Μετά από περίπου μια δεκαετία η Ρωσία επιστρέφει δυναμικά στο προσκήνιο της Αρκτικής. Εφαρμόζοντας μια πολυεπίπεδη ναυτική στρατηγική έχει καταφέρει να αποκτήσει σημαντικό στρατιωτικό πλεονέκτημα στην περιοχή έναντι των υπολοίπων κρατών (Καναδάς, ΗΠΑ, Νορβηγία, Ισλανδία και Δανία).
Του ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ Χ. ΜΟΥΡΤΖΑΚΗ, κάτοχος MSc ECE NPS Monterey USA California, Διπλωματούχος Προγράμματος Μεταπτυχιακών Σπουδών ΤΨΣ Πανεπιστημίου Πειραιά και Μεταπτυχιακού Diploma CEDES Τμήματος Διπλωματικών & Γεωπολιτικών Σπουδών.
Ο συνδυασμός της στρατηγικής της Μη Πρόσβασης/Άρνησης Περιοχής (Anti Access /Area Denial) με την ανάπτυξη σύγχρονων οπλικών συστημάτων σε επιλεγμένες τοποθεσίες έχει δημιουργήσει ένα αδιαπέραστο πλέγμα για τις δυτικές ναυτικές δυνάμεις. Το μοντέλο αυτό είναι άξιο προσοχής και μελέτης ενώ αποτελεί και πρότυπο της ναυτικής στρατηγικής που ακολουθεί η Ρωσία και σε άλλες περιοχές όπως η Ανατολική Μεσόγειος.
Αρκτικός Κύκλος
Η πλήρης ανάλυση του Αρκτικού Κύκλου στην ρωσική στρατηγική είναι ένα τεράστιο κεφάλαιο, πέραν από τους σκοπούς του παρόντος άρθρου. Όσον αφορά όμως το θαλάσσιο στοιχείο είναι ενδεικτικό του τρόπου που η σημερινή στρατιωτική, πολιτική και οικονομική ελίτ της χώρας αντιμετωπίζει τις ευκαιρίες που εμφανίζονται τα τελευταία χρόνια κυρίως λόγω της προσβασιμότητας αυτών των περιοχών, εξαιτίας των κλιματικών αλλαγών. Με το σταδιακό λιώσιμο των πάγων, νέες δυνατότητες έχουν εμφανισθεί για την εμπορική εκμετάλλευση αυτών των αφιλόξενων περιοχών με κυριότερες τις θαλάσσιες μεταφορές και την εξόρυξη φυσικού αερίου και πετρελαίου. Σύμφωνα με το United States Geological Survey η περιοχή του Αρκτικού Κύκλου περιέχει περίπου 30% της παγκόσμιας ποσότητας φυσικού αερίου και το 13% της παγκόσμιας ποσότητας πετρελαίου. Υπολογίζεται ότι περίπου το 84% βρίσκεται σε παράκτιες περιοχές και σε βάθος λιγότερο των 500 μέτρων. Παράλληλα, το 80% των παραπάνω ανήκει στα χωρικά ύδατα ή την ΑΟΖ της Ρωσίας. Λαμβάνοντας υπόψη την πληθυσμιακή κατανομή, την γεωγραφία και την γεωμορφία της περιοχής είναι λογικό το ρωσικό ενδιαφέρον.
