Σενάρια πέραν της υφιστάμενης διαδικασίας και δη της λύσης, στη βάση της ομοσπονδίας, ζήτησε να ακούσει η απεσταλμένη του Γ.Γ. του ΟΗΕ στο Κυπριακό, Τζέιν Χολ Λουτ.

Γράφει ο ΓΙΑΝΝΟΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΙΔΗΣ για τη ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

Στα άλλα σενάρια περιλαμβάνονται, όπως είναι πλέον φυσιολογικό, αυτό των δυο κρατών, ενώ η Τουρκία από την πλευρά της, και αυτό είναι γνωστό σε όλους τους ενδιαφερόμενους, δεν υπαναχωρεί από τη θέση της στα θέματα των εγγυήσεων και της ασφάλειας, ασχέτως εάν δηλώνει έτοιμη να συζητήσει επί τούτων. Η υπαναχώρηση από τα θέματα ασφάλειας εμφανίζεται ως προδοσία και ζήτημα συναφές με την αξιοπιστία του καθεστώτος Ερντογάν, την εσωτερική σταθερότητα, καθώς και την εξωτερική ασφάλεια.

Οι ισχυρισμοί Τσαβούσογλου

Μάλιστα, σε επαφές του, ο Τούρκος Υπουργός Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου από το Κραν Μοντανά και μετά (πράγμα που είναι γνωστό και στη Λευκωσία) ισχυρίζεται ότι τα χέρια της χώρας του είναι επί του θέματος των εγγυήσεων δεμένα, καθότι, όπως τονίζει, η πλήρης και μάλιστα σύντομη αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων από την Κύπρο και η κατάργηση των εγγυήσεων δεν γίνονται δεκτές από καμιά  πολιτική δύναμη στην Τουρκία. Ούτε από τον λαό, ούτε από την ελίτ. Προβάλλει, δε, το παράδειγμα της συζύγου του, που είναι ακαδημαϊκός, καθώς και των συναδέλφων της, οι οποίοι δεν μπορούν να δεχθούν λύση χωρίς στρατό και εγγυήσεις. Με τη θέση του αυτή ο Τούρκος ΥπΕξ θέλει να δείξει ότι η ελίτ της χώρας δεν μπορεί να αποδεχθεί πλήρη αποχώρηση στρατευμάτων και εγγυήσεων, πόσω μάλλον ο απλός λαός και η αντιπολίτευση, η οποία είναι έτοιμη να κατηγορήσει την Κυβέρνηση για προδοσία.

Ο Τουρκοκύπριος Πρόεδρος

Επί των ανωτέρω προστίθενται τα εξής: Πρώτον, ο διαμερισμός του φυσικού αερίου και δεύτερον η εκ περιτροπής Προεδρία, στο πλαίσιο της οποίας η Άγκυρα και οι Τουρκοκύπριοι θεωρούν ότι αυτή η φόρμουλα θα κατοχυρώσει τη διχοτόμηση στην εκτελεστική εξουσία και στη μία διεθνή προσωπικότητα.

Επί του σημείου τούτου υπάρχει ο εξής προβληματισμός: Εάν δεν είναι ξεκάθαρο το θέμα των εγγυήσεων και υπάρχει στρατός στο νησί και αν κατά την περίοδο που θα είναι στην Προεδρία του κράτους Τουρκοκύπριος σημειωθεί προβοκατόρικη ενέργεια και πάρει τον τίτλο του αρχηγού του ομοσπονδιακού πολιτειακού συστήματος, ποιος θα τον κατεβάσει από την εξουσία και ποιος θα του στερήσει τη διεθνή εκπροσώπηση; Οι Τούρκοι θα επιχειρήσουν να κάνουν ό,τι κάναμε εμείς με το ψήφισμα 186 του Συμβουλίου Ασφαλείας το 1964, όταν αναγνωρίστηκε ως νόμιμη Κυβέρνηση αυτή του Προέδρου Μακαρίου.

