμη και σήμερα έναν πολύχρονο δικαστικό αγώνα για να διασωθούν οι περιουσίες του Κωσταρίου, καθώς οι ευθύνες δεν βαρύνουν μόνο την αλβανική διοίκηση και το αλβανικό παρακράτος που συνδέεται πολύ συχνά με το αλβανικό πολιτικό σύστημα, αλλά και με τους τοπικούς άρχοντες αρκετοί από τους οποίους μάλιστα αν και προέρχονται από την Ελληνική μειονότητα αμέλησαν για την υπόθεση αυτή.
Τον περασμένο Γενάρη το Δικαστήριο των Αγίων Σαράντα απέρριψε την προσφυγή του Δήμου Φοινικεων και του προεδρείου του χωριού Κώσταρι για ακύρωση της αναγνώρισης ιδιοκτησίας σε δυο καταπατητές που είχαν διεκδικήσει κοινοτική περιουσία με πλαστογραφημένο έγγραφο, που υποτίθεται προέρχεται από το 1937 και αφορά δικαιώματα επί 800 στρεμμάτων.
Η καταφανώς αυθαίρετη απόφαση του Δικαστηρίου ήταν ένα από τα θέματα που έθιξαν οι κάτοικοι στην πρόσφατη επίσκεψη του πρωθυπουργού Εντι Ράμα στην περιοχή, όπου δεσμεύθηκε προς τον Ηλία Θάνο να εξετασθεί η υπόθεση…
Έχει ενδιαφέρον όμως το ιστορικό το οποίο δίνει για την υπόθεση των περιουσιών ο κ. Θάνος, καθώς από το 1946 έως το 1991 οι ιδιωτικές περιουσίες, η γεωργική γη, τα κτήματα οι δασικές και λιβανικές εκτάσεις είχαν περάσει στην κατοχή του κράτους. Τον Ιούλιο του 1991 η βουλή ψήφισε τον νόμο 7501 «Περί γεωργικής γης» με τον οποίο αποδόθηκαν κατά κεφαλήν 3 στρέμματα γεωργικής γης και μια μικρή έκταση από ελαιώνες και από τα οπωροφόρα.
Όμως το 1993 ψηφίστηκε ο νομός 7689 «Περί επιστροφής και Συμψηφισμού των περιουσιών των πρώην ιδιοκτητών» με τον οποίο κλιμακώθηκε το σχέδιο υφαρπαγής των ελληνικών και κοινοτικών περιουσιών. Η επίθεση αυτή εναντίον των ελληνικών περιουσιών συνεχίσθηκε το 1998 όπου με νόμο μεταφέρεται η αρμοδιότητα αναγνώρισης περιουσιών, στην Υπηρεσία Επιστροφής και Συμψηφισμού Περιουσιών της κάθε περιφέρειας, όπου πλέον οι Τοπικές Αρχές δεν έχουν λόγο και μάλιστα δεν διαθέτουν ούτε δικαίωμα ενστάσεων, κάτι που μετέτρεπε αυτομάτως τις αποφάσεις, σε τελεσίδικες.
Μια χαρακτηριστική περίπτωση ήταν η αναγνώριση ως ιδιοκτητών στο Λυκουρσι, της Παγκόσμιας Επιτροπής Μπεκτασίδων, στα Εξαμιλια που κτίσθηκε ένα από τα μεγαλύτερα τζαμιά, στην Λιβαδειά, στο Βελιάχοβο, στους Κρογγους, στον Μεσοποταμο Φοινίκης, Κουλουριτσα, Φανάρι, Καρόκι, Καινούριο, Καλύβια του Σούσι, Περδικαρι, Λυβενα και πολλές ακόμη περιοχές.
Ο αγώνας που διεξάγουν με δική τους πρωτοβουλία, υπό καθεστώς απειλών και με πολλές δυσκολίες μέλη της μειονότητας, όπως ο κοινοτάρχης Κωσταρίου Ηλίας Θάνος, φαίνεται να είναι άνισος.
Το θέμα των περιουσιών θα πρέπει να είναι από τα πρώτα στην κορυφή της ατζέντας των συνομιλιών της Αθήνας με τα Τίρανα, καθώς η περιουσία αποτελεί τον ισχυρότερο δεσμό της Ελληνικής Εθνικής Μειονότητας με τον τόπο της. Εξάλλου αυτός είναι και ο στόχος της υφαρπαγής των ελληνικών περιουσιών, ο πλήρης αφελληνισμός της Βορείου Ηπείρου.
Επίσης η Αθήνα έχει υποχρέωση να συμβάλλει και να συνδράμει τις προσπάθειες των Ελλήνων μειονοτικών για δικαστική διεκδίκηση των περιουσιών τους αλλά ακόμη και την ενίσχυση τους με κάθε τρόπο ώστε να προσφύγουν εάν χρειασθεί και στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, για να προστατεύσουν το δικαίωμα να επιβιώσουν στον τόπο τους.
Είναι το ελάχιστο το οποίο οφείλει η Αθήνα έναντι των Βορειοηπειρωτών…