«Η πίσω αυλή της Ρωσίας»
Τόσο η τσαρική, η σοβιετική όσο και η ρωσική ηγεσία, θεωρούσαν και θεωρούν τον Αρκτικό Κύκλο ως κοντινή τους περιφέρεια και προνομιακό χώρο εθνικών συμφερόντων. Για τους Ρώσους αποτελεί την «πίσω αυλή» τους. Συγκριτικά με τα υπόλοιπα κράτη που έχουν συμφέροντα στην περιοχή, η Ρωσία αποτελεί αυτό με την εντονότερη στρατιωτική δραστηριότητα και τις περισσότερο ανεπτυγμένες στρατιωτικές δυνατότητες στην περιοχή. Παράλληλα, η κατανομή του πληθυσμού είναι υπέρ της με την μεγαλύτερη έκταση αυτών των αφιλόξενων περιοχών να κατοικούνται από αυτόχθονες εντός όμως της ρωσικής κρατικής οντότητας. Κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου η περιοχή αποτελούσε πεδίο δράσης και περιπολίας των πυρηνικών υποβρυχίων επειδή η τροχιά των διηπειρωτικών πυραύλων ήταν η συντομότερη για την εκτέλεση πυρηνικών και συμβατικών πληγμάτων εναντίον των ΗΠΑ. Αμερικανικά και σοβιετικά υποβρύχια συνυπήρχαν συχνά στην περιοχή ως αποτέλεσμα του στρατηγικού ανταγωνισμού των δύο υπερδυνάμεων. Μετά την λήξη του Ψυχρού Πολέμου και για μια δεκαετία περίπου ακολούθησε περίοδος όπου η περιοχή δεν αποτελούσε εστία προσοχής. Τα τελευταία όμως χρόνια (ειδικά με το 2005) μια επιθετικότερη και δυναμικότερη ρωσική στρατηγική ανάπτυξη βρίσκεται σε εξέλιξη. Αυτό συνδέεται άμεσα και μια άλλη περιοχή υψηλής γεωπολιτικής σημασίας, την Βαλτική.
Στο πλαίσιο της ευρύτερης ρωσικής στρατηγικής που είναι η επαναφορά της χώρας στο επίπεδο της παγκόσμιας υπερδύναμης και η επίτευξη οικονομικής προόδου, ευημερίας και ειρήνης στο εσωτερικό εντάσσονται οι ρωσικές ενέργειες σχετικά με την Αρκτική. Δομικό στοιχείο για το πρώτο είναι η στρατιωτική ισχύς και η ικανότητα με απτά παραδείγματα την Ουκρανία και τη Συρία τα τελευταία 10 χρόνια (Στα δύο αυτά πεδία επιχειρήσεων, η Ρωσία έχει δοκιμάσει όλες τις νέες τακτικές και τα δόγματα επιχειρήσεων σε ξηρά, θάλασσα και αέρα σε συνδυασμό με μια σειρά νέα οπλικά συστήματα αποκτώντας πολύτιμη εμπειρία.). Πολλά από τα συμπεράσματα από αυτές τις συγκρούσεις εφαρμόζονται στην πράξη στην Αρκτική.
«Βαριά Ισχύς ή Hard Power»
Η απομακρυσμένη περιοχή της Αρκτικής αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα εφαρμογής της «Βαριάς Ισχύος ή Hard Power» από την πλευρά της Ρωσίας. Εδώ συνυπάρχει η πυρηνική τριάδα (χερσαία, ναυτική και αεροπορική) των Ρωσικών Ενόπλων Δυνάμεων με σημαντικότερο το υποβρύχιο σκέλος αυτής με την χρήση πυρηνικών υποβρυχίων. Τα τελευταία εξοπλισμένα με βαλλιστικούς πυραύλους και καταδυόμενα κάτω από στρώμα πάγου είναι εξαιρετικά δύσκολο ή αδύνατο να εντοπισθούν, δίνοντας την δυνατότητα για την δεύτερη πυρηνική κρούση ή second strike capability στην περίπτωση μιας πυρηνικής σύρραξης ενισχύοντας την πυρηνική ρωσική αποτροπή. Αυτός είναι και ο λόγος της στάθμευσης στην Χερσόνησο Κόλα στρατηγικών πυρηνικών δυνάμεων με τον Στόλο της Βόρειας Θάλασσας να διαθέτει το 81.5% του συνόλου των ρωσικών πυρηνικών ναυτικών δυνάμεων. Επιπρόσθετα, η περιοχή αποτελεί το πεδίο εφαρμογής της σύγχρονης ρωσικής ναυτικής στρατηγικής με την εγκατάσταση ενός εκτεταμένου δικτύου μεγάλης εμβέλειας συμβατικών πυραύλων