Αλλά και να μη συμβεί κάτι τέτοιο από το Σ. Ασφαλείας, εξέλιξη που θα κριθεί από το διεθνές περιβάλλον και τα ξένα συμφέροντα, η Τουρκία θα συνεχίσει να έχει τη στρατιωτική ισχύ και τα σύνορά μας θα είναι μαζί της, όπως και τώρα,  κυρίως στη θάλασσα και στον αέρα. Άλλωστε, επί του εδάφους, το παιχνίδι με βάση την ομοσπονδία, έχει κλείσει από το 1974. Η μόνη μερική αλλαγή μπορεί να γίνει στη λογική, αναγνώριση έναντι εδάφους.

Και η αναγνώριση αφορά στο σημερινό ψευδοκράτος, που θα αφορά είτε στη μορφή του καθαρά χωριστού κράτους είτε στη μορφή του ισότιμου συνιστώντος κράτους στο πλαίσιο τριών ίσης τυπικής ισχύος συνταγμάτων, δηλαδή του κεντρικού και των δυο κρατιδίων, που θα λειτουργούν στην ακόλουθη βάση: Κανένα από τα τρία κρατίδια δεν θα υπερισχύει του άλλου, με το κατάλοιπο εξουσίας να ανήκει στα κρατίδια και όχι στην κεντρική εξουσία. Δηλαδή όσες εξουσίες δεν θα ανήκουν ρητώς στην Κεντρική Κυβέρνηση, θα ανήκουν στα κρατίδια που θα ασκούν πρωτογενή εξουσία. Εκεί όμως που είναι το κυρίως ζητούμενο είναι η θάλασσα, όπου η Κυπριακή Δημοκρατία είναι έντεκα φορές μεγαλύτερη από την ξηρά και όπου παίζεται το παιχνίδι του φυσικού αερίου, της ανακατανομής των ΑΟΖ και των δισεκατομμυρίων.

Δυο κράτη και προσάρτηση

Υπό τις υφιστάμενες συνθήκες γίνεται σε όλους αντιληπτό ότι είναι δύσκολη η εξεύρεση λύσης με βάση την πάγια διαδικασία, εκτός και αν γίνουν δεκτοί οι τουρκικοί όροι και έχουμε ομοσπονδία με συνομοσπονδιακό χαρακτήρα. Επί του παρόντος, η ευθύνη  της διαδικασίας  μετατίθεται στον Γ.Γ. του ΟΗΕ να λάβει τις τελικές αποφάσεις, εάν δηλαδή θα καλέσει ή όχι τα εμπλεκόμενα μέρη σε μια νέα διεθνή διάσκεψη, η οποία θα είναι και η τελευταία όπως τη γνωρίζουμε σήμερα εάν δεν υπάρξει λύση. Αυτό τουλάχιστον λέγεται.

Εφόσον δεν υπάρχει από πλευράς Λευκωσίας σχέδιο Β, που σημαίνει τον καθορισμό εναλλακτικής στρατηγικής από τώρα, οι επόμενες επιλογές είναι οι εξής: Εάν αρχίσει και δεν καταλήξει σε λύση η υφιστάμενη διαδικασία, ελλείψει ισχύος και σχεδίου Β από πλευράς Λευκωσίας, τα σενάρια που θα ακολουθήσουν είναι κυρίως δυο.

-Τα δυο κράτη, που σημαίνει ότι θα επιδιωχθεί, στην καλύτερη περίπτωση, έδαφος έναντι αναγνώρισης και ανακατανομής της κυπριακής ΑΟΖ, διότι η τουρκική πλευρά θα θέλει μερίδιο στο φυσικό αέριο. Το σενάριο των δυο κρατών δεν είναι η καλύτερη για την Τουρκία επιλογή, εφόσον θα ήθελε να ασκεί έλεγχο όχι μόνο στο βορρά αλλά και στον νότο, μέσω των συνταγματικών και δομών μιας μορφής ομοσπονδίας με συνομοσπονδιακό χαρακτήρα. Στην παρούσα φάση επί αυτού του σεναρίου υπάρχει καθολική απόρριψη από το Εθνικό Συμβούλιο. Τι θα συμβεί, όμως, εάν αποτύχει και αυτή η διαδικασία, όταν μια τέτοια εξέλιξη θα αυξήσει τις πιθανότητες για εδραίωση αυτού που ισχυρίζεσαι ότι δεν θέλει σήμερα η πολιτική ηγεσία; Δηλαδή τη λύση των δυο κρατών. Εφόσον η τουρκική στάση είναι αδιάλλακτη Τουρκία, μια νέα διαδικασία είτε θα οδηγηθεί σε αδιέξοδο είτε σε δυο κράτη. Άλλωστε, γιατί να αλλάξει στάση η Άγκυρα, εφόσον δεν έχει κόστος από την κατοχή; Για να δεχθεί λύση θα πρέπει να πάρει κάτι περισσότερο από τη διχοτόμηση, την οποία θεωρεί ως δεδομένη.

