Με τέσσερα βασικά σενάρια αποτροπής κινείται η Αθήνα ενόψει της προαναγγελθείσας από την Αγκυρα κρίσης του ερχόμενου Σεπτεμβρίου, δίχως την ίδια στιγμή να εγκαταλείπει την προσπάθεια διάνοιξης διπλωματικών διαύλων που θα οδηγήσουν στην αποκλιμάκωση.
Γράφει ο Βασίλης Νέδος για τη ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Στο ΓΕΕΘΑ και στο υπουργείο Εθνικής Αμυνας υπάρχει πλήρης επιχειρησιακή εικόνα και προετοιμασία, ενώ την ίδια στιγμή το Μέγαρο Μαξίμου σε στενό συντονισμό με το υπουργείο Εξωτερικών καθορίζει τα επόμενα βήματα για το ερχόμενο, «καυτό» διπλωματικό καλοκαίρι. Τα τέσσερα σενάρια αποτροπής που έχει επεξεργαστεί η Αθήνα και είναι γνωστά στους ανώτατους επιτελικούς κύκλους είναι τα εξής:
Πρώτον, σε περίπτωση αποστολής ενός ερευνητικού πλοίου το οποίο θα εμφανιστεί συνοδεία τουρκικών φρεγατών, αλλά δεν προχωρήσει άμεσα σε έρευνες, το Πολεμικό Ναυτικό (Π.Ν.) θα βρίσκεται, επίσης, εκεί με ανάλογο αριθμό πλοίων. Στην περίπτωση που οι έρευνες δεν προχωρήσουν, η παρουσία του Π.Ν. εκεί θα συνεχισθεί για όσο καιρό στην περιοχή μένουν και οι τουρκικές δυνάμεις. Πρόκειται για το πλέον ανώδυνο σενάριο και έχει αρκετά κοινά χαρακτηριστικά με τις έρευνες του «Ορούτς Ρέις» στο ανατολικότερο σημείο της ελληνικής υφαλοκρηπίδας τον Οκτώβριο του 2018, όταν και είχε αντιμετωπιστεί από τη φρεγάτα «Νικηφόρος Φωκάς».
Δεύτερον, σε περίπτωση που το ερευνητικό απλώσει καλώδια για σεισμικές έρευνες, τότε υπάρχουν σαφείς εντολές για δι’ ασυρμάτου παραίνεση διακοπής τους. Διαφορετικά, έχει αποφασιστεί ότι τα καλώδια θα πρέπει να κοπούν ή έστω να εμποδιστούν από το να φθάσουν στον βυθό της Ανατολικής Μεσογείου.
Το τρίτο σενάριο είναι πιο απόμακρο και αφορά το ενδεχόμενο αποστολής πλωτού γεωτρύπανου. Σε αυτή την περίπτωση, οι εντολές είναι σαφείς. Το τρυπάνι δεν πρέπει να αγγίξει ποτέ τον βυθό, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Δεδομένου του όγκου που έχουν και τα τρία πλωτά γεωτρύπανα της ΤΡΑΟ, είναι αδύνατον να παρεμποδιστούν με τη φυσική παρουσία των ελληνικών φρεγατών, οπότε σε αυτή την περίπτωση δεν αποκλείεται η χρήση προειδοποιητικών πυρών για αποτροπή της γεώτρησης.
Το τέταρτο σενάριο αφορά πιθανώς συνδυασμένη αποστολή ερευνητικών πλοίων σε διαφορετικά σημεία της ελληνικής υφαλοκρηπίδας. Και σε αυτή την περίπτωση οι εντολές αποτροπής της τέλεσης ερευνών ή γεωτρήσεων σε οποιοδήποτε σημείο από τη Ρόδο έως την Κρήτη είναι ευκρινείς. Αυτό το τελευταίο σενάριο, παρότι δεν θεωρείται ως το πλέον πιθανό, αξιολογείται ολοένα και περισσότερο, ειδικά μετά τις τελευταίες επιδείξεις αεροναυτικής τουρκικής παρουσίας στην περιοχή από τα νότια της Κρήτης μέχρι τα ανοικτά της Λιβύης.
Διπλωματία
Στο διπλωματικό σκέλος η Αθήνα δεν πρόκειται να αφήσει καμία δυνατότητα ανεκμετάλλευτη, δεδομένου, μάλιστα, ότι και στην Αγκυρα φαίνεται ότι υπάρχουν κύκλοι που επιθυμούν την αποκλιμάκωση, παρά τις υφιστάμενες δυσκολίες. Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης επιθυμεί την προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, κάτι που άλλωστε είναι γνωστό στην άλλη πλευρά του Αιγαίου, παρά τη φαινομενική απάθεια και την προώθηση των προνοιών του τουρκολιβυκού μνημονίου. Οι τελευταίες δηλώσεις του υπουργού Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου περί τμηματικής επήρειας των νήσων, με αφορμή τη συμφωνία Αθήνας-Ρώμης, παρότι δεν αποτελεί σημαντική απόκλιση από τις παραδοσιακές τουρκικές θέσεις, είναι ενδεικτικές.
Στην Αθήνα γνωρίζουν πολύ καλά ότι οι προσπάθειες για οριοθέτηση με την Αίγυπτο έχουν πολλά προβλήματα, ωστόσο, με βάση τους σχεδιασμούς της κυβέρνησης για προσφυγή στη Χάγη, αναγνωρίζεται ότι μια τμηματική συμφωνία με το Κάιρο θα λειτουργούσε ως αρνητικό προηγούμενο για το Καστελλόριζο. Δεδομένου ότι το Κάιρο επιθυμεί μερική οριοθέτηση, τότε είναι απολύτως σαφές ότι το Καστελλόριζο θα παρέμενε εκτός συμφωνίας. Στην πραγματικότητα, λοιπόν, ούτε η Αθήνα επιθυμεί συμφωνία με το Κάιρο υπό τις παρούσες συνθήκες.
Οπως επισήμανε στο πλαίσιο τοποθετήσεών του στο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών προχθές ο πρωθυπουργός της Αλβανίας Εντι Ράμα, Αθήνα και Τίρανα έχουν ακόμα να κάνουν πρόοδο ώστε να καταλήξουν σε οριοθέτηση των θαλάσσιων ζωνών τους στο πρότυπο της ελληνοϊταλικής συμφωνίας.
Αυτό σημαίνει ότι πρακτικά αποκλείονται πριν από τον Σεπτέμβριο συμφωνίες με Αίγυπτο και Αλβανία. Ως εκ τούτου η Αθήνα συνεχίζει να προετοιμάζεται για όλα τα ενδεχόμενα, αλλά προκρίνει ως βασική λύση μια διπλωματική συνεννόηση με την Αγκυρα.
Η επιδεινούμενη σχέση Αγκυρας και Ουάσιγκτον
Στην Αθήνα υπάρχει πλήρης αντίληψη για την κατάσταση που επικρατεί στο εσωτερικό της Τουρκίας και τις ολοένα και μεγαλύτερες δυσκολίες που αντιμετωπίζει η κυβέρνηση του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, όχι μόνο στο πεδίο της οικονομίας, αλλά και των κοινωνικών συσχετισμών. Η απόφαση για παραχώρηση εξουσιών στις συνοικιακές ομάδες περιφρούρησης με νομοσχέδιο που ψηφίστηκε από ΑΚΡ και ΜΗΡ, αποτελεί κατ’ ορισμένους ένδειξη του κλίματος πόλωσης που κυριαρχεί στο εσωτερικό της τουρκικής κοινωνίας. Επιπλέον, παρά τον υπαρκτό δίαυλο επικοινωνίας ανάμεσα στον κ. Ερντογάν και τον πρόεδρο των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, είναι ορατή πλέον η απόσταση ανάμεσα σε Aγκυρα και Ουάσιγκτον, ιδιαίτερα μετά την απόφαση της τουρκικής δικαιοσύνης να καταδικάσει έναν υπάλληλο του αμερικανικού προξενείου στην Κωνσταντινούπολη με οκτώ χρόνια και εννέα μήνες φυλάκιση για δεσμούς με την οργάνωση του ιμάμη Γκιουλέν (FETO). Για το αμερικανικό κατεστημένο η σημασία της Τουρκίας στην περιοχή είναι δεδομένη και δεν φαίνεται να υπάρχει διάθεση για σύγκρουση μέχρις εσχάτων, είναι, ωστόσο, απολύτως σαφές ότι η πίεση προς την Aγκυρα θα διατηρηθεί με διάφορους τρόπους. Την ίδια στιγμή οι σχέσεις Αθήνας-Ουάσιγκτον παραμένουν στην καλύτερη φάση τους, δίχως αυτό να σημαίνει πως η εξέλιξη αυτή συνδέεται με τις φάσεις της τουρκοαμερικανικής σχέσης. Oπως φάνηκε από την παρουσία στη Σούδα του Aμερικανού πρεσβευτή Τζέφρεϊ Πάιατ και του υπουργού Εθνικής Aμυνας Νίκου Παναγιωτόπουλου, η Ουάσιγκτον θεωρεί τη βάση κομβικής σημασίας, ιδιαίτερα υπό το φως και της ρωσικής παρουσίας στην Ανατολική Μεσόγειο, αλλά και τη Λιβύη.