εναντίον πλοίων και στόχων ξηράς με τα ανάλογα συστήματα/σένσορες καθώς και με την επαύξηση των επιχειρησιακών δυνατοτήτων του Βόρειου Στόλου. Εξάλλου, δεν πρέπει να λησμονείται το γεγονός ότι για όλο τον αμυντικό σχεδιασμό της Ρωσίας το πέρασμα GIUK μέσω του οποίου συνδέεται ο Ατλαντικός Ωκεανός με τις βορειότερες θάλασσες είναι κρίσιμης σημασίας. Σκοπός της είναι να μην επιτρέψει στις αντίπαλες αεροναυτικές δυνάμεις να επιχειρούν ανατολικά από αυτό προκειμένου η πρόσβαση του ρωσικών ναυτικών δυνάμεων στις νοτιότερες θάλασσες και τον Ατλαντικό Ωκεανό να είναι απρόσκοπτή. Επιπλέον οι θαλάσσιες γραμμές επικοινωνιών με την βόρεια Ευρώπη βρίσκονται κάτω από την εμβέλεια των ρωσικών όπλων με την προϋπόθεση ότι αυτές θα μπορέσουν να επιχειρούν σχετικά απρόσκοπτα πλησίον του περάσματος GIUK. Ειδικά τα βλήματα cruise (ASCM) τα οποία φέρουν οι Φ/Γ κλάσης Admiral Gorshkov και τα στρατηγικά βομβαρδιστικά Τupοlev TU-95RTs Bear και Tupolev Tu-22M Backfire C αποτελούν φονικό αντίπαλο για τις νατοϊκές αεροναυτικές δυνάμεις. Στην περιοχή αυτή εστιάζεται και η παρουσία των ναυτικών δυνάμεων του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ ως αντίπαλο δέος με χρήση ΑΦΝΣ και Υ/Β σε ρόλο SSK (Επιχειρήσεις Υ/Β εναντίον Υ/Β).
Μη Πρόσβαση/Άρνηση Περιοχής (Anti Access /Area Denial)
Η ναυτική στρατηγική της Μη Πρόσβασης/Άρνησης Περιοχής (Anti Access /Area Denial, Α2/AD) είναι προϊόν του Ψυχρού Πολέμου. Όλη η δομή και η ανάπτυξη του Σοβιετικού Ναυτικού εκπλήρωνε μια τέτοια αποστολή σε διαφορετικά θέατρα επιχειρήσεων καλύπτοντας σχεδόν ολόκληρη την υφήλιο. Η βασική στρατηγική επιλογή των Σοβιετικών έδινε έμφαση στην προσπάθεια καταστροφής των Ομάδων Μάχης των Αμερικανικών Αεροπλανοφόρων. Σκοπός τους ήταν επίσης η καταστροφή των γραμμών επικοινωνιών ΗΠΑ-Συμμάχων προκειμένου να κερδίσουν χρόνο για τις δυνάμεις τους στα θέατρα επιχειρήσεων με κυριότερο το Ευρωπαϊκό. Στην περιοχή του Αρκτικού Κύκλου η σύγχρονη εφαρμογή της Α2/AD έχει τόσο αμυντική όσο και επιθετική διάσταση. Τα οπλικά συστήματα που χρησιμοποιούνται για την εφαρμογή αυτής έχουν διττό ρόλο με έμφαση στην προσβολή με ακρίβεια και σε μεγάλες αποστάσεις στόχων στην ξηρά, την θάλασσα και τον αέρα. Τέτοια είναι οι τακτικοί πύραυλοι Iskander-M και οι πύραυλοι cruise Kalibr.
Επιπλέον με χρήση ΑΑ συστημάτων όπως S-400 και επάκτιων συστοιχιών όπως K-300P Bastion-P και SSC-3 Styx αυξάνεται δραματικά η ικανότητα επιβολής «μη πρόσβασης» από την ρωσική πλευρά καλύπτοντας περιοχές όπως την βόρεια Νορβηγία και μέρος της Φιλανδίας. Ταυτόχρονα, αυξάνεται και η ρωσική αμυντική ικανότητα της Χερσονήσου Κόλα όπου υπάρχουν πολλές στρατηγικής σημασίας βάσεις και εγκαταστάσεις της Ρωσίας. Παράλληλα, λίγο βορειότερα το αρχιπέλαγος Svalbard και η Θάλασσα της Νορβηγίας αποτελούν κρίσιμης σημασίας περιοχές καλυπτόμενες από την Α2/ΑD φυσαλίδα (bubble) της Ρωσίας. Παρά την ύπαρξη διεθνούς συνθήκης η οποία προβλέπει την αποστρατικοποίηση του ανωτέρω αρχιπελάγους ο έλεγχος του είναι το επιχειρησιακό κλειδί για τον αποτελεσματικό έλεγχο της περιοχής μεταξύ της Ισλανδίας και των ακτών της Σκανδιναβικής χερσονήσου.
Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι σε όλες τις ρωσικές ασκήσεις όπως και στην πρόσφατη Zapad 2017 λαμβάνουν χώρα μια σειρά από αμφίβια, Α/Υ και αεροναυτικά σενάρια που περικλείουν τον θαλάσσιο έλεγχο του αρχιπελάγους. Επιπλέον, έχουν καταγραφεί περιστατικά προσομοίωσης αεροπορικών και θαλάσσιων προσβολών επάκτιων σταθμών radar από ρωσικά στρατηγικά βομβαρδιστικά σε τυχαίες χρονικές στιγμές με στόχο να καταγράψουν τους χρόνους αντίδρασης των δυνάμεων της Φιλανδίας και της Νορβηγίας.
Τα νησιά Kotelny και Wrangel
Τα νησιά Kotelny και Wrangel βρίσκονται στις βόρειες ακτές της Σιβηρίας σε καίρια σημεία του Αρκτικού Κύκλου. Γεωγραφικά γειτνιάζουν τόσο με τον Βόρειο Πόλο όσο και με την Θάλασσα του Μπάρεντς αλλά και με την Αλάσκα αποτελώντας ένα δίκτυο «προκεχωρημένων φυλακίων» της Ρωσίας με σταθμούς Ηλεκτρονικού Πολέμου/Έγκαιρης Προειδοποίησης και Ηλεκτρονικών Υποκλοπών (διαθέτουν το radar Sopka-2, 3D S-band με εμβέλεια 350χλμ). Ενδεικτικά, το νησί Wrangel απέχει μόλις 300 χλμ από την πολιτεία της Αλάσκας με αποτέλεσμα η συλλογή ηλεκτρονικών πληροφοριών να είναι σχετικά εύκολη καλύπτοντας τις αμερικανικές βάσεις Eielson και Elmendorf-Richardson. Ταυτόχρονα, με τις λιμενικές και τις αεροπορικές εγκαταστάσεις (αεροπορική βάση Temp) που διαθέτουν μπορούν να εξυπηρετήσουν πλοία, υποβρύχια, αεροσκάφη διαφόρων τύπων και μονάδες ειδικών επιχειρήσεων για την εκτέλεση επιθετικών επιχειρήσεων (στην αεροπορική βάση του νησιού Kotelny μπορούν να επιχειρήσουν και τα μεταφορικά αεροσκάφη Il-76 τα οποία χρησιμοποιούνται και για εναέριο ανεφοδιασμό μαχητικών αεροσκαφών).
Αν και αποτελούσαν στρατιωτικές εγκαταστάσεις κατά την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου κυρίως για την εκτέλεση δοκιμών οπλικών συστημάτων και αυστηρά απόρρητες, η αναβάθμιση τους έγινε τα τελευταία πέντε μόλις χρόνια. Σε αυτά τα νησιά έχουν επίσης εγκατασταθεί και χρησιμοποιούνται πλήρως επιχειρησιακά συστοιχίες ΑΑ Pantsir-S1 (νατοϊκή NATO SA-22 Greyhound, μικρής εμβέλειας αντιαεροπορικό σύστημα ιδιαίτερα ικανό εναντίον UAV και αεροσκαφών) για εγγύς αεροπορική προστασία υπό τον 99ο Arctic Tactical Group. Αποτελούν αντιπροσωπευτικό παράδειγμα της ανανεωμένης ρωσικής Α2/AD στρατηγικής ενώ εκτιμάται ότι αποτελούν ένα δοκιμαστικό στάδιο πριν την εφαρμογή αυτής και σε άλλες περιοχές όπως η Βαλτική και η Μαύρη Θάλασσα.
