Ο Ερντογάν δέχεται εισηγήσεις από μία ομάδα συνεργατών του να προκαλέσει μία κρίση στο Αιγαίο ή στο Καστελόριζο, με σκοπό να δημιουργήσει την εντύπωση μίας νίκης. Και κατ’ αυτόν τον τρόπο να εξισορροπήσει το πλήγμα που έχει υποστεί η αξιοπιστία των απειλών της Τουρκίας, λόγω της αδυναμίας της να εμποδίσει τη γεώτρηση της ExxonMobil. Σύμφωνα με πληροφορίες, μάλιστα, αυτός είναι ο βασικός λόγος που ο αρχηγός ΓΕΕΘΑ προέβη προ ημερών στη γνωστή δήλωση-προειδοποίηση για το πως η Ελλάδα θα αντιδράσει σε περίπτωση που Τούρκοι αποβιβασθούν και καταλάβουν ελληνική βραχονησίδα.

Γράφει ο ΣΤΑΥΡΟΣ ΛΥΓΕΡΟΣ για το SL PRESS

Αν και δεν μπορεί κανείς να είναι βέβαιος για το τι τελικώς θα επιλέξει ο Τούρκος πρόεδρος, είναι εμφανές πως μετράει πολύ τα πράγματα. Ο πειρασμός είναι δεδομένος, αλλά μέχρι τώρα εξισορροπείται από σοβαρούς λόγους που τον αποτρέπουν από το να διακινδυνεύσει ένα θερμό επεισόδιο, το οποίο θα μπορούσε να ξεφύγει από τον έλεγχο και να μετεξελιχθεί σε σύρραξη με την Ελλάδα.

Το πρώτο αντικίνητρο είναι η στρατιωτική εμπλοκή στη Συρία. Το άνοιγμα ενός δεύτερου μετώπου δεν είναι απλή υπόθεση. Πολύ περισσότερο, όταν τώρα υπάρχει η απόφαση του προέδρου Τραμπ για απόσυρση των αμερικανικών δυνάμεων από τη βορειοανατολική Συρία, η οποία ελέγχεται από τους Κούρδους. Ο Ερντογάν έχει επανειλημμένως απειλήσει ότι οι τουρκικές δυνάμεις θα διαβούν τον Ευφράτη προς ανατολάς για να καταλύσουν το πρόπλασμα κράτους που έχουν εγκαθιδρύσει εκεί οι Κούρδοι με τις ευλογίες των Αμερικανών.

Εάν τελικώς οι αμερικανικές δυνάμεις αποχωρήσουν, χωρίς να έχουν εξασφαλίσει εγγυήσεις από την Άγκυρα ότι δεν θα εισβάλει, οι Τούρκοι θα εμπλακούν σε έναν πόλεμο με τους Κούρδους. Μπορεί ο συσχετισμός δυνάμεων να είναι συντριπτικός, αλλά για τους Κούρδους θα είναι ένας αγώνας μέχρι εσχάτων για την προάσπιση βωμών και εστιών. Προφανώς δεν πρόκειται να πολεμήσουν μόνο με ορθόδοξο τρόπο. Θα επιδοθούν σε ανταρτοπόλεμο και ενδεχομένως σε επιθέσεις αυτοκτονίας.

Με άλλα λόγια, εάν φθάσουμε εκεί, θα προκύψει αιματοχυσία, ενώ είναι πιθανόν να εμπλακεί ο συριακός στρατός, δεδομένου ότι οι Κούρδοι θα ζητήσουν προστασία από τη Δαμασκό. Ο Άσαντ δύσκολα θα μείνει άπραγος, παρότι δεν διαθέτει στρατό ικανό να νικήσει τους Τούρκους. Μπορεί, όμως, να τους κάνει τη ζωή πολύ δύσκολη όχι μόνο πολιτικά-διπλωματικά, αλλά και στο αμιγώς στρατιωτικό επίπεδο. Μία τέτοια εξέλιξη εκ των πραγμάτων θα έφερνε στα όριά της και τη σύμπλευση Πούτιν-Ερντογάν.