-Η ενσωμάτωση των κατεχομένων στην Τουρκία. Ήδη τα κατεχόμενα είναι προσαρτημένα στην Άγκυρα, αφού εξαρτώνται από αυτήν σε όλους τους τομείς. Πέραν του στρατού κατοχής, υπάρχει εξάρτηση στο νερό, στο ηλεκτρικό ρεύμα, στις τηλεπικοινωνίες και στην οικονομία. Το τελευταίο, μάλιστα, διάστημα, όλες οι προσφορές που προκηρύχθηκαν στα κατεχόμενα από το δημόσιο δόθηκαν σε τουρκικές εταιρείες. Βεβαίως, η επιλογή της ενσωμάτωσης ενδεχομένως να καλύψει μερικώς την αποτυχία της υφιστάμενης διαδικασίας, διότι θα στραφεί η προσοχή στην προσάρτηση αντί στην αποτυχία της πολιτικής ηγεσίας.

Όμως, το σενάριο της προσάρτησης δεν είναι απλό για τους εξής λόγους:  Η κυπριακή Κυβέρνηση θα βρεθεί ενώπιον διλημμάτων και σε δύσκολη θέση, διότι εάν δεν συγκατανεύσει, η Άγκυρα θα βρεθεί εντός της κυπριακής ΑΟΖ με τον  στόλο της. Η Τουρκία  θα προσαρτήσει τα κατεχόμενα, μέσω προφανώς ενός δημοψηφίσματος, του οποίου το αποτέλεσμα θα ελέγξει πλήρως στο μοντέλο της Κριμαίας, παρότι οι δυο περιπτώσεις δεν είναι οι ίδιες. Η Άγκυρα θα ισχυριστεί ότι ο τουρκοκυπριακό λαός αποφάσισε για την τύχη και το μέλλον επί τη βάσει του άρθρου 1, παράγραφος 2, του Χάρτη των Ην. Εθνών.

Βεβαίως, οι νόμιμοι κάτοικοι στα κατεχόμενα είναι οι εκτοπισθέντες Ελληνοκύπριοι και οι απόγονοί τους και όχι οι μετακινηθέντες μετά την εισβολή από τον νότο στον βορρά Τουρκοκύπριοι, καθώς και οι Τούρκοι έποικοι, που τόσο αυτοί όσο και τα παράγωγά τους συνιστούν, με βάση το Διεθνές Δίκαιο, έγκλημα πολέμου και έγκλημα κατά της ανθρωπότητας. Συνεπώς, δεν υπάρχει νόμιμος λαός στον βορρά και, ως εκ τούτου, δεν μπορεί να εφαρμόσει την αρχή της αυτοδιάθεσης. Θα είναι δυνατό να γίνει επίκληση του δικαιώματος της αυτοδιάθεσης μετά την ομοσπονδία, όταν οι σημερινοί παράνομοι κάτοικοι στον βορρά θα καταστούν νόμιμοι ασκώντας μάλιστα κρατική εξουσία.

