Μολονότι το πρόγραμμα των φρεγατών Belharra κεντρίζει το ενδιαφέρον λόγω της αναγκαιότητας αντικατάστασης των φρεγατών “S” κλάσης «ΕΛΛΗ» εντούτοις μια άλλη εξέλιξη που αφορά τον διαγωνισμό για τα νέα Πολωνικά υποβρύχια σηματοδοτεί μεγάλες προοπτικές για το Π.Ν. Όπως γνωρίζετε ο Ελληνικός Στόλος γερνά επικίνδυνα.
Το 1971-72 η χώρα μας προμηθεύτηκε τέσσερα υποβρύχια Τύπου 209/1100 Κλάσεως ΓΛΑΥΚΟΣ τα οποία παραδόθηκαν από την HDW στο Ελληνικό ΠΝ (τον πρώτο χρήστη της Κλάσεως 209), ακολουθούμενα από μια δεύτερη παράδοση τεσσάρων υποβρυχίων Τύπου 209 Κλάσεως ΠΟΣΕΙΔΩΝ to 1976.
- 4 Type 209/1100 τα οποία ήταν τα «ΓΛΑΥΚΟΣ» (S-110) «ΝΗΡΕΥΣ»(S111), «ΤΡΙΤΩΝ»(S112), «ΠΡΩΤΕΥΣ» (S113). Μπορούν να αναπτύσσουν μέγιστη ταχύτητα 21,5 κόμβους σε κατάδυση με τη βοήθεια συσσωρευτών και μπορούν να καταδυθούν σε βάθος 250 μέτρων περίπου. Φέρουν οκτώ τορπιλοσωλήνες των 21’’ ιντσών, ενώ εντός του σκάφους αποθηκεύονται 14 τορπίλες SST-4, Mk 37-2, Mk 37-3 και Mk 14/23 –
- 4 Type 209/1200 «ΠΟΣΕΙΔΩΝ»(S116), «ΑΜΦΙΤΡΙΤΗ»(S117), «ΩΚΕΑΝΟΣ»(S118), «ΠΟΝΤΟΣ»(S119), τα οποία παραγγέλθηκαν το 1976.
Τα υποβρύχια παρελήφθησαν με τις τορπίλες SUT οι οποίες μπορούν να κατευθυνθούν από το υποβρύχιο σε απόσταση ανάλογη της ταχύτητας. Ειδικότερα, οι τορπίλες μπορούν να αναπτύξουν μέγιστη ταχύτητα 35 κόμβων με μέγιστη εμβέλεια 12 χιλιομέτρων, καθοδηγούνται με την βοήθεια συρμάτινου αγωγού επικοινωνίας, ενώ διαθέτουν δικά τους προγράμματα αυτοκατεύθυνσης για έρευνα στόχων και επίθεση εναντίον τους.
Επίσης εκτός των τορπίλων SUT υπάρχουν και οι τορπίλες SST-4 με εμβέλεια 11 χιλιομέτρων με ταχύτητα 35 κόμβων ή 37 χιλιομέτρων με ταχύτητα 23 κόμβων.
Το Πολεμικό Ναυτικό ύστερα από πολυετείς προσπάθειες έλαβε τελικά από την πολιτική ηγεσία το Δεκέμβριο του 1987 την έγκριση για τον εκσυγχρονισμό μέσης ζωής των 4 υποβρυχίων τύπου ΓΛΑΥΚΟΣ, ενώ τον Φεβρουάριο του 1989 λήφθηκε η σχετική απόφαση. Το πρόγραμμα αυτό, με την ονομασία Neptune 1, επέτρεψε στα 4 υποβρύχια να παραμείνουν αξιόμαχα για δύο δεκαετίες ακόμα. Έως το 2020 όμως.
Οι εργασίες άρχισαν το 1993 και τελείωσαν το 1996. Ακολούθησαν το υποβρύχιο «ΓΛΑΥΚΟΣ» και το υποβρύχιο «ΝΗΡΕΥΣ» των οποίων οι εργασίες διήρκησαν από το 1996 έως το 1998 και 1998 έως το 2000 αντίστοιχα. Οι κυριότερες εργασίες του εκσυγχρονισμού ήταν η αλλαγή της ηχοεντοπιστικής συσκευής (SONAR) με νέα ,νέας τεχνολογίας και με δυνατότητες εντοπισμού θορύβων χαμηλών συχνοτήτων, η ενσωμάτωση δυνατότητας βολής Κ/Β HARPOON, η αλλαγή RADAR, η ενσωμάτωση νέας συσκευής μέτρων ηλεκτρονικής υποστήριξης ESM, η αλλαγή μηχανών, τοποθέτηση νέου συστήματος κλιματισμού και η σλήψη μέτρων μειώσεως θορύβων.
Παράλληλα και για τα Τύπου 209 κλάσης ΠΟΣΕΙΔΩΝ στις 31 Μαϊου 2002, η ΓΔΑΕΕ ανακοίνωσε την υπογραφή συμβολαίου για την αναβάθμιση τριών υποβρυχίων. Μετά από αρκετές καθυστερήσεις εκσυγχρονίστηκε το ΩΚΕΑΝΟΣ που έλαβε και το κορυφαίο σύστημα αναερόβιας πρόωσης, το γνωστό AIP που επιτρέπει στο υποβρύχιο να επιχειρεί αθόρυβα και για μακρό χρονικό διάστημα.
Μεταγενέστερα το υποβρύχιο «Ωκεανός»(S118) εκσυγχρονίστηκε και αυτό με σύστημα αναερόβιας πρόωσης AIP Siemens 2 FC Modules αποκτώντας εφάμιλλες δυνατότητες αυτονομίας με τα νεότερα τύπου 214. Το υποβρύχιο διαθέτει επίσης το σύστημα μάχης STN Atlas Electronics ISUS 90-46 και το σύστημα ενεργών αντιμέτρων Circe. Τα υπόλοιπα τρία υποβρύχια δεν εκσυγχρονίστηκαν υπό το πρίσμα της ναυπήγησης δύο νέων 214. Το θέμα ναυάγησε τη στιγμή που το Ελληνικό δημόσιο είχε μάλιστα πληρώσει και αρκετά χρήματα. Δεν θα επεκταθούμε περισσότερο στις τεχνικές αναβαθμίσεις που έλαβαν χώρα καθώς το πνεύμα και το νόημα του παρόντος κειμένου είναι άλλο. Όπως καταλαβαίνετε οι ηλικίες των Ελληνικών Υποβρυχίων είναι τέτοιες που υπαγορεύουν αντικατάσταση.
Μια από τις κύριες προκλήσεις είναι η αντικατάσταση των υποβρυχίων τύπου «209». Κατά πολλούς θα έπρεπε ήδη να είχαν αντικατασταθεί. Οι ηλικίες τους είναι τέτοιες που μολονότι ορισμένα εξ αυτών εκσυγχρονίστηκαν έχουν φτάσει από κάθε άποψη στα όρια τους.
Στα διεθνή χρονικά δύο κύρια προγράμματα υποβρυχίων διεκδικήθηκαν και κερδήθηκαν από τους Γάλλους. Κερδήθηκαν απόρροια τεχνολογικής ανωτερότητας, οικονομικού ανταγωνιστικού πακέτου και μεγάλων βιομηχανικών πλεονεκτημάτων που ανοίγουν νέες θέσεις εργασίας και προσφέρουν μεγάλο επίπεδο τεχνογνωσίας στην εκάστοτε χώρα. Η μεγάλη διαφορά των Γαλλικών υποβρυχίων είναι τα στρατηγικά όπλα που φέρουν όπως ο MdCN ικανός να πλήξει στρατηγικούς στόχους. Μην ξεχνάμε πως το υποβρύχιο είναι το κατ’ εξοχήν κατάλληλο όπλο για την εξαπόλυση στρατηγικών όπλων όπως τα γαλλικά βλήματα Scalp Naval (MdCN).
To παράδειγμα του Πολωνικού διαγωνισμού είναι αντιπροσωπευτικό. Oι Πολωνοί έχουν ως στόχο την αντικατάσταση των γερασμένων τεσσάρων υποβρυχίων της κλάσης Kobben (Type 207). Εκεί διεξάγεται ένας πραγματικά σκληρός εξοπλιστικός διαγωνισμός (παράδειγμα προς μίμηση) που θα αναδείξει το καλύτερο προϊόν. Οι επιλογές για το Ναυτικό της Πολωνίας είναι μεταξύ των Scorpène, Type 212CD και A26.
Η Γαλλική πρόταση συνοδεύεται από τις τορπίλες F21 και τα κατευθυνόμενα βλήματα Exocet SM39. Τα υποβρύχια Scorpene πραγματικά έχουν σαρώσει τον διεθνή ανταγωνισμό: αγοράστηκαν από την Ινδία, τη Μαλαισία, τη Χιλή και τη Βραζιλία. Στην Πολωνία οι Γάλλοι δίνουν γη και ύδωρ: Συμπαραγωγή, μεταφορά τεχνογνωσίας, 2000 νέες θέσεις εργασίας για περίοδο μεγαλύτερη των 15 ετών και συνεργασία με πάνω από 100 Πολωνικές εταιρείες. H Γαλλική προσφορά είναι η μοναδική που περιλαμβάνει στρατηγικά όπλα ικανά να αλλάξουν τις ισορροπίες. Μια άλλη περίπτωση σκληρής επιχειρησιακής αξιόλογης προσφορών είναι η περίπτωση της Αυστραλίας που και αυτή κατέληξε σε Γαλλικά υποβρύχια.
Συγκεκριμένα επιλέχθηκαν τα Shortfin Barracuda Block 1A. Η συμβατική έκδοση των νέων υποβρυχίων του Ναυτικού της Αυστραλίας βασίζεται σχεδιαστικά στα πυρηνοκίνητα επιθετικά υποβρύχια Barracuda. Μια άλλη άγνωστη παράμετρος είναι το πανίσχυρο σύστημα sonar που έχει τοποθετηθεί ποτέ σε υποβρύχιο της εταιρείας Thales. Είναι όμως μόνον οι Scalp Naval των υποβρυχίων που κάνουν μόνον τη διαφορά; Προσφάτως είχαμε επισκεφθεί τις εγκαταστάσεις των Γαλλικών ναυπηγείων της Naval Group στη πόλη Ναντ της Δυτικής Γαλλίας. Εκεί που λαμβάνει χώρα η σχεδίαση και παραγωγή των υποθαλάσσιων προϊόντων της Naval Group.
Οι Γάλλοι ναυπηγοί και μηχανικοί έχουν φέρει στο προσκήνιο τη νέα γενιά συστημάτων AIP γνωστά ως AIP FC2G. To FC2G είναι σύστημα αναερόβιας πρόωσης δεύτερης γενιάς η εξέλιξη του οποίου άρχισε στα μέσα του 2000. Είναι η πιο state of the art τεχνολογική εξέλιξη που επιτρέπει στα υποβρύχια να επιχειρούν χρονικό διάστημα μεγαλύτερο από δύο εβδομάδες. Βασίζεται στη φιλοσοφία “plug and play” ώστε να μπορεί εύκολα να προσαρμοστεί σε υποβρύχια που ήδη φέρουν σύστημα AIP. Επιχειρησιακά μιλώντας, μεγαλύτερη παραμονή του υποβρυχίου συνεπάγεται μεγαλύτερη παραμονή και ακτίνα δράσης. Αυτά δηλαδή που χρειάζεται ένα σύγχρονο υποβρύχιο.
Όπως γράφουν οι ∆ρ. Ι.Κ. Χατζηλάου, Καθηγητής ΣΝ∆, ο Πλωτάρχης (Μ) Γ. Γαλάνης ΠΝ και ο Υποπλοίαρχος Ν. Περτζινίδης ΠΝ στην εργασία τους ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΗΛΕΚΤΡΟΠΡΟΩΣΗΣ ΥΠΟΒΡΥΧΙΩΝ ΤΟΥ Π.Ν. την οποία και μπορείτε να διαβάσετε στον ακόλουθο σύνδεσμο (http://library.tee.gr/digital/m2102/m2102_hatzilaou1.pdf):
Τα σύγχρονα υποβρύχια χωρίζονται σε δυο κύριες κατηγορίες : τα συµβατικά στα οποία η ισχύς για την πρόωση (και τις άλλες ανάγκες) προέρχεται από ηλεκτρικούς συσσωρευτές («µπαταρίες») και άρα είναι περιορισμένη και τα πυρηνικά, στα οποία η ισχύς πρόωσης προέρχεται από πυρηνικό αντιδραστήρα και είναι πρακτικά απεριόριστη. Στα συµβατικά Υ/Β και κατά τις επιχειρήσεις οι μπαταρίες φορτίζονται σε περισκοπικό βάθος από µηχανές Diesel που είναι συνδεδεµένες µε ηλεκτρικές γεννήτριες. Ο απαραίτητος αέρας για τις µηχανές εισέρχεται µέσω ενός ανερχόµενου ιστού, του «αναπνευστήρα», ενώ τα καυσαέρια εξέρχονται, από άλλο δίκτυο, κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας.
Η αυτονοµία του υποβρυχίου εξαρτάται από το ποσοστό φόρτισης των ηλεκτρικών συσσωρευτών και από τη διαχείριση ενέργειας που µε τη σειρά της εξαρτάται από τις επιχειρησιακές ανάγκες. Τα Υ/Β καθίστανται πολύ ευάλωτα την στιγµή που εκτελείται ανανέωση των ενεργειακών αποθεµάτων και της εσωτερικής ατµοσφαίρας, µε τη χρήση του αναπνευστήρα, διότι µπορούν να εντοπισθούν ποικιλοτρόπως από πλοία (συµπεριλαµβάνονται τα άλλα Υ/Β), αεροπλάνα, ελικόπτερα και δορυφόρους. Ο εντοπισµός τους γίνεται είτε οπτικά, είτε µε τη χρήση Radar, είτε από την υπέρυθρη ακτινοβολία που εκπέµπουν τα καυσαέρια και το νερό ψύξης των µηχανών, αλλά και κυρίως από τον ακουστικό θόρυβο. Παράλληλα το Υ/Β που εκτελεί φόρτιση µε αναπνευστήρα, είναι σε µεγάλο ποσοστό ανίκανο να ανιχνεύσει την παρουσία άλλων Υ/Β λόγω του µεγάλου ιδιοθορύβου.
Tα συστήματα AIP παράγουν ηλεκτρική ενέργεια που προέρχεται από την αντίδραση καυσίµου και αποθηκευµένου οξυγόνου (Ο2) είτε σε Θερµικές Μηχανές είτε σε (ηλεκτροχηµικές) Κυψέλες Καυσίµου ( Fuel Cell ). Η νέα γενιά των συστημάτων αναερόβιας πρόωσης βρίσκει τα θεμέλια της, στο γαλλικό MESMA (Module d’Energie Sous-Marin Autonome). Το τελευταίο είναι βάση που αναπτύχθηκε το FC2G.
Το MESMA είναι ένας ατµοστρόβιλος µε κλειστό κύκλωµα ατµού που χρησιμοποιεί πετρέλαιο Diesel ή αιθανόλη ως καύσιµο. Οι τελευταίες επιτυχίες της Γαλλίας στα υποβρύχια δεν είναι τυχαίες. Το Πολωνικό Ναυτικό σύμφωνα με τα τελευταία δεδομένα είναι πολύ κοντά στην απόκτηση των γαλλικών υποβρυχίων. Γιατί; Πρώτον, για τα στρατηγικά όπλα που φέρουν. Δεύτερον, για το νέας γενιάς σύστημα αναερόβιας πρόωσης και τρίτον για τα πολλαπλά βιομηχανικά οφέλη που προσφέρουν.
Έχοντας τα παραπάνω κατά νου θεωρούμε πως είναι ο καιρός να ανοίξει και στην Ελλάδα ένας διάλογος σχετικά με το μέλλον των ελληνικών υποβρυχίων, η συμβολή των οποίων διαμορφώνει καταλυτικά την Ελληνική αποτροπή. Και αυτό το κάτι παραπάνω που πρέπει να έχουν τα επόμενα ελληνικά υποβρύχια είναι: ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΑ ΟΠΛΑ. Έτσι δύναται να συντελεστεί η ποιοτική διαφοροποίηση με το τουρκικό ναυτικό όπως έγινε όταν το Π.Ν πρώτο ενέταξε συστήματα AIP στον Στόλο του.
Και γιατί στρατηγικά όπλα;
Πρώτον, γιατί με την ύπαρξη στρατηγικών όπλων υπάρχει η δυνατότητα χειρουργικών προσβολών στα κέντρα βάρους του αντιπάλου (όπως οι στρατηγικές υποδομές) μεγιστοποιώντας την ελληνική αποτροπή.
Δεύτερον, διότι είναι μια καλή ελληνική απάντηση εάν η Τουρκία προμηθευτεί τα ρωσικά πυραυλικά συστήματα S400. Αλλά και μια σοβαρή απάντηση στην πληθώρα τουρκικών βαλλιστικών συστημάτων.
Τρίτον, διατηρεί το ποιοτικό προβάδισμα του Π.Ν έναντι του Τουρκικού και το διαφοροποιεί σε μεγάλο βαθμό δίνοντας του επιπλέον ικανότητες που μέχρι πρότινος δεν είχε.
Τέταρτον, απαλλάσσει αποστολές από τη Π.Α.
Πέμπτο, δίνει τη δυνατότητα στις Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις να πραγματοποιήσουν με ακρίβεια προληπτικό πλήγμα κατά τη περίοδο της κρίσης/ έντασης προ της έναρξης τωνεπιχειρήσεων σε τόπο και χρόνο που θα επιλέξει η ελληνική πλευρά. Αν και το συγκεκριμένο θέμα άπτετε πολιτικής απόφασης εντούτοις οι Ένοπλες Δυνάμεις θα έχουν το κατάλληλο εργαλείο.
Φυσικά η ύπαρξη στρατηγικών όπλων ή έστω και υποστρατηγικών όπως η περίπτωση των Scalp EG της Π.Α χρειάζεται ένα ευρύ πλέγμα ικανοτήτων στοχοποίησης και συλλογής πληροφοριών. Δεν είναι τυχαίες οι τότε αντιδράσεις των ΗΠΑ και της Τουρκίας όταν η Π.Α προμηθεύτηκε ένα πραγματικό game changer.
Φυσικά εκτός από στρατηγικά όπλα ένα άλλο μεγάλο κεφάλαιο που πρέπει να ανοίξει η δυνατότητα να τα ελληνικά υποβρύχια να φέρουν πυραυλικό σύστημα άμυνας κατά αεροσκαφών και ελικοπτέρων. Όμως εκτός από τη προοπτική ενός εξοπλιστικού για την προμήθεια των υποβρύχιων που θα αντικαταστήσουν τον γερασμένο στόλο των «209», εκτίμηση μας είναι πως σχετικά σύντομα μόλις δηλαδή κλείσει η υπόθεση του εκσυγχρονισμού των ΜΕΚΟ 200 ΗΝ και των νέων τορπιλών θα έρθει και γαλλική πρόταση για τον εκσυγχρονισμό των «214».
Δεν πρέπει να μας διαφεύγει πως η ελληνική ναυτική αποτροπή τη δεδομένη χρονική στιγμή βασίζεται για την Ανατολική Μεσόγειο στη τακτική θαλάσσιας άρνησης (Sea Denial). Για αυτό δεν είναι τυχαία η διατήρηση σε υπηρεσία συνολικώς ένδεκα υποβρυχίων για πρώτα φορά στα ελληνικά ναυτικά χρονικά. Τα υποβρύχια είναι ιδανικά για το πεδίο δράσης του Π.Ν σε αμφότερο Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο.
Με άλλα λόγια για να συνεχίσουμε το ποιοτικό προβάδισμα χρειάζονται σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα νέες ναυπηγήσεις υποβρυχίων με επιπλέον δυνατότητες πυρήνας τον οποίων θα είναι η δυνατότητα να φέρουν στρατηγικά όπλα. Γιατί τα στρατηγικά όπλα είναι αυτά που αλλάζουν τις ισσοροπίες. Σε πρώτη φάση αυτό που προέχει είναι η ανανέωση των μονάδων κρούσης της Διοίκησης Φρεγατών και σε δεύτερη φάση η ανανέωση των ελληνικών υποβρυχίων και πυραυλακάτων.