Τα αντικειμενικά αντικίνητρα

Όταν λοιπόν, ο Τούρκος πρόεδρος έχει ενώπιόν του ένα τέτοιο ενδεχόμενο, δεν έχει κανένα συμφέρον να προκαλέσει ένα θερμό επεισόδιο με την Ελλάδα, το οποίο δεν αποκλείεται -ειδικά μετά τη δήλωση Αποστολάκη- να εξελιχθεί σε γενικευμένη σύρραξη. Εκτός αυτού, το συνεχιζόμενο κύμα διώξεων στις τουρκικές ένοπλες δυνάμεις έχει πλήξει καίρια όχι μόνο το ηθικό, αλλά και το αξιόμαχό τους. Οι ελληνικές ένοπλες δυνάμεις, αλλά και οι συριακές, δεν είναι πολιτοφυλακές, όπως οι κουρδικές.

Υπάρχουν και άλλοι παράγοντες που λειτουργούν απαγορευτικά. Ο Ερντογάν θεωρεί πως παρά τις μαζικές εκκαθαρίσεις δεν μπορεί να εμπιστεύεται πλήρως το σώμα των αξιωματικών, ακόμα και όσους ο ίδιος έχει ορίσει σε ηγετικές θέσεις. Επειδή σε περίπτωση πολεμικής εμπλοκής με την Ελλάδα οι στρατηγοί εκ των πραγμάτων θα αποκτήσουν μεγάλα περιθώρια αυτονομίας κινήσεων, φοβάται ότι μπορούν να τα χρησιμοποιήσουν για να τον ανατρέψουν.

Δεν έχει ξεχάσει την υπόθεση «Βαριοπούλα» πριν μία δεκαετία. Υπενθυμίζουμε πως τότε το κεμαλικό «βαθύ κράτος» είχε συνωμοτήσει για να προκαλέσει ένα θερμό επεισόδιο με την Ελλάδα, το οποίο θα χρησιμοποιούσε για να ανατρέψει τη νεοοθωμανική κυβέρνηση. Μία σύρραξη με την Ελλάδα -εν μέρει και με το καθεστώς Άσαντ- έχει εκ των πραγμάτων πολύ διαφορετικά χαρακτηριστικά από τις τουρκικές επιχειρήσεις «Ασπίδα του Ευφράτη» και «Κλάδος Ελαίας» στη βορειοδυτική Συρία.

Πιστεύει ότι τον έχουν προγράψει

Ο φόβος αυτός του Ερντογάν συνδέεται και με την εδραιωμένη πεποίθησή του πως οι Αμερικανοί τον έχουν προγράψει, ότι έχουν σκοπό να τον εξαλείψουν, παρά τις προσπάθειές τους να τον επαναφέρουν στο μαντρί. Όταν ο ίδιος καταγγέλλει τον Γκιουλέν ως υποκινητή της απόπειρας πραξικοπήματος τον Ιούλιο του 2016, εννοεί τη CIA και τελικώς την Ουάσιγκτον.

Είναι ενδεικτικό ότι οι δικές του δημοσιογραφικές φωνές το λένε ρητά. Έχουν επανειλημμένως διατυπώσει τη θεωρία πως η Ουάσιγκτον μεθοδεύει μία θερμή ελληνοτουρκική κρίση για να επέμβει κατά τρόπο που να δημιουργήσει συνθήκες ανατροπής του. Δεν υπάρχουν αποχρώσες ενδείξεις ότι το σενάριο αυτό πατάει στην πραγματικότητα, αλλά αυτό που έχει σημασία είναι ότι ο Ερντογάν το πιστεύει, ή τουλάχιστον το θεωρεί πιθανό.