Η προσάρτηση προ της λύσης προσκρούει και επί του κοινοτικού δικαίου και δη του Πρωτοκόλλου 10, επί τη βάσει του οποίου το σύνολο της Κυπριακής Δημοκρατίας εντάχθηκε στην Ε.Ε. με αναστολή του κεκτημένου στο βόρειο τμήμα του νησιού, λόγω της υφιστάμενης κατάστασης, δηλαδή της κατοχής. Εξ ου και το γεγονός ότι εκδόθηκε εν συνεχεία η αντιδήλωση της 21ης Σεπτεμβρίου του 2005, που καθορίζει ότι: α) Η Ε.Ε. αναγνωρίζει στο νησί ως μόνο κράτος αυτό της Κυπριακής Δημοκρατίας. β) Η Τουρκία οφείλει στο πλαίσιο της ενταξιακής της διαδικασίας να ομαλοποιήσει τις σχέσεις με την Κυπριακή Δημοκρατίας και να την αναγνωρίσει.

Αυτή θα έπρεπε να ήταν η νομική βάση της εναλλακτικής διαδικασίας και στρατηγικής στο Κυπριακό. Με την κατάρρευση ενός νέου κύκλου συνομιλιών και την προσάρτηση θα είναι δυνατή η επίκληση των ανωτέρω ως ύστατης προσπάθειας σωτηρίας. Βεβαίως, σε μια τέτοια εξέλιξη θα βρεθούν σε αντιπαράθεση το διεθνές και ευρωπαϊκό δίκαιο από τη μια και τα συμφέροντα Ε.Ε. – Τουρκίας, καθώς και η τουρκική ισχύς από την άλλη.

Εάν η Άγκυρα προχωρήσει στη λήψη στρατιωτικών μέτρων εντός της ΑΟΖ και εμποδίσει τις ξένες εταιρείες στις έρευνές τους, δυο πράγματα θα συμβούν: Τα κράτη που είναι πίσω από τις ξένες εταιρείες είτε θα πρέπει να υπερασπιστούν τα συμφέροντά τους είτε θα παγώσουν τη διαδικασία. Εκτός και αν υπάρξει ο νέος εκβιασμός, που θα σημαίνει ότι για να υπάρξει εκμετάλλευση του φυσικού αερίου από την κυπριακή  Κυβέρνηση: Α. Είτε θα συμβιβαστεί σιωπηρώς με τα νέα τετελεσμένα αποδεχόμενη την de facto προσάρτηση με ό,τι αυτό θα σημαίνει (π.χ. ο επανακαθορισμός της ΑΟΖ και η αποδοχή των γκρίζων ζωνών και της εκμετάλλευσης του φυσικού αερίου εκεί όπου η Άγκυρα θεωρεί ότι τα οικόπεδα ανήκουν στους Τουρκοκύπριους και την επαύριον, δηλαδή μετά την προσάρτηση, στην ίδια), Β. είτε θα προχωρήσει στην αποδοχή της προσάρτησης με αντάλλαγμα μια «συμφωνία ειρήνης». Με τη θετική, δε, γνώμη των κρατών, των οποίων οι εταιρείες εμπλέκονται στο φυσικό αέριο, θα ήταν δυνατό να προχωρήσει η κυπριακή Κυβέρνηση στην εκμετάλλευση του φυσικού αερίου, κατόπιν συμφωνίας με την Τουρκία, και αφού της προσφερθούν  ανταλλάγματα.

Επιλογές διχοτόμησης

Η δράση του κομματικού κατεστημένου που έχει αντίκτυπο και στον λαό και στη μοίρα και την τύχη των Ελλήνων του νησιού. Επί τούτου καταγράφουμε τα εξής:

-Όλες οι επιλογές και τα σενάρια είναι διχοτομικά. Και η υφιστάμενη διαδικασία των δυο συνιστώντων κρατών και τα δυο κράτη, καθώς και η προσάρτηση.

-Η υιοθέτηση της πολιτικής για την αποτροπή της τουρκικής απειλής και την αλλαγή ισοζυγίων δυνάμεων είναι θεμελιακή για την πρόληψη των χειρότερων σεναρίων. Στο ζήτημα αυτό υπάρχει σοβαρό έλλειμμα, που μετατρέπεται σε συνεχές κόστος. Εάν η Τουρκία δεν είναι διαλλακτική και αν αποτύχει η υφιστάμενη διαδικασία, θα οφείλεται στο ότι η Άγκυρα δεν έχει κόστος από την κατοχή και κανείς δεν μπορεί να τη χαλιναγωγήσει μέσω της αποτροπής.