Η τωρινή κατάσταση αυτών των στρατιωτικών εγκαταστάσεων είναι πλήρως επιχειρησιακή ήδη από το 2017, με την συμμετοχή του συνόλου των μονάδων στην άσκηση μεγάλης κλίμακας Zapad-2017 και στην άσκηση Tsentr-2019 (Αύγουστος – Σεπτέμβριος). Η τοποθέτηση και χρήση τόσο ισχυρών συστημάτων radar όπως το Sopka-2 σε μια σειρά από τοποθεσίες στη ρωσική Σιβηρία δίνει την δυνατότητα για πλήρη κάλυψη της ρωσικής ακτογραμμής καθώς και μια έγκαιρη προειδοποίηση της τάξης των 900 έως 1200 χλμ με τεράστιες επιχειρησιακές συνέπειες όσον αφορά τον χρόνο αντίδρασης και την ικανότητα στοχοποιήσης και προσβολών των Ρωσικών Ενόπλων Δυνάμεων.
H αεροπορική βάση Tiksi
Η αεροπορική βάση Tiksi βρίσκεται στο ανατολικό άκρο της Ανατολικής Θάλασσας της Σιβηρίας και σε απόσταση περίπου 2.600χλμ από τις ΗΠΑ. Αποτελεί οργανικό μέρος της ρωσικής Α2/AD στρατηγικής καθόσον από αυτή μπορούν πλέον να επιχειρούν σχεδόν το σύνολο των τύπων των ρωσικών αναγνωριστικών, μαχητικών και βομβαρδιστικών αεροσκαφών ενώ υπάρχουν αναφορές για εγκατάσταση του ΑΑ συστήματος S-400 (νατοϊκή ονομασία SA-21 Growler). Μετά από εκτεταμένες εργασίες αποκατάστασης και αναβάθμισης από την βάση μπορούν να επιχειρούν και τα στρατηγικά βομβαρδιστικά Τupοlev TU-95RTs Bear D, Tu-160M Blackjack καθώς και όλοι οι τύποι Ε/Π όπως Mi-8/-17 και Mi-6 για αποστολές αερομεταφορών, Α/Υ, ΕΣΕ και SAR. Ιδιαίτερης σημασίας είναι η ύπαρξη πολλών εγκαταστάσεων COMINT, SIGINT και EW Jamming όπως το παλαιότερης τεχνολογίας αλλά εξαιρετικά αποτελεσματικό σύστημα KRUG II CDAA και τα σύγχρονα ΚRASHUKHA 2-4, στην περιοχή της βάσης Tiksi επιτρέποντας αποτελεσματικότερη έγκαιρη προειδοποίηση και φονικότερο ηλεκτρονικό πόλεμο για την ρωσική πλευρά. Ειδικά τα τελευταία μπορούν να παρεμβάλουν αποτελεσματικά το GPS, UAV διαφόρων τύπων , GEO Satellites και σχεδόν το σύνολο των νατοϊκών radar.
Τα έντονα φαινόμενα της κλιματικής αλλαγής τα τελευταία χρόνια έχουν επηρεάσει και την Αρκτική παράλληλα με την ύπαρξη μεγάλων ποσοτήτων φυσικού αερίου και πετρελαίου. Η εφαρμογή της ρωσικής Α2/AD στρατηγικής σε συνδυασμό με την ριζική αναβάθμιση μιας σειράς στρατιωτικών εγκαταστάσεων της δίνει ένα συγκριτικό επιχειρησιακό, τακτικό και στρατηγικό πλεονέκτημα ως προς τα γειτονικά κράτη. Αν και το γεωγραφικό περιβάλλον της Αρκτικής είναι αρκετά διαφορετικό από αυτό της περιοχής μας η εφαρμοσμένη ρωσική ναυτική στρατηγική καλό είναι να αποτελέσει πηγή προβληματισμό και έμπνευσης και για την στρατηγική που ακολουθούμε για την προάσπιση των εθνικών μας συμφερόντων.
Ενδεικτική Βιβλιογραφία
FOI (2019), Russian A2/AD capability overrated, https://www.foi.se/en/foi/news-and-pressroom/news/2019-03-04-russian-a2-ad-capability-overrated.html
Stephen J. Flanagan (2018), NATO’s Return to the North Atlantic: Implications for the Defense of Northern Europe, FIIA Briefing Paper 250,
Rowen Allport (2018), Fire and Ice: A New Maritime Strategy for NATO’s Northern Flank, Human Security Centre.