Το γεγονός ότι ο Ερντογάν πιστεύει σ’ αυτή τη θεωρία τον απέτρεψε από το να υποκύψει στον πειρασμό να προκαλέσει θερμό επεισόδιο με σκοπό εκλογικά κέρδη πριν στηθούν οι κάλπες του περασμένου Ιουνίου. Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις το ενδεχόμενο οι Τούρκοι να πραγματοποιήσουν κανονική στρατιωτική εισβολή σε κατοικημένο ελληνικό νησί συγκέντρωνε και συγκεντρώνει αμελητέες πιθανότητες.

Οι πιθανότητες αυξάνονται σημαντικά στο σενάριο τουρκικής πρόκλησης χαμηλής έντασης, η οποία να μην δικαιολογεί γενικευμένη ελληνική στρατιωτική αντίδραση. Τέτοιου τύπου ενέργεια είναι η αποβίβαση Τούρκων, όχι υποχρεωτικά ενστόλων, σε ελληνική βραχονησίδα με ταυτόχρονη παρουσία στην περιοχή τουρκικών ναυτικών μονάδων για προστασία.

Ο φόβος φυλάει τα έρημα

Παρά το γεγονός ότι δέχθηκε αντίθετες εισηγήσεις, ο Ερντογάν απέφυγε μέχρι τώρα και τέτοιου τύπου ενέργειες, επειδή ενδέχεται να μετεξελιχθούν σε γενικευμένη ελληνοτουρκική σύρραξη. Μπορεί να ανεβάζει κατακόρυφα τη θερμοκρασία με προκλητικές δηλώσεις και έμπρακτες ενέργειες, αλλά δεν υπερέβη μέχρι τώρα το σημείο που θα καθιστούσε μονόδρομο για την Αθήνα τη στρατιωτική εμπλοκή.

Οι ελληνικές ένοπλες δυνάμεις, παρότι αποδυναμωμένες λόγω Μνημονίων, διαθέτουν ακόμα την ικανότητα να προκαλέσουν καταστροφικά πλήγματα στην Τουρκία ανεξαρτήτως της έκβασης ενός πολέμου. Με δεδομένους και τους λόγους που προαναφέραμε, ο Ερντογάν δεν είχε ούτε έχει κανένα λόγο να μπει σε τέτοια περιπέτεια. Όπως προανέφερα, βεβαίως, αυτό δεν τον εμποδίζει να χρησιμοποιεί την απειλή χρήσης στρατιωτικής βίας ως πολιτικό όπλο, όπως έκαναν και οι κεμαλικοί προκάτοχοί του.

Ο Ερντογάν φοβάται ότι οι Αμερικανοί μπορεί να εκμεταλλευθούν μία ελληνοτουρκική στρατιωτική εμπλοκή για να τον ανατρέψουν. Φοβάται ακόμα κι ότι μπορεί και να την μεθοδεύσουν, με τη σύμπραξη της Αθήνας και αφού τις έχουν δώσει εγγυήσεις πως οι ίδιοι στην κρίσιμη στιγμή θα παρέμβουν. Ο φόβος του μοιάζει παράδοξος, αλλά πρέπει να ενταχθεί στο πλαίσιο της κρίσης των αμερικανοτουρκικών σχέσεων.

Ακόμα και όταν ο πρόεδρος Τραμπ πραγματοποιεί ανοίγματα προς την Άγκυρα, προβαίνοντας σε κινήσεις καλής θέλησης, η καχυποψία του νεοσουλτάνου παραμένει στα ύψη. Δεν ξεχνάει την υπονόμευση της τουρκικής λίρας και την επιβολή κυρώσεων. Ούτε καταπίνει εύκολα το γεγονός ότι η Ουάσιγκτον του έδεσε τα χέρια όσον αφορά τη γεώτρηση της ExxonMobil. Γι’ αυτό και ο φόβος του Ερντογάν για τις προθέσεις των Αμερικανών έχει αποκτήσει στη θεώρησή του αυξημένη αξιοπιστία και ως εκ τούτου επηρεάζει καθοριστικά τις αποφάσεις του.

ΠΗΓΗ: SL PRESS