Ειδικώς στην παρούσα φάση, ποιος θα ασκήσει πιέσεις επί της Άγκυρας εφόσον δεν υπήρξε σχέδιο Β με κεντρικό πυλώνα την αποτροπή της τουρκικής απειλής; Οι ΗΠΑ; Μα πώς; Αφού βρίσκονται στα μαχαίρια, με το πρόβλημα να μην είναι τόσο απλό όσο φαίνεται. Εφόσον όμως δεν υπάρχει εναλλακτικό σύστημα ασφάλειας από την Αθήνα και τη Λευκωσία σε κοινό άξονα με το Ισραήλ, δεν μπορεί το συστημικό ρήγμα Άγκυρας – Ουάσιγκτον να τύχει εκμετάλλευσης από τη δική μας πλευρά. Άλλωστε, η πλειοψηφία της κομματικής ηγεσίας ακόμη να αντιληφθεί τη διαφορά των συναισθηματισμών και των πολιτικών συνδρόμων από την εξυπηρέτηση των συμφερόντων.

Ως εκ τούτου, αντί να εξετάσει πώς θα εκμεταλλευθεί μια συμμαχία με τις ΗΠΑ, επιμένει σε αφορισμούς κατά των Αμερικανών και του ΝΑΤΟ, όταν η Αλβανία εντάχθηκε και τα Σκόπια έλαβαν πρόσκληση ενσωμάτωσης στη Συμμαχία. Άλλωστε, ποιος άλλος πέραν των ΗΠΑ θα μπορούσε να ασκήσει πιέσεις στην Τουρκία; Η Ε.Ε.; Είναι εκτός παιχνιδιού χωρίς το πράσινο φως των ΗΠΑ. Η Ρωσία; Πώς; Η Μόσχα έχει έντονο φλερτ με δισεκατομμύρια δολάρια να διακυβεύονται από το εμπόριο ως την ενέργεια είτε αυτή αφορά στο φυσικό αέριο και  σε πολεμικό υλικό είτε στην πυρηνική ενέργεια.

Οικονομική αποτροπή

Η λογική της αποτροπής έναντι της τουρκικής απειλής και το σχέδιο Β οδηγούν στον εγκλωβισμό της πολιτικής ηγεσίας και σε διάφορες μορφές διχοτόμησης. Η ευθύνη ανήκει σε εκείνους που κυβέρνησαν, στήριξαν και στηρίζουν την υφιστάμενη αποτυχημένη διαδικασία. Και τώρα και μετά, ακόμη και αν αποτύχει η υφιστάμενη διαδικασία -η οποία εάν  «επιτύχει» θα φέρει τη διχοτόμηση των δυο συνιστώντων κρατών- χρειάζεται κατ’ ελάχιστον η εφαρμογή  της οικονομικής αποτροπής που παραπέμπει  σε συμμαχίες με τις χώρες που εμπλέκονται στο φυσικό  αέριο και στην εκμετάλλευση της κρίσης που επικρατεί στις σχέσεις ΗΠΑ – Τουρκίας. Αυτό σημαίνει τη δημιουργία ενός συμμαχικού μπλοκ κρατών από τις ΗΠΑ, τη Γαλλία, το Ισραήλ και την Αίγυπτο, κατά τρόπον ώστε το διακύβευμα των συμφερόντων τους να είναι τέτοιο, που δεν θα τους επιτρέψει να υποχωρήσουν από την εκμετάλλευση του φυσικού αερίου, ανεξαρτήτως εξελίξεων στο Κυπριακό. Βεβαίως, όλα αυτά θέλουν στρατηγικό σχεδιασμό. Δυστυχώς, η ηγεσία μας δεν μας έχει συνηθίσει σε εκπλήξεις.

ΠΗΓΗ